Για το πεζογράφημα της Μαρίας Γιαγιάννου «R.I.F. Ο θάνατος στο φέισμπουκ» (εκδ. Στερέωμα).
Γράφει ο Γιώργος Ν. Περαντωνάκης
Υπάρχει ο πραγματικός εαυτός, με τα βιολογικά και τα κοινωνικά του χαρακτηριστικά, και ο φεϊσμπουκικός (ή άλλων κοινωνικών δικτύων), ο οποίος συντίθεται από λόγια και φωτογραφίες και σκηνοθετείται, εμπρόθετα ή μη, από τον πραγματικό. Η διάστασή τους είναι δεδομένη και φτάνει στα άκρα, όταν ο πρώτος πληρώσει τις μέρες του στη γη και αποδημήσει εις το Επέκεινα. Τότε, ο δεύτερος εαυτός εξακολουθεί να υπάρχει, συνήθως ανενεργός, αλλά συνάμα παρών και εν δυνάμει λειτουργήσιμος, είτε από τους οικείους του νεκρού, είτε από φίλους που θα έρθουν να τον γεμίσουν.
Το βιβλίο της είναι ένα υβριδικό κείμενο, από αυτά που ξεπηδούν συνεχώς τα τελευταία χρόνια, με παντεσπάνι έναν μικροδοκιμιακό λόγο: μικρές παράγραφοι, ρητές θεματικές προτάσεις, καίρια διατύπωση της σκέψης της, φιλοσοφικός στοχασμός ως προς την καθημερινότητα κ.λπ.
Πάνω σ’ αυτήν την υπαρκτή συνθήκη, η Μαρία Γιαγιάννου, με σπουδές στα ΜΜΕ, με πολύπλευρο έργο στα λογοτεχνικά και εικαστικά δρώμενα, οργανώνει μια αλυσίδα σκέψεων πάνω στον τριπλεγμένο βόστρυχο του facebook, του θανάτου και της (κατα)γραφής, όταν αυτά συμπλέουν αλλά κυρίως όταν αυτά αποχωρίζονται. Το βιβλίο της είναι ένα υβριδικό κείμενο, από αυτά που ξεπηδούν συνεχώς τα τελευταία χρόνια, με παντεσπάνι έναν μικροδοκιμιακό λόγο: μικρές παράγραφοι, ρητές θεματικές προτάσεις, καίρια διατύπωση της σκέψης της, φιλοσοφικός στοχασμός ως προς την καθημερινότητα κ.λπ. Και πάνω σ’ αυτή τη βάση στρώνονται η μικροαφήγηση, η εξομολόγηση, το χιούμορ, ο αποφθεγματικός λόγος, η διακειμενική σύντηξη απόψεων άλλων, το παράδειγμα, το ποίημα κ.ά., που κάνουν τον λόγο της ζωντανό και άκρως ενδιαφέροντα. Ενώ δηλαδή σε προβληματίζει, συνάμα σε προσελκύει σε ένα αναγνωστικό τανγκό, το οποίο σε παρασύρει σε μια σειρά σκέψεων, ωφελίμων άμα και τερπνών.
Τι γίνεται όταν ο χρήστης αποβιώσει και το προφίλ του μείνει πίσω άδειο κουφάρι;
Ο πυρήνας της πραγμάτευσής της, όπως φάνηκε και στην αρχή, είναι ο θάνατος στο facebook. Τι γίνεται όταν ο χρήστης αποβιώσει και το προφίλ του μείνει πίσω άδειο κουφάρι; Τέσσερα ενδεχόμενα: πρώτον, κάποιος συγγενής του, που λειτουργεί ως διαχειριστής, αναλαμβάνει να το κατεβάσει, δεύτερον αυτό να μείνει ες αεί εκεί ως κενοτάφιο, έρμαιο στις διαθέσεις των friends, τρίτον να αναχθεί σε μνημείο που -δηλωμένα «ad memoriam»- υπενθυμίζει τον νεκρό και τέταρτον η δυνατότητα κάποιος να κατεβάσει όλες τις αναρτήσεις σε ένα αρχείο. Με κέντρο, λοιπόν, τον θάνατο η συγγραφέας απλώνει επάλληλους κύκλους, που περιλαμβάνουν την εκδήλωση πένθους για δημόσια ή οικεία πρόσωπα, την αποστολή ευχών στον τεθνεώτα, είτε από άγνοια για την τελευτή του, είτε ως πράξη διαλόγου με τον άλλο κόσμο…
Η φήμη, λέει η Μ. Γιαγιάννου, νικά την πραγματικότητα.
Το μικρό αυτό βιβλιαράκι των 114 σελίδων ήταν μια ευχάριστη αναγνωστική έκπληξη, γιατί με δούρειο ίππο τον θάνατο στο facebook μπόρεσε να αναπτύξει μια ολόκληρη δέσμη ιδεών. Η προσομοίωση, όπως την είχε συλλάβει ο Jean Baudrillard στα «Ομοιώματα και προσομοίωση» (εκδόσεις Πλέθρον), έχει τη δική της δυναμική, συχνά υποκαθιστά και αντικαθιστά την πραγματικότητα και εκτιμάται εξίσου ή και περισσότερο από αυτήν. Με άλλα λόγια, η εικόνα του φεϊσμπουκικού προφίλ υπερτερεί συχνά του πραγματικού εαυτού, διαιωνίζεται ως scripta manent, εντυπώνει (στην οθόνη) το ανθρώπινο «είναι», ακόμα κι αν αυτό έχει αλλάξει ή πεθάνει. Η φήμη, λέει η Μ. Γιαγιάννου, νικά την πραγματικότητα.
Από την άλλη, οι σχέσεις που διαμεσολαβούνται μέσω των κοινωνικών δικτύων, ενώ φαίνεται ότι συσφίγγονται με συχνές επαφές, ενδείξεις ευαρέσκειας (likes) και συμ-πάθειας, συνήθως είναι ατροφικές, επειδή το μέσο υποκαθιστά τη διά ζώσης επικοινωνία και οι υποχρεώσεις (για γενέθλιες ή εορταστικές ευχές, για συλλυπητήρια, για προσέγγιση του έργου του χρήστη κ.ά.) διεκπεραιώνονται με γρήγορα clicks και ανώδυνες εξ αποστάσεως λέξεις.
Το facebook μιλάει τη δική του γλώσσα που αφομοιώνει όλες τις άλλες. Κι η μικροδοκιμιογράφος αναμειγνύει εύστοχα τον επίσημο λόγο της συλλογιστικής σκέψης με τον καθημερινό, τα ελληνικά με τα αγγλικά και ειδικότερα την ιδιόλεκτο των social media, το στοχαστικό ύφος με το χιούμορ που σκάει μύτη απρόσμενα, δείγμα ότι όλα μέσα στην οθόνη, ακόμα και ο θάνατος, έχουν μια κωμικοτραγική διάσταση, μια τραγελαφική νότα. Γιατί; Μα γιατί οι συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί και εν πολλοίς ρουφούν μέσα τους τους χρήστες συναιρούν τη σοβαρότητα με τη σκανδαλιά σε ένα αξεδιάλυτο σύνολο.
Ανάλογα, ένας συγγραφέας χρησιμοποιεί τη γραφή για να κερδίσει την υστεροφημία. Γράφει για να αφήσει τον εαυτό του πάνω στο χαρτί, ακόμα κι όταν ο ίδιος αποδήμησει εις Κύριον· αντίστοιχα-αντίθετα, όταν ο χρήστης του Fb γράφει, ο αποδέκτης των αναρτήσεών του πιστεύει υποσυνείδητα ότι ο πρώτος είναι πάντα παρών, ζωντανός, διαθέσιμος, μάλλον λόγω της προφορικότητας των γραπτών posts.
Η Μ. Γιαγιάννου χρησιμοποιεί τη συντομία των αναρτήσεων των κοινωνικών δικτύων, για να γράψει ένα μεταφεϊσμπουκικό βιβλίο, συντομία που εντάσσει την προσπάθειά της στη χορεία των επιγραμμάτων τα οποία από την αρχαιότητα κατέχουν ισχυρή θέση στα γράμματά μας. Βεβαίως δεν γράφει επιτύμβια επιγράμματα, αλλά στοχαστικά, που συμμειγνύουν το δοκίμιο, το παράδειγμα, το σύνθημα, το χιούμορ κ.ά. για να συζητήσει το είναι και το φαίνεσθαι στο facebook, τον θάνατο του χρήστη αλλά και την «αθανασία» (;) της γραφής. Κατά βάση, δεν επικρίνει παρόλο που κρίνει, δεν μέμφεται παρόλο που σκώπτει, δεν περνάει λουδίτικα μηνύματα, παρόλο που αντιλαμβάνεται την προσομοίωση και τη σκηνοθεσία, συνειδητή ή υποσυνείδητη. Δυνατή έμπνευση και εξίσου δυνατή εκτέλεση.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ είναι διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας, κριτικός βιβλίου και συγγραφέας. Τελευταίο του βιβλίο, το μυθιστόρημα «Πυθαγόρας» (εκδ. Καστανιώτη).
Αντιπροσωπευτικό απόσπασμα
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΝΟ5: Η ειρωνική συγκυρία των γενεθλίων. Όταν οι συντονιστές του Facebook δεν έχουν ενημερωθεί για τη νέα κατάσταση [τον θάνατο του χρήστη], το προφίλ του εκλιπόντος εξακολουθεί να λειτουργεί ωσάν ο άνθρωπος να ζούσε ακόμη. Στα γενέθλιά του επικρατεί ενθουσιασμός. Ευχές όπως «Πολύχρονος να είσαι», «Η ζωή να σου φέρει υγεία και ευτυχία», ένα απλό και τίμιο «Χρόνια πολλά» και άλλα τέτοια, συνοδεύονται από τις καλύτερες προθέσεις.
«Πού χάθηκες, αδελφέ; Ελπίζω να βρεθούμε σύντομα». Αδελφέ, be careful what you wish for.