Για το μυθιστόρημα της Τατιάνας Αβέρωφ Δέκα ζωές σε μία (εκδ. Μεταίχμιο).
Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Ο Ευάγγελος Αβέρωφ (1910-1990), ασχέτως παράταξης και ιδεολογίας, ήταν ένας από τους προβεβλημένους πολιτικούς της μεταπολεμικής Ελλάδας. Μεγαλοαστικής καταγωγής από το Μέτσοβο, απόγονος του Ευεργέτη Γεώργιου Αβέρωφ, διετέλεσε νομάρχης, υπουργός και αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας για το διάστημα 1981-1984. Η ζωή του είναι συνυφασμένη με την εθνική ιστορία του τόπου, αλλά η βιογραφία του, ειδικά όταν γράφεται από την κόρη του, αποσκοπεί στο να δείξει πιο πολύ τον άνθρωπο παρά τον πολιτικό, τον άνθρωπο πριν από τον πολιτικό, τον άνθρωπο πίσω από τον πολιτικό...
Αν δούμε το βιβλίο από την πλευρά της Ιστορίας, ίσως να το περάσουμε ελαφρά τη αναγνώσει, επειδή άλλες πηγές δίνουν τις ίδιες πληροφορίες, χωρίς η Τατιάνα Αβέρωφ να προσθέτει «κρυφές» λεπτομέρειες που δεν είναι γνωστές. Αν όμως δούμε το έργο ως μυθιστορηματική βιογραφία και τον Ευάγγελο (Λόλη) Αβέρωφ ως πρόσωπο μισό πραγματικό και μισό επινοημένο από τη βιογράφο του, τότε μπορούμε να προσέξουμε τη ματιά της προσέγγισής του, την αφηγηματικότητα της γραφής και εντέλει να δούμε το κεντρικό πρόσωπο ως πρωταγωνιστή στα επεισόδια της πένας. Γι’ αυτό άλλωστε η βιογραφία του ξεκινά και τελειώνει, πριν αυτός ξεκινήσει την πολιτική του σταδιοδρομία στην κεντρική σκηνή της Ελλάδας.
Στιγμές πραγματικές και στιμγές επινοημένες
Η ίδια η συγγραφέας δηλώνει ρητά ότι, ακριβώς επειδή την ενδιαφέρει ο άνθρωπος, πλαισίωσε τις πραγματικές στιγμές του με άλλες πλαστές, με πρόσωπα ανύπαρκτα, όπως τον πρώτο του έρωτα τη Φροσούλα. Αυτό είναι λογικό, όταν θέλεις να γράψεις λογοτεχνία και όχι απομνημονεύματα. Ακόμα περισσότερο, η μυθοπλασία υπηρετείται με την εναλλαγή τρίτου προσώπου και δεύτερου στη βιογράφηση του Αβέρωφ, έτσι ώστε τα γεγονότα και οι κινήσεις των προσώπων υποτάσσονται στην αφήγηση.
Η βιογράφος έχει μπροστά της τον βιογραφούμενό της και του μιλά απευθείας.
Το τρίτο πρόσωπο κατέχει θέση αντικειμενικού παρατηρητή, που εξιστορεί με τη δέουσα απόσταση, που προσπαθεί να είναι αντικειμενικό, που βγάζει τον αφηγητή απ’ έξω, έναν ουδέτερο ερευνητή που έψαξε έγγραφα και ρώτησε συγγενείς και φίλους. Το δεύτερο πρόσωπο δείχνει αμεσότητα, η βιογράφος έχει μπροστά της τον βιογραφούμενό της και του μιλά απευθείας. Κι αυτό το τέχνασμα ενέχει μέσα του το πρώτο πρόσωπο, το πρόσωπο της κόρης που μιλά στον πατέρα, αναζητώντας το βαθύτερο είναι του πρίν εμπλακεί ενεργά με την κεντρική πολιτική. Παράλληλα, εξηγεί ως αυτόπτης μάρτυρας τον χαρακτήρα του, αλλά και ως οικείο πρόσωπο έχει το θάρρος να μιλήσει με τρυφερότητα σε έναν δημόσιο άνδρα, που γι’ αυτήν ήταν η καθημερινή πατρική παρουσία.
Από τα Τρίκαλα στην Ελβετία
Η ιστορία ξεκινά από τους γονείς του και τα αδέλφια του στα Τρίκαλα και συνεχίζεται με αργό ρυθμό στους πρώτους του έρωτες και στην παραμονή του για δύο χρόνια σε σανατόριο στην Ελβετία. Με μια ευθύγραμμη αφήγηση -η οποία σταματά ενίοτε, για να δεθούν γεγονότα που θα γίνουν αργότερα όπως και για να προσθέσει η συγγραφέας μαρτυρίες δικές της από τα νεότερα χρόνια- η ζωή του Αβέρωφ συνεχίζεται με τις σπουδές και την πρώτη του θέση ως νομάρχη Κερκύρας, λίγο πριν οι Ιταλογερμανοί μπουν στην Ελλάδα. Τονίζεται ιδιαιτέρως η αντίστασή του εναντίον των βλαχικών διεκδικήσεων στην Ήπειρο και τη Θεσσαλία και ο εγκλεισμός του σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Ιταλία… Η απελευθέρωσή του, η παράνομη πολιτική του δράση, ο γάμος του, η πορεία του μέσα σε μια εξελισσόμενη Ελλάδα.
Η ανάγνωση κυλά σαν αδιατάρακτο ποτάμι, που δεν παρασέρνει και τον αναγνώστη, αλλά του προσφέρει έναν ήρεμο πλου, χωρίς συνταρακτικές συγκινήσεις.
Προφανώς η ματιά της κόρης δεν μπορεί να είναι αντικειμενική· προφανώς πολλά σημεία παρουσιάζονται εξιδανικευμένα, εξωραϊσμένα, με ωραιοποιήσεις της μνήμης και της συγγένειας (όπως η άρνησή του πολιτικού, στην Ελλάδα που ξέρουμε, να κάνει ρουσφέτια). Αυτό όμως είναι μέχρι ενός σημείου αναμενόμενο και ανεκτό. Ίσως όμως το μοναδικό λάθος στη συνταγή έγκειται στο πόσο η σκέψη του Αβέρωφ συναντά τα ίδια τα γεγονότα, στο πόσο θα μπορούσε η Τατιάνα Αβέρωφ να δραματοποιήσει τη ζωή του με κορυφώσεις και διλήμματα, με εξάρσεις και σημεία-καμπές, στοιχεία δηλαδή μιας σαφώς πιο έντονης μυθοπλαστικής γραφής. Αντίθετα, η ανάγνωση κυλά σαν αδιατάρακτο ποτάμι, που δεν παρασέρνει και τον αναγνώστη, αλλά του προσφέρει έναν ήρεμο πλου, χωρίς συνταρακτικές συγκινήσεις.
Παρ’ όλα αυτά, το βιβλίο παρουσιάζει ενδιαφέρον ακριβώς επειδή ο λόγος της λογοτεχνίας διασταυρώνεται με αυτόν της βιογραφίας, ο λόγος της κόρης με αυτόν της δημόσιας εικόνας, ο λόγος της συγγραφέως με τον λόγο άλλων κειμένων (ιστορικών, διπλωματικών, δημοσιογραφικών κ.ά.) που έρχονται στον νου και φωτίζουν από άλλη σκοπιά τον Ευάγγελο Αβέρωφ.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ είναι Διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας και κριτικός βιβλίου.
Δέκα ζωές σε μία
Τατιάνα Αβέρωφ
Μεταίχμιο 2014
Σελ. 520, τιμή € 18,80