
Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Ο Ουμπέρτο Έκο στο μυθιστόρημά του «Η μυστηριώδης φλόγα της βασίλισσας Λοάνα» (Bombiani 2004, Ελληνικά γράμματα 2005 - Ψυχογιός 2012) επιστρέφει στην παιδική ηλικία του αφηγητή μέσω των κόμικς που ο τελευταίος ξαναβρήκε στο σπίτι του παππού. Οι χάρτινοι ήρωες τού θυμίζουν έναν ολόκληρο κόσμο που διυλίζεται μέσα από την παιδική ματιά και αντανακλά τις πολιτικές αναταράξεις της φασιστικής Ιταλίας. Ο Βασίλης Αλεξάκης αντίστοιχα βάζει τον γηραιό ήρωά-του να αναπολεί τα παιδικά του αναγνώσματα, από τον «Ροβινσώνα Κρούσο» ώς τους «Άθλιους» κι από τον «Μιχαήλ Στρογκόφ» μέχρι τον «Ταρζάν».
Ακολουθεί έναν αυτοβιογραφικό τρόπο γραφής, έστω κι αν τον εμπλουτίζει με άπειρες ευφάνταστες προεκτάσεις.
Ο τρόπος με τον οποίο αφηγείται ο Βασίλης Αλεξάκης στα περισσότερα έργα του είναι απλός και γι' αυτό ίσως εξαιρετικά θελκτικός. Στο τελευταίο του μυθιστόρημα, ο αφηγητής, που είναι συγγραφέας, επειδή έχει κάνει εγχείρηση ανευρύσματος, αναγκάζεται για ένα διάστημα να περιπλανάται στον κήπο του Λουξεμβούργου με πατερίτσες. Περπατά με αργό βηματισμό και βλέπει τον κόσμο στην καθημερινότητά του να εκπέμπει μηνύματα, τα οποία αυτός προσπαθεί να αποκωδικοποιήσει, υποθέτοντας τα βαθύτερα νοήματά τους. Βεβαίως, τις περισσότερες φορές οι εικασίες του είναι έκδηλα φανταστικές, βγαλμένες από το επινοητικό μυαλό του, σενάρια από άλλους κόσμους, διακειμενικές ιστορίες μυθιστορηματικών ηρώων που ζωντανεύουν στο Παρίσι και περιδιαβαίνουν ανάμεσα στους σύγχρονους Γάλλους.
Σαν τον ομότεχνό του Ιταλό συγγραφέα, ο Βασίλης Αλεξάκης βλέπει την πραγματικότητα γύρω του σαν ένα σημειωτικό σύμπαν, του οποίου προσπαθεί να βρει ή να κατασκευάσει τα κρυφά σημαινόμενα. Ακολουθεί έναν αυτοβιογραφικό τρόπο γραφής, έστω κι αν τον εμπλουτίζει με άπειρες ευφάνταστες προεκτάσεις, κι αφήνει παντού νήματα, άλλα από τα οποία θα προχωρήσουν την υπόθεση, άλλα θα μείνουν εκκρεμή μέχρι να επανασυνδεθούν αργότερα με την υπόλοιπη αφήγηση κι άλλα θα παραμείνουν με αφηγηματική απλοχεριά σκόπιμα μετέωρα. Στην ουσία γράφει για να καλύψει με πλαστές ιστορίες το κενό που αφήνει η ζωή, η συνηθισμένη και αναμενόμενη πραγματικότητα. Η κενή σελίδα είναι το δημιουργικό χαρτί μιλιμετρέ πάνω στο οποίο θα κατασκευάσει νέους κόσμους, μολονότι συχνά ο ίδιος ο πραγματικός κόσμος προσφέρεται στη σκέψη του για φιλοσοφικές αναζητήσεις, αναζητήσεις που πατάνε ωστόσο γερά στο έδαφος.
Τεχνική της αφημένης βάρκας
Ο Β. Αλεξάκης αφήνει τη γραφή του να τον παρασύρει όπου οι άνεμοι της στιγμής φυσάνε.
Αυτή η τεχνοτροπία, που θα μπορούσε να ονομαστεί τεχνική της αφημένης βάρκας, οδηγείται -στον «Μικρό Έλληνα»- στα απώτατα όριά της. Ο Β. Αλεξάκης αφήνει τη γραφή του να τον παρασύρει όπου οι άνεμοι της στιγμής φυσάνε, προς διάφορες κατευθύνσεις, συχνά να γυρνά στο ίδιο σημείο ή να κάνει κύκλους: οι περίπατοι στον κήπο, οι συναντήσεις με απλούς ανθρώπους, που του θυμίζουν ρομαντικούς ήρωες, το θέατρο με μαριονέτες που φέρνει στη μνήμη του τον καραγκιόζη, οι αναμνήσεις από τα παιδικά παιχνίδια, στα οποία ζωντάνευαν οι μυθοπλαστικοί χαρακτήρες. Αν υπάρχει ένα δοιάκι που να προσπαθεί να τιθασεύσει όλο αυτό το υλικό, αυτό είναι ο κόσμος των κλασικών μυθιστορημάτων που τόσο αγαπούσε ο αδελφός του αφηγητή. Κι η διάνοια του συγγραφέα φαντάζεται με ποιους τρόπους θα αντιδρούσαν οι ήρωές τους, ο Ντ' Αρτανιάν, ο Γιάννης Αγιάννης, ο δεκαπενταετής πλοίαρχος κ.λπ., αν ζούσαν στη σημερινή πραγματικότητα με την οικονομική κρίση να μαστίζει την Ελλάδα και τον Σαρκοζί να διοικεί τη Γαλλία. Το τέλος διατρυπά τα όρια μεταξύ πραγματικού και φανταστικού κόσμου εισάγοντας τους χαρακτήρες στο μυθοπλαστικό σκηνικό των υπονόμων των Παρισίων.
Δεν μπορώ όμως να πω ότι είδα σ' αυτήν την άσκοπη βαρκάδα πάνω στα νερά της λίμνης μια οργανωμένη μυθιστορηματική πλοκή που να μην κάνει τον αναγνώστη αδιάφορο για πολλές από τις διάσπαρτες ιδέες του συγγραφέα. Είναι λες και ο πεζογράφος, παρασυρμένος από τον παλμό της σκέψης του, αφήνει την τελευταία να οδηγεί τη βάρκα εική και ως έτυχε, χωρίς το διακειμενικό υπόστρωμα και η σύγχρονη πραγματικότητα να κατευθύνονται σε μια πραγματική σύγκλιση.
ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ | gperand@yahoo.gr
Εκδόσεις Εξάντας, 2013