
Για το μυθιστόρημα της Κωνσταντίας Σωτηρίου «Η κεφαλή του Τσάτσγουερθ» (εκδ. Πατάκη).
Γράφει ο Άριστος Τσιάρτας
H λογοτεχνία της Κωνσταντίας Σωτηρίου προσεγγίζει την ιστορία του τόπου και τις συλλογικές περιπέτειές του ως κάτι ανοικτό, εκκρεμές και καθοριστικό για τη σημερινή μας πραγματικότητα. Αναμοχλεύοντας και μεταβολίζοντας το πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο δράσης των χαρακτήρων της, φέρνει διαρκώς το παρελθόν σε διάλογο με το παρόν, εισάγοντας, ταυτόχρονα, ένα σύνθετο προβληματισμό σε καθοριστικές πτυχές της ιστορίας και της κοινωνικής ζωής.
Στο μυθιστόρημα Η κεφαλή του Τσάτσγουερθ (εκδ. Πατάκη), η ιστορία, η μνήμη και ο χρόνος είναι συστατικά στοιχεία και ταυτόχρονα τα οχήματα της ιδιαίτερης αφηγηματικής τεχνικής της Σωτηρίου. Κεντρικά πρόσωπα της αφήγησης είναι η ηλικιωμένη σύζυγος ενός εργάτη μεταλλείων, η οποία σε νεαρή ηλικία αναλαμβάνει την ευθύνη επιβίωσης της οικογένειας της, όταν ο Νικολής της χτυπιέται και πεθαίνει από πνευμοκονίαση. Πολλά χρόνια μετά, σε προχωρημένη ηλικία, στην υπηρεσία της μπαίνει μια οικιακή εργαζόμενη από τις Φιλιππίνες, η οποία τη συνδέει με τους εφτά φόνους (πέντε μεταναστριών και δύο παιδιών) στο μεταλλείο Μιτσερού το 2019 από ένα κατά συρροήν δολοφόνο. Η συνάντηση των δυο γυναικών, με σημείο αναφοράς ένα κοινό τόπο μαρτυρίου, την τοξική «κόκκινη λίμνη», φωτίζει προβληματικές κοινωνικές πλευρές και χρόνιες παθογένειες της συλλογικής μας ζωής και της δημόσιας σφαίρας.
Ο ζωντανός, εκρηκτικός και μακροπερίοδος αφηγηματικός ρυθμός της Σωτηρίου παραπέμπει τόσο στην ισχύ και στην ποιοτική αμεσότητα των ανθρώπινων σχέσεων, όσο και στην αυτάρκεια και αυθεντικότητα του καθημερινού κοινοτικού βίου. Η αδιάκοπη εναλλαγή της αφηγηματικής εστίασης μεταξύ παρελθόντος και παρόντος συνδέει χρονικά και αφηγηματικά το παρελθόν των θανάτων των μεταλλωρύχων από πνευμοκονίαση με τη σύγχρονη φρίκη των δολοφονημένων μεταναστριών, που βρέθηκαν βυθισμένες στην κόκκινη λίμνη στο Μιτσερό. Αποκαλύπτει δε ότι η κοινωνία μας αδυνατεί να διαχειριστεί συλλογικά συσσωρευμένες εκκρεμότητες, δοκιμασίες και τραύματα, τα οποία καλούνται να τακτοποιήσουν μόνοι και αβοήθητοι οι απλοί άνθρωποι σ' ένα σιωπηρό και αθέατο ιδιωτικό χώρο.
Οι χαρακτήρες της λογοτεχνίας της Σωτηρίου δεν είναι μονωμένοι από τον άνεμο της Ιστορίας και τις κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις του τόπου. Χωρίς να διαθέτουν τίποτα εντυπωσιακό, αντιήρωες θα τους λέγαμε, είναι εύθραυστοι και ταυτόχρονα ανθεκτικοί, ζουν με αντιφάσεις και έντονη συνειδησιακή εγρήγορση, πασχίζουν να επιβιώσουν. Τα βάζουν με τα άχθη της καθημερινότητας, με την αδυναμία τους να τα αντιμετωπίσουν, αλλά και με προκαθορισμένους ρόλους, κραταιά κοινωνικά στερεότυπα και ανθεκτικές προκαταλήψεις.
Εντέλει, ο αδικαίωτος αγώνας τους οδηγείται σε ματαίωση, απόσυρση και αποκλεισμό από το δημόσιο χώρο.
Οι γυναίκες της Σωτηρίου μιλούν για το επώδυνο τραύμα που επιστρέφει διαρκώς, όχι, όμως, ως μνημονικό κατάλοιπο ή ως ένας απλός επαναπατρισμός στη μνήμη. Το χτύπημα της πνευμοκονίασης ως προμήνυμα θανάτου, οι νεκροί δικοί τους άνθρωποι, που κουβαλούν μόνες στον ωμό τους, η αυθόρμητη οργάνωση και διεκδίκηση των αυτονόητων βιοτικών όρων για την επιβίωση των ίδιων και των παιδιών τους, όταν η οργή και ο θυμός τις κυκλώνει, αποτελούν πτυχές μιας δύσκολης γυναικείας εμπειρίας. Εντέλει, ο αδικαίωτος αγώνας τους οδηγείται σε ματαίωση, απόσυρση και αποκλεισμό από τον δημόσιο χώρο.
Οι σχέσεις μεταξύ των δυο γυναικών αναδεικνύουν τη διαπλοκή του φύλου με παραμέτρους όπως η κοινωνική τάξη και η μεταναστευτική συνθήκη. Οι δυνατότητες ώσμωσης και οι στιγμές τρυφερότητας που μπορεί να προκύψουν, από την καθημερινή συγκατοίκηση και κοινωνικότητά τους σ΄ ένα ελεγχόμενο περιβάλλον, δεν μπορούν να αποκρύψουν ένα αποκρυσταλλωμένο τοπίο εξουσιαστικών σχέσεων με κυρίαρχα στοιχεία την υπαγωγή και την αβίαστη αποδοχή των κανόνων συσχέτισης με τον άλλο. Η δυναμική αλληλεπίδραση των ντόπιων γυναικών με τις «μαυρούδες», τις «ξένες» εργαζόμενες, στη σφαίρα της άτυπης και καθημερινής κοινωνικότητας, εμπεριέχει ποικίλες πτυχές και διαπραγματεύσεις που δεν περιορίζονται αποκλειστικά στη σχέση εργοδότριας-εργαζόμενης. Στη νουβέλα της Σωτηρίου, η σχέση τους αποτελεί ένα βαθύ διάλογο για το πώς διασταυρώνονται οι θεματικές αυτές αλλά και για το πώς μπορούν να διασταυρωθούν κοινωνικά και πολιτικά οι ομάδες τους.
* Ο ΑΡΙΣΤΟΣ ΤΣΙΑΡΤΑΣ είναι νομικός.
Δυο λόγια για τη συγγραφέα
Η Κωνσταντία Σωτηρίου γεννήθηκε στη Λευκωσία. Είναι απόφοιτος του Τµήµατος Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών του Πανεπιστηµίου Κύπρου και κάτοχος µεταπτυχιακού στην ιστορία της Μέσης Ανατολής από το Πανεπιστήµιο του Μάντσεστερ. Εργάζεται στο Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών της Κυπριακής Δηµοκρατίας.

Το µυθιστόρηµά της Η Αϊσέ πάει διακοπές (Εκδόσεις Πατάκη, 2015) βραβεύτηκε µε το Athens Prize for Literature και ήταν στη βραχεία λίστα των Κρατικών Βραβείων Κύπρου και Ελλάδας· οι Φωνές από χώµα (Εκδόσεις Πατάκη, 2017) ήταν στη βραχεία λίστα των Κρατικών Βραβείων Κύπρου και Ελλάδας. Η νουβέλα της Πικρία χώρα (Εκδόσεις Πατάκη, 2019) ήταν στη βραχεία λίστα του περιοδικού Ο Αναγνώστης, στη βραχεία λίστα των Κρατικών Βραβείων Ελλάδας, βραβεύτηκε µε το Κρατικό Βραβείο Κύπρου στην κατηγορία Διήγηµα/Νουβέλα και ήταν υποψήφια για το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας 2021. Το Brandy Sour (Εκδόσεις Πατάκη, 2022) βραβεύτηκε µε το Κρατικό Βραβείο Κύπρου στην κατηγορία Μυθιστόρηµα, ενώ κυκλοφόρησε στα αγγλικά (Foundry Editions, Ιούνιος 2023) και είναι υπό έκδοση στα γαλλικά (Editions Heloise d’Ormesson). Το πιο πρόσφατο έργο της που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη είναι το μυθιστόρημα Η κεφαλή του Τσάτσγουερθ (2025).
























