
Για το αφήγημα της Χριστίνας Φραγκεσκάκη Πιάνεις χώμα (εκδ. Κέδρος)
Της Άλκηστης Σουλογιάννη
Με ιδιαιτέρως ευρηματικό τρόπο η Χριστίνα Φραγκεσκάκη προτείνει μια ενδιαφέρουσα γραφή για τη δημιουργική αφήγηση του πραγματικού. Στο πλαίσιο αυτό αποτυπώνονται οι απηνείς συνθήκες της αντικειμενικής πραγματικότητας που προκαλούν ή επιβάλλουν τη μετοίκηση.
Εξαιτίας αυτών των συνθηκών η μάνα με τους δύο γιους εγκαταλείπει τη βιοτική-κοινωνική-πολιτισμική κοιτίδα και βρίσκει νέα, εκτός συνόρων, εστία εγκατάστασης, ενώ ο πατέρας και η κόρη μένουν πίσω στην πατρίδα. Η μάνα αγωνίζεται να εξοικειωθεί με τη νέα κατάσταση και καταφέρνει να εξασφαλίσει την επιβίωση μέσα στο νέο κοινωνικό περιβάλλον, όπου πάντως έχουν ήδη ενταχθεί συμπατριώτες, μεταξύ των οποίων και συγγενείς. Ο μεγάλος γιος επιλέγει την πρακτική πλευρά της ζωής, ο μικρός γιος προσβλέπει στη μόρφωση. Σκοπός και των τριών είναι η πλήρης ένταξη στα κοινωνικά και οικονομικά δεδομένα της χώρας υποδοχής.
Με αυτή την προϋπόθεση, η μάνα προσπαθεί να πείσει τον πατέρα να έρθει να ζήσει μαζί τους στον νέο τόπο. Για την κόρη δεν υπάρχει άμεσο πρόβλημα, είναι ήδη αριστούχος φοιτήτρια στο πανεπιστήμιο της πατρίδας.
Μια εντυπωσιακή συλλογή με προσωπογραφίες χαμηλών δραματικών τόνων ανάμεσα σε τοπιογραφίες που αποδίδουν το εξωτερικό περιβάλλον και κυρίως την υποκειμενική πραγματικότητα, με ένα ευρύτατο φάσμα από χρωματικά ισοδύναμα συν-/αισθημάτων.
Η Φραγκεσκάκη έχει οργανώσει μια εντυπωσιακή συλλογή με προσωπογραφίες χαμηλών δραματικών τόνων ανάμεσα σε τοπιογραφίες που αποδίδουν το εξωτερικό περιβάλλον και κυρίως την υποκειμενική πραγματικότητα, με ένα ευρύτατο φάσμα από χρωματικά ισοδύναμα συν-/αισθημάτων.
Ουδόλως ενδιαφέρουν τα πραγματικά στοιχεία που συμμετέχουν στη θεματική οργάνωση του βιβλίου, καθώς τα στοιχεία αυτά ανήκουν στην περιοχή μιας πρώτης ανάγνωσης στην επιφάνεια του κειμένου.
Οι χαρακτήρες του βιβλίου, με την αγωνιώδη παρουσία τους μέσα στον κειμενικό κόσμο, αποτελούν προσωπεία που λειτουργούν ως παραστατικοί δίαυλοι για τη διέλευση υλικού από τη διαχείριση εννοιών, όπως είναι η εμπλοκή του θανάτου μέσα στις διαδικασίες της ζωής, η άμεση σχέση ζωντανών και νεκρών, η οικονομική και κοινωνική κρίση, η ευημερία, η λήθη ως διαδικασία για την επιβίωση, ο φόβος, ο πόνος, η συμπαράσταση, η σχέση ανάμεσα στην υπερηφάνεια και στη θυσία ή ανάμεσα στην υπερηφάνεια και στον θάνατο, η φύση ως συναισθηματική καταφυγή, η πολιτισμική κληρονομιά, τα ασαφή όρια ανάμεσα στην αλήθεια και στο ψέμα, η ντροπή, ο πόθος, η θλίψη, η νοσταλγία, τα χαμένα όνειρα, κυρίως η μεγάλη περιπέτεια του εσωτερικού και του κοινωνικού ανθρώπου.
Μέσα στο σημασιολογικό αυτό τοπίο, που ορίζει το θεματικό πλαίσιο για την έξοδο από την πατρίδα και για την είσοδο στα νέα δεδομένα, η καθηγήτρια της λογοτεχνίας γίνεται καθαρίστρια, ο καθηγητής των μαθηματικών γίνεται οικοδόμος και συναντά τον θάνατο στον πέμπτο όροφο της σκαλωσιάς με τη θέα προς τη θάλασσα, οι ζωντανοί αξιοποιούν τα μοιρολόγια για να στείλουν χαιρετίσματα και παραγγελίες στους αγαπημένους νεκρούς, ο χρόνος αποτελεί συνεχή ροή παλινδρομήσεων ανάμεσα στο κειμενικό παρόν και στο περιεχόμενο της μνήμης, η αλληλογραφία αποτυπώνει το δέλεαρ αλλά και την υπερηφάνεια (ενίοτε περιέχει νυχτολούλουδα «Έτσι, για τα χαιρετίσματα»), η επικοινωνία με τα πουλιά της αυλής (η δεκαοχτούρα, η καρακάξα) αντιπροσωπεύει παραμυθία για τη μοναξιά.
Κυρίως, μέσα στο σημασιολογικό αυτό τοπίο, η προσδοκώμενη ευημερία στο πλαίσιο των νέων βιοτικών συνθηκών, όπως αυθαιρέτως επαγγέλλεται η γενικής εφαρμογής αφοριστική διατύπωση «Πιάνεις χώμα, χρυσάφι γίνεται», διασταυρώνεται με τον θάνατο, πράγμα που οδηγεί και στην ανάγνωση του παραστατικού (με την έστω αναμενόμενη συνδήλωση) τίτλου του βιβλίου Πιάνεις χώμα.
Με αυτές τις προϋποθέσεις, η Φραγκεσκάκη έχει τακτοποιήσει το θεματικό υλικό του βιβλίου σε δύο ενότητες κειμένων που αποτελούν πολυεστιακή και αντιστικτική σύνθεση δραματικών μονολόγων, όπου εκτίθεται το περιεχόμενο του εσωτερικού ανθρώπου μέσα στην κοίτη της ροής του κειμενικού χρόνου, ενισχυμένο και με στοιχεία από το φορτίο της μνήμης.
Λόγος βιωματικός, πλήρης συναισθήματος με μια βαθειά διαβρωτική τρυφερότητα, παραστατικός, με ιδιαίτερη οικονομία αφήγησης στα όρια της ισορροπίας ανάμεσα στο λεκτό και στο εννοούμενο.
Οι ενότητες ορίζονται με τους ιδιαίτερους τίτλους «Πριν» και «Μετά», και με διαχωριστικό γεγονός τον θάνατο του πατέρα. Την ενότητα «Πριν» (είκοσι οκτώ κείμενα) συνθέτουν εναλλασσόμενοι οι μονόλογοι του μικρότερου γιου που εισάγει τη σειρά των κειμένων, και της μητέρας. Την ενότητα «Μετά» (δεκαοκτώ κείμενα) εισάγει και πάλι ο μονόλογος του μικρού γιου που δηλώνει τον θάνατο του πατέρα. Ακολουθεί σειρά εναλλαγής μονολόγων αφενός του πατέρα ως μια αναδρομή στην κειμενική παρουσία του, και αφετέρου του γιου, η οπτική του οποίου κατέχει τους δύο καταληκτικούς μονολόγους του βιβλίου. Ακριβώς εδώ, την κορύφωση των σημαινομένων αντιπροσωπεύει μια δυνητική και ευκτική διεκπεραίωση της οπτικής του πατέρα από τον γιο με τη μορφή της απροσδόκητης εξόδου από τον κειμενικό κόσμο.
Τα σημαινόμενα του βιβλίου αποτυπώνει λόγος βιωματικός, πλήρης συναισθήματος με μια βαθειά διαβρωτική τρυφερότητα, παραστατικός, με ιδιαίτερη οικονομία αφήγησης στα όρια της ισορροπίας ανάμεσα στο λεκτό και στο εννοούμενο, χωρίς περιφράσεις και αναλύσεις, κυρίως λόγος που δεν διολισθαίνει προς την εύκολη εκμαίευση συγκινήσεων και ιδεολογικών προσλήψεων.
Στο πλαίσιο αυτό εντοπίζεται ενδιαφέρουσα χρήση της μεταφοράς: «Το σπίτι είναι σαν τον άνθρωπο, θέλει κι αυτό τα χάδια του», «Μιλούσαν όλοι μαζί, γρήγορα γρήγορα να μην τα ξεχάσουν. Να μην τους τα πάρουν τα λόγια. Έτσι κάνανε. Λες και φοβούνταν μην τους τα πάρει κανένας», «Ένα πουλί είμαι κι εγώ που ήρθα σε κλίμα πιο ζεστό, να βρω τους αγαπημένους μου που αποδήμησαν πρώτοι», όπως μάλιστα συνδυάζεται και με την αφοριστική διατύπωση: «Το τώρα είναι το μετά. Μετά την εγκατάστασή μας».
![]() Η Χριστίνα Φραγκεσκάκη
|
Ομόλογη υφολογική αισθητική προσδιορίζει την οργάνωση των γραμματικών εικόνων ως παραστατική αποτύπωση σημασιολογικής και συναισθηματικής φόρτισης, όπως αποδίδουν οι λεπτομέρειες στο εσωτερικό του σπιτιού και στην αυλή, στα ενδύματα, στα φυσικά και στα πολιτισμικά τοπία, στους εργασιακούς χώρους και στη σχολική αίθουσα, στο λιμάνι και στη στάση του λεωφορείου, αλλά και οι λεπτομέρειες που αφορούν σε υλικά αγαθά ως διόδους ένταξης στο νέο κοινωνικό περιβάλλον.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει και η εμπλοκή μεταγλωσσικών στοιχείων στη δομή του κειμενικού κόσμου. Εδώ το πλούσιο λεξιλόγιο του μικρότερου γιου αποτελεί δίοδο για την κοινωνική του καταξίωση, έστω και μέσα στη μικρή κοινότητα του σχολείου και της γειτονιάς, ενώ η συλλογή λέξεων (άπνοια, διαύγεια, απόγνωσις, ψηφιδωτά, οδύνη, ακαριαίος) διευκολύνει την πρόσληψη της αντικειμενικής πραγματικότητας. Από την άλλη πλευρά, μάταιο δίαυλο προς την απέλπιδα προσπάθεια του πατέρα για μια επικοινωνία με αυτή την αντικειμενική πραγματικότητα αντιπροσωπεύει το σημειωματάριό του, όπου έχουν αποθησαυρισθεί σημεία στίξεως, προτάσεις, σχέδια και αστερίσκοι.
Εξάλλου η βιωματική διαφορά ανάμεσα σε συνώνυμες λέξεις λειτουργεί παραμυθητικά, όπως αποτυπώνεται με ιδιαίτερη ευρηματικότητα στα συμφραζόμενα σχετικά με τον θάνατο του πατέρα και την αποδοχή των γεγονότων από τον μικρό γιο.
Είναι σαφές ότι το βιβλίο Πιάνεις χώμα αποτελεί σοβαρό τεκμήριο για μια συνειδητή σχέση που φαίνεται να αρχίζει η Φραγκεσκάκη με τον χώρο της δημιουργικής γραφής ανεξάρτητα από τα προγενέστερα, παιδικά και εφηβικά (σύμφωνα με τη συμβατική γραμματολογική κατάταξη) βιβλία της. Ως ευνόητον, αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον η συνεπής εξέλιξη αυτής της σχέσης.
* Η ΑΛΚΗΣΤΙΣ ΣΟΥΛΟΓΙΑΝΝΗ είναι διδάκτωρ Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και κριτικός βιβλίου.
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Και να με τώρα η καλή σου εδωνά. Με τα καλά μου μπροστά στα μολύβια και στα χαρτιά. Και να λιγοθυμώ από τη μυρωδιά τους. Να θέλω όλα να τα πάρω και να τα ξεψαχνίσω. Να θυμηθώ τα παλιά, που ήμουν με τα βιβλία στο χέρι. Τώρα, τα χέρια μου τα φάγαν οι χλωρίνες. Αντί για μολύβι και χαρτί, κρατώ το σφουγγαρόπανο, κι αντί για γράμματα και λέξεις, έχω μπροστά μου κάθε μέρα τα σκατά».
Πιάνεις χώμα
Χριστίνα Φραγκεσκάκη
Κέδρος 2016
Σελ. 160, τιμή εκδότη €11,00