
Για το βιβλίο της Σοφίας Νικολαΐδου Καλά και σήμερα - Το χρονικό του καρκίνου στο δικό μου στήθος (εκδ. Μεταίχμιο).
Της Έλενας Μαρούτσου
Στο ποίημα του με τίτλο «Διερώτηση για να μην κάθομαι άνεργος» ο Ν. Καρούζος αναρωτιέται τι είναι τα ποιήματα. Μεταξύ άλλων γράφει: «Είναι ιώδιο; είναι φάρμακα; /είναι γάζες, επίδεσμοι; /παρηγόρια ή διαλείμματα;». Στο τελευταίο της βιβλίο με τίτλο Καλά και σήμερα, η Σοφία Νικολαϊδου έτσι χρησιμοποιεί τη γραφή: ως επίδεσμο, γάζα, ιώδιο και φάρμακο. Και ως «παρηγόρια», όπως λέει ο Καρούζος, αλλά και ως κάτι πιο αποτελεσματικό: ένα «πιάσιμο», σύμφωνα με την ορειβατική ορολογία, όχι μόνο για να μην κατρακυλήσει στο γκρεμό της αρρώστιας αλλά και για να πιαστεί να ανέβει στο πρώτο ξέφωτο.
Πρόκειται για χρονικό και όχι για μυθοπλασία. Πρόκειται για ωμή πραγματικότητα χωρίς να έχει μαγειρευτεί προηγουμένως από την πεζογράφο, που μας την ταΐζει όπως την έφαγε και αυτή: μέρα τη μέρα, σελίδα τη σελίδα, εν είδει ημερολογίου ασθενείας αλλά και σθένους.
Ημερολόγιο ασθενείας και σθένους
«Διαγνώστηκα με καρκίνο του μαστού στις 22 Σεπτεμβρίου του 2014. Έκανα μαστεκτομή την 1η Οκτωβρίου και άρχισα χημειοθεραπεία στις 29 του ίδιου μήνα. Αυτό είναι το χρονικό του καρκίνου στο δικό μου στήθος», διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο του βιβλίου που εξαρχής μας δηλώνει την ταυτότητά του: πρόκειται για χρονικό και όχι για μυθοπλασία. Πρόκειται για ωμή λοιπόν πραγματικότητα χωρίς να έχει μαγειρευτεί προηγουμένως από την πεζογράφο, που μας την ταΐζει όπως την έφαγε και αυτή: μέρα τη μέρα, σελίδα τη σελίδα, εν είδει ημερολογίου ασθενείας αλλά και σθένους.
«Όταν συνέβη ΑΥΤΟ, δεν δίστασα στιγμή. Με οδηγούσε το σώμα μου», γράφει η Νικολαϊδου εξηγώντας μας πώς από το πρώτο λεπτό άρχισε να καταγράφει την περιπέτεια της αρρώστιας όπως τη βίωσε στο σώμα της. «Όταν η ζωή εφορμά, η λογοτεχνία σωπαίνει», δηλώνει η λογοτέχνιδα. «Ας κλείσει επιτέλους το στόμα της να δούμε τι έχουν να πουν οι λέξεις όταν μένουν μόνες τους. Τι έχουν να πουν όταν έχουν απέναντί τους έναν άνθρωπο που νοσεί και πάσχει. Αν έχουν τα κότσια να παρηγορήσουν. Κι αν έχουν τη δύναμη να πουν τα πράγματα με το όνομά τους. [...] Καρκίνος. Πες το». Κι η Νικολαϊδου το λέει.
Ο καρκίνος με το όνομά του
Από την πρώτη στιγμή αυτού του χρονικού, αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης πως μέριμνα της συγγραφέως είναι να πει τα πράγματα με το όνομά τους. Να τα τιθασεύσει ονομάζοντάς τα. Να ξεφοβηθεί φωνάζοντάς τα. Να τα εξορκίσει. Απ’ ό,τι γνωρίζω πρόκειται για την πρώτη απόπειρα να καταγραφεί βήμα βήμα η περιπέτεια της συγκεκριμένης αρρώστιας από τη στιγμή της διάγνωσης μέχρι την (οριστική ευχόμαστε) ανάρρωσή της. Τον σκοπό αυτής της καταγραφής τον επαναλαμβάνει η συγγραφέας σε κάθε ευκαιρία: «Η συγγραφή έκανε την αρρώστια λιγότερο φοβερή – τολμώ να πω πιο ανάλαφρη. Μου έδωσε τον τρόπο να κρατήσω το μυαλό μου και να οργανώσω τη μέρα μου. Είναι φάρμακο και παρηγοριά. Δύναμη. Δεν ξέρω τι έχουν οι άλλοι να κρατηθούν. Εγώ έχω τους ανθρώπους και τις λέξεις».
Γιατί από αυτή την ιστορία, αυτόν τον πόλεμο, κανένας δεν βγαίνει αλώβητος. Αλλάζει αυτός που νοσεί, αλλάζει ο κόσμος του κι ο κόσμος γύρω απ’ τον κόσμο του.
Μαζί με τις λέξεις παρελαύνουν λοιπόν και οι άνθρωποι της πεζογράφου από τις σελίδες του βιβλίου. Ο άντρας της, το παιδί τους, οι συνάδελφοι, οι μαθητές, οι φίλοι γενικότερα αλλά και ειδικότερα, με τα ονόματα και τη στάση που κράτησε ο καθένας απέναντι στη νόσο και δίπλα στη νοσούσα. Μοιάζει μάλιστα σαν η τελευταία να θέλει αφενός να τους τιμήσει κι αφετέρου να μας εξηγήσει τι ήταν αυτό στην στάση του καθενός που βοήθησε, τι ήταν αυτό που πιθανόν να ενόχλησε, πώς πορεύτηκε ο καθένας μέσα σε αυτή την ιστορία και ποια θέση πήρε, πώς τελικά ο καρκίνος επηρέασε όλους του κοντινούς της ανθρώπους. Γιατί από αυτή την ιστορία, αυτόν τον πόλεμο, κανένας δεν βγαίνει αλώβητος. Αλλάζει αυτός που νοσεί, αλλάζει ο κόσμος του κι ο κόσμος γύρω απ’ τον κόσμο του.
Γράφοντας και διαβάζοντας με το σώμα
![]() Η Σοφία Νικολαΐδου
|
Τις επίπονες αλλαγές παρακολουθούμε κι εμείς βήμα το βήμα, κι αυτή η λεπτομερής καταγραφή, μας βάζει σχεδόν μέσα στο σώμα της πάσχουσας. «Αυτό είναι το πιο προσωπικό, το πιο δικό μου βιβλίο. Γιατί το έχω γράψει με το σώμα μου», μας εξομολογείται. Το χρονικό αυτό το διαβάζει με τη σειρά του κι ο αναγνώστης «με το σώμα του», συμπάσχει, φοβάται, ελπίζει, κουράζεται, παίρνει ανάσα, βουτάει πάλι στα βαθιά, αγωνιά αν θα πιάσει πάτο, ξανανεβαίνει στο φως.
Με αυτή του την ιδιότητα, ως μια καταβύθιση στην πραγματική, απτή περιπέτεια του Άλλου, το βιβλίο αποκτάει νόημα όχι μόνο για τη συγγραφέα αλλά και για τον αναγνώστη. Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να επιστρέψω στη δήλωση της Νικολαϊδου πως έγραψε το βιβλίο «χωρίς επεξεργασία», σαν αντιγραφή ζωής. Χωρίς να την αμφισβητώ διόλου, πιστεύω πως η ιδιότητά της ως πεζογράφου, έκανε το εγχείρημα αυτής της καταγραφής, κοινωνήσιμο. Μπορεί η ίδια να αντέγραφε ατόφια τη μέρα όπως τη ζούσε, όμως όλα τα βιβλία που έχει γράψει μέχρι σήμερα έγραφαν μέσα από την πένα της. Και μπορεί να έγραψε το βιβλίο αυτό με το αίμα της, όμως το αίμα της φέρει κι αυτό τα χρωμοσώματα του συγγραφέα.
Από ημερολόγιο, βιβλίο
Τι θέλω να πω; Θέλω να πω πως το βιβλίο μπορεί να αντλεί τη δύναμή του από το γεγονός πως είναι πραγματικό αλλά την αξία του τελικά την αντλεί από τον τρόπο που επικοινωνεί αυτή την πραγματικότητα, κι εδώ η επικοινωνία έχει ωφεληθεί τα πλείστα από την θητεία της Νικολαϊδου στη μυθοπλασία. Η συγγραφέας με τον μισό της εαυτό ζει και με τον άλλο μισό παρατηρεί τον εαυτό της να ζει κι αυτός ο απαραίτητος διχασμός που φέρουν όλοι όσοι ασχολούνται με το γράψιμο τής επιτρέπει, την ώρα που βιώνει στο πετσί της την πιο τρομακτική εμπειρία, να παίρνει απόσταση από αυτήν. Αυτή η απόσταση γεννάει μια σειρά από πολύ ενδιαφέρουσες σκέψεις σχετικά με την εξατομικευμένη εμπειρία της αρρώστιας («δεν υπάρχει ασθένεια αλλά ασθενείς»), την ταξική διάσταση της νόσου και της θεραπείας, τον πρωταθλητισμό του πόνου, την τρομοκρατία των στατιστικών κά.
Είτε χρονικό είτε μυθοπλασία, η δύναμη της γραφής εκεί έγκειται: άλλον ν’ αγγίζει το φτερό κι άλλος να ανατριχιάζει.
Για να συνοψίσω: Ο τρόπος της να εναλλάσσει πλοκή και σκέψη, οι αναδρομές, οι επαναλήψεις, οι ανατροπές, η αντανάκλαση του έξω κόσμου στον μέσα κι αντίστροφα, η ενστικτώδης υποταγή στις απαιτήσεις της γλώσσας, το αυτόματο πια νοιάξιμο της μορφής, όλα αυτά έχουν περάσει συνειδητά ή μη μέσα στην αφήγηση της Νικολαϊδου, μετατρέποντας τελικά ένα προσωπικό ημερολόγιο σε βιβλίο.
Ολοκληρώνοντας αυτές τις σκέψεις, θα μου επιτρέψετε να παρακάμψω την επιθυμία πολλών να διαβάζουν σε τέτοιου (αλλά και άλλου) είδους βιβλία κάποιο «μήνυμα». Ο Καρούζος μάλιστα έτσι κλείνει τη «διερώτησή» του για τα ποιήματα: «Πολλοί τα βαλσαμώνουν ως μηνύματα. / Εγώ τα λέω ενθύμια φρίκης». Ένα τέτοιο ενθύμιο είναι και τούτο το βιβλίο, όμως παρακαλώ μην πάρετε την «φρίκη» μόνο με τη φριχτή της έννοια. Θυμηθείτε αν θέλετε τη «φρικίαση», το ρίγος δηλαδή, το ανατρίχιασμα που διαπερνάει όποιον αγγίξει με το φτερό του άγγελος θανάτου. Γιατί, είτε χρονικό είτε μυθοπλασία, η δύναμη της γραφής εκεί έγκειται: άλλον ν’ αγγίζει το φτερό κι άλλος να ανατριχιάζει.
* Η ΕΛΕΝΑ ΜΑΡΟΥΤΣΟΥ είναι συγγραφέας και εκπαιδευτικός.
Καλά και σήμερα
Το χρονικό του καρκίνου στο δικό μου στήθος
Σοφία Νικολαΐδου
Μεταίχμιο 2015
Σελ. 344, τιμή εκδότη €16,60