Της Ελένης Φουρνάρου
«Το φορτηγό σταμάτησε στη μέση του δρόμου και από το μεγάφωνό του μια φωνή άρχισε να διαλαλεί: "Εντός ολίγου θα μοιραστούν σε όλους δωρεάν γυάλινες μυγοσκοτώστρες, μαζευτείτε, κυρίες και κύριοι, μην παραλείψετε να πάρετε, είναι εντελώς άχρηστο αλλά είναι δωρεάν, θα πάρει ο άλλος και εσύ όχι; Ελάτε, κυρίες και κύριοι…"
και συνέχισε να επαναλαμβάνει τα ίδια, μέχρι που από περιέργεια μαζεύτηκαν κάποιοι, το φορτηγό καθυστερούσε να ανοίξει, μαζεύτηκαν κι άλλοι, αναμονή, "εντός ολίγου, κυρίες και κύριο", μικροσπρωξίματα, "εγώ ήμουν πριν από εσάς, κυρία μου", ένταση, τσαμπουκάδες, γριές ημιλιπόθυμες, και όταν τελικά άνοιξε η πίσω πόρτα του φορτηγού έγινε το έλα να δεις, έπεσαν μπουκέτα στην ψύχρα, παιδιά χάσανε τις μανάδες τους, ηλικιωμένοι ξεψύχησαν στο πεζοδρόμιο, και όλα αυτά επειδή: α) ήταν τσάμπα, β)"δεν κατάλαβα, εγώ μαλάκας είμαι να πάρουν όλοι και εγώ να μην πάρω;"
Ηθικόν δίδαγμα: Μας αξίζει, και με το παραπάνω, κάθε καραγκιόζης δήμαρχος, νομάρχης, βουλευτής και υπουργός που βλέπουμε στην τηλεόραση και αναρωτιόμαστε φωναχτά "μα καλά, ποιοι πάνε και τους ψηφίζουν αυτούς;"»
Αυτά γράφει στο οπισθόφυλλο του τρίτου του βιβλίου ο Κωστάκης Ανάν. Αυτά, λίγο πολύ, γράφει και μέσα. Πράγματα χιλιοειπωμένα, που τα σκεφτόμαστε κάθε φορά που αράζουμε μπροστά στην τηλεόραση φιλοδοξώντας να δούμε πχ ειδήσεις. Τα λέμε, τα ξαναλέμε και μετά πάμε και στριμωχνόμαστε να πάρουμε τη γυάλινη μυγοσκοτώστρα που μας αναλογεί.
Κατά τα άλλα, ο αφηγητής, πρώην φέρελπις νομικός και νυν τραπεζικός υπάλληλος, λαμβάνει από τον κολλητό του πρόσκληση σε λογοτεχνική κρουαζιέρα: φαίνεται πως ο κολλητός, Ηρακλής Παπαδόπουlost, ετοιμάζεται να εκδώσει αιφνιδιαστικά το νέο του βιβλίο. Η κρουαζιέρα λαμβάνει χώρα στο φέρι της γραμμής Πέραμα-Σαλαμίνα και περιλαμβάνει, εκτός από την παρουσίαση του βιβλίου, τη ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση του πρώτου αγώνα της εθνικής Ελλάδος στο Μουντιάλ της Αφρικής.
Ο Ανάν, χρησιμοποιώντας την τεχνική του μυθιστορήματος μέσα στο μυθιστόρημα, και δίνοντας αποσπάσματα πότε από την κρουαζιέρα και πότε από το βιβλίο του Παπαδόπουlost, φέρνει τον αναγνώστη αντιμέτωπο με το αγαπημένο του αλλοπρόσαλλο σύμπαν: τρεις φοιτητές που τρώνε τα λεφτά των γονιών τους στην Κομοτηνή και μένουν φίλοι μέχρι τέλους· ένα ανύποπτο παλικάρι που, εν μέσω ελληνοτουρκικού πολέμου, χάνει τη μάνα του αλλά βρίσκει τον πατέρα του· ένας πρώην ιδιοκτήτης εξωτικού παπαγάλου, ψυχαναλυόμενος εξ αποστάσεως και με πιθανή απώλεια μνήμης· ο γάμος του ξαδέλφου Ηλία· ένα μέλος των Λαϊκών Επαναστατικών Πυρήνων Αντίστασης (ΛΕΠΑ) που απειλεί να πέσει απ’ το μπαλκόνι του κραδαίνοντας μια αφίσα του Μπιν Λάντεν · η Πατ Σαβούρα, σύζυγος αμερικανού διπλωμάτη· η γιαγιά από τη Χίο που κάθε Πρωτοχρονιά έπαιρνε λαχείο κι ένα σωρό ακόμα που λέω να μην παραθέσω, γιατί θα χαθεί η μισή απόλαυση.
Το βιβλίο έχει επί της ουσίας και παρεμβατικά εικονογραφήσει ο Sotos Anagnos, σταθερός συνεργάτης του Ανάν με τον οποίο «έχει δημιουργήσει μια ανίερη συμμαχία με σκοπό την κατάκτηση του κόσμου. Μέχρι στιγμής έχουν κατακτήσει ένα παγκάκι στη Μιχαλακοπούλου και συνεχίζουν». Οι δυο τους επιμένουν φανατικά στην ανωνυμία τους γιατί, όπως λέει κι ο Ιούλιος Καίσαρας,: «Προχτές, σε μια ταβέρνα εδώ πιο κάτω, έφαγα ένα μουσακά πρώτο πράγμα. Δεν μου πέρασε όμως στιγμή από το μυαλό να γνωρίσω το μάγειρα».
Το μόνο που θα μπορούσε κανείς να προσάψει στο συγγραφέα, έχοντας διαβάσει και τα άλλα δύο βιβλία του, είναι πως, προς το παρόν, αρκείται στο να καταγράφει. Να διαπιστώνει, αν θέλετε. Σκέφτομαι πως ίσως ήρθε η στιγμή, μπορεί στο επόμενο, να δούμε και τη δική του πρόταση. Βάζω στοίχημα πως θα είναι πολύ πιο ενδιαφέρουσα από τα ίδια που ακούμε συνήθως.
Τελευταία συμβουλή: Αποφύγετε να διαβάσετε το «Ουράνιο Talk Show» μόνοι σε δημόσιο χώρο ή κάπου όπου πρέπει να κάνετε ησυχία, ας πούμε στο κρεβάτι δίπλα στους αγαπημένους σας που κοιμούνται. Θα εκτεθείτε ανεπανόρθωτα. Από τα γέλια.
Φράσεις από το βιβλίο
«Μοιραία λοιπός το ενδιαφέρον εστιάζεται στο πότε θα γυρίσει ανάσκελα το μανούλι, και αν θέλει να μαυρίσει ομοιόμορφα και από μπροστά».
«Είναι μερικά πράγματα τόσο δεδομένα, που πρέπει να τα μαθαίνεις από την αρχή, γιατί μετά, όσο περνάει ο καιρός ντρέπεσαι να τα ρωτήσεις».
«Σε στιγμές πανικού η λογική πάει περίπατο και στην επιστροφή πέφτει σε μποτιλιάρισμα».
«Εντάξει, μην το παίρνεις και προσωπικά. Στο κάτω-κάτω, αφού δεν είσαι το αρνί, δεν δικαιούσαι να διαμαρτύρεσαι για το πασχαλινό μενού».
«…Η ζωή μου όλη είναι μια πολυσέλιδη εκτύπωση, και πάντα, λίγο πριν τελειώσουν και οι ζυγές σελίδες, ο εκτυπωτής τραβάει δύο φύλλα μαζί και τα γαμάει όλα και φτου κι απ’ την αρχή…».
«Τότε συνειδητοποίησα μια για πάντα το πρόβλημα με όλες αυτές τις δήθεν επαναστατικές, χίπικες μαλακίες. Στη θεωρία καλές είναι, αλλά στην πράξη, αργά ή γρήγορα, το βουλώνεις και κάνεις ό,τι σου λένε».
«Στο τέλος, είδα κι αποείδα και αποφάσισα να πιστέψω στη μοίρα και να περιμένω άπραγος το σημάδι της. Αν είναι γραφτό, θα γίνει, σκεφτόμουνα. Τόσο χάλια…».
«…αλλά η βασική άμυνα του μέτριου είναι ο βλακώδης εγωισμός, όπως του βλάκα ο φανατισμός και του έξυπνου ο αυτοσαρκασμός…».
«Κοιμάσαι καλά; Εντάξει, μην αλλάζεις πλευρό, συνέχισε να κοιμάσαι μ’ αυτό».