Για το μυθιστόρημα της Άντζελας Δημητρακάκη Αεροπλάστ (εκδ. Εστία).
Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Διαβάζοντας το νέο μυθιστόρημα της Άντζελας Δημητρακάκη, μετά από τα προηγούμενα έργα της, νομίζω ότι διαβάζω το ίδιο και το ίδιο κείμενο, σαν να επιβεβαιώνει η συγγραφέας το κοινότοπο ρηθέν ότι ο λογοτέχνης γράφει συνέχεια το ίδιο βιβλίο. Και δεν είναι μόνο το ύφος που επαναλαμβάνεται παρόμοιο από πρόσωπο σε πρόσωπο, ούτε οι ίδιοι οι χαρακτήρες που εντάσσονται στη γενικότερη κατηγορία «ανέστιοι διανοούμενοι με αντισυμβατικό προφίλ», αλλά κυρίως η ιδεολογία που μένει αναλλοίωτη και πεισματικά μεταμοντέρνα, καθώς από την Ανταρκτική (1997) έως το Αεροπλάστ (2015) οι ήρωες της πεζογράφου απλώς μεγαλώνουν μαζί μ’ αυτήν.
Σε πολλά από τα έργα της, όπως και στο τελευταίο, μια πολυεθνική παρέα αλληλεπιδρά σε διαρκή αναζήτηση ταυτότητας μέσα στο παγκοσμιοποιημένο σκηνικό, που είναι ρευστό και αν-ιδεολογικό. Χαρακτηριστικά αυτών των προσώπων είναι –αλλού λιγότερο κι αλλού περισσότερο– ο αριστερός διεθνισμός τους, ο αποπροσανατολιστικός ιδεαλισμός, ο μποέμ περιηγητισμός, η αίσθηση ενός φιλελεύθερου κοινοτισμού κ.λπ.
Το έργο κάνει έναν αναμενόμενο κύκλο, αφού ξεκινά με το ταξίδι με τρένο προς τον Πορ’ Μπόου, όπου αυτοκτόνησε κατά μία εκδοχή ο Βάλτερ Μπένγιαμιν, και ολοκληρώνεται με το προσκύνημα που κάνει ο καθένας από τους χαρακτήρες, πραγματικό ή περισσότερο συμβολικό, στον γερμανό φιλόσοφο.
Το ανά χείρας μυθιστόρημα είναι γραμμένο με πολυεστιακό τρόπο, καθώς συμπαρατίθενται διαδοχικά οι πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις των πέντε κεντρικών χαρακτήρων. Κάθε αφήγηση δίνει τη σκυτάλη στην επόμενη, ενώ περιλαμβάνει άμεσα ή έμμεσα και τα άλλα πρόσωπα, που πλέον γίνονται δευτεραγωνιστές ή κομπάρσοι δίπλα στον αφηγητή-πρωταγωνιστή. Το έργο κάνει έναν αναμενόμενο κύκλο, αφού ξεκινά με το ταξίδι με τρένο προς τον Πορ’ Μπόου, όπου αυτοκτόνησε κατά μία εκδοχή ο Βάλτερ Μπένγιαμιν, και ολοκληρώνεται με το προσκύνημα που κάνει ο καθένας από τους χαρακτήρες, πραγματικό ή περισσότερο συμβολικό, στον γερμανό φιλόσοφο.
Από την ελληνίδα Αντιγόνη που εγκαταλείπει τον άνδρα της Έλιας και τον γιο της Στέφαν στο Ελσίνκι, όπου ζούσαν, και αναζητεί καταφύγιο στην Αθήνα μέχρι τον αμφιφυλόφιλο καταλανό Ικέρ, που γράφει το διδακτορικό του με βάση τον Μπένγιαμιν και προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ της ανεργίας και των οικογενειακών διασταυρώσεων. Δίνει μάλιστα στέγη στην Αντιγόνη, με την οποία συνάπτει δεσμό. Κι από τον επίσης καταλανό Μαρτί, που έχει κάνει σπουδές ψυχολογίας, καθοδηγείται από έναν σαμάνο και τελικά ιδρύει ένα εναλλακτικό κοινόβιο στο Μονσερράτ, ώς τη Μέλανι, την πιο ευάλωτη ίσως της παρέας, η οποία αγαπά τον Μαρτί και του γράφει συναισθηματικά γράμματα, και τον Κάι, γερμανό καπετάνιο που έμεινε κι αυτός ένα διάστημα στον κύκλο του Μονσερράτ.
Η Άντζελα Δημητρακάκη
|
Η Άντζελα Δημητρακάκη επιχειρεί, όπως και πολλοί σύγχρονοι πεζογράφοι, μια σύνδεση των ετερόκλητων στοιχείων με νεωτερικότερο τρόπο απ’ ό,τι οι ομότεχνοί τους στο παλιό ρεαλιστικό μυθιστόρημα. Εκεί, η σύνδεση γινόταν με τη συναρμογή γεγονότων, όπου πολλές λεπτομέρειες στις περιγραφές ή στην αφήγηση της καθημερινότητας σκιαγραφούσαν τον χώρο, την ατμόσφαιρα και τα πρόσωπα. Εδώ, το όλο γεμίζει με υπόγειες διασυνδέσεις, με σκέψεις, αισθήματα, υπαινιγμούς, ιδέες και άλλες ιδέες, κείμενα και λόγους, που γίνονται τα σωματίδια του Χιγκς της λογοτεχνίας, συνέχουν το κείμενο, πιάνουν και αφήνουν νήματα, σχεδιάζουν την πραγματικότητα με λεκτικές, νοητικές και συναισθηματικές πράξεις. Ο κειμενικός κόσμος τη μεταμοντέρνα εποχή συντίθεται από ιδεολογικά μποζόνια, μικροσωματίδια που αιωρούνται ανάμεσα στα γεγονότα και σχηματίζουν την άυλη μάζα της λογοτεχνικής εξέλιξης.
Ο κειμενικός κόσμος τη μεταμοντέρνα εποχή συντίθεται από ιδεολογικά μποζόνια, μικροσωματίδια που αιωρούνται ανάμεσα στα γεγονότα και σχηματίζουν την άυλη μάζα της λογοτεχνικής εξέλιξης.
Το έργο της Άντζελας Δημητρακάκη, το συνολικό ίσως έργο, εκφράζει απόλυτα τη διεθνιστική εποχή μας, που μέσα στην αεικίνητη φύση της ρίχνει στο χωνευτήρι της απροσδιοριστίας όλα τα μέλη της. Φυσικά, τα δημητρακακικά σκηνικά –αντιπροσωπευτικά αυτής της παγκοσμιοποίησης–, που περιέχουν πανσπερμία αλλοεθνών ανθρώπων, συνεχείς μετακινήσεις σε χώρο και χρόνο, αταυτοτικές προσωπικότητες που διαρκώς ψάχνονται κ.λπ., ορίζουν τα πράγματα από την πλευρά και μόνο των διανοούμενων ανά την ήπειρο, οι οποίοι μπορούν να δουν πέρα από τον εαυτό τους και το ιστορικό γίγνεσθαι. Κι ενώ οι ίδιοι έχουν πλείστα ψυχολογικά προβλήματα, είναι τουλάχιστον σε θέση να αντιληφθούν τόσο τη δική τους κατακερματισμένη θέση όσο και την παθογένεια της ανθρωπότητας. Δυστυχώς όμως είναι άνθρωποι της θεωρίας, εκτός ίσως από τον Μαρτί και τον Κάι, καθώς όλες οι ιδεολογίες και πρακτικές έχουν αποτύχει σε μια κλονιζόμενη περίοδο, η οποία, όπως η ελληνιστική, βρίσκεται σε αναζήτηση μιας νέας σταθερότητας.
Τελικά, μπορεί κανείς να θεωρήσει ότι αυτή η μεταμοντέρνα ρευστότητα που διαλύει την κλασική ενότητα αντικατοπτρίζει τον κατακερματισμένο κόσμο μας. Το ζήτημα είναι αν αυτές οι λογοτεχνικές σύλληψεις είναι απλώς ενταγμένες στο πνεύμα της εποχής ή, περαιτέρω, βγαίνουν έξω από αυτήν και την αποδίδουν με διαχρονικότερο βλέμμα.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ είναι Διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας και κριτικός βιβλίου.
Αεροπλάστ
Άντζελα Δημητρακάκη
Εστία 2015
Σελ. 392, τιμή εκδότη €21,00