Για τη συλλογή κειμένων μικρής φόρμας Λευκός Χρόνος του Νίκου Μπελάνε.
Της Niemands Rose
Τα δεδομένα. Τίτλος: Λευκός Χρόνος. Εκδόσεις: Οκτώ. Πρώτη έκδοση: Μάης του ’14. Βιβλίο τσέπης, 110 σελίδων και 129 κειμένων. Το βιογραφικό του συγγραφέα λακωνικό και χωρίς φωτογραφία: «Ο Νίκος Μπελάνε γεννήθηκε το 1974. Κατοικεί στη Θεσσαλονίκη». Ούτε καν μια αναφορά στο προηγούμενο βιβλίο του, Το χαμόγελο της πολαρόιντ (εκδόσεις Απόπειρα), τη συλλογή διηγημάτων, που αποτελεί και το ντεμπούτο του στη συγγραφή. Όμως ακόμα κι αυτό, το λιτό, στα όρια του ελλειμματικού, βιογραφικό σημείωμα, συνιστά μια πρώτη δήλωση του συγγραφέα και προοικονομεί το ύφος που διατρέχει το βιβλίο.
Ο Λευκός Χρόνος είναι μια συλλογή κειμένων μικρής φόρμας που ταλαντεύεται αργά και αθόρυβα ανάμεσα στην πεζογραφία και την ποίηση. Είναι ένα άλλο είδος που ίσως να μην χρειάζεται να το ονομάσουμε, να μην πρέπει να το περιχαρακώσουμε σε έναν όρο, γιατί είναι τόσο λεπτής υφής, τόσο αιθέρια η καταγραφή που προσφέρει, ώστε θα ασφυκτιά μέσα στο Όνομα. Υπάρχει ένα διακριτικό αλλά συγχρόνως σθεναρό στοιχείο στο βιβλίο, που το εξαίρει. Ο Λευκός Χρόνος δεν μιλάει για τον άλλο, μιλάει πάντα σε πρώτο πρόσωπο, ακόμα και στη χρήση του δεύτερου και τρίτου προσώπου. Και κυρίως μιλάει στον ενικό. Με αυτή την έννοια, το συγκεκριμένο βιβλίο αποτελεί αποτύπωση του προσωπικού βιώματος. Ο ίδιος ο Μπελάνε συστήνεται περίπου στο μέσο του βιβλίου: «Ναι, [γράφω] απλώς, χωρίς να με ενδιαφέρει καμιά φόρμα, κανένα λογοτεχνικό κόσμημα ή σκέρτσο ή στολίδι» (σελ. 59).
Δεν είναι ακόμη μία μυθιστορία της κρίσης, της παρούσας ιστορικής συγκυρίας. Θυμίζει υπόρρητα πως υπήρχε κρίση πριν την κρίση
Τι δεν είναι ο Λευκός Χρόνος. Δεν είναι ακόμη μια μυθιστορία της κρίσης, της παρούσας ιστορικής συγκυρίας. Θυμίζει υπόρρητα πως υπήρχε κρίση πριν την κρίση. Και αυτή αντανακλάται στην ροκ εποποιία που συντάσσει ο Νίκος Μπελάνε. Θα μπορούσε η ίδια συλλογή να έχει εκδοθεί στη δεκαετία του ’90 και να μη φαίνεται παράταιρη. Και αυτό το στοιχείο συμβάλλει στη διαχρονικότητα του βιβλίου. Δεν είναι απαθής, δεν είναι απολιτίκ, κατανοεί, νοιάζεται, επηρεάζεται, συντονίζεται. Μόνο που δεν εκμεταλλεύεται το αίτημα της στράτευσης που επικρέμεται σήμερα πάνω από τα κεφάλια μας για να παράξει την τέχνη του.
Ο συγγραφέας, αν αναζητήσει κανένας τις συνεντεύξεις του και τον ίδιο μέσα από το γράψιμό του, είναι εργάτης, προλετάριος, πώς-το-λένε. Μπάρμαν είναι ο άνθρωπος. Μόνο που αυτή την ιδιότητα, ενώ έχει εμποτίσει για τα καλά τα γραπτά του, την πρόσληψη της πραγματικότητας, δεν τη διατρανώνει. Ο Μπελάνε δεν υποδύεται, δεν πολιτικολογεί, δεν ηθικολογεί, δεν καταγγέλει, δεν σαρκάζει, δεν καταφεύγει σε λογοπαίγνια προς άγραν εντυπώσεων, δεν βερμπαλίζει, δεν επαίρεται, δεν προσποιείται, δεν αγωνιά να πείσει.
Οι αρνήσεις αυτές σχηματίζουν ένα κέλυφος που προστατεύει την αφήγηση μέσα στον χρόνο, απαιτούν με τρόπο υπόγειο ο κεντρικός ήρωας να είναι άνθρωπος δίχως όνομα, χωρίς ιδιότητες, αλλά να παραμένει στο επίκεντρο του δικού του δρώμενου, με τον χρόνο ιδωμένο με ασπρόμαυρο φακό. Θυμίζει περισσότερο σινεμά παρά λογοτεχνία. Αφήγηση σε ντοκιμαντέρ του άντεργκραουντ, σεκάνς από Βιμ Βέντερς και Τζιμ Τζάρμους. Όχι χωρίς επίγνωση: «Θα γράψω ασφυκτικά και εγωκεντρικά. Κλειστοφοβικά όπως ξέρω μόνο εγώ. Όπως υποψιάζομαι ότι ξέρω» (σελ. 38). Ο ήρωας του βιβλίου είναι καπνός. Καταβυθίζεται στον εαυτό του, τρυπώνει σε ξένα δωμάτια, περιστρέφεται γύρω από τα κεφάλια των άλλων, που συνήθως είναι θαμώνες σε μπαρ, αγκαλιάζει τις γυναίκες σαν κάτι εύθραυστο και πολύτιμο – και κυρίως ισότιμα.
Ο Νίκος Μπελάνε
|
Ο Λευκός Χρόνος έχει σε διάφορα σημεία μια εκλεκτική συγγένεια και με μπήτνικ. Να, κάπου εδώ φέρνει στον νου τον ξάδερφο Κέρουακ: «Το σπίτι μυρίζει νοτισμένο χώμα. Στην κρεβατοκάμαρα των γονιών βρέχει θυμό. Το λάδι καίει την πλάτη μου πέφτοντας από το ιλιγγιώδες ύψος του φωταγωγού» (σελ. 66). Και σε πολλά σημεία Μπουκόφσκι. «Ανέκαθεν ήμουν με τους ανθρώπους του οίνου. Σε σχέση με τους ανθρώπους του πνεύματος δεν με πρόδωσαν παρά ελάχιστες φορές. Ίσως κάποτε μπήκε ανάμεσά μας ο θάνατος. Αυτό μόνο. Αστεία πράγματα, δηλαδή» (σελ. 98). Κι όπως ο θείος Τσαρλς, ο Νίκος Μπελάνε βγάζει τη γλώσσα στον χώρο του βιβλίου, δεν το «κυνηγάει», δεν κάνει βιβλιοπαρουσιάσεις, δεν τον βρίσκεις σε... λογοτεχνικές συντροφιές. Είναι να απορείς πώς βρίσκει εκδότη.
Ο Λευκός Χρόνος είναι ένα ατμοσφαιρικό αφήγημα διάσπαρτων εικόνων, αποσπάσματα μιας μυθοποιίας που κατακερματίζεται μέσα στην αισθητική μιας εκκωφαντικής, άγριας και ασύδοτης εποχής
Και επειδή αυτή είναι η πρώτη μου βιβλιοκριτική, θα πρέπει να εξηγηθώ: Ακόμα και τα βιβλία που λάτρεψα δε με τύφλωσαν τόσο ώστε να μη μπορώ να διακρίνω τα μειονεκτήματά τους. Λοιπόν, σε κάποια σημεία με ξένισε το μετεφηβικό ξέσπασμα, το ανεπεξέργαστο της αφήγησης, ο υπερβολικός λυρισμός και εκείνη η εμμονή στο τρίπτυχο της ροκιάς: καφές, τσιγάρο, αλκοόλ. Όμως τα συγκεκριμένα μειονεκτήματα της αφήγησης είναι και αναπόσπαστα στοιχεία της. It’s take it or leave it.
Ο Λευκός Χρόνος είναι ένα ατμοσφαιρικό αφήγημα διάσπαρτων εικόνων, αποσπάσματα μιας μυθοποιίας που κατακερματίζεται μέσα στην αισθητική μιας εκκωφαντικής, άγριας και ασύδοτης εποχής. Ένα βιβλίο που χωρίς να μένει αμέτοχο στο κοινωνικό και πολιτικό δρώμενο, κινείται αντίθετα από την τρέχουσα αισθητική και ρητορεία. Στέκεται στον αντίποδα του κραυγαλέου. Έχει το δικό του ξεχωριστό ύφος, αποπνέει το δικό του ήθος: ήρεμα, γαλήνια, αισθαντικά, ουσιαστικά. Είναι ένα μικρό βιβλίο των αισθήσεων και παραισθήσεων. Είναι όμορφα ολιγόλεκτα που διαβάζονται στάλα-στάλα, που χωρίς να το απαιτούν, καταφέρνουν να βάλουν μια άνω τελεία στον χρόνο, για να τα αγγίξεις, και ολοκληρώνοντας τη συλλογή των αφηγήσεων μικρού μήκους, το θαύμα έχει συμβεί: έχουν χαρισθεί απλόχερα στον χρόνο και το χώρο τα ψήγματα μιας σπάνιας και αυθεντικής ροκ μυθοποιίας.
Λευκός Χρόνος
Νίκος Μπελάνε
Οκτώ 2014
Σελ. 112, τιμή € 6,00