Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Η απόπειρα δολοφονίας ανακοινώνεται -ήδη εξ αρχής- από τις στήλες μιας εφημερίδας, και μετά ξεχνιέται. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα από τη μία η αστυνομική πλοκή να εξαρθρώνεται, καθώς ο αναγνώστης απομακρύνεται συνεχώς από το έγκλημα και στρέφει την προσοχή του στις εξομολογήσεις εννέα προσώπων, τα οποία συνδέονται με συγγενικές ή κοινωνικές σχέσεις μεταξύ τους.
Από την άλλη, η σκέψη μας όλο και γυρνάει στην παρ’ ολίγον δολοφονημένη, στην προσπάθειά μας να εξακριβώσουμε ποια είναι η σχέση όλων αυτών με το θύμα κι έτσι επιχειρούμε, συνάμα με την ανάγνωση, να συνδυάσουμε τις ιστορίες και να ανιχνεύσουμε τι συνδέει τον καθένα με το προαναφερθέν έγκλημα.
Παρ' ολίγον θύμα αναζητά θύτη
Σ’ αυτό το πλαίσιο ο αναγνώστης είναι ο ντετέκτιβ που έχει μπροστά του τις καταθέσεις των εμπλεκομένων και προσπαθεί να σταθμίσει τα στοιχεία, ώστε να οδηγηθεί στη λύση. Το έργο της Κουντούρη επιφανειακά κινείται στη γραμμή φόνος–έρευνα–διαλεύκανση, όμως όλα αυτά μεταστοιχειώνονται σε μια ψυχολογικού και κοινωνικού τύπου διερεύνηση γύρω από τις αντοχές των ανθρωπίνων σχέσεων και την απόσταση μεταξύ των οπτικών γωνιών του καθενός, οι οποίες αλληλοσυμπληρώνονται.
Το έργο της Κουντούρη κινείται στη γραμμή φόνος–έρευνα–διαλεύκανση, αλλά όλα αυτά μεταστοιχειώνονται σε μια ψυχολογικού και κοινωνικού τύπου διερεύνηση γύρω από τις αντοχές των ανθρωπίνων σχέσεων
Το γαϊτανάκι ξεκινά από τον χρεωμένο σύζυγο της Νίκης Χριστοφή, του θύματος δηλαδή που τελικά γλίτωσε, συνεχίζεται με τον βασικό ύποπτο Τζόνι τον Αίλουρο, που αυτοκτόνησε μετά τον πυροβολισμό, προχωράει στις δύο αδελφές του, την Ελισάβετ και τη Χρυσάνθη, ακολουθεί η εξομολόγηση του άνδρα της Ελισάβετ, του Σταύρου, που δεν φαίνεται άνθρωπος περιωπής, και του νεαρού συζύγου της Χρυσάνθης, του Φιλ κ.λπ. Λίγοι απ’ αυτούς γνώριζαν το θύμα, σχεδόν καθόλου δεν φαίνεται ότι η αφήγηση οδηγεί σ’ αυτό, αλλά σχεδόν όλοι είχαν την άποψή τους για τον θύτη, που είχε μπλέξει από νωρίς και έκανε δουλειές με τον υπόκοσμο. Ο Τζόνι ήταν ο ενδιάμεσος κυκλώματος τοκογλυφίας, το οποίο περιελάμβανε γνωστούς επιχειρηματίες, κι έτσι στη δράση του συνοψίζονται οι μέθοδοι εκβιασμού απέναντι σε όποιους δεν ήταν συνεπείς στις αποπληρωμές των χρεών τους.
Τα συστατικά του εγκλήματος και οι αυτουργοί του
Το σημαντικό όμως δεν είναι, όπως έχω υπαινιχθεί, να μάθουμε την ευθεία γραμμή που συνδέει το αίτιο με την απόπειρα φόνου, αλλά να συνειδητοποιήσουμε τις σχέσεις των προσώπων, να τις εντάξουμε στο κοινωνικό πλαίσιο και έτσι να χαρτογραφήσουμε θύτες και θύματα σε ένα ευρύτερο δίκτυο εκμεταλλευτών και αντικειμένων εκμετάλλευσης, εκβιαστών και εκβιαζομένων, ενόχων και αθώων. Οι διαπροσωπικές επαφές χαρακτηρίζονται από ιδιοτέλεια αλλά και από εξατομικευμένες επιδιώξεις, υστερόβουλα κίνητρα και λοξές βλέψεις, προσωπικές εκτιμήσεις και παρασκηνιακές κατηγορίες.
Η αφήγηση ακολουθώντας τις καταθέσεις/οπτικές γωνίες των «μαρτύρων» κάνει τον κύκλο της, με αποτέλεσμα, αφού ξεκινάει από τον Πέτρο Χριστοφή, να καταλήγει στη γυναίκα του. Στο πέρασμά της παρασέρνει πρόσωπα και στιγμιότυπα, τα οποία σαν ένα σοφά κατασκευασμένο παζλ κουμπώνουν με προσεκτικά ζυγισμένες αποκαλύψεις. Οι αποκαλύψεις αυτές δεν συνταράσσουν –δεν υπήρχε λόγος άλλωστε–, αλλά ξεδιπλώνουν το κουβάρι κατεστραμμένων ζωών, μικρών τραγωδιών και αφανών ευεργεσιών.
Η Ζέτα Κουντούρη δεν αφηγείται ένα έγκλημα, αλλά πολλά· δεν εξιχνιάζει μια απόπειρα φόνου αλλά τις συνθήκες που όπλισαν τον δράστη και κυρίως που δημιούργησαν το πλαίσιο μέσα στο οποίο ο φυσικός αυτουργός συνδέεται με τα θύματα αλλά και τους ηθικούς αυτουργούς. Η συγγραφέας, η οποία και σε άλλα της βιβλία ερωτοτροπεί με το αστυνομικό είδος, επιχειρεί –κι εδώ το καταφέρνει απόλυτα– να εξαρθρώσει τα συστατικά του, ώστε να δείξει πίσω από την εγκληματική πράξη τους κοινωνικούς αυτουργούς που συνετέλεσαν σ’ αυτήν.
Πίστωση χρόνου
Ζέτα Κουντούρη
Κέδρος, 2013
ΣΕΛ. 176, ΤΙΜΗ € 12,00