Για το μυθιστόρημα της Άννας Γρίβα «Εξόριστες βασίλισσες» (εκδ. Μελάνι).
Της Ευσταθίας Δήμου
Το πρόσφατο πεζογράφημα της Άννας Γρίβα, που εντάσσεται ειδολογικά στη μυθιστορηματική αφήγηση και, πιο συγκεκριμένα, στο επιστολικό μυθιστόρημα, φέρει τον αινιγματικό, ως προς τη σύζευξη και τη σύνδεση των δύο λέξεών του, τίτλο Εξόριστες βασίλισσες.
Η φράση αυτή, που η συγγραφέας επέλεξε για την πρώτη γνωριμία και επαφή του αναγνώστη με το βιβλίο της, προσανατολίζει ή καλύτερα υποψιάζει τον τελευταίο για την τοποθέτηση της δράσης του βιβλίου σε μια περασμένη εποχή, μια εποχή που το βασιλικό αξίωμα ήταν πραγματικότητα και κέντρο της πολιτικής ζωής, αλλά και για τη βαθύτερη φιλοσοφία και προσανατολισμό της δημιουργικής σκέψης της που είναι η έννοια και η πράξη της αποκαθήλωσης, όπως μπορεί να νοηθεί η ψύχραιμη, ρεαλιστική και απογυμνωτική ματιά ενός δημιουργού πάνω στα φαινόμενα, εν προκειμένω πάνω στη θέση της γυναίκας, και η διάθεσή του να φτάσει και να αποκαλύψει την αλήθεια, ακριβώς για να μπορέσει, μετά την αποκαθήλωση, να οραματιστεί και να πραγματώσει την εξύψωση και την καταξίωση.
Στην Κωνσταντινούπολη του 462 μ.Χ
Η ιστορία του βιβλίου τοποθετείται, πράγματι, στην Κωνσταντινούπολη του 462 μ.Χ., μέσα σε μια εποχή και έναν τόπο που φαινομενικά μοιάζει διαφορετικός και ξένος από τη σύγχρονη πραγματικότητα, στην ουσία όμως αποτελεί αντανάκλαση και αντικατοπτρισμό της στο μέτρο και στον βαθμό που η συγκρότηση των ανθρώπων ακολουθεί την ίδια δύσκολη, ανηφορική και γεμάτη ματαιώσεις πορεία προς την τελείωση ή καλύτερα την αρτίωση, ηθική, ερωτική, αλλά και κοινωνική -πολιτική. Η κεντρική ηρωίδα του βιβλίου, στην οποία ανήκει η ημερολογιακή αφήγηση που αποτελεί το κυρίαρχο τμήμα της συνολικής αφήγησης, είναι η Αθηναία Αθηναΐδα, εθνική στο θρήσκευμα, η οποία μετονομάστηκε σε Ευδοκία και βαπτίστηκε χριστιανή πριν από τον γάμο της με τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο.
Γύρω από την κεντρική αυτή μορφή κινείται ένα σύνολο από άλλους ήρωες. Πρόκειται για τον Θεοδόσιο, σύζυγο και εκδικητή της Ευδοκίας, τον αδελφικό του φίλο Παυλίνο, εραστή της αυτοκράτειρας και μοναδική αγάπη της ζωής της, την κόρη της Ευδοξία η οποία, έπειτα από την αιχμαλωσία της στην Αφρική από τους βανδάλους επιστρέφει στη γενέτειρά της όπου και ανακαλύπτει το ημερολόγιο της μητέρας της, μια ιστορία και μια γραφή γεμάτη πάθος και έξαψη, μια αφήγηση που δεν αποτυπώνει μόνο τα γεγονότα του παρελθόντος, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο ένας άνθρωπος, εν προκειμένω μια γυναίκα, η Αυγούστα Ευδοκία, πάλεψε μέσα από αντιξοότητες για να κερδίσει την υπαρξιακή της ταυτότητα και τη θέση της μέσα στη συγχρονία και τη διαχρονία.
Θα μπορούσε κανείς να ισχυρισθεί, και με δεδομένη την προεξάρχουσα θέση των προσώπων, ότι πρόκειται για ένα μυθιστόρημα χαρακτήρων, μία αφήγηση επικεντρωμένη στην εσωτερική και εξωτερική εξέλιξη της κεντρικής ηρωίδας...
Κοντά στους ήρωες αυτούς ο αναγνώστης συναντά και γνωρίζει την ενδιαφέρουσα μορφή της Πουλχερίας, αδερφής του αυτοκράτορα, της υπηρέτριας Φαύστας, του φιλόδοξου και μοχθηρού ευνούχου Χρυσάφιου, της αθώας Πλακιδίας, δεύτερης κόρης της Ευδοξίας, αλλά και ένα σύνολο ανώνυμων ηρώων και ηρωίδων, τις ερημίτισσες και τους ερημίτες της Ανατολής, τις ζητιάνες, τις μάγισσες καθώς επίσης και ένα πλήθος άλλων μορφών που συγκροτούν έναν κόσμο ο οποίος πνίγεται στα πάθη και στην απέλπιδα προσπάθεια να σωθεί και να υψωθεί πάνω και πέρα από αυτά.
Θα μπορούσε κανείς να ισχυρισθεί, και με δεδομένη την προεξάρχουσα θέση των προσώπων, ότι πρόκειται για ένα μυθιστόρημα χαρακτήρων, μία αφήγηση επικεντρωμένη στην εσωτερική και εξωτερική εξέλιξη της κεντρικής ηρωίδας, αλλά και των ανθρώπων που την περιβάλλουν. Πράγματι, παρόλο που η δράση, η κίνηση του έργου ακολουθεί μια επιδέξια χαραγμένη γραμμή από μιαν αρχή σε ένα τέλος με τις απαραίτητες κορυφώσεις και γαληνεύσεις, με τις εξάρσεις και τις αναγκαίες, για την αποφόρτιση του αναγνώστη, περιγραφικές εκτροπές, φαίνεται πως η αφηγηματική πράξη είναι εστιασμένη στον τρόπο με τον οποίο η Ευδοκία πολιορκεί τον ίδιο της τον εαυτό, προκειμένου να κατορθώσει, μέσα από την πτώση, να φτάσει στην ανάταση.
Η Άννα Γρίβα γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου ζει και εργάζεται. Σπούδασε Φιλολογία στην Αθήνα (ΕΚΠΑ) και Επιστήμες και Ιστορία της Λογοτεχνίας στη Ρώμη. Είναι διδάκτωρ του Τμήματος Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του ΕΚΠΑ, με αντικείμενο την αναγεννησιακή ποίηση. Έχει εκδώσει πέντε ποιητικές συλλογές. Μεταφράζει ιταλική λογοτεχνία, με έμφαση στη γυναικεία αναγεννησιακή ποίηση. Ασχολείται ερευνητικά με την αρχαία γραμματεία και την πρόσληψή της στην Ιταλική Αναγέννηση. Διδάσκει Δημιουργική Γραφή στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο και σε εργαστήρια εκδοτικών οίκων. |
Η προσπάθεια αυτή είναι στενά συνυφασμένη με την ερωτική απελευθέρωση, με τον αυτοπροσδιορισμό της ηρωίδας και την αυτοδιάθεση του εσωτερικού της ψυχισμού και της σωματικής της ορμής και έλξης προς τον αγαπημένο της Παυλίνο. Στην πραγματικότητα, όμως, ο έρωτας είναι μια παράπλευρη λειτουργία και εκδήλωση, μια συμπληρωματική και όχι η κεντρική και κατευθυντήρια αρχή στη μάχη αυτή για τη συγκρότηση του αληθινού της προσώπου. Αυτό δεν πλάθεται ούτε από τον έρωτα, ούτε από τα γεγονότα, ούτε από τα πρόσωπα που στοιχειώνουν και ακολουθούν την πρωταγωνίστρια στις κινήσεις της. Πλάθεται από την ίδια την τέχνη της γραφής, από την ημερολογιακή της αφήγηση που την καταξιώνει και κατοχυρώνει την αυταξία και την αυθυπαρξία της, την απελευθέρωσή της από όλα τα δεσμά που επιχειρούν να την κρατήσουν φυλακισμένη σε μία θέση, σε ένα ρόλο, σε έναν εαυτό που δεν θα είναι ο εαυτός που εκείνη πόθησε και διεκδίκησε.
Ένας από τους ασφαλέστερους δρόμους για την εύρεση μιας διεξόδου και μιας αποσυμφορητικής λύσης είναι η ίδια η τέχνη η οποία δημιουργεί όλες τις προϋποθέσεις για να μπορέσει η γυναίκα, αλλά και κάθε άνθρωπος, να διαγράψει την τροχιά που επιθυμεί τόσο γύρω από τον εαυτό του, όσο και γύρω από τον κόσμο.
Γιατί, αν θελήσει κανείς να υπεισέλθει βαθύτερα στο νόημα και την ουσία του γυναικείου ζητήματος, ενός ζητήματος διαχρονικού και διατοπικού, θα διαπιστώσει ότι ένας από τους ασφαλέστερους δρόμους για την εύρεση μιας διεξόδου και μιας αποσυμφορητικής λύσης είναι η ίδια η τέχνη η οποία δημιουργεί όλες τις προϋποθέσεις για να μπορέσει η γυναίκα, αλλά και κάθε άνθρωπος, να διαγράψει την τροχιά που επιθυμεί τόσο γύρω από τον εαυτό του, όσο και γύρω από τον κόσμο.
Ιδωμένο από αυτήν την άποψη, το μυθιστόρημα της Γρίβα, με την ευελιξία και την ελκυστικότητα της αφήγησης, επιτυγχάνει τη μέθεξη του αναγνώστη, όχι τόσο στο επίπεδο της δράσης, όσο στο επίπεδο της προσωπικής του περιπέτειας, της αναγνώρισης δηλαδή, και του καθρεφτισμού του στο πρόσωπο της ηρωίδας και στην ισχυρή της επιθυμία και θέληση να βγει από το φως στο σκοτάδι και μαζί της να παρασύρει και την ίδια τη ζωή, στο σύνολό της. Αυτό σηματοδοτεί ένα άνοιγμα της μυθιστορηματικής αφήγησης προς τον αποδέκτη της, μια οικείωση του τελευταίου στο εσωτερικό και εσωτερικό δράμα της πρωταγωνίστριας και μια ανοδική διαδρομή του προς την υψηλή θέση που μόνο η τέχνη μπορεί να προσφέρει στους θεράποντες και στους μυημένους σε αυτήν.
Η ημερολογιακού τύπου αφήγηση που επιλέγεται και προεξάρχει ως κυρίαρχος τρόπος χειρισμού της αφηγηματικής ύλης, ενισχύει την παραπάνω άποψη από τη στιγμή που προτείνει και προκρίνει τη λογοτεχνική δημιουργία ως δυνατότητα και κατάκτηση κάθε ανθρώπου που βρίσκεται έρμαιο των γεγονότων, των ανθρώπων, οικείων και ξένων, της εξουσίας, των στερεοτύπων, των ιδεών και των ιδεολογιών ή, πιο σωστά, των ιδεοληψιών και παλεύει να βρει την αναπνοή του για να αρθρώσει τα λόγια και τον λόγο του.
* Η ΕΥΣΤΑΘΙΑ ΔΗΜΟΥ είναι φιλόλογος και συγγραφέας. Τελευταίο βιβλίο της, η συλλογή διηγημάτων «Κλέφτες + Αστυνόμοι» (εκδ. Γκοβόστη).