Η νέα νουβέλα του Game Boy της ελληνικής λογοτεχνίας.
«Οι κωμωδίες δεν έχουν θάνατο» λέει το αρχικό, προς απόδειξη θεώρημα της τελευταίας νουβέλας του Αχιλλέα Κυριακίδη "Κωμωδία" (Πόλις, 2010).Αυτό δεν σημαίνει ότι έχουν και ζωή, υποτονθορύζει το αντι-κείμενο και υπο-κείμενο θεώρημα, η υπόθεση του οποίου επαληθεύεται από τον άβιο βίο που διάγει ο κεντρικός ήρωας Δ.Χ.
Επανέρχομαι: «Οι κωμωδίες δεν έχουν θάνατο».
Έχουν όμως κηδείες: «μπροστά και αριστερά της νύχτας» φλέγεται το Ι.Χ. όραμα της αριστεράς υπό τα βλέμματα διερχόμενων δεξιών. Ίσως όμως όχι. Ίσως αναπαριστάται η εικόνα τού Ι.Χ. θανάτου τού πατέρα τού Δ.Χ., ένα «φλογερό θαύμα» από όπου βγαίνουν σπίθες «σαν τα φωνήεντα του Πατρός απ’ την καιομένη βάτο». Ή ίσως συμβαίνει οτιδήποτε άλλο. Γιατί η ΚΩΜΩΔΙΑ είναι μια νουβέλα πολυκατοπτρική σαν όνειρο. Ονειρική σαν κάτοπτρο. Και ειλικρινής σαν αντικατοπτρισμός.
Και, περιδινούμενοι στην Κωμωδία, «Ζούμε ένα όνειρο μέσα σε όνειρο»: εκείνο που, κατά Freud, λέει την αλήθεια. Με τη διπλή άρνηση της πραγματικότητας, το όνειρο του ονείρου λέει την αλήθεια και, με ανάλογο κατά την Anne Ubersfeld τρόπο, την αλήθεια –όχι την πραγματικότητα, την αλήθεια!– λέει ΚΑΙ το έργο μέσα στο έργο. Η κωμωδία μέσα στην Κωμωδία!
Μια υπέροχη νουβέλα-καλειδοσκόπιο που πηγαινοέρχεται στους χρόνους και τους καιρούς, πατώντας πάνω στη ράγα του συμβόλου του απείρου ∞, αυτού του οριζόντιου 8, που ο Κυριακίδης κοιτά με παιγνιώδη διάθεση, πότε στην κατακόρυφη και πότε στην οριζόντια μορφή του:
- καθέτως εμφανίζεται το 8 σε πολλαπλάσια ή υποπολλαπλάσιά του, αλλά και ως έχει, σαν ψηφίο αριθμών μονοψήφιων ή πολυψήφιων: 8 χρόνια, 80 τετραγωνικά, 16 συνολικά βιβλία-8 πανομοιότυπα, 4 παιδιά, 28 λεπτά, 4 χιλιόμετρα και 180 μέτρα, 18 Ιουνίου, στις 8.28, café 24, ένα 24 ισοπεδωμένο…
- οριζοντίως, ως έννοια του απείρου δηλαδή, το συναντάμε στις «ατέρμονες σκάλες του μετρό», σε «αυτό το μέλλον που φάνταζε βιολογικά ατέρμονο και μαθηματικά άφθαρτο», αλλά και στα σχήματα λόγου που αναπαριστούν λεκτικά ή νοηματικά την ταινία Moebius (απελευθερωμένα και απελευθερωτικά / έτσι όπως λένε όλοι πως κλαίνε πάντα οι άνδρες που όπως λένε όλοι δεν κλαίνε ποτέ / πάντα-ποτέ / το ρεαλιστικά μαγικό κοσμοδρόμιο του μαγικού ρεαλισμού / λίγο πριν ή λίγο μετά / Κορίνθου-Πατρών ή Πατρών-Κορίνθου / Το αίμα που έτρεχε νωπό και κόκκινο σαν αίμα / Να του πει τι ήθελε να πει / Σιωπή βαρύτερη κι από στίχο νομπελίστα που σωπαίνει / Το αστυνομικό δαιμόνιο του αστυνομικού / Η εικόνα της κυρίας που τρώει σταφίδες οι οποίες είχαν «φάει» τον άντρα της κυρίας / το τέλος της αρχής του / Αριάδνη από το Νίτσα.)
- τις πνευματικές του συγγένειες (πίσω από την οδό Παπαδημητρακοπούλου και τον πολυμορφικό ήρωα Παπαδημητρακόπουλο βλέπω τον διηγηματογράφο Ηλία Παπαδημητρακόπουλο∙ πίσω από την οδό Χατζηδημητρίου διακρίνω τη λεπταίσθητη Νίκη Χατζηδημητρίου)
- την προσωπική του διαδρομή (το σύντομο βιογραφικό τής σελ. 44) και το αριστερό παρελθόν (ο ΔΧ έκανε μια μάταιη απόπειρα να ξανακοιτάξει αριστερά του, μπας κι έβλεπε τίποτα απ’ το σκοτάδι που μπορεί να μην ήταν σκοτάδι), τη γυναίκα-σωτήρα που βγάζει τον άντρα από τους λαβυρίνθους του (η μυθική Αριάδνη–Νίτσα της νουβέλας και η υπαρκτή μούσα Ιωάννα–Νίτσα της ζωής του ενδέχεται να διαθέτουν το ίδιο υποκοριστικό, το οποίο καθορίζει, με αντίστροφη πορεία, το πλήρες όνομα…).
- κάνοντας copy-paste εικόνων (μια ουλή εμφανίζεται κι εξαφανίζεται από τα διάφορα πρόσωπα με αδιάφορη αιτιολογία, οι σταφίδες αποτελούν αντικείμενο συμβολαίου αλλά και φαγώσιμο πασατέμπο, ο λαβύρινθος της Αριάδνης προβάλλεται στη στοά του κουρέα πατέρα της)
- προσδίδοντας κυλιόμενους ρόλους σε επίθετα και ουσιαστικά (υδράργυρη πραγματικότητα / έμβρυο μήνυμα / σαμουράι τηλεφωνητής / απομεσήμερη ραστώνη / χλωροφόρμια μνήμη)
- απαλείφοντας γράμματα χάριν παιγνίου (Caf Coca C -θυμάμαι το Neraska από τις «Τεχνητές Αναπνοές»)
- χαριεντιζόμενος με την αμφισημία των λέξεων ή περιγελώντας την προσωρινή τους αξία [οδός άσφαλτη (άσφαλτος αλλά και αλάνθαστη) λαιμητόμος / ομοτράπεζος αναγνώστης (δουλεύει στην ίδια Τράπεζα) / ακακίες και άλλα καλοπροαίρετα δέντρα / γνήσια φορμάικα (ένα υλικό 100% φο) / ομηρική ανηφόρα (για την οδό Ομήρου) / ασφάλεια: λέξη ειρωνική μοναχή της / ο κουρέας που χάνει τα μαλλιοκέφαλά του / το κουμπί του τηλεφωνητή που κόκκινο κόκκινο εκλιπαρούσε ανερυθρίαστα / τα ολοστρόγγυλα τετραγωνικά]
- χαϊδολογώντας την ακοή μας με παρηχήσεις υπέροχης χλεύης (ακριτομυθία – παρατεινόμενη ακριτική θητεία / αγένειος και αγενής φύλακας / Χαρά στη χαροκαμένη κυρία Χ).
αλλά και σαγηνεύεται από τα παράλογα που γεννά η λογική της γλώσσας (ένα όνειρο δεν το άφηνε να κοιμηθεί) καθώς και η προβολή του ολογράμματος των ονείρων στην πραγματικότητα (ο Ριπ Βαν Ουίνκλ εμφανίζεται και σαν ήρωας και σαν μάρκα Ουίσκι!).
Αυτός ο Δημοσίας Χρήσεως ήρωας, με τον «μονοθέσιο ιδιωτικό κόσμο», περιδιαβάζει το μέλλον (ΟΛΑ τα πιθανά μέλλοντα) για να ενθέσει παρελθόν (ΟΛΑ τα δυνατά παρελθόντα) σε μια ζωή κενή σαν άγραφο βιβλίο, που άρα περιέχει εν δυνάμει ΟΛΑ τα βιβλία (Του ’χε κλέψει τη ζωή – μα ποια ζωή). Κι όταν φτάνει στα πρόθυρα του αύριο αναρωτιέται: «να πάει δεξιά ή αριστερά για να προϋπαντήσει το ξημέρωμα;» «Δεν ξέρουμε τι έγινε εκεί πίσω» και αναρωτιόμαστε τι θα κάνουμε εκεί μπρος. Η πραγματικότητα, κινούμενη άμμος, οι απαντήσεις, απαγορευτικά μονοδιάστατες. Ας παίξουμε λοιπόν! Ο χρόνος είναι… κρίμα να μείνει έξω από το παιχνίδι! Ας ανακατέψουμε την τράπουλά του και ας την κόψουμε εκεί όπου τίποτα δεν είναι τετελεσμένο, παρόλο που έχει αμετάκλητα συντελεστεί: «αν θες να ζήσεις» – «αν θες να έχεις ζήσει», τράβα όποιο χαρτί επιθυμείς. Θα σου πει τη μοίρα σου, θα σου δείξει το δρόμο ή θα σωπάσει για πάντα. Κόλαση και παράδεισος έχουν πουληστερά τρέιλερ. Κάθισε αναπαυτικά και απόλαυσε την ΚΩΜΩΔΙΑ. Περιέχει όλες τις ζωές που θες να ζήσεις, με την ελαφρότητα της πέννας ενός βαρύτιμου συγγραφέα.
Υ.Γ. Τυχερός άνθρωπος, τυχεροί και όσοι μοιραζόμαστε την καλλιτεχνική εμπειρία μαζί του: η λογοτεχνία προσφέρει αφειδώλευτα τις ζωές που ποτέ δεν θα / μπορέσουμε / προλάβουμε / αντέξουμε / τολμήσουμε / να ζήσουμε.