Για το μυθιστόρημα της Λουκίας Δέρβη «Θέα Ακρόπολη» (εκδ. Μεταίχμιο).
Του Διονύση Μαρίνου
«Ξαπλώνοντας σε καθαρά σεντόνια ή σε άλλα γαριασμένα από το συνεχές πλύσιμο. Με μια έντονη μυρωδιά απολυμαντικού, μια τεχνητή θωπεία που προσπαθεί να υποδυθεί το ρόλο της θαλπωρής. Κι ύστερα, το αλισβερίσι στους διαδρόμους, τα τόσα διαφορετικά χνώτα που πηγαινοέρχονται στη ρεσεψιόν, τα στοιχισμένα καλούδια του πρωινού και η κουρασμένη ησυχία τις νύχτες, όταν όλοι οι ένοικοι έχουν αποσυρθεί στα δωμάτιά τους. Τι είναι, άραγε, τα ξενοδοχεία; Να αποθηκεύουν μόνο κάποιες από τις μέρες μας την περίοδο της σχόλης; Ή να στεγάζουν τις επαγγελματικές μας υποχρεώσεις, τους παράνομους έρωτες, το τυχαίο πήγαινε-έλα της στιγμής;»
Λίγος Γιόσεφ Ροτ δεν θα έβλαπτε: στο βιβλίο του Τα χρόνια των ξενοδοχείων (μτφρ. Μαρία Αγγελίδου, εκδ. Άγρα), αφήνοντας για λίγο τη μυθοπλαστική του μαεστρία και γράφοντας μικρά κείμενα υπό μορφήν δημοσιογραφικών εντυπώσεων ή χρονογραφημάτων, άλλο δεν κάνει από το να προσδίδει στα ξενοδοχεία της Ευρώπης όπου έζησε μιαν ιδιαίτερη οντότητα, εξόχως διαφορετική από αυτή που φανταζόμαστε. Η «χρησιμότητά» τους παύει να είναι αυτή για την οποία κατασκευάστηκαν, αλλά μετατρέπονται σε μικρές κυψέλες ζωής.
Αυτόν τον κρυμμένο θύλακα μικρών καθημερινών στιγμών που όλες μαζί συναποτελούν την αφήγηση ζωής των ανθρώπων που εργάζονται σε ένα ξενοδοχείο, αναδεικνύει και η Λουκία Δέρβη στο καινούργιο της μυθιστόρημα Θέα Ακρόπολη (εκδ. Μεταίχμιο). Επιλέγει να μας μεταφέρει στη δεκαετία του ’90, στο επιβλητικό ξενοδοχείο Athens Excelsior που στέκει αγέρωχο –επινοημένο, φυσικά– στην καρδιά του Συντάγματος. Τούτο το σύμβολο ευρωστίας, πλούτου και καλής ζωής, του οποίου οι πελάτες είναι ονομαστοί ανά τον κόσμο και, γενικώς, τίποτα δεν ρηγματώνει την ακριβή θωριά του, στο «μαλακό υποστάστριό του» φιλοξενεί ανθρώπους πιο ταπεινούς, πιο καθημερινούς. Ανθρώπους σαν τον οποιοδήποτε από εμάς που μπορεί να συμφύονται με την καλή κοινωνία, για τις ανάγκες της εργασίας τους, όμως κρύβουν μια δική τους ιστορία, ένα ψήγμα δράματος, μια ουλή αγάπης, έναν κρυφό πόθο να τρώει τα σωθικά τους.
Όλο αυτό το καθημερινό μελίσσι είναι σαν μια παράσταση όπου το θεατό της μέρος δεν είναι το πιο σημαντικό, καθώς το αθέατο είναι που κρύβει όλο το δράμα και την ένταση.
Όλο αυτό το καθημερινό μελίσσι είναι σαν μια παράσταση όπου το θεατό της μέρος δεν είναι το πιο σημαντικό, καθώς το αθέατο είναι που κρύβει όλο το δράμα και την ένταση. Μπροστά στη σκηνή, υπό τα αδιάκριτα βλέμματα των πάντων, όλα βαίνουν καλώς ή οφείλουν να διευθετούνται με τέτοιο τρόπο για να βαίνουν καλώς. Πίσω, όμως, στα παρασκήνια, εκεί όπου όλα είναι κρυφά και διατηρούν την ανωνυμία τους, αναπτύσσεται η ζωή σε όλες τις εκφάνσεις της.
Αυτό είναι το μυθιστόρημα για τον Μάκη, έναν επιδέξιο υπεύθυνο της ρεσεψιόν που παρά το κουτσό του πόδι, είναι το πρόσωπο του ξενοδοχείου, αυτός που έρχεται σε επαφή με τους πελάτες και λύνει αυτοστιγμεί κάθε πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί.
Είναι, όμως, και το μυθιστόρημα για τη Θέκλα, την καμαριέρα των υψηλών πατωμάτων (οποία επιτυχία) και η δουλειά της είναι το μόνο αποκούμπι της ζωής της έπειτα από έναν αποτυχημένο γάμο που της άφησε «κληρονομιά» ένα παιδί και πολλές ανοιχτές πληγές. Η Θέκλα που συναντάει κρυφά έναν πλούσιο ελληνορώσο έμπορο όπλων, τον Λουκά Πριβάλοφ, αλλά χωρίς να περιμένει πραγματικά να την συνδράμει συναισθηματικά ή υλικά (κι ας του το ζητάει). Η Θέκλα που, ενώ βλέπει το κρυφό πάθος του Μάκη γι’ αυτήν, κάπως συνδέονται, κάτι πάει να γίνει, επιλέγει τη λιγότερη λογική λύση (υπάρχει, άραγε, λογική στον άνθρωπο που ζητάει η καρδιά μας;) και επιστρέφει στον Παρμενίωνα. Τον πρώην κολλητό εν όπλοις του Μάκη (μαζί στο γήπεδο προς χάριν του Ολυμπιακού), επαρχιωτάκι που έφτασε να κάνει ακόμη και τον μπράβο σε νυχτερινό μαγαζί και που τα χέρια του δεν έμεναν ποτέ «άπραγα». Συχνά χτυπούσε τη Θέκλα, κάτι που οδήγησε στον πρόσκαιρο χωρισμό τους.
Η Λουκία Δέρβη από το 2004 και τη συλλογή διηγημάτων Κακός χαρακτήρας (εκδ. Μελάνι) μέχρι σήμερα, έχει εκδώσει άλλη μια συλλογή διηγημάτων, μια νουβέλα και το μυθιστόρημα Group Therapy (εκδ. Μελάνι). Διηγήματά της έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, σουηδικά, πολωνικά και ρουμανικά. |
Αυτό το μυθιστόρημα είναι και για τη Χαρούλα. Ένα κορίτσι που βρήκε τη θέση στο ξενοδοχείο ως το κατάλληλο σκαλοπάτι για να ανέβει στην ιεραρχία, να γίνει σημαίνον στέλεχος του ξενοδοχείου και να ξεκινήσει τη δική της ζωή, με την αρωγή πάντα του ευκατάστατου πατέρα της. Κι αυτής τα όνειρα, όμως, θα σβηστούν στο πρώτο φύσημα του αέρα. Ο πατέρας χρεοκοπεί και ο Μάκης (άλλος ένας κρυφός έρωτας ενόψει) ποτέ δεν θα κάνει την αποφασιστική κίνηση προς αυτήν. Η καρδιά του για άλλην χτυπούσε.
Η πλούσια γηραιά κυρία Ανδρόνικου, οι ατίθασες ρεσεψιονίστ Έμιλι και Ναντίν, ο εκλεκτός σεφ Μισέλ Πετί, ο υπεύθυνος ασφαλείας Τριπόδης, η διευθύντρια υπηρεσίας Σμαρώ, και ένα ολόκληρο –αλλά απόλυτα διακριτό– πλήθος εργαζόμενων παρελαύνει από το μυθιστόρημα κουβαλώντας ο καθένας το ρόλο και τη μικρο-ιστορία του.
Τα παχιά χαλιά του ξενοδοχείου λειτουργούν ως σιγαστήρας των παθών, η ευταξία δεν πρέπει με τίποτα να διαρραγεί. Κι όταν κάτι συμβαίνει που ξεφεύγει από τη νόρμα (ακόμη και μια αυτοκτονία) με κάθε τρόπο πρέπει να μασκαρευτεί για να μην χαλάσει η έξωθεν καλή μαρτυρία του ξενοδοχείου. Άλλα, μήπως και οι ήρωες του ξενοδοχείου δεν μασκαρεύουν εν μέρει τα πράγματα της ζωής τους; Δεν παραχώνουν, άραγε, σε κρύπτες του μυαλού τους πρόσωπα και καταστάσεις που δεν τους βγήκαν και δεν ευδοκίμησαν; Υπό το βλέμμα της Ακρόπολης, το ξενοδοχείο, οι πελάτες, η καθημερινή τύρβη, η ζωή ως σαρωτική δύναμη προχωρούν με τον ίδιο ρυθμό. Η ζωή πάντα θα είναι εξόχως άγρια γι’ αυτά τα μικρά πτηνά του ξενοδοχείου Athens Excelsior.
Υπό το βλέμμα της Ακρόπολης, το ξενοδοχείο, οι πελάτες, η καθημερινή τύρβη, η ζωή ως σαρωτική δύναμη προχωρούν με τον ίδιο ρυθμό. Η ζωή πάντα θα είναι εξόχως άγρια γι’ αυτά τα μικρά πτηνά
του ξενοδοχείου
Athens Excelsior.
Πρέπει να σημειωθεί η αποτύπωση που έχει κάνει η Λουκία Δέρβη, με ένα πλήθος πραγματολογικών στοιχείων που μας μεταφέρουν σε μια σχετικά κοντινή εποχή, ωστόσο με την ταχύτητα που τρώει ο χρόνος το παρελθόν, μοιάζει και να είναι και ολότελα μακρινή από την τωρινή. Το μυθιστόρημα έχει μια σπονδυλωτή ανάπτυξη όχι ως τεχνική, αλλά ως τρόπο θέασης της πλοκής. Μπορεί οι βασικοί πρωταγωνιστές να είναι ο Μάκης και η Θέκλα, όμως, εσωτερικά το βιβλίο αναπτύσσεται ακτινωτά περιλαμβάνοντας και άλλες υπο-πλοκές. Κάτι που θα μπορούσε να μπερδέψει, αλλά, εντέλει, δεν το κάνει.
Ενδέχεται να μην το φανταζόμαστε, αν και θα έπρεπε, ωστόσο πίσω από τις κλειστές πόρτες ενός ξενοδοχείου, ειδικά εκείνων που γράφουν «η είσοδος επιτρέπεται μόνο στο προσωπικό», συμβαίνουν γεγονότα που εμείς δεν τα βλέπουμε μεν, αλλά υπάρχουν. Μια κρυφή ζωή μπρος στην πάλλουσα της ρεσεψιόν και του εστιατορίου. Μια ζωή που ζητάει μια κάποια δικαίωση και δεν βρίσκει πάντα.
* Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Το τελευταίο βιβλίο του, η ποιητική συλλογή «Ποτέ πια εμείς» κυκλοφορεί τις επόμενες μέρες από τις εκδ. Μελάνι.
→ Στην κεντρική εικόνα η Ζαν Μορό και ο Μισέλ Πικολί στην ταινία «Το ημερολόγιο μιας καμαριέρας» (1964) σε σκηνοθεσία του Λούις Μπουνιουέλ.
Θέα Ακρόπολη
Λουκία Δέρβη
Μεταίχμιο 2019
Σελ. 216, τιμή εκδότη €12,20