Της Αργυρώς Μαντόγλου
Μοιραία συνάντηση στα παρασκήνια της ΙστορίαςΗ Χορεύτρια του Διαβόλου που χαρίζει και τον τίτλο στο μυθιστόρημα του Στέφανου Δάνδολου είναι μια γυναίκα αμφιλεγόμενη. Μαθαίνουμε για εκείνη μέσα από τους άλλους, φωτίζεται ανάλογα την εποχή, τις ιστορικές συγκυρίες και τις ανάγκες των ισχυρών, ενώ τις σύντομες εμφανίσεις της ακολουθούν μακρά διαστήματα απουσίας.
Η ίδια γυναίκα είναι επίσης και ένα σύμβολο: το σύμβολο του εξιδανικευμένου, χωρίς τέλος έρωτα αλλά και της καταστροφικής γυναίκας αράχνης.
Ηρωίδα αμφίσημη, η Σολάνζ Νταλμόν, έγινε θρύλος, έχοντας ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της στη σκιά, βιώνοντας, όμως, όλα τα γεγονότα που σημάδεψαν το πρώτο ήμισυ του εικοστού αιώνα, σημάδεψε κι εκείνη, με όσα ήταν ή όσα δεν ήταν, την πορεία του εξίσου σκοτεινού κεντρικού ήρωα του μυθιστορήματος, Τζον Γκίμπονς ή Τζόζεφ Φρίμαν, μέσα από την πρωτοπρόσωπη αφήγηση του οποίου περνάει η Ιστορία, αλλά και τα παρασκήνιά της. Μια μορφή που ενώ έπαιξε καθοριστικό ρόλο, συνέβαλλε στην άνοδο του Χίτλερ, βοήθησε στην υλοποίηση των καταστροφικών σχεδίων του, παρέμεινε ένα πιόνι, σε όλη του τη ζωή. Τα έργα του (κυριολεκτικά και μεταφορικά) στιγμάτισαν την εποχή του, αλλά εκείνος δεν τα αναγνώρισε ποτέ ως δικά του, και ποτέ δεν απέκτησε πλήρη συνείδηση της βαρύτητας των πράξεών του.
Οι δυο αυτοί άνθρωποι παρέμειναν στα παρασκήνια της Ιστορίας, εκεί όπου αδίστακτοι τραπεζίτες, μυστικοί πράκτορες και πωρωμένοι πολιτικοί σχεδίαζαν το ζοφερό μέλλον της ανθρωπότητας. Η συνάντησή τους υπήρξε σύντομη και οι ζωές τους δεν ενώθηκαν ποτέ, έζησαν κι οι δυο στην αφάνεια, έχασαν πολλάκις την ταυτότητά τους και απόκτησαν καινούργια, ένα ζευγάρι πάντα σε απόσταση, σαν ο ένας να υπήρξε προβολή του άλλου, δυο πλάσματα του σκότους που δεν αναδύθηκαν ποτέ στο φως.
Η Χορεύτρια του διαβόλου υπήρξε πράγματι χορεύτρια, στα Μουλέν Ρουζ, αλλά σε ολόκληρο το μυθιστόρημα, αναζητείται, κατά κάποιο τρόπο, η ταυτότητα του Διαβόλου. Ποιος ήταν ο διάβολος; Ήταν κάποιο δικό της συστατικό, οι διάφοροι πλούσιοι εραστές και εργοδότες της, ήταν η οικογενειακή της ιστορία, το παρελθόν, το κάρμα της, μήπως η εποχή που έμελλε να ζήσει, ή μήπως ο ίδιος άνθρωπος που την αγάπησε, ο Τζον Γκίμπονς ή Τζόζεφ Φρίμαν, ο οποίος εν αγνοία του έπαιξε το ρόλο του διαβόλου στη ζωή της επειδή δε φρόντισε να μάθει ποια πραγματικά ήταν η γυναίκα που τον είχε συγκλονίσει, και κυρίως δε φρόντισε να ελέγξει τα δικά του κίνητρα.
Από το πρώτο κεφάλαιο παράλληλα με την αναφορά στα δραματικά γεγονότα του παρελθόντος παίρνουμε τις απαραίτητες πληροφορίες και για τον κεντρικό ήρωα και αφηγητή: Ο Τζον Γκίμπονς εργάζεται για την αμερικανική πρεσβεία στη Βρετανία, υπεύθυνος για τις εκδηλώσεις και την προώθηση των αμερικανών συγγραφέων και ετοιμάζει ένα αφιέρωμα για τον Μόμπι Ντικ του Χέρμαν Μέλβιλ. Όμως ο αμερικανός διπλωμάτης έχει διπλή ιδιότητα, είναι ταυτόχρονα και Πράκτορας των Γερμανών, υποβάλλει τις αναφορές του στην καγκελαρία και έχει πάρει διαταγές να ελιχθεί στους κύκλους των γραμμάτων, να συχνάζει στα ομιχλώδη σαλόνια και να έρχεται σε επαφή με ανθρώπους που συνδέονται με την πολιτική και την οικονομία. Ο Γκίμπονς διαπιστώνει πως τον κατασκοπεύουν, υποψιάζεται πως ίσως είναι κι αυτός στόχος κάποιων που τον παρακολουθούν στενά και πως ίσως η εκδοχή που ο ίδιος διατηρεί για τα γεγονότα να μην είναι η πραγματική.
Ταχύτατα εισερχόμαστε σε μια ατμόσφαιρα που θυμίζει έργα του Γκράχαμ Γκριν, μια ατμόσφαιρα που πλημμυρίζεται από κατάσκοπους, διπλούς πράκτορες, τυχοδιώκτες, πλαστές ταυτότητες και μοιραίες γυναίκες. Μέσα από τον κεντρικό αναξιόπιστο ήρωα ο Δάνδολος, μας μεταφέρει σε μια εποχή, όπου οι συγγραφείς, δεν ήταν μόνο δημιουργοί, αλλά επηρέαζαν την κοινή γνώμη, ήταν και οι ίδιοι ρυθμιστές. Κοσμοπολίτες, γοητευτικοί και ευάλωτοι παρελαύνουν από τις σελίδες του: Συναντάμε τον Γκράχαμ Γκριν να του απευθύνεται, τον Φιτζέραλντ να του δίνει κομβικές για την έρευνά του πληροφορίες, τον Τσβάιχ να τον διαφωτίζει για τις αισθητικές προτιμήσεις των ναζί, τον εξόριστο Ναμπόκοφ και πλήθος άλλων, αλλά κυρίως, θεωρώ πως η μορφή του Χένρι Τζέιμς δεσπόζει, καθώς η ηρωίδα του ομώνυμου έργου Ντέιζι Μίλερ, προσομοιάζει με τη σκοτεινή ηρωίδα του Δάνδολου τόσο στον ψυχισμό, όσο και στην αδάμαστη φύση της. Ο δε Γκίμπονς ή Φρίμαν θυμίζει ήρωα του Τζόζεφ Κόνραν: Εκπατρισμένος τυχοδιώκτης πασχίζει να προστατευθεί, επενδύοντας τον τραυματισμένο του ρομαντισμό με ρεαλισμό, αν και παγιδεύεται στην προσπάθεια. Επίσης, ο τρόπος που αφηγείται την ιστορία του, ο τρόπος που ο ίδιος υπονομεύει τα κίνητρά του, η αδυναμία του να δει το σκοτεινό κομμάτι των άλλων αλλά και το δικό του, προδίδει έναν ρομαντικό ήρωα που δε διστάζει να φθάσει μέχρι το φόνο προκειμένου να απαλλαγεί από τον πόνο και είναι αυτό που του προσδίδει μια σχεδόν τραγική ποιότητα.
Στη συνέχεια, με αναδρομές στο παρελθόν παρακολουθούμε τη δική του ιστορία σε πρώτο πρόσωπο, μέσα από τα ημερολόγια του: «Τα Ημερολόγια του Θανάτου». Μαθαίνουμε τους λόγους που βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1908 και σε νησί του Αιγαίου αργότερα. Μέσα από την εξιστόρησή του δίνονται και οι ερμηνείες αλλά ταυτόχρονα δημιουργούνται καινούργια ερωτήματα, επανέρχονται στην επιφάνεια λεπτομέρειες που υπαινίσσονται μια εντελώς διαφορετική εκδοχή: Ο Γκίμπονς δεν είναι μονάχα ένας πλαστογράφος, ένας δολοφόνος αλλά και ένας εξαπατημένος άνθρωπος, θύμα των ίδιων δυνάμεων που είχαν στραφεί ενάντια και τη χορεύτρια.
Θα βρεθεί στην Αθήνα την εποχή που η πόλη εξευρωπαΐζεται, τα κτίρια του Τσίλερ είχαν αρχίσει να κοσμούν τις γειτονιές της και η πόλη αλλάζει πρόσωπο. Τότε ήταν που κι εκείνος άλλαξε όνομα και επάγγελμα. Από ένας ασήμαντος νεαρός αμερικανός με λογοτεχνικές φιλοδοξίες και τραυματικό οικογενειακό παρελθόν, γίνεται ένας εύπορος διάσημος συγγραφέας, με άνεση οικονομική, πλήθος θαυμαστών και κύρος.
Η «Χορεύτρια του Διαβόλου» είναι ένα μυθιστόρημα με έντονη διακειμενικότητα, κατασκοπικό, ιστορικό, μετα-ιστορικό, ερωτικό: είναι όλα αυτά μαζί αλλά και κάτι παραπάνω: Η τοιχογραφία της μυστικής ιστορίας της Ευρώπης και η προσωπογραφία ενός ανθρώπου χωρίς πρόσωπο που στην αρχή μας απευθύνεται χαμηλόφωνα, η φωνή του μπερδεύεται με πλήθος ψιθύρων για να γίνει, στις τελευταίες σελίδες μια κραυγή, μια διαμαρτυρία, για τη ζωή του που αναλώθηκε.
Ο Δάνδολος προχωρώντας με μαεστρία αρχικά στη δόμηση και, στη συνέχεια, στην αποδόμηση των χαρακτήρων κάνει συμπαθείς τους πρωταγωνιστές του, παρότι ο καθένας από αυτούς έχει αθροιστικά περισσότερα ελαττώματα από προτερήματα. Οι δε χαρακτήρες του, ακόμα και οι διεφθαρμένοι διαθέτουν μια ποιότητα σχεδόν αρχετυπική που εκτείνεται πέρα από το καλό και το κακό. Η αφήγηση κινείται τολμηρά ανάμεσα στο ρεαλισμό και σε έναν καλά δαμασμένο λυρισμό, ενώ διακρίνονται τα αιρετικά στοιχεία εκείνα που εντάσσουν το μυθιστόρημα στο είδος του μεταμοντέρνου ιστορικού μυθιστορήματος: Μπορεί να διαβάσει κανείς τη «Χορεύτρια του Διαβόλου», όχι για να γνωρίσει το παρελθόν αλλά για να ξαναδεί την Ιστορία με άλλη ματιά. Οι κοινωνικοπολιτικές περιγραφές, τα σχόλια, τα αποκαλυπτικά σκάνδαλα αλλά και οι ανατριχιαστικές παραλληλίες των γεγονότων με την εποχή που διανύουμε, μας εισάγουν στον κόσμο των οικονομικά ισχυρών, ερμηνεύοντας, εν πολλοίς, τα δεινά που υφίσταται τα τελευταία χρόνια η χώρα μας.
Στέφανος Δάνδολος
Ψυχογιός 2013
Σελ. 475, τιμή € 17,70