Για τη συλλογή διηγημάτων της Ελένης Μπακαούρη Οχτωμισάρια (εκδ. Κέδρος)
Της Τόνιας Μάκρα
Όταν ένα βιβλίο καταφέρει να με ξαφνιάσει γίνομαι εκστατικά ευτυχισμένη! Ειδικά όταν αγγίζει με τρόπο λογοτεχνικά αξιοπρόσεκτο τα απλά, τετριμμένα αλλά ταυτόχρονα θεμελιώδη ζητήματα που ποτέ δεν έπαψαν να απασχολούν τον άνθρωπο, εν προκειμένω τη ζωή, τον χρόνο, τη μοναξιά, την απώλεια, τον θάνατο.
Αυτή ακριβώς θεωρώ ότι είναι η επιτυχία του βιβλίου Οχτωμισάρια της Ελένης Μπουκαούρη, το γεγονός δηλαδή ότι η συγγραφέας προσεγγίζει διαφορετικές πτυχές της ανθρώπινης πραγματικότητας με βλέμμα που διαφέρει, ανάγοντας το προσωπικό σε οικουμενικό. Αν και πρόκειται για το πρώτο της πεζογράφημα χαρακτηρίζεται από έξοχη γραφή, ενώ η καλά δομημένη πλοκή κρύβει ανατροπές και μεγάλες μεταβολές ως προς το αφηγηματικό ύφος. Η συγγραφέας έχει σίγουρα αξιοποιήσει τη μεγάλη της εμπειρία στο δημοσιογραφικό επάγγελμα, έναν τομέα που διαφέρει φυσικά εντελώς από τη λογοτεχνία. Ωστόσο διδάσκει και εξοικειώνει όσους αξιοπρεπώς τον υπηρετούν με την προσωπική έκφραση, την επεξεργασία κειμένου αλλά και την ικανότητα πρόταξης του σημαντικού εις βάρους του περιττού.
Είναι η Άννα και ο Σέργιος πάντα τα ίδια πρόσωπα; Είναι πρόγονοι ή απόγονοι των αρχικών ηρώων; Είναι μορφές σκιώδεις που αναλαμβάνουν να ενσαρκώνουν τα όνειρα, τις φαντασιώσεις, τις αγωνίες, τις ματαιώσεις διαφορετικών προσώπων σε διαφορετικές περιόδους;
Τα Οχτωμισάρια αποτελούνται από εικοσιμία αυτοτελείς ιστορίες που ταυτόχρονα συγκροτούν ένα ενιαίο σύνολο το οποίο εστιάζει στις διαφορετικές πραγματικότητες της ζωής δύο χαρακτήρων που σε όλα τα διηγήματα φέρουν το ίδιο όνομα, Σέργιος και Άννα. Η συγγραφέας τούς παρακολουθεί από τα παιδικά χρόνια στα νεανικά, στην ενηλικίωση, την ωρίμανση και το επερχόμενο τέλος. Μέσα από θεματικά αυτόνομες ιστορίες που έχουν ως κοινή συνισταμένη την εμβάθυνση στη μοίρα της ανθρώπινης ύπαρξης.
Είναι η Άννα και ο Σέργιος πάντα τα ίδια πρόσωπα; Μάλλον όχι. Είναι πρόγονοι ή απόγονοι των αρχικών ηρώων; Ίσως ναι, ίσως όχι. Είναι μορφές σκιώδεις που αναλαμβάνουν να ενσαρκώνουν τα όνειρα, τις φαντασιώσεις, τις αγωνίες, τις ματαιώσεις διαφορετικών προσώπων σε διαφορετικές επίσης περιόδους; Τους συνδέει τέλος κάποια μορφή μακρινής ή κοντινής σχέσης ή απλώς στα πρόσωπά τους αντανακλάται ο κόσμος όλος; Οι ερμηνείες είναι όλες ελεύθερες, οι πιθανότητες ανοικτές, ο χρόνος απροσδιόριστος και ο τόπος χωρίς σημεία αναφοράς. Ο αναγνώστης καλείται να κατανοήσει τα νοήματα και μηνύματα του βιβλίου ανάλογα με τις δικές του προσλαμβάνουσες, τα δικά του βιώματα.
Οι βασικοί χαρακτήρες (Σέργιος και Άννα) μοιάζουν να ζουν και αναπνέουν κάθε φορά σε άλλον τόπο και σε διαφορετική εποχή, η μεταξύ τους σχέση άλλοτε κινείται σε ρεαλιστική βάση και άλλοτε σε ονειρικό ή φαντασιακό επίπεδο. Όπως αναφέρεται και στο οπισθόφυλλο «οι χαρακτήρες […] βιώνουν τις πολλαπλές εκδοχές της πραγματικότητας, αληθινές ή επινοημένες [….] Εκκινώντας από την τραχιά γλώσσα του τόπου των προγόνων τους, περνούν μέσα από το στρόβιλο της νιότης, ωριμάζουν στη σκληρή πραγματικότητα και καταλήγουν στην ανοίκεια μοναξιά του πένθους και της απώλειας».
Εναλλαγές στο ύφος και στη γλώσσα
Η ροή της αφήγησης όπως περνά από διήγημα σε διήγημα συνοδεύεται από αλλαγές στη γλώσσα και το ύφος γραφής. Από «την τραχιά γλώσσα των προγόνων τους», που με τόσο μεγάλη επιτυχία αναβιώνει η συγγραφέας, οδηγείται σε μια σύγχρονη σοφά επεξεργασμένη, χωρίς φλυαρία και με ακρίβεια γραφή. Ενίοτε ο ρεαλισμός αφήνει τη θέση του στο σουρεαλιστικό στοιχείο και κάπου κάπου ο ελεύθερος συνειρμός κυριαρχεί. Έτσι αναδεικνύεται η πολυπλοκότητα των χαρακτήρων, οι ποικίλες πλευρές της προσωπικότητας των πρωταγωνιστών, που περιβάλλονται από ένα πολυπρόσωπο «σκηνικό» δευτερευόντων χαρακτήρων.
Προς το τέλος του βιβλίου, το ρεαλιστικό στοιχείο παραμερίζει και «το αλλόκοτο και ανοίκειο γίνονται η κυρίαρχη τάση τόσο στις ιστορίες που διαδραματίζονται όσο και στη μορφή της γραφής». Η συγγραφέας υιοθετεί αυτό το ύφος ακριβώς επειδή θέλει να δείξει «ότι γερνώντας, ο άνθρωπος αποσύρεται από το λογικό σε άλλες σφαίρες ψυχικής και διανοητικής αντιμετώπισης της ζωής του. Άραγε η ίδια τύχη μας περιμένει κι εμάς;» αναρωτιέται η συγγραφέας.
Η Ελένη Μπουκαούρη προσεγγίζει φιλοσοφικής σημασίας ζητήματα σε ένα πεζογράφημα-απαύγασμα εσωτερικότητας και αμέριστης αντοχής στον ανθρώπινο πόνο, τη φθορά του χρόνου.
Αυτό το αλλόκοτο, που τη γοητεύει «πάντα δίπλα στο καθημερινό», χαρακτηρίζει κάποια σημαντικά διηγήματα όπως είναι «Η Βελζεβούλα» ή το πικρό σε συναίσθημα «Θηρίο». Χάρη σε αυτά αλλά και σε όλα τα υπόλοιπα η Ελένη Μπουκαούρη προσεγγίζει φιλοσοφικής σημασίας ζητήματα σε ένα πεζογράφημα-απαύγασμα εσωτερικότητας και αμέριστης αντοχής στον ανθρώπινο πόνο, τη φθορά του χρόνου.
Η Ελένη Μπουκαούρη μεγάλωσε στην Αθήνα, σπούδασε Γαλλική Λογοτεχνία, Γλωσσολογία και Ιστορία στο Στρασβούργο. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος στον τομέα των Διεθνών σχέσεων στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων αλλά και στον ραδιοφωνικό σταθμό ΦΛΑΣ στα πρώτα χρόνια της μεγάλης του ακροαματικότητας. Όταν αποφάσισε να συνταξιοδοτηθεί πρόωρα κανείς φίλος ή συνάδελφος δεν ήξερε ότι ήθελε να αφιερώσει τον χρόνο της στη λογοτεχνία. Λίγα χρόνια αργότερα κυκλοφόρησε η πρώτη της ποιητική συλλογή που εκδόθηκε από τον οίκο Γαβριηλίδη όπως και οι δύο επόμενες μέσα από τις οποίες μάς αποκάλυψε τη στροφή της προς την ελευθερία της προσωπικής έκφρασης.
Στα Οχτωμισάρια (ο τίτλος προέρχεται από την ταινία 8 1/2 του Φελίνι) εστιάζει συνειδητά στα διαφορετικά πρόσωπα και προσωπεία που ο καθένας μας συχνά αναπτύσσει στη διάρκεια της ζωή του. Όσο η ηλικία προχωρεί η ανεμελιά χάνεται, ο χρόνος πιέζει, το άτομο γίνεται έρμαιο της καθημερινότητας, η χαρά σπανίζει, η θλίψη γίνεται οικεία. Όσο το τέλος πλησιάζει οι απώλειες πληθαίνουν, η μοναξιά περισσεύει, το πένθος τριβελίζει την ψυχή και τότε τόσο η πλοκή στο βιβλίο όσο και η γλώσσα λαμβάνουν διαστάσεις ενός κόσμου ανοίκειου, φαντασιακού έως και παράλογου.
Όταν τελείωσα το βιβλίο γύρισα αυτόματα στην πρώτη σελίδα. Ήταν έντονη η ανάγκη μου να ξαναβρεθώ στην αρχή της αφήγησης, να δέσω το τέλος με την αρχή, το ανοίκειο με το ρεαλιστικό, το σύγχρονο με το παλιό, την πόλη με την ύπαιθρο, το πολύπλοκο με την απλότητα μιας ζωής χαμένης στον σκληρό πυρήνα της σύγχρονης κοινωνίας. Να ξαναβρεθώ εν ολίγοις στην αρχή της ζωής!
* Η ΤΟΝΙΑ ΜΑΚΡΑ είναι δημοσιογράφος.
Σελ. 200, τιμή εκδότη €11,00