Για τη συλλογή διηγημάτων της Κατερίνας Ηλιοπούλου «Δεν είναι ακόμα» (εκδ. Μελάνι).
Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Μπορεί η πεζογραφική γραφή να είναι αφήγηση, χωρίς να χάνει το μεδούλι της γλώσσας και την αύρα της ποίησης; Ναι, μπορεί ειδικά στο διήγημα που συγγενεύει πιο πολύ με τον στίχο, ειδικά στην Κατερίνα Ηλιοπούλου που έρχεται γινωμένη μέσα στην ποιητική μεταφορά και κατεβαίνει για πρώτη φορά στη διηγηματογραφία.
Η συγγραφέας έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές Ο κύριος Ταυ (Μελάνι 2007), βιβλίο που κέρδισε το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του περιοδικού «Διαβάζω», Άσυλο (Μελάνι 2008), Το βιβλίο του χώματος (Μελάνι 2011) και το ποιητικό/φωτογραφικό βιβλίο Gestus, μαζί με τον Γιάννη Ισιδώρου (Αλφειός/[ΦΡΜΚ] 2014). Έχει επιμεληθεί και μεταφράσει στα ελληνικά ποιήματα ξένων ποιητών, συνεπιμελείται την πλατφόρμα για τη σύγχρονη ελληνική ποίηση «Greek Poetry Now» και είναι μέλος της συντακτικής επιτροπής του λογοτεχνικού περιοδικού [ΦΡΜΚ] – Φάρμακο.
[Η Κατερίνα Ηλιοπούλου] δεν άφησε τη συνυποδηλωτική, αφαιρετική και αμφίσημη γλώσσα του στίχου να καπελώσει τα υπόλοιπα συστατικά της μικρής φόρμας, αλλά αντίθετα κράτησε τόσο όσο χρειαζόταν από την ποιητική ζεστασιά για να ντύσει τον αφηγηματικό της λόγο.
Με τέτοια περιουσία θα ήταν κόντρα ρόλος να κατέβει στη διηγηματική αρένα χωρίς τα όπλα της ποίησης. Το θετικό όμως είναι ότι στα πρώτα τουλάχιστον διηγήματα δεν άφησε τη συνυποδηλωτική, αφαιρετική και αμφίσημη γλώσσα του στίχου να καπελώσει τα υπόλοιπα συστατικά της μικρής φόρμας, αλλά αντίθετα κράτησε τόσο όσο χρειαζόταν από την ποιητική ζεστασιά για να ντύσει τον αφηγηματικό της λόγο. Επιπροσθέτως, κράτησε και τον διφορούμενο χαρακτήρα της πολύσημης ποίησης, ώστε να δώσει στα διηγήματα του τομίδιου την αμφιταλάντευση που τα κάνει θελκτικά.
Τα κείμενά της συμπλέκουν σε έναν βόστρυχο δυο ή τρία νήματα, φαινομενικά άσχετα, που δεν αφήνουν την ανάγνωση να κυλήσει χωρίς να σταθεί και να σκεφτεί την υπόγεια σχέση που τα συνδέει. Έτσι, αναδεικνύει την πλοκή χωρίς να στηρίζεται στην απλότητα της ιστορίας και χωρίς να αφήνει τα γεγονότα να μιλήσουν από μόνα τους, αλλά τα οδηγεί σε μια συναισθηματική αλληλεμπλοκή.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της τεχνικής που παράγει εξαιρετικά αποτελέσματα είναι «Η φωτογραφία». Τρεις υπο-ιστορίες ξεδιπλώνονται αλλά... δεν συνενώνονται αυτόματα. Σε ένα reunion ο αφηγητής, που ζει στο Βερολίνο, θέλει και δεν θέλει να ξαναδεί μια πρώην σχέση του, την Ντορίτα, η οποία τελικά εμφανίζεται χωρίς το ξανασυναπάντημά τους να αναζωπυρώνει το όποιο πάθος. Σ’ αυτήν τη συνάντηση των παλιών γνωρίμων την παράσταση κλέβει ένας εξαιρετικός βιολιστής, που έπαιζε καταπληκτικά το όργανό του. Και μάλιστα καθήλωσε το βλέμμα του στον αφηγητή· ταυτόχρονα, αναθυμάται έναν Γερμανό αξιωματικό ο οποίος συγκλονίστηκε, όταν στην Κατοχή άκουσε τη μελωδία του. Στο κλείσιμο του αφηγηματικού κύκλου, ο αναγνώστης ωθείται στο να παρομοιάσει το πρόσωπο του πρωταγωνιστή με τον Γερμανό μέσω της φωτογραφίας του. Τελικά, «καθετί είναι ανεπανόρθωτο», όπως πιστεύει ο αφηγητής, κάτι που πραγματώνεται στην τελειωμένη σχέση του με την Ντορίτα, ή «όλα μπορούν να επαναλαμβάνονται, κάνοντας κύκλους», όπως πιστεύει ο διοργανωτής του reunion, γεγονός που έρχεται να δέσει με την «αναβίωση» του Γερμανού;
Ακόμα όμως και στα τρία τελευταία διηγήματα, όπου η αφηγηματικότητα υποχωρεί προς όφελος της ποιητικότητας, ο αναγνώστης δεν ρίχνεται στον λάκκο των πολύσημων λεόντων, αλλά εισπράττει το ίδιο πάθος, την ίδια πίστη για τη γλώσσα, τον ίδιο παλμό που πλέον αλλάζει ρότα.
Η αφήγηση ναι μεν διατηρεί τη δυναμική της, αλλά συνάμα επιχρωματίζεται με ποιητικά χρώματα και ξανανιώνει γλωσσικά.
Στα διηγήματά της η Κατερίνα Ηλιοπούλου συμπλέκει ποικίλα μοτίβα, που άπτονται της καθημερινότητας. Τα ζώα, η φιλία, ο έρωτας εναλλάσσονται και συχνά το ένα υποκαθιστά ή αντικατοπτρίζει το άλλο. Στο «Lonely Hunting» λ.χ. το γατάκι που βρίσκει ο φίλος της αφηγήτριας έρχεται να παραγκωνίσει τη φιλία τους από τη ζωή του, μια φιλία που ενδέχεται να είναι και κρυφοέρωτας.
Η όποια επιφύλαξη εγείρεται για το μπόλιασμα της πεζογραφίας με την ποίηση αίρεται όταν σε συλλογές, όπως αυτή, η αφήγηση ναι μεν διατηρεί τη δυναμική της, αλλά συνάμα επιχρωματίζεται με ποιητικά χρώματα και ξανανιώνει γλωσσικά. Ειδικά όταν οι ποικίλοι αντικατοπτρισμοί, η διαπλοκή κλωστών μέσα στο ίδιο κείμενο και η τεθλασμένη ματιά στην οποία ωθείται ο αναγνώστης είναι στοιχεία μιας ποιοτικής διηγηματογραφίας, η οποία δεν επαναπαύεται στο ευθύγραμμο και το μονοσήμαντο, τότε κάτι γόνιμο γεννιέται διά της διασταυρώσεως.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ είναι διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας και κριτικός βιβλίου.
Τελευταίο του βιβλίο, η «Βιβλιογραφία για τον Νίκο Καζαντζάκη» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης).
Δεν είναι ακόμα
Κατερίνα Ηλιοπούλου
Μελάνι 2019
Σελ. 72, τιμή εκδότη €10,00