
Για τη νουβέλα της Μαρίας Φακίνου Ανατομία Κόρης (εκδ. Αντίποδες).
Του Κώστα Αγοραστού
Η παιδική ηλικία, οι οικογενειακές σχέσεις, τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα, τα μυστικά και οι ενοχές κατά τη διάρκεια της ενηλικίωσης μιας κοπέλας είναι το υλικό της νουβέλας της Μαρίας Φακίνου. Έπειτά από Το καπρίτσιο της κυρίας Ν. (2007) και την Αρχή του κακού (2012), η Φακίνου μάς παραδίδει το πιο προσωπικό και συνάμα κρυπτικό της κείμενο.
Ευδαιμονία και παιχνίδι, μια ισορροπία που θα χαλάσει με τη γέννηση των δίδυμων. Οι ρόλοι θα είναι μοιρασμένοι και η αφηγήτρια θα είναι, για τα επόμενα χρόνια, «η κόρη».
Η νουβέλα αποτελείται από πολλά μικρά κεφάλαια–εικόνες. Από περιστατικά που χαράχθηκαν βαθιά στη μνήμη της ηρωίδας και την διαμόρφωσαν κατά τη διάρκεια της ενηλικίωσής της. Η πρώτη της εικόνα και η πιο βαθιά μνήμη είναι αυτή μιας ευτυχισμένης στιγμής με τη μητέρα και τον πατέρα στον κήπο. Η μητέρα ξεκουράζεται σε μια σεζλόνγκ κάτω από τον ήλιο, ενώ ο πατέρας την καταβρέχει με το λάστιχο. Ευδαιμονία και παιχνίδι, μια ισορροπία που θα χαλάσει με τη γέννηση των δίδυμων. Οι ρόλοι θα είναι μοιρασμένοι και η αφηγήτρια θα είναι, για τα επόμενα χρόνια, «η κόρη».
Η ηρωίδα παρομοιάζει το σπίτι της αλλά και όλη την παιδική της ηλικία με «Κήπο της Εδέμ». Προστατευμένη και συγχρόνως παγιδευμένη εκεί, θα βιώσει τους πρώτους περιορισμούς και τις πρώτες απογοητεύσεις αρχικά από τον αδελφό της. Το συνομήλικο με αυτήν αρσενικό θα διεκδικήσει τον χώρο που θεωρεί ότι του ανήκει και θα ασκήσει επάνω της μια μικρογραφία της εξουσίας που θα έχει όταν ενηλικιωθεί.
Οι ισορροπίες θα αλλάξουν όταν θα της ανατεθεί μια πολύ μεγάλη ευθύνη. Η συνεχής φροντίδα του άρρωστου αδελφού θα δώσει το έναυσμα για μια βίαιη και άτσαλη επανάσταση. Κανείς τους δεν θα παραδώσει τα όπλα. Η αυτονομία του καθενός θα έρθει μαζί με την σεξουαλική τους αφύπνιση.
Και την ίδια στιγμή η σχέση με τη μητέρα γίνεται όλο και πιο οξεία, όλο και πιο ανταγωνιστική. Η «κόρη» απευθύνεται στη μητέρα με λέξεις και φράσεις που εσκεμμένα πληγώνουν: «Θέλω μόνο να την εξοργίζω, να την κάνω να βάζει τις φωνές, συνθήκη που πολύ απολαμβάνω, να τη λέω μανούλα και να ακούγεται ειρωνικό. […] Περάσαμε μια ζωή παρεξηγημένες».
Η κολλητή φίλη, το πρώτο ερωτικό σκίρτημα, η πρώτη σεξουαλική επαφή, το «ατύχημα», κι όλα αυτά πριν από τα γλυκά δεκάξι χρόνια. Συνενοχή, αναμονή, έξαψη και κυρίως η συνειδητοποίηση της εξουσίας επάνω στο αρσενικό. Όχι μόνο στο συγκεκριμένο, αλλά σε κάθε αρσενικό. «Αφού γινόταν με σένα, θα γινόταν και με άλλους». Μέχρι να φτάσουν και οι δύο στον πυρήνα του ερωτικού πάθους. Εκεί όπου αλληλοσπαράσσονται και ταυτοχρόνως αντικρίζουν τον πραγματικό τους εαυτό. «Με κατέστρεψες, λέει το στόμα σου στην κοιλιά μου, τα δάκρυά σου μουσκεύουν το υπογάστριό μου φυτεύοντας μέσα μου την απόγνωσή σου και τότε σκαρφαλώνω στο τραπέζι, σου ζητώ να με πάρεις ξανά, δυνατά, κάνεις ό,τι σου ζητάω, κάθε σου ώθηση μέσα μου με σπρώχνει πιο μακριά από τον Κήπο της Εδέμ. Εκείνες τις στιγμές μαζί σου, δεν είμαι πια η κόρη».
Η σχέση με τον πατέρα, όμως, είναι αυτή που την έχει καθορίσει. Η «κόρη» εγκαθιδρύει τον πατέρα της στη μνήμη της με ανεξίτηλα χρώματα: «Καλοκαίρι και ο πατέρας ετοιμάζεται. Ακουμπά το πόδι του στην άκρη του κρεβατιού. […] Έτσι θα τον θυμάμαι μέχρι μεγάλη, σκυμμένο πάνω από το λυγισμένο του γόνατο. Όμορφος, νέος, ένας άγνωστος για μένα».
Η αφηγήτρια θα ερωτευτεί τις λέξεις. Θα ερωτευτεί έναν άντρα μεγαλύτερό της, που της δηλώνει: «Εγώ γράφω».
Μια «γειωμένη» Αλίκη, μια μεσογειακή κόρη που πασχίζει να ανακαλύψει τον εαυτό της, τη σεξουαλικότητά της και τις δυνατότητές της γκρεμίζοντας και επαναπροσδιορίζοντας τους οικογενειακούς δεσμούς και τη θέση της ανάμεσα στους οικείους της.
Ο έρωτας και ο θάνατος του πατέρα θα της δώσουν ζωή. Θα γίνουν η κινητήρια δύναμη ώστε να βγάλει από το συρτάρι της τις εκατοντάδες σημειώσεις της, τις μικρές της ιστορίες για να τις ενώσει και μπορέσει να δει την ίδια την εικόνα της μέσα από τη γραφή. Και τότε θα εκφράσει το παράπονό της στη μητέρα. Για όσα δεν έκανε. Για όσα δεν της έμαθε. Γι’ αυτά με τα οποία την επιφόρτισε, παρά το νεαρό της ηλικίας της. Η στιγμή της αλληλοκατανόησης των δύο γυναικών είναι και η στιγμή όπου κλείνουν όλοι οι λογαριασμοί και η «κόρη» είναι έτοιμη να φύγει από τον κήπο της παιδικής της ηλικίας.
Η Μαρία Φακίνου χειρίζεται άψογα το θέμα της ενηλικίωσης, της μνήμης και των φαινομενικά αθώων παιδικών βιωμάτων. Με γραφή λυρική και ποιητική καταφέρνει να μεταφέρει την αθωότητα της παιδικής ηλικίας μαζί με το πνιγηρό οικογενειακό περιβάλλον. Οι εικόνες της, χωρίς να είναι προκλητικές και βίαιες, φέρουν έντονο το στοιχείο της εφηβικής οπτικής μαζί με κάτι μυστηριώδες και αφανέρωτο. Μια «γειωμένη» Αλίκη, μια μεσογειακή κόρη που πασχίζει να ανακαλύψει τον εαυτό της, τη σεξουαλικότητά της και τις δυνατότητές της γκρεμίζοντας και επαναπροσδιορίζοντας τους οικογενειακούς δεσμούς και τη θέση της ανάμεσα στους οικείους της.
* Στην κεντρική φωτογραφία λεπτομέρεια πίνακα της Alice Neel.
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΑΓΟΡΑΣΤΟΣ είναι δημοσιογράφος.
Ανατομία Κόρης
Μαρία Φακίνου
Αντίποδες 2017
Σελ. 80, τιμή εκδότη €7,00