Για το συλλογικό βιβλίο «Στα δύο στενά» (εκδ. Γραφή). Οι κρατούμενοι στις φυλακές Τρικάλων, με τη βοήθεια μαθημάτων δημιουργικής γραφής από τον Νίκο Μάντζιο, είχαν την ευκαιρία να αποτυπώσουν στο χαρτί τα τραύματα αλλά και τις ελπίδες τους.
Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος
Αν το De Profundis του Όσκαρ Γουάιλντ, τα Κάντος της Πίζας του Έζρα Πάουντ, οι Σημειώσεις από το υπόγειο του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι ή η Παναγία των λουλουδιών του Ζαν Ζενέ μάς δίνουν τη -στρεβλή- κατά τ’ άλλα αίσθηση πως τα σίδερα της φυλακής δίνουν φτερά στο πνεύμα να φτιάξει αριστουργήματα, τότε, μάλλον, ξεχνάμε πως η φυλακή δεν είναι χώρος δημιουργίας.
Προφανώς δεν φτιάχτηκε γι’ αυτό, ούτε υπάρχει ως θεσμός για να μετατρέψει τους κατά καιρούς τροφίμους σε συγγραφείς και ποιητές. Η τιμωρία και η φυλακή, όπως σημείωνε και ο Μισέλ Φουκώ, ανήκουν σε μια τεχνολογία παίδευσης του σώματος και μόχλευσης της σκέψης.
Κι αν, όμως, μέσα στο σκοτάδι της απομόνωσης ή στην πνιγηρή αγκάλη του κελιού, ένας άνθρωπος καταφέρει να αρθρώσει δύο λέξεις κι αυτές τις βάλει στο χαρτί; Είναι κάτι τέτοιο μια μορφή ελευθερίας ή λειτουργεί απλώς ως μια στιγμιαία εκτόνωση μπρος στο διαρκές φάσμα του εγκλεισμού;
Το βιβλίο Στα δύο στενά (εκδ. Γραφή) ενδέχεται να μας δίνει μια απάντηση. Ουδείς γνωρίζει αν θα είναι και πειστική, εντούτοις είναι άκρως ενδεικτική. Ναι, οι κρατούμενοι μπορούν να γράψουν, έχουν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν ακόμη και μαθήματα δημιουργικής γραφής ενόσω εκτίουν την ποινή τους και μέσω αυτών να εκφράσουν με λέξεις το αποτύπωμα που φέρει το φυλακισμένο σώμα τους και η ανειρήνευτη ψυχή τους.
Η ουσία αυτού του βιβλίου που αποτελείται από πενήντα έξι σύντομα κείμενα δεν είναι αμιγώς λογοτεχνική. Κανένα από τα αυτά τα κείμενα δεν θα κριθεί στη βάση των τεχνικών, της δομής ή του επιδέξιου χειρισμού της γλώσσας και των νοημάτων.
Oι κρατούμενοι γράφουν...
Γράφτηκαν από κρατούμενους στις φυλακές Τρικάλων κατά τη διάρκεια διετούς εργαστηρίου δημιουργικής γραφής που πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με το 2ο Σ.Δ.Ε. (Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας) των φυλακών και με συντονιστή τον συγγραφέα και δάσκαλο δημιουργικής γραφής, Νίκο Μάντζιο.
Οι συμμετέχοντες στο τμήμα, μαθητές του σχολείου αλλά και «εξωσχολικοί», άλλοι ημεδαποί κι άλλοι αλλοδαποί, με τη βοήθεια που τους παρείχε το μάθημα, μπόρεσαν να ξεδιπλώσουν τη σκέψη τους δίχως να έχουν κάποια φιλοδοξία να νοηθούν ως συγγραφείς ή να υποστούν τη βάσανο της κριτικής για τα κείμενά τους.
Πολλά από αυτά τα κείμενα δείχνουν με εύγλωττο τρόπο την ψυχολογική κατάσταση ασφυξίας που βιώνουν οι κρατούμενοι. Είναι τραχιά, δεν ωραιοποιούν τις καταστάσεις που βιώνουν, δεν θέλουν να αρέσουν.
Όντως, πολλά από αυτά τα κείμενα δείχνουν με εύγλωττο τρόπο την ψυχολογική κατάσταση ασφυξίας που βιώνουν οι κρατούμενοι. Είναι τραχιά, δεν ωραιοποιούν τις καταστάσεις που βιώνουν, δεν θέλουν να αρέσουν, αλλά να εκφράσουν με ανεπιτήδευτο και ευθύ τρόπο το βάρος της τιμωρίας που υφίστανται.
Τα περισσότερα κείμενα κινούνται σε δύο κατευθύνσεις. Κάποια αφηγούνται ένα τώρα ακίνητο, στεγανοποιημένο. Σαν το χέρι που γράφει τις λέξεις να αποτυπώνει τις σκιές του κελιού και τη δέσμευση των τοίχων.
Κάποιοι άλλοι καταγράφουν αλλοτινές στιγμές της ζωής τους, τότε που ήταν ελεύθεροι. Στιγμές από την παιδική ηλικία, τραυματικές εμπειρίες που εν πολλοίς καθόρισαν τη ζωή τους, αλλά και σκηνές αγάπης, έρωτα και ελευθερίας.
Σκληρές συνθήκες
Δεν λείπουν φυσικά κείμενα που αναφέρονται στις σκληρές συνθήκες που βίωσαν οι κρατούμενοι από δεσμοφύλακες ή την απαντοχή που κρύβουν μέσα τους όταν και όποτε καταφέρουν να περάσουν το κατώφλι της φυλακής και βρεθούν έξω στον κόσμο.
Μέσα στην ανεπιτήδευτη τραχύτητά τους, αυτά τα κείμενα, όσο πρωτόλεια κι αν είναι, κρύβουν μια αλήθεια που μόνο όποιος έχει βρεθεί σε παρόμοια ή αντίστοιχη θέση μπορεί να κατανοήσει.
Μέσα στην ανεπιτήδευτη τραχύτητά τους, αυτά τα κείμενα, όσο πρωτόλεια κι αν είναι, κρύβουν μια αλήθεια που μόνο όποιος έχει βρεθεί σε παρόμοια ή αντίστοιχη θέση μπορεί να κατανοήσει. Σαφώς, ένα μέρος αυτής της πικρής αλήθειας φτάνει και σε μας, έστω και υποθέτοντας πώς είναι να σου στερούν την ελευθερία σου.
Όπως σημειώνει στο προλογικό του σημείωμα ο Νίκος Μάντζιος (μαζί με τον συγγραφέα Γιώργο Πολυμενάκο είναι οι επιμελητές του βιβλίου) πολύ σύντομα κατανόησε πως σ’ αυτά τα μαθήματα δεν θα ακολουθούσε το ίδιο διδακτικό πρόγραμμα όπως θα έκανε σε ένα οποιοδήποτε άλλο γκρουπ ανθρώπων που ενδιαφέρονται για τη γραφή.
Το να ζητήσει από τους μαθητές του να προστρέξουν στη μυθοπλασία δημιουργώντας κόσμους που δεν υφίστανται, άρα να δουν μια πραγματικότητα μέσα από τα νέφη της φαντασίας τους, θα αποτελούσε σημαντικό τροχοπέδη για τη διαβίωσή τους μέσα σττη φυλακή.
Η πραγματικότητα και η φαντασία
Γρήγορα κατανόησε πως ένας φυλακισμένος για να καταφέρει να επιβιώσει πίσω από τις μπάρες οφείλει να είναι δεσμευμένος και προσγειωμένος στη σκληρή πραγματικότητα που ζει και όχι να σκέφτεται πράγματα και καταστάσεις που ως ανελεύθερος δεν έχει τη δυνατότητα να βιώσει.
Αυτή τη έκδοση, τα έσοδα της οποίας θα δοθούν εξ ολοκλήρου στο 2ο Σ.Δ.Ε. των φυλακών Τρικάλων, δεν γίνεται να μην υμνηθεί και να μην υποσημειωθεί.
Μπορεί να φαντάζει ως μια σταγόνα σε έναν φουρτουνιασμένο ωκεανό (τι άλλο μπορεί να είναι ο κόσμος των φυλακών;), ωστόσο λειτουργεί ως γέφυρα ανάμεσα στους «μέσα» και τους «έξω».
Άλλωστε, μια κοινωνία που λειτουργεί με όρους ανθρωπισμού οφείλει να γνωρίζει πως οι φυλακισμένοι δεν πρέπει να στερούνται προσοχής και σεβασμού, όποιο και αν είναι το αδίκημα που έχουν διαπράξει.
Η λογοτεχνία δεν θα τους σώσει ούτε τα μαθήματα δημιουργικής γραφής θα απαλύνουν τον πόνο ή τις τύψεις τους. Δεν θα τους κάνουν τη διαβίωση μέσα στη φυλακή ανετότερη. Είναι, όμως, κάτι μέσα στο ακίνητο τίποτα που ζουν. Είναι μια πρόσκαιρη διέξοδος και ως τέτοια τους είναι επωφελής και αναγκαία.
Όπως αποδείχθηκε από τον εξομολογητικό τόνο των κειμένων, άκρως αναγκαία. Όταν δεν έχεις άλλον από τους τοίχους να υποδεχθούν τη φωνή σου, οι λέξεις μπορούν να γίνουν το καλύτερο αποκούμπι.
*Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Το νέο του μυθιστόρημα «Σαν Νορμάλ» θα κυκλοφορήσει στις 12 Μαρτίου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.