Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Υπομένοντας με Χέλντερλιν
Η ελληνική λογοτεχνία ολοένα και περισσότερο αφήνει την ατομοκεντρική αντίληψη και τις προσωπικές εμπειρίες και ανοίγεται σε μια κοινωνική και πολιτική ανατομία των κοινωνιών τού 21ου αιώνα.
Αφού πλέον οι αλλαγές σε όλα τα επίπεδα είναι συνταρακτικές, από την οικονομική κρίση έως την κρίση ταυτότητας κι από τις πολιτιστικές αναζητήσεις μέχρι την επιστημονική και τεχνολογική πρόοδο, η λογοτεχνία “οφείλει” να αντιπαρατεθεί με αυτές τις ανακατατάξεις και να καταπιαστεί με θέματα και τάσεις που παλιότερα ούτε καν υποψιαζόταν.
Το trafficking, η διακίνηση δηλαδή και εκμετάλλευση γυναικών στο πλαίσιο του εμπορίου λευκής σαρκός, είναι καταρχάς θέμα κοινωνικό. Στην εποχή τής παγκοσμιοποίησης, όπου συχνά ο άνθρωπος είναι μια απλή μονάδα η οποία αν χαθεί δεν θα αποτελέσει συγκλονιστικό γεγονός, η αρπαγή κοριτσιών από χώρες τού τρίτου κόσμου ή της ανατολικής Ευρώπης και η μετατροπή τους σε κερδοφόρες μηχανές τού σεξ σχετίζεται με την ιδέα τής οικονομικής εκμετάλλευσης, αλλά δεν συνάδει με αυτό που ονομάζουμε ανθρωπιστικό υπόβαθρο κάθε πολιτισμένης κοινωνίας.
Ο Θ. Σκρουμπέλος θέτει στο κέντρο τής αφήγησής του μια Αφρικανή που, ενώ μεγάλωσε με παιδεία σε ένα εκδυτικισμένο σπίτι, έπεσε θύμα τού πολέμου, μεταφέρθηκε στην Ελλάδα, χρησιμοποιήθηκε από διαδοχικούς πάτρωνες ως πόρνη, ταπεινώθηκε, βιάστηκε, αναγκάστηκε να πάρει ναρκωτικά και, το χειρότερο, φυλακίστηκε σωματικά και ψυχικά σ’ ένα κελί που το μεταφέρει συνεχώς γύρω της. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση κάνει την πρωταγωνίστρια φορέα τής συνείδησης του κειμένου και πομπό όχι μόνο των γεγονότων αλλά και του τρόπου με τον οποίο η ίδια τα βίωσε.
Μέσω της οπτικής της γωνίας παρακολουθούμε όλη την πορεία των επαναλαμβανόμενων συνευρέσεών της με τυχαίους ανθρώπους, της μέχρι ταπεινώσεως χρήσης της σαν αντικειμένου από τα αφεντικά της, την αντοχή της να υπερβαίνει όλα αυτά και την πίστη της σ’ ένα κράτος δικαίου, παρά τη φαυλότητα και τη διαφθορά που επικρατεί στην κρατική μηχανή. Κι αυτός είναι ο δεύτερος άξονας του μυθιστορήματος: η κοινωνική σήψη δεν αφορά μόνο τους προαγωγούς και τους πελάτες τους αλλά και όλους τους άλλους που προάγουν ή και ανέχονται τέτοιες δραστηριότητες, αφού έτσι κερδίζει όλη η κοινωνία, εις βάρος φυσικά της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Η εκπόρνευση δεν βάφει με τα εξευτελιστικά χρώματά της μόνο τους εμπλεκόμενους, αλλά και όλους όσοι βολεμένοι αφήνουν το πεδίο ελεύθερο στους κάθε είδους επιτήδειους.
Το κείμενο συλλαμβάνει την ευαισθησία τού θέματος και αποδίδει ψυχολογικά και φιλοσοφικά την ψυχοσύνθεση του θύματος. Κυριαρχούν οι μικρές εκφράσεις χωρίς μελοδραματισμό, τα δείγματα στωικότητας τα οποία προσπαθούν να υπερκεράσουν το πάθος και η απόδοση της ψυχικής σκληρότητας με την οποία θωρακίζεται η μικρή Λουιντιλά, για να μπορέσει να διατηρήσει μέσα της άσβεστη την ανθρώπινή της υπόσταση. Αλλά και η εξωτερική πραγματικότητα δεν αποδίδεται με τη βιαιότητα της κινηματογραφικής κάμερας αλλά με τη ματιά ενός υπομονετικού όντος που πληγώνεται αλλά γνωρίζει να περιμένει. Δεν ξέρω αν ο αναγνώστης συνταράσσεται, αλλά σίγουρα προβληματίζεται, επειδή βρήκε χαραμάδες να διεισδύσει στην ψυχή τής κοπέλας και να δει τον κόσμο, όχι από την εφησυχασμένη σκοπιά όλων των άλλων αλλά από την πεισμωμένη επιμονή τού θύματος.
Το έργο ωστόσο αστοχεί σε μερικά σημεία που κάνουν το τελικό αποτέλεσμα κατώτερο της θεματικής του στόχευσης. Η αληθοφάνεια του κειμένου μειώνεται από τη στιγμή που η δεκαεξάχρονη κοπέλα έχει διαβάσει Χέλντερλιν και άλλους λογοτέχνες, φιλοσόφους και θεατρικούς συγγραφείς, γεγονός που όσο κι αν εξηγείται χάρη στους μορφωμένους γονείς της, δεν μπορεί να αντιστοιχεί σε τέτοιο βαθμό στην ηλικία της. Αν εξαιρέσει κανείς το φαιδρό επεισόδιο με τον Μπάμπη που ντύνεται γυναίκα για να απελευθερώσει τη Λουιντιλά, το happy end στο οποίο οδηγείται βήμα βήμα η ιστορία μειώνει τη δραματικότητα των σκηνών και αφαιρεί από το έργο την ένταση με την οποία θα επενδυόταν, αν σε κάθε καμπή δεν προχωρούσε η δράση με προδιαγεγραμμένες θετικές εξελίξεις.
Το ζητούμενο φυσικά είναι η λογοτεχνία όχι μόνο να τέρπει αλλά και να προβληματίζει· κι η γραφή τού Θανάση Σκρουμπέλου, επειδή συνδυάζει το συναισθηματικό τού θέματος με τον προβληματισμό σε παγκόσμια πλέον προβλήματα, καθίσταται από υφολογικής άποψης επιτυχής κι από θεματικής ευαίσθητη και κοινωνικά στρατευμένη.