Για τη νουβέλα του Γιώργου Μητά Το σπίτι (εκδ. Κίχλη).
Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Ο Γιώργος Μητάς επανεμφανίζεται με τον αέρα του πρώτου του βιβλίου, της συλλογής διηγημάτων Ιστορίες του Χαλ (Κίχλη, 2011), που έγινε δεκτό με επαινετικά σχόλια εκ μέρους της κριτικής. Μάλιστα το 2012 βραβεύτηκε ως ο καλύτερος πρωτοεμφανιζόμενος συγγραφέας από το περιοδικό «Διαβάζω». Το τωρινό έργο του, νουβέλα αυτή τη φορά, παίρνει τη σκυτάλη από το τελευταίο διήγημα της προαναφερθείσας συλλογής, αφού κι αυτό στηρίζεται στη μυστηριώδη ατμόσφαιρα ενός παράξενου σπιτιού και τους ακόμα πιο παράξενους ενοίκους του. Κι αυτή η ατμόσφαιρα αποβαίνει μυστηριακή, αν δούμε στην αφηγημένη ιστορία το αλληγορικό βάθος που ξεδιπλώνεται σταδιακά ώς τον αναγνώστη.
Ιδανικές συνθήκες εγκλεισμού
Ο Νίκος Βελισσάρης είναι ένας νέος συγγραφέας που φτάνει στο υδραίικο αρχοντόσπιτο του πλούσιου Κάλφογλου, για να διεκδικήσει μια υποτροφία γραφής. Εκεί, παρόλο που όλα φαίνονται ιδανικά, τόσο η φιλοξενία όσο και οι συνθήκες, μια αινιγματική αχλύς πλανάται πάνω από τα δωμάτια. Δεν είναι μόνο ο γηραιός, καθηλωμένος στο καροτσάκι του, οικοδεσπότης, ούτε ο προθυμότατος, λίγο υβριδικός (χειρώνακτας και βιβλιόφιλος) και ανεξιχνίαστος Συμεών, που είναι μπάτλερ, μάγειρας, υπηρέτης και λοιπά άλλα μέσα στο σπίτι. Είναι το δυνάμει απειλητικό κλίμα μιας εβδομάδας η οποία περνάει ανάμεσα σε βόλτες στο νησί, συναντήσεις τυχαίες ή επιδιωκόμενες με τους οικοδεσπότες και πολλή δουλειά στον υπολογιστή, ώστε η ιστορία να είναι έτοιμη το βράδυ του Σαββάτου, όταν και θα κριθεί.
Αυτοαναφορικό έργο με δόσεις αστυνομικής ίντριγκας και ενίοτε γοτθικές πινελιές, χωρίς να λείπουν στοιχεία του φανταστικού.
Το θέμα της νουβέλας στρέφεται γύρω από τον τρόπο με τον οποίο γεννάται το έργο τέχνης. Ο ίδιος ο Κάλφογλου, κατά τα πρότυπα του Στέφαν Τσβάιχ, αναζητεί χειρόγραφα και ιδιόχειρα σημειώματα ανά την υφήλιο, προκειμένου να οσμιστεί τη διαδικασία γένεσης ενός καλλιτεχνήματος και τον πυρετό του λογοτέχνη όταν το εγκυμονεί. Ακόμα περισσότερο, καλεί –με δόλωμα την υποτροφία– νέους συγγραφείς, ώστε την εβδομάδα που θα μείνουν στο σπίτι του να συμπορευτεί με τον τοκετό τους και να θερμανθεί από τη φλόγα της δημιουργίας. Το ταξίδι προς την Ιθάκη είναι ίσως πιο σημαντικό από το ίδιο το έργο και την επιτυχία της ακροαματικής ανάγνωσης. Δεν ξέρει όμως κανείς αν ο δρόμος για κει είναι το ίδιο στρωμένος με ροδοπέταλα και για τον ίδιο τον συγγραφέα…
Το σπίτι είναι μια συνεχής αλληγορία, μια αφήγηση που παραπέμπει αδιάλειπτα στις εμπειρίες του λογοτέχνη, όταν αυτός επεξεργάζεται τα κείμενά του. Γι’ αυτό είναι διάστικτο με διακειμενικές αναφορές, ένα πλέγμα παραπομπών που δεν είναι απλώς φιλαναγνωστικό τερτίπι, αλλά μια διαρκής υπενθύμιση των οφειλών συγγραφέα και αναγνώστη, Βελισσάρη και Κάλφογλου, στους μεγάλους λογοτέχνες. Η νουβέλα είναι ακόμα περισσότερο ένα αυτοαναφορικό έργο με δόσεις αστυνομικής ίντριγκας και ενίοτε γοτθικές πινελιές, χωρίς να λείπουν στοιχεία του φανταστικού.
Η Ιθάκη μπορεί και να είναι εξίσου εφιαλτική με την πορεία προς αυτήν, αλλά το ταξίδι δεν παύει να παραμένει μια συνταρακτική εμπειρία.
Η ανάγκη απομόνωσης, η κινητήρια έμπνευση, το πάθος της εργασίας, αλλά και οι παραδοξότητες του περιβάλλοντος, η ένταση της καταιγίδας, το αίνιγμα και η αγωνία, οι εφιάλτες που ποτέ δεν καταλαγιάζουν, η πυρέσσουσα πάλη, το σκοτεινό και άπατο υπόγειο του υποσυνείδητου, τα μικρά ανθρωπάκια που στοιχειώνουν τη σκέψη του και άλλα παρόμοια είναι για τον δημιουργό οι Λαιστρυγόνες και οι Κύκλωπες του ταξιδιού αλλά και τα ηδονικά μυρωδικά στον πλου της συγγραφής. Κι ακόμα χειρότερα, αν οι τελευταίες σελίδες κορυφώνονται με τον ήχο ενός πυροβολισμού και συνάμα εκτίθενται στον αναγνώστη με την αοριστία του ανοικτού τέλους γύρω από την αξία του γεννώμενου έργου, τότε ο Γολγοθάς της γραφής μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνος. Η Ιθάκη μπορεί και να είναι εξίσου εφιαλτική με την πορεία προς αυτήν, αλλά το ταξίδι δεν παύει να παραμένει –ακόμα και μετά το τέλος του– μια συνταρακτική εμπειρία.
Μου φαίνεται ότι το ζεστό ύφος του Γιώργου Μητά, που συναντήσαμε στις παγωνιές της Αγγλίας, εδώ λείπει, χωρίς να χάνεται ωστόσο η απαλή επιδερμίδα των λέξεών του. Τα στοιχεία όμως εκείνα που έκαναν το ελληνικό μάτι να αναμορφώνει το βρετανικό περιβάλλον στις Ιστορίες του Χαλ εδώ δεν κατάφεραν –κι αυτό φαίνεται εξ αρχής– να δώσουν τη δική τους σφραγίδα στην Ύδρα και στο (α)φιλόξενο σπίτι του Κάλφογλου. Κι αν συνυπολογίσει κανείς μερικές αφηγηματικές αβαρίες, όπως την ευκολία με την οποία εμπνέεται ο νεαρός Βελισσάρης, ή την αδυναμία να δοθεί πιο εκτενώς και δη πιο εύγλωττα η βιβλιομανής και θριλερική ψυχική άβυσσος των δύο οικοδεσποτών, διαπιστώνει ότι Το σπίτι θα μπορούσε να είναι καλύτερο.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ είναι Διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας και κριτικός βιβλίου.
Το σπίτι
Γιώργος Μητάς
Κίχλη 2014
Σελ. 144, τιμή € 13,00