Για το μυθιστόρημα του Δημήτρη Σωτάκη «Ο μεγάλος υπηρέτης» (εκδ. Κέδρος).
Του Παναγιώτη Γούτα
Ο αφηγηματικός κόσμος του Δημήτρη Σωτάκη στο τελευταίο του βιβλίο Ο μεγάλος υπηρέτης (εκδ. Κέδρος), όπως συμβαίνει και με τα προηγούμενα βιβλία του, είναι απροσδιόριστος, συγκεχυμένος και ηθελημένα ασαφής. Δεν παραπέμπει σε πραγματικούς τόπους ή συγκεκριμένους ανθρώπους. Παρότι όμως δεν κατονομάζονται στα βιβλία του ονόματα πόλεων, εποχών, συχνά ηρώων, γενεαλογικά δέντρα ή ημερομηνίες συμβάντων, ο αναγνώστης αναγνωρίζει στη δραματικότητα των συμβάντων ή στις αγωνιώδεις αναρωτήσεις και στην τραγικότητα ζωής του πρωταγωνιστή του κάτι –αν όχι αρκετά– από την αγωνιώδη καθημερινότητά του και τις υπαρξιακές του αναζητήσεις και αδιέξοδα.
Τελική κατάληξη ο εύπορος και πετυχημένος εκμισθωτής χώρων να μην δικαιούται τον ελάχιστο ζωτικό χώρο για τον εαυτό του, και να καταντήσει ρακένδυτος επαίτης, περιφερόμενος σε πάρκα και αλάνες, με μόνη συντροφιά του ένα σκυλί του δρόμου.
Στο Ο μεγάλος υπηρέτης που, κατά τη γνώμη μου, μαζί με Το θαύμα της αναπνοής (εκδ. Κέδρος, 2009) και το Ο άνθρωπος καλαμπόκι (εκδ. Κέδρος, 2007) συγκαταλέγεται στις καλύτερες συγγραφικές στιγμές του, ο βασικός ήρωας που έχει ως εργασία του τη μίσθωση χώρων σε διάφορους πελάτες, μετά τον θάνατο του θείου του, προσλαμβάνει τον υπηρέτη εκείνου, τον Μάριο, για να τον βοηθάει στις δουλειές του σπιτιού. Μια διαδικτυακή γνωριμία με την Άννα στην ιστοσελίδα «Κόσμος» θα τον γεμίσει άγχος και ανασφάλεια. Από ’κει και πέρα ο Μάριος, όπως ήδη έχει αναλάβει το μαγείρεμα, την περιποίηση του κήπου, την καθαριότητα του σπιτιού και τα ψώνια, θα επωμιστεί αδιαμαρτύρητα –ως συνεπής υπηρέτης που είναι– και το ερωτικό ζήτημα του αφέντη του αλλά και τα εργασιακά του καθήκοντα. Όλη αυτή η μετάθεση ευθυνών εκ μέρους του αφεντικού προς τον υπηρέτη, παρότι προσωρινά θα φέρει γαλήνη και ηρεμία στον βασικό πρωταγωνιστή, θα οδηγήσει τους δύο άνδρες σε απρόβλεπτες και αδιέξοδες καταστάσεις, με τελική κατάληξη ο εύπορος και πετυχημένος εκμισθωτής χώρων να μην δικαιούται τον ελάχιστο ζωτικό χώρο για τον εαυτό του, και να καταντήσει ρακένδυτος επαίτης, περιφερόμενος σε πάρκα και αλάνες, με μόνη συντροφιά του ένα σκυλί του δρόμου.
Εντύπωση προκαλεί στον αναγνώστη η ψυχοπαθολογική εμμονή του ήρωα να πιστεύει ως το τέλος πως η ανώτερη ιδέα που τον κατευθύνει και του επιβάλει να παίρνει αποφάσεις, αναθέτοντας τα πάντα στον υπηρέτη του, τον οδηγεί στη γαλήνη και στην ευδαιμονία. Από μια ανάλογη «ανώτερη» ιδέα κατευθυνόταν μάλλον και ο ήρωας του Κνουτ Χάμσουν στο αριστούργημά του Η πείνα, που αρνιόταν να βάλει έστω μια βούκα ψωμιού στο στόμα του για να μην κηλιδωθεί η υπόστασή του.
Ο Δημήτρης Σωτάκης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1973. Έχει εκδώσει εννέα μυθιστορήματα. Το θαύμα της αναπνοής κατέκτησε το βραβείο «The Athens Prize for Literature». Βιβλία του κυκλοφορούν στα γαλλικά, τουρκικά, σερβικά, ολλανδικά, ιταλικά, δανέζικα, αραβικά, κινεζικά κ.ά. |
Ο ήρωας του Σωτάκη, συχνά στους διαλόγους του με τον Μάριο, δείχνει σαν να συνομιλεί με τη συνείδησή του ή με μια άλλη πτυχή του εαυτού του. Γενικά, ο Μάριος και η Άννα (η οποία λειτουργεί περισσότερο σαν σκιά μέσα από τα λόγια υπηρέτη και αφέντη) εμφανίζονται στο βιβλίο ως διαφορετικές φωνές της ίδιας κεντρικής συνείδησης. Τραγική η απόληξη του στόρι, με τον εκμισθωτή χώρων να έχει αναιρεθεί ως ανθρώπινη, αυτεξούσια οντότητα, ζώντας διαρκώς την ψευδαίσθηση της επιτυχίας του τόσο στα ερωτικά του όσο και στα επαγγελματικά του, μέσω του Μάριου, έως την τελευταία αράδα του βιβλίου. Ωστόσο το τέλος, η κάθαρση να λέγαμε, κρύβει μια γλυκύτητα και μια δικαίωση για τον πλανημένο πρωταγωνιστή αλλά και για τον συγγραφέα, που κατόρθωσε μέχρι το τέλος ο ήρωάς του να διατηρήσει ατόφια την ψευδαίσθηση της επιτυχίας του. Το μήνυμα που εκπέμπει το βιβλίο (αν δεχόμαστε την άποψη πως τα βιβλία, έστω και παρά τη θέληση των συγγραφέων, εκπέμπουν κάποια μηνύματα) πιστεύω πως είναι διττό. Σε ένα πρώτο επίπεδο: Ο σημερινός άνθρωπος με τον σύγχρονο τρόπο ζωής αλλά και λόγω της διάρθρωσης της σύγχρονης κοινωνίας και των ανθρώπινων σχέσεων, μη βρίσκοντας χρόνο και διάθεση να ερωτευτεί και να ζήσει –ούτε καν να δουλέψει ή να καλλιεργήσει έναν κήπο– κατάντησε δούλος του εαυτού του, πιστεύοντας πάντα, αφελώς, πως εξελίσσεται, ευημερεί και διαπρέπει. Σε ένα δεύτερο, όμως, επίπεδο προσέγγισης του βιβλίου νομίζω πως η πίστη σε μια ανώτερη ιδέα και η συνέπεια της ανθρώπινης συνείδησης δικαιώνουν κάποια στιγμή τον άνθρωπο, ακόμα κι αν αυτός οδηγηθεί στον θάνατο και στην εξαθλίωση. Δύο, ίσως αντίρροπες και αλληλοσυγκρουόμενες, νοητικές εκπομπές, που πιστεύω πως συνυπάρχουν αρμονικά στο βιβλίο, δίχως η μία να αναιρεί ή να ακυρώνει την άλλη.
Καγχάζει χαμηλόφωνα και απολύτως εύστοχα με τα αδιέξοδα της πραγματικής ζωής, παραποιώντας και μεταλλάσσοντας αυτήν την κατ’ επίφαση πραγματικότητα.
Ο Σωτάκης επενδύοντας περισσότερο στο λογοτεχνικό εύρημα και σε συμβολισμούς αναφορικά με τις σύγχρονες παθογένειες της κοινωνίας και του ατόμου, με αντιλυρική και επιμελώς «ατημέλητη» γραφή, δίχως λογοτεχνικές φιοριτούρες, ωστόσο με σφιχτή δομή στο στήσιμο του στόρι, θίγει καίρια υπαρξιακά ζητήματα του σύγχρονου ανθρώπου, περισσότερο με παιγνιώδη ή σατιρική διάθεση. Δεν ηθικολογεί ούτε προτείνει λύσεις. Το λογοτεχνικό του σύμπαν δεν μπορεί να θεωρηθεί «καφκικό», γιατί δεν διαθέτει (και δεν οφείλει να διαθέτει) την τραγική ένταση του Κάφκα, που ήταν μοναδικός στο είδος του. Ωστόσο, καγχάζει χαμηλόφωνα και απολύτως εύστοχα με τα αδιέξοδα της πραγματικής ζωής, παραποιώντας και μεταλλάσσοντας αυτήν την κατ’ επίφαση πραγματικότητα. Έχει εν ολίγοις την ικανότητα –όπως ακριβώς πράττει και ο Γιώργος Λάνθιμος με τις κινηματογραφικές του ταινίες– να χτίζει και να υφαίνει μιαν άλλη πραγματικότητα, πιο αληθινή, πιο ενδιαφέρουσα, ενίοτε πιο πικρή ή ανοίκεια, από εκείνη που αντικρίζουν τα μάτια των περισσότερων ανθρώπων.
* Ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΓΟΥΤΑΣ είναι συγγραφέας.
Τελευταίο βιβλίο του, η συλλογή με νουβέλες «Μποέμ και Ρικάρντο» (εκδ. Κέδρος).
→ Στην κεντρική εικόνα, πλάνο από την ταινία Ο υπηρέτης (1963) του Τζόζεφ Λόουζι.
Ο μεγάλος υπηρέτης
Δημήτρης Σωτάκης
Κέδρος 2019
Σελ. 352, τιμή εκδότη €14,40