Της Έλενας Χουζούρη
Όταν ο Nick Hornby έγραφε το High Fidelity ίσως δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι το «κόλλημα» με τα βινύλια ήταν δυνατόν εκτός από το να καταστρέψει μια ερωτική σχέση να οδηγήσει κάποιον μέχρι το φόνο. Είναι όμως έτσι; Μπορεί κάποιος να σκοτώσει για μια χούφτα βινύλια, και όχι δολάρια, όπως γνωρίζαμε έως σήμερα;
Η Χίλντα Παπαδημητρίου δια του τίτλου του πρώτου μυθιστορήματός της μοιάζει να μας κλείνει το μάτι με νόημα. Αν μάλιστα ανήκουμε στους εκ συστήματος –ανεξαρτήτως πλέον ηλικίας– ρέκτες της ροκ μουσικής και –λόγω ηλικίας- γνώστες της ιδιαίτερης αφής και ακοής των βινυλίων, τότε το κλείσιμο του ματιού μας οδηγεί κατ ευθείαν στο να ανακαλύψουμε τι κρύβεται πίσω από τον γαργαλιστικό αυτόν τίτλο.
Δυο λόγια όμως για την συγγραφέα η οποία κάνει το ντεμπούτο της στην πεζογραφία. Η Παπαδημητρίου [1957] ανήκει στη γενιά αυτών που πέρασαν εφηβεία και νιότη παρέα με τα βινύλια. Εκτός του ότι είχε και η ίδια δισκάδικο για μια ολόκληρη εικοσαετία, έχει γράψει δύο μονογραφίες για τους Beatles και τους Clash, και ανάμεσα στις μεταφράσεις της συνυπάρχουν ο Bob Dylan, o Leonard Cohen, o Nick Hornby. Δεν είναι λοιπόν τυχαίος ο χώρος μέσα στον οποίο κινούνται οι ήρωές της ούτε και οι προσωπικότητες των ηρώων της.
Σε αντίθεση με τον πρώτο διδάξαντα Nick Hornby που μας έδωσε ένα μονοφωνικό βιωματικό στη βάση του μυθιστόρημα για να μιλήσει για το κόλλημα με τα βινύλια και τις επιπτώσεις του στην ζωή του ήρωά του, η Παπαδημητρίου επιλέγει τη φόρμα του πολυφωνικού αστυνομικού μυθιστορήματος διοχετεύοντας το προσωπικό της βίωμα με αρμονικό και δίκαιο τρόπο στους ήρωές της. Μάλιστα η συγγραφέας καινοτομεί ακόμη και στο πώς παρουσιάζει τον χαρακτήρα του απαραίτητου στο μυθιστορηματικό αυτό είδος, αστυνόμου. Ο δικός της αστυνόμος Χάρης Νικολόπουλος δεν είναι ούτε ένας περίεργος αντισυμβατικός αστυνόμος στυλ Ρέμπους, ούτε ένας νοικοκύρης καλοκάγαθος και αδιάφθορος στυλ Μπέκα και Χαρίτο αλλά ένας… μαμάκιας που οι κοντινοί του συγγενείς αποκαλούν περιπαικτικά Βαρύγλυκο[!]. Ένας αστυνόμος που εκτός των παραπάνω έχει το δικό του κρυφό κόλλημα με την ξένη μουσική, που μεταφράζεται σε Beatles και οτιδήποτε έχει σχέση με τους τέσσερεις μύθους από το Λίβερπουλ. H υπόθεση της δολοφονίας του 52χρονου συλλέκτη βινυλίων Σταμάτη Παυλίδη με… τασάκι-ροζ κάντιλακ του Πρίσλευ, είναι η πρώτη που ανατίθεται στον Χάρη Νικολόπουλο. Μέχρι τότε τον είχαν χαμένο κάπου στα Αρχεία της Αστυνομίας. Οπότε ευκαιρία για μέλλον λαμπρό για τον νιόβγαλτο αστυνόμο αλλά και ανασφάλεια στο κόκκινο.
Και η βασική ερώτηση να πλανάται στον ορίζοντα του μυθιστορήματος: Μα είναι δυνατόν να σκοτώσεις για μια χούφτα βινύλια; Δεν προλαβαίνει ο αστυνόμος να απαντήσει στο ερώτημα και οι νεκροί συλλέκτες βινυλίων γίνονται… τρεις! Όλους τους συνδέει ένα ξύλινο χειροποίητο, ζωγραφιστό κουτί όπου βάζεις από νόμιμο έως παράνομο καπνό, κοινώς χόρτο. Στο μυθιστορηματικό κάδρο που συνεχώς διευρύνεται με μαεστρία δόκιμου συγγραφέα εμφανίζονται διάφοροι αντιπροσωπευτικοί τύποι της «φυλής» των κολλημένων με το βινύλιο που αντί να βοηθήσουν τον αστυνόμο τον μπερδεύουν ακόμη περισσότερο προς τέρψιν του μυθιστορηματικού σασπένς. Ο μηχανόβιος Μανώλης Ατσαλένιος, με γκριζαρισμένη αλογοουρά και απαραίτητο στριφτό. Είναι αυτός που είχε τοποθετήσει σιδεριές στα μπαλκόνια και στα παράθυρα στα σπίτια και των τριών νεκρών. Ο Μαρκίδης, γείτονας του Παυλίδη, λαλίστατος, συλλέκτης δίσκων 78 στροφών εκ κληρονομιάς. Ο Ισίδωρος Πουλόπουλος έτερος συλλέκτης, πελάτης του δισκάδικου του Φώντα, σχεδόν για δέσιμο. Τάσεις καταδίωξης, μυθομανής. Βασίλης Καρελίδης, ο περίφημος Β.Κ. Κεντρικό ρόλο όμως παίζουν τρία πρόσωπα. Ο σαρανταπεντάρης Φώντας, ιδιοκτήτης δισκάδικου [αποκλειστικά βινύλιο] στα Εξάρχεια, ένας τύπος συνώνυμο της αυτοκαταστροφής, της κατάθλιψης και της παραίτησης, κολλημένος όχι με τα βινύλια αλλά με την τέως γυναίκα του, Σόνια. Η οποία είναι αυτό που λέμε cherchez la femme. Ωραία, μοιραία και εναλλακτική. Αλλάζει γνώμη κάθε 12 ώρες σαν τα νερά της Χαλκίδας. Η παρουσία της προαναγγέλλει πάντοτε τσουνάμι. Ζει τον περισσότερο χρόνο της στο Πήλιο ανάμεσα σε τσάγια, βότανα, ταρώ και τον γάτο της τον Αχάμπ. Που και που πετάγεται στην Αθήνα για περίεργους σκοπούς. Όσο για τον Φώντα τον έχει γραμμένο. Μέχρι να αρχίσουν οι δολοφονίες. Η μικρότερη αδελφή της Σόνιας, Τατιάνα, το καλό, συμπαθητικό, ασχημόπαπο της παρέας, στη σκιά της ντίβας αδελφής. Με καλές σπουδές στην Αγγλία, μ έναν Άγγλο αγαπημένο που τσακίζεται με τη μηχανή του. Εργάζεται στο δισκάδικο του Φώντα που χωρίς αυτήν θα είχε ήδη κατεβάσει ρολά. Λεπτομέρεια: Σόνια και Τατιάνα είναι ξαδέλφες του χοντρούλη αστυνόμου. Η Σόνια τον περιφρονεί, η Τατιάνα τον συμπαθεί και προσπαθεί να τον βοηθήσει. Μέσα σ’ όλους αυτούς μπλέκεται και μια νεαρή αστυνομικίνα που καλοβλέπει τον Νικολόπουλο. [Υπερβολικά ωραιοποιημένη την βρήκα].
Όσο προχωρεί το μυθιστόρημα τόσο τα πράγματα μπλέκονται και για τον Νικολόπουλο και για μας που η περιέργεια μας ανεβαίνει ώσπου έρχονται τα αναπάντεχα το ένα μετά το άλλο. Και… ποιος τελικά σκοτώνει για μια χούφτα βινύλια; Ή μήπως το ερώτημα είναι ψευδεπίγραφο και η απάντηση εντελώς διαφορετική; Εκτός κι αν υπάρχουν περισσότερες από μία απαντήσεις. Αυτό ας το ανακαλύψει ο αναγνώστης ο οποίος θα διαβάσει και θα απολαύσει ένα ιδιαίτερα καλογραμμένο μυθιστόρημα που ακολουθεί πολύ προσεκτικά τους κανόνες του κλασικού αστυνομικού, ανατρέποντας όμως τους γνωστούς τύπους που συναντούμε σ αυτό, που στήνει δυνατούς χαρακτήρες, που έχει οικονομία, είναι στιβαρό και δεν χαλαρώνει καθόλου. Επιπλέον, με το μυθιστόρημά της η συγγραφέας ανοίγεται σ’ έναν χώρο της σύγχρονης πόλης, περιθωριακό, με μοναχικούς ανθρώπους, που όμως έχουν τους δικούς τους κώδικες τους οποίους κατορθώνει και να διαβάσει σωστά και να τους μοιραστεί με αναγνώστες που μπορεί να μην τους γνωρίζουν. Από την άποψη αυτή το μυθιστόρημα έχει και κοινωνιολογικό βάρος. Ακόμα, η συγγραφέας κλείνει ελαφρώς το μάτι σε μια πιο μεταμοντέρνα μυθιστορηματική δομή ενσωματώνοντας στην αφήγηση το ημερολόγιο της Τατιάνας. Το τελευταίο στοιχείο βέβαια είναι η μουσική ιστορία του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα -κυρίως των τριών τελευταίων δεκαετιών- που απλώνεται σε όλο το μυθιστόρημα, και που δεν αφήνει ασυγκίνητους όσους την έχουν βιώσει. Δεν απομένει παρά να περιμένουμε το δεύτερο μυθιστόρημα της Χίλντας Παπαδημητρίου.
Χίλντα Παπαδημητρίου
Εκδ. Μεταίχμιο
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΗΣ ΧΙΛΝΤΑΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ