Για τη συλλογή διηγημάτων της Βίκυς Κλεφτογιάννη «Λεύκες» (εκδ. Κέδρος). «Δεν στέκεται στην επιφάνεια ενός γεγονότος, αλλά λειτουργεί αποτελεσματικά όταν καταφέρει να μιλήσει για την καρδιά του γεγονότος».
Γράφει ο Μιχάλης Πιτένης
«Κάθε βράδυ, πριν κλείσει το παράθυρο του υπνοδωματίου, κοιτάζει τον ουρανό. Όταν τα σύννεφα είναι βαριά, ξαπλώνει στο κρεβάτι και περιμένει. Με τις πρώτες σταγόνες και αφού βεβαιωθεί ότι η ανάσα δίπλα της είναι παραδομένη σε βαθύ ύπνο, σηκώνεται, ξετρυπώνει από το βάθος του τελευταίου συρταριού την κόκκινη μεταξωτή ρόμπα της, βγαίνει αθόρυβα στο κλιμακοστάσιο και ανεβαίνει στην ταράτσα. Ανάλογα με την ένταση της βροχής, επιλέγει την Οφηλία, την Έντα, την Μπλανς ή την Αντιγόνη, κυλάει το νερό στο σώμα της, απαγγέλει στίχους, ερμηνεύει μονολόγους, σκηνοθετεί τον εαυτό της, εκεί ψηλά, με θεατές τα φώτα της πόλης, ντύνεται τις διαφορετικές γυναίκες που της συστήνονται όταν όλοι λείπουν από το σπίτι και όλα είναι τακτοποιημένα και ήσυχα, κι εκείνη βρίσκει λίγο χρόνο για να βουτήξει στις χάρτινες ζωές τους.»
Το απόσπασμα με το οποίο ξεκινώ το κείμενο μου αυτό είναι η παράγραφος με την οποία ολοκληρώνεται το διήγημα με τίτλο «Ζωή εν τάξει», ένα από τα είκοσι τρία διηγήματα που συμπεριλαμβάνονται στη συλλογή «Λεύκες» (εκδόσεις Κέδρος) της Βίκυς Κλεφτογιάννη. Προσωπική μου άποψη πως είναι ένα από τα δυνατότερα της συλλογής. Ως σύλληψη, ως ιδέα, ως απόδοση. Αυτό δεν σημαίνει πως τα υπόλοιπα είκοσι δύο υπολείπονται. Κάθε άλλο. Στο συγκεκριμένο, όμως, που δεν μιλά για τίποτα το συγκλονιστικό, το μοναδικό ή το ξεχωριστό, παρά μόνο για τη ζωή μιας συνηθισμένης νοικοκυράς που θέλει τα πάντα στο μικρόκοσμο της να είναι εν τάξει ανά πάσα στιγμή, αυτή η τάξη που υπάρχει γύρω της, χάρη στην ίδια, δεν υπάρχει μέσα της. Και ενώ για την εξωτερική τάξη φροντίζει με κάθε επιμέλεια και σχολαστικότητα, για την εσωτερική βολεύεται και ξεγελιέται με το να ερμηνεύει ως άλλη θεατρίνα τις «χάρτινες» ζωές κάποιων άλλων γυναικών.
Ρόλοι που δεν είναι «χάρτινοι» και αποστολή που δεν την επέλεξαν όλες με ελεύθερη βούληση, αλλά κάποιες υποχρεώθηκαν ή δέχτηκαν μοιρολατρικά να την αναλάβουν.
Ωστόσο, δεν είναι η μόνη ηρωίδα της συλλογής που βιώνει μια τέτοια κατάσταση. Σε ανάλογη θέση βρίσκονται κι άλλες καθώς προσπαθούν να υπηρετήσουν κάτι που δεν είναι, κάτι που δεν τις ταιριάζει. Ηρωίδες που δεν έχουν όλες ονόματα. Έχουν, όμως, όλες ρόλους, μια αποστολή να φέρουν σε πέρας. Ρόλοι που δεν είναι «χάρτινοι» και αποστολή που δεν την επέλεξαν όλες με ελεύθερη βούληση, αλλά κάποιες υποχρεώθηκαν ή δέχτηκαν μοιρολατρικά να την αναλάβουν. Μια αποστολή που σε ορισμένες περιπτώσεις θυμίζει σταυρό του μαρτυρίου, μόνο που δεν διαρκεί λίγες μέρες, αλλά πολλές, τις περισσότερες ίσως, απ’ όσες ζήσουν.
Κείμενα για τη γυναίκα κάθε εποχής
Η Βίκυ Κλεφτογιάννη μέσα από τα κείμενα της επιλέγει να μιλήσει για τη γυναίκα της κάθε εποχής. Τη γυναίκα θύμα των συνεπειών του πολέμου και των φυλετικών διώξεων, των ταξικών αγώνων και της αντίστασης, των προκαταλήψεων και των αυστηρά προκαθορισμένων και απαράβατων σεξουαλικών επιλογών, τη γυναίκα έρμαιο των ανισοτήτων, των υποχρεώσεων και των κανόνων ανδροκρατούμενων κοινωνιών, μόνιμο και εύκολο στόχο βίαιων ανδρών, τη γυναίκα που μεταναστεύοντας τσαλαβουτάει σε αφιλόξενα νερά αλλά δεν παύει να ελπίζει. Τη γυναίκα που ονειρεύεται αλλά κρατά για τον εαυτό της τα όνειρα που κάνει, που τολμά και πετυχαίνει αλλά το μόνο που κερδίζει έναν μισοειπωμένο καλό λόγο, παραμένοντας σταθερά σε μειονεκτική θέση και δεύτερο ρόλο κι ας παίζει με επιτυχία τον πρώτο. Τη γυναίκα που, όταν αμαρτάνει ή λαθεύει, σπάνια θα της αναγνωριστεί κάποιο ελαφρυντικό και πολύ δύσκολα θα της αναγνωριστεί το δίκιο της ακόμα και στις περιπτώσεις που είναι όλο, χωρίς καμιά αμφισβήτηση, με το μέρος της.
Πετυχαίνει οι ηρωίδες της να ξεφύγουν από τη λογική του εφήμερου, του συνηθισμένου και του επαναλαμβανόμενου, αποκτώντας μια μοναδικότητα.
Οι εικόνες των διηγημάτων της συγγραφέως δεν είναι πρωτόγνωρες, ούτε, δυστυχώς, λείπουν, ορισμένες απ’ αυτές, από την καθημερινή ειδησεογραφία. Η καλή λογοτεχνία όμως, δεν είναι τα νέα της ημέρας, ούτε η επικαιρότητα. Είναι πάντα κάτι πιο βαθύ και ουσιαστικό. Δεν στέκεται στην επιφάνεια ενός γεγονότος, αλλά λειτουργεί αποτελεσματικά όταν καταφέρει να μιλήσει για την καρδιά του γεγονότος. Μπορεί τα όσα μας περιγράφει η Βίκυ Κλεφτογιάννη στα κείμενα της να είναι αποκυήματα της δημιουργικής φαντασίας της, ή να τα συνέθεσε παίρνοντας στοιχεία από διάφορα συμβάντα, ή να τα ανέσυρε από τις σελίδες της ιστορίας, αλλά το σημαντικό είναι πως σε κάθε ένα από τα διηγήματα της καταφέρνει να σε οδηγήσει στην ουσία του θέματος που θίγει, στον πυρήνα αυτού που την απασχολεί. Πετυχαίνει οι ηρωίδες της να ξεφύγουν από τη λογική του εφήμερου, του συνηθισμένου και του επαναλαμβανόμενου, αποκτώντας μια μοναδικότητα.
Ολοκληρώνοντας τις ιστορίες τους, είσαι πια σε θέση να τις κατανοήσεις και να τις δεις με αληθινά πρόσωπα, κι ας μην τα περιγράφει στα κείμενα της, πρόσωπα που σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να σου φανούν γνώριμα.
Η ολοκλήρωση της συλλογής με το διήγημα «Λεύκες» εύστοχη. Είναι οι λεύκες που «Τα καλοκαίρια απλώνουν το μαγνάδι τους προστατευτικά πάνω απ’ τα χρυσά στάχυα, δίνουν με τις χούφτες νερό στους θεριστές, σκουπίζουν τον ιδρώτα των γυναικών που συλλέγουν κόκκινους καρπούς και δροσίζουν τους άντρες με τα βαριά δέματα στους ώμους, χαρίζοντας τους τετράφυλλα τριφύλλια. Το φθινόπωρο τραγουδούν δυνατά στα έρημα βαμβακοχώραφα, απαντώντας στις μεθυσμένες μελωδίες απ’ τις πλαγιές του Ελικώνα, τανύζονται, ψηλώνουν κι άλλο, τρίζουν οι ξύλινες ραφές, τους χειμώνες υπομένουν τις καταιγίδες κι αφήνουν ό,τι τις βαραίνει να κυλήσει…». Είναι οι λεύκες που η συγγραφέας τις αποδίδει κάποια απ’ τα χαρακτηριστικά των γυναικών, δοτικές και τρυφερές σαν εκείνες, που ξέρουν πώς να συνδράμουν, να παρασταθούν, να προσφέρουν.
Μικρά σε έκταση όλα τα διηγήματα. Μια δύσκολη επιλογή για τον κάθε συγγραφέα που καλείται να συμπυκνώσει χωρίς να αφαιρέσει, να υπονοήσει χωρίς να παραλείψει, να ελαχιστοποιήσει χωρίς να οδηγηθεί σε κάτι λειψό. Μια δύσκολη επιλογή που όμως εδώ λειτουργεί αποτελεσματικά καθώς φτάνοντας στο τέλος τους δεν νιώθεις πως κάτι χρειαζόταν περισσότερο. Με τα όσα διάβασες έχεις πάρει πια τη σκυτάλη για να πας την ιστορία πιο πέρα, να ανακαλύψεις τις διάφορες πτυχές της που η Βίκυ Κλεφτογιάννη υπαινίχθηκε εύστοχα με τη γραφή της αλλά απέφυγε έντεχνα να τις απλώσει ολόκληρες μπροστά σου, στερώντας σε τελικά από την αναγνωστική απόλαυση του να τις εντοπίζεις και, ως ένα βαθμό, να τις ανασυνθέτεις μόνος σου.
Η γραφή της προσεγμένη, καλοδουλεμένη. Ο λόγος της σε κάποιες περιπτώσεις ποιητικός, τόσο όσο χρειάζεται για να ειπωθούν πράγματα που ίσως ο πεζός λόγος θα δυσκολευόταν να τα αποδώσει όπως τους αξίζει. Μια συλλογή διηγημάτων, εν τέλει, που της αξίζει η προσοχή μας.
* Ο ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΙΤΕΝΗΣ είναι συγγραφέας. Τελευταίο του βιβλίο, το μυθιστόρημα «Γιαλάν Ντουνιάς» (εκδ. Γράφημα).