Για τη συλλογή διηγημάτων της Έλενας Μαρούτσου Οι χυδαίες ορχιδέες (εκδ. Κίχλη).
Της Μαρίας Γιαγιάννου
Το βιβλίο της Έλενας Μαρούτσου είναι ένα λογοτεχνικό κατόρθωμα υψηλής κηπουρικής αξίας. Πρόκειται για μια σπορά ανάμικτη που απέδωσε καρπούς ή, πιο σωστά, απέδωσε άνθη. Το μη-μυθιστόρημα της Μαρούτσου που αποτελείται από έντεκα μη-διηγήματα είναι ένα θερμοκήπιο που φυλάσσει στην κοιλιά του ποικιλίες ορχιδέων, οι οποίες διασταυρώνουν τα μαλακά κορμιά τους και τις άγριες γλώσσες τους. Η μεταφορά αυτή δεν είναι ένα τυχαίο σχήμα λόγου, μιας που αυτή η συλλογή διηγημάτων αποτελεί πράγματι μια ποικιλία ποικιλιών. Μοιάζει με ένα γενεαλογικό δέντρο που τα έντεκα κλαδιά του διακλαδίζονται περαιτέρω, με τρόπους ανατρεπτικούς που συχνά ενώνουν τις ακρότατες απολήξεις των διακλαδώσεων με τις ρίζες του δέντρου.
Οι λόγοι που καθιστούν το βιβλίο συγκινητικό, άγριο και γεμάτο εκπλήξεις, παραπέμπουν, κατά τη γνώμη μου, στα συστατικά της καλής λογοτεχνίας εν γένει. Στο παρόν κείμενο θα προσπαθήσω να μεταδώσω τα αισθήματα μιας ένθερμης αναγνώστριας, «χωρίζοντας» τον ενθουσιασμό μου σε έξι κατηγορίες.
Η συγγραφέας εικονοπλάθει. Και μάλιστα το κάνει ενώνοντας τον ζόφο με τη μαγεία. Εικόνες που παίρνουν αμέσως σχήμα, αλλά όντας αμφίσημες μισανοίγουν για τον αναγνώστη την πόρτα του μυστηρίου.
Πρώτον. Η συγγραφέας αφηγείται καλά. Όταν στην παρέα εμφανίζεται κάποιος τολμηρός που έχει την όρεξη να αφηγηθεί μια ιστορία και το ταλέντο να την εμπλουτίσει με προσωπικό ύφος, με γοητευτικές εικόνες και με ανατροπές στην πλοκή, ποιος θα σηκωθεί ποτέ να φύγει; Κατά τη γνώμη μου, κανείς. Οι καλοί αφηγητές σπανίζουν. Η Μαρούτσου όχι μόνο αφηγείται πρωτότυπες ιστορίες, αλλά αναδεικνύει και τα στοιχεία εκείνα με τα οποία ο αναγνώστης μπορεί να ταυτιστεί. Και δεν είναι απλό να ταυτιστεί κανείς με κάτι τολμηρό και πρωτότυπο.
Δεύτερον. Η συγγραφέας εικονοπλάθει. Και μάλιστα το κάνει ενώνοντας τον ζόφο με τη μαγεία. Σημείωσα όντως τη λέξη «ζόφος», γιατί μαζί με άλλα χημικά στοιχεία είναι κι αυτός μέρος της ατμόσφαιρας του βιβλίου. Και μόνο οι τίτλοι των επιμέρους κεφαλαίων-σπονδύλων προκαλούν τη γέννηση εύγλωττων εικόνων στο μυαλό μας. «Σελιδοδείκτης από μαλλιά», «Κορδέλα στο στόμα», «Το δικό της δωμάτιο στο κρεβάτι μου». Εικόνες που παίρνουν αμέσως σχήμα, αλλά όντας αμφίσημες μισανοίγουν για τον αναγνώστη την πόρτα του μυστηρίου. Τι μπορεί να είναι αυτή η κορδέλα στο στόμα; Οι εικόνες που φυτεύει στο δρόμο του αναγνώστη η Μαρούτσου, τον κάνουν κάθε τόσο να σκύψει για να τις μυρίσει, ακόμα κι αν βαδίζει με ορμή προς τον προορισμό του, που είναι η λύση της πλοκής. Έτσι, δεν μπορείς να αγνοήσεις ότι όταν η Λ. φίλησε τα μαλλιά του Φ. «ήταν τόσο σγουρά που το φιλί της στάθηκε στην επιφάνεια σαν σταγόνα νερό», δεν μπορείς να μην παρακολουθήσεις τον μαύρο κηπουρό καθώς στολίζει το γυμνό λευκό κορμί της Λ. με ορχιδέες, δεν μπορείς να μη νιώσεις την ψυχή σου να ελαφραίνει εμπρός στην εικόνα ενός μωρού που ανεβαίνει σαν χαρούμενο μπαλόνι στον ουρανό, και ασφαλώς είναι αδύνατον να μην βυθιστείς, προς χαρά ή προς θλίψη σου, σε κάθε ένα ξεχωριστό σεξουαλικό στιγμιότυπο. Στο σεξ θα επανέλθουμε, αφού το πρώτο σκέλος του γενικού τίτλου πρέπει να τιμηθεί δεόντως.
Τα λογοπαίγνια λειτουργούν ως ρίζες της καταγωγής ή του χαρακτήρα των ηρώων, αποκαλύπτουν έξυπνους αλλά κυρίως ευαίσθητους συσχετισμούς, είναι σύμβολα-κλειδιά της ιστορίας.
Τρίτον. Η συγγραφέας δεν καταργεί τη γλώσσα. Αυτό ίσως ακούγεται καταρχήν παράδοξο. Πώς θα ήταν δυνατόν ένας συγγραφέας να καταργήσει τη γλώσσα; Κατά τη γνώμη μου αυτό συμβαίνει πολύ συχνά. Όταν ο αφηγηματικός προορισμός γίνεται αυτοσκοπός, η γλώσσα καταργείται. Όταν το μόνο που έχει σημασία είναι η πλοκή, η γλώσσα γίνεται διάφανη ή όπως λέμε «προσπελάσιμη», τόσο ασήμαντη που ο αναγνώστης την διαπερνά όπως διαβάζει ένα ρεπορτάζ σε μια εφημερίδα για να πάρει την πληροφορία και όχι φυσικά για να απολαύσει την αλυσίδα των λέξεων. Η Μαρούτσου είναι μια συγγραφέας που επιλέγει προσεκτικά τους κρίκους της αλυσίδας, τους γυαλίζει, τους σχηματοποιεί, τους βάζει στην κατάλληλη σειρά και φοράει την αλυσίδα στον αναγνώστη επιτυγχάνοντας δύο πράγματα: αφενός να τον στολίσει και αφετέρου να τον αλυσοδέσει στην πλοκή. Δεν πρέπει να προσπεράσουμε φυσικά και το θέμα «λογοπαίγνια», που είθισται να λειτουργούν ως δείγματα εξυπνάδας (με την σημασία του αγγλικού wit) από το είδος εξυπνάδας που κάποιες λέξεις «πειραγμένες» είναι σε θέση να φέρουν στο φως. Σε αυτό το βιβλίο τα λογοπαίγνια δεν είναι πονηρά ζιζάνια που μας διασκεδάζουν. Εδώ τα λογοπαίγνια λειτουργούν ως ρίζες της καταγωγής ή του χαρακτήρα των ηρώων, αποκαλύπτουν έξυπνους αλλά κυρίως ευαίσθητους συσχετισμούς, είναι σύμβολα-κλειδιά της ιστορίας. Τα εξυπνοπούλια-λογοπαίγνια έχουν τεθεί στην υπηρεσία της βαθύτερης ψυχής. Για παράδειγμα: η ηρωίδα Ξένια (που ζει σε μια φυσαλλίδα ξενότητας – λόγω της αποξένωσης από τη μάνα της, λόγω της παράδοσής της στον αποξενωτικό κόσμο των ναρκωτικών, λόγω του ότι αποκρύπτει την αληθινή της ταυτότητα δανειζόμενη μια ξένη) δανείζεται το όνομα Κορδέλια, δηλαδή της αδικημένης κόρης του σαιξπηρικού Βασιλιά Ληρ, που παραπέμπει στην λέξη Κορδέλα, δηλαδή το είδος χαρτιού που την ενώνει με τη μάνα της. Τίποτα σε αυτό το βιβλίο δεν είναι τυχαίο. Δεν έχω τον χρόνο να εμπλουτίσω το θέμα των παιγνίων της γλώσσας με τα δεκάδες διαθέσιμα παραδείγματα, όμως εφιστώ την προσοχή του αναγνώστη, ώστε να έχει ακόμα μια πηγή απόλαυσης κατά την ανάγνωση.
Η Έλενα Μαρούτσου
|
Τέταρτον. Η συγγραφέας συνομιλεί με την μεγάλη λογοτεχνία, αξιοποιώντας ένα μεταμοντέρνο εύρημα, που κάνει το βιβλίο σύγχρονο και ταυτόχρονα το κρατά σε ανοιχτή συνομιλία με διαχρονικές λογοτεχνικές σταθερές. Ο εραστής της Λαίδης Τσάττερλυ του Λώρενς, η Σαλώμη του Όσκαρ Ουάιλντ αλλά και της Βίβλου, το Κοράκι του Πόε, η σκοτεινή πλευρά του Καβαφικού βίου, ο Βασιλιάς Ληρ του Σαίξπηρ, το Ένα δικό μου δωμάτιο της Γουλφ, η Σύλβια Πλαθ ως σκυλίτσα που ονομάστηκε έτσι «επειδή ανοίγει μόνη της τον φούρνο και βάζει το κεφάλι μέσα» (δεν λείπει το ούτε το μαύρο χιούμορ), το Στρίψιμο της Βίδας του Χένρι Τζέιμς (όπου το Screw παραπέμπει στη βίδα αλλά και στο σεξ στην απεχθέστερη εν προκειμένω εκδοχή του), το Έρωτας στα Χιόνια του Παπαδιαμάντη, αλλά και το πορνογράφημα της Ε.Λ. Τζέιμς, 50 αποχρώσεις του γκρι – όλες οι παραπάνω αναφορές διατρέχουν το σώμα του κειμένου ως φλέβες. Δίνουν κίνηση στην ιστορία. Δίνουν τροφή στη φαντασία, αφού γαργαλάνε τη συγγραφέα να δημιουργήσει νέες εκδοχές των πρωτοτύπων, νέες εφαρμογές για το κεντρικό θέμα του κάθε βιβλίου. Η φαντασία των άλλων γονιμοποιεί την ιδία φαντασία κι έτσι προκύπτει ένα ακόμα είδος ορχιδέας που μέχρι τώρα δεν το είχαμε ξαναδεί.
Πέμπτον. Η συγγραφέας δημιουργεί χαρακτήρες με βάθος. Ακόμη και οι δευτερεύοντες ήρωες (αν τελικά υπάρχουν και τέτοιοι εδώ) έχουν κανονική βιογραφία. Η βιογραφία τους άλλοτε μας γνωστοποιείται στη σειρά που αναμένεται. Και άλλοτε –εδώ είναι μία από τις ιδιαιτερότητες του βιβλίου– η βιογραφία ενός ήρωα μάς αποκαλύπτει τις μύχιες πτυχές της πολύ μετά από την πρώτη μας γνωριμία μαζί του. Σαν να μας λέει η συγγραφέας για τον κάθε άνθρωπο: «νόμιζες ότι επειδή τον είδες μια φορά, τον έμαθες κιόλας, ε; κούνια που σε κούναγε. Οι άνθρωποι δεν είναι ακριβώς ανοιχτά βιβλία». Επίσης οι τρόποι σύνδεσης των ανθρώπων είναι συχνότατα κρυμμένοι. Φανταστείτε κάποιον που κοιτάει τον ουρανό για να βρει το Σύμπλεγμα της Κασσιόπης. «Μά πού είναι; Πού είναι; Δεν το βλέπω», παραπονιέται. Μετά από λίγο, με κάποια βοήθεια από εκείνον που βλέπει ήδη, ο αστερισμός εμφανίζεται. Οι συνδέσεις μεταξύ των ανθρώπων-αστεριών εμφανίζονται σαν μαγική εικόνα και φτιάχνουν το Σύμπλεγμα (από κάθε άποψη Σύμπλεγμα) που συνιστά μια παρέα, μια φιλία, ένας έρωτας και κυρίως μια οικογένεια (νωρίτερα λέγαμε για το μεγάλο γενεαλογικό δέντρο με τις αλλοπρόσαλλες και σαγηνευτικές ορχιδέες).
Έκτον. Έρωτας και Θάνατος. Θάνατος και Έρωτας. Η συγγραφέας αποτυπώνει την «διαλεκτική» σχέση με εντυπωσιακή επιτυχία. Πρόκειται άραγε για δύο άκρα της ύπαρξης; Η απόλυτη επίγνωση της παρουσίας (στον Έρωτα) και η τελειωτική απουσία μας (στον Θάνατο); Ας αναζητήσουμε την απάντηση στο παρακάτω στοιχείο, που μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρον: στο βιβλίο συναντάται άλλοτε ρητά κι άλλοτε υπόρρητα η ιδέα ότι η τρύπα που ανοίγει μια απώλεια γεμίζει από μια νέα άφιξη. Τη στιγμή που συμβαίνει κάτι το σημαντικό (π.χ. το πρώτο φιλί της Μ. με γυναίκα) συμβαίνει ταυτόχρονα κι άλλο σημαντικό (ο πατέρας της εγκαταλείπει την οικογένεια). Έτσι δημιουργείται μια σύνδεση ανάμεσα στα γεγονότα που μας τρομάζει γιατί είναι σχεδόν παβλόφεια (π.χ. κάθε φορά που το κορίτσι θα φιλάει ένα κορίτσι, ένας άνδρας θα φεύγει από τη ζωή του – ή ίσως ένας γονιός). Ή αντίστροφα: κάθε φορά που θα στερεύει η πηγή της ζωής (ο γονιός), θα αναβλύζει η πηγή του έρωτα (τόσο βαθιά και συχνά τόσο σκοτεινή που θυμίζει θάνατο). Ας κρατήσουμε την πιο φωτεινή εκδοχή: κάθε φορά που μια απουσία θα ανοίγει μια τρύπα, μια νέα παρουσία θα την γεμίζει.
Tα τέσσερα στοιχεία της φύσης, της ανθρώπινης φύσης: Τροφή, Λέξεις, Σεξ, Τεκνοποιΐα είναι τα λάιτ μοτίφ του μη-μυθιστορήματος της Μαρούτσου.
Στις Χυδαίες Ορχιδέες ο έρωτας και ο θάνατος είναι τρύπες και οι δυο, τρύπες ενωμένες με ένα σχοινί, όπου στη μέση του κλαίει ένα παιδί. Στο κλασικό φροϋδικό σχήμα συναντάμε απ’ τη μία την αρχή της ηδονής και απ’ την άλλη την αρχή της πραγματικότητας. Στο Μαρούτσειο σχήμα έχουμε το σώμα ως σχοινί, όπου στη μία άκρη του βρίσκεται το στόμα και στην άλλη το εφήβαιο, ενώ στο ύψος της καρδιάς οι λέξεις διαλύονται (παραφράζοντας ελαφρώς την τόσο όμορφη εικόνα της συγγραφέως). Εντοπίζονται λοιπόν δύο είσοδοι-έξοδοι: το στόμα βάζει τροφή και βγάζει λέξεις, το αιδοίο βάζει πέος και βγάζει παιδί. Αυτά τα τέσσερα στοιχεία της φύσης, της ανθρώπινης φύσης: Τροφή, Λέξεις, Σεξ, Τεκνοποιΐα είναι τα λάιτ μοτίφ του μη-μυθιστορήματος της Μαρούτσου. Εναλλασσόμενα πλέκουν μια κουβέρτα που άλλοτε χαϊδεύει και άλλοτε τσιμπάει, μια κουβέρτα που από κάτω κρύβει τρυφερότητα, πόνο και έναν δρόμο που διασχίζει το κρεβάτι μας και φτάνει από κάτω. Κάτω από το κρεβάτι υπάρχει μια μεγάλη τρύπα που οδηγεί σε ένα λαγούμι, το σκοτεινό λαγούμι των ανάστατων επιθυμιών μας.
Η σεξουαλική σχέση ανοίγει μια πύλη που σε πάει στη σκοτεινή και άγρια απόλαυση, όχι στην ανακούφιση. Το αν τελικά μπορεί να σε πάει προς την αγάπη, είναι στη δικαιοδοσία του αναγνώστη να το αποφασίσει.
«Οι ποικιλίες της επιθυμίας δεν έχουν τέλος», δηλώνει μια γυναίκα-γέφυρα. Κάθε κείμενο-σπόνδυλος του βιβλίου αντιπροσωπεύει μια σεξουαλική παραλλαγή. Διαφυλετικό σεξ, δια-ηλικιακό σεξ, γυναικεία και ανδρική ομοφυλοφιλία, αυνανισμός, μοιχεία, αμαρτωλές φαντασιώσεις, λάιβ πορνό σε στριπτιζάδικο, σεξ με ταυτόχρονη απαγγελία Φίλιπ Λάρκιν, σεξ του εξευτελισμού, σεξουαλική κακοποίηση, σεξ δια μεσολάβησης ζαρζαβατικού. Οι ορχιδέες της Μαρούτσου είναι τόσο ποικίλες που νιώθουν μοναξιά. Η σεξουαλική σχέση ανοίγει μια πύλη που σε πάει στη σκοτεινή και άγρια απόλαυση, όχι στην ανακούφιση. Το αν τελικά μπορεί να σε πάει προς την αγάπη, είναι στη δικαιοδοσία του αναγνώστη να το αποφασίσει. Σίγουρα πάντως η ζωή διαρκώς σχοινοβατεί. Η ζωή διακυβεύεται. Η μητρότητα κάπου εκεί ανάμεσα στον έρωτα και στον θάνατο κάνει την εμφάνισή της επίσης σε δεκάδες τρομακτικές παραλλαγές (το παρολίγον μωρό/ η μάνα που έφυγε/ η μάνα που πέθανε στον τοκετό/ ο πατέρας ως κατάλοιπο μιας πρώην μητρότητας/ η αφαίρεση της μήτρας/ οι αποβολές), ένα σωρό τρόμοι συσσωρευμένοι, που στον πυρήνα τους έχουν, απρόσμενα, κάτι που ξεπερνά τον ζόφο και δεν είναι άλλο από την αειθαλή Ελπίδα.
Τελικά, ίσως ένας μύθος αρκεί για να θρέψει τις ελπίδες μας, λίπασμα στις ευφάνταστες ορχιδέες-επιθυμίες μας: Η λαίδη Τσάττερλυ και ο εραστής της είναι ο μύθος που επιβιώνει στην τέλεια ερωτική του ακεραιότητα. Αυτός είναι το έδαφος όπου η Έλενα Μαρούτσου φυτεύει τις Χυδαίες Ορχιδέες της, λουλούδια που στο άνθος τους συμπυκνώνουν τη γυναικεία και την ανδρική φύση, σαν ένα ερωτευμένο σώμα που δεν χωρίστηκε ποτέ. Σαν παθιασμένη λογοτεχνία γραμμένη πάνω σε ανθρώπινο δέρμα.
* Η ΜΑΡΙΑ ΓΙΑΓΙΑΝΝΟΥ είναι είναι συγγραφέας και θεωρητικός τέχνης.
Οι χυδαίες ορχιδέες
Έλενα Μαρούτσου
Κίχλη 2015
Σελ. 384, τιμή εκδότη €16,00