Για τη βιογραφία του Peter Ackroyd «Ουίλλιαμ Μπλέικ» (μτφρ. Γιώργος Λαμπράκος, εκδ. Πατάκης).
Του Κώστα Δρουγαλά
Η ογκώδης βιογραφία για τη ζωή και το έργο του Άγγλου ρομαντικού ποιητή, χαράκτη και ζωγράφου Ουίλλιαμ Μπλέικ (1757-1827) από τον συγγραφέα-ερευνητή Πίτερ Άκροϊντ μεταφράζεται στα ελληνικά είκοσι δύο χρόνια από την πρώτη έκδοση του βιβλίου. Η μετάφραση του πονήματος ανήκει στον εξαιρετικό Γιώργο Λαμπράκο, στον οποίον αξίζουν εύσημα για τον τρόπο που απέδωσε τα αποσπάσματα των ποιημάτων του Μπλέικ.
O Μπλέικ επηρεαζόταν βαθιά και ποικιλότροπα από διάφορες περιοχές του Λονδίνου· οι μοναχικές βόλτες του ποιητή από μικρή ηλικία τού προσέφεραν μια πανίσχυρη αίσθηση του χώρου. Ο Άκροϊντ τονίζει συχνά πως ο Μπλέικ δεν ήταν μονάχα ο ποιητής της αιωνιότητας αλλά και ο ποιητής του Λονδίνου των τελών του 18ου αιώνα.
Ο Άκροϊντ περιγράφει την οικογένεια του Μπλέικ αλλά και το περιβάλλον μιας άλλης εποχής μέσα από οσμές, εικόνες και ήχους, ενώ κάποιες φορές ο συγγραφέας γίνεται τόσο περιγραφικός που είναι σαν να κοιτάζουμε το Λονδίνο της εποχής από τα μάτια του έφηβου Μπλέικ. Αυτό φυσικά δεν γίνεται από πρόθεση εντυπωσιασμού (οι αναγνώστες των βιογραφιών του Άκροϊντ γνωρίζουν πως δεν καταφεύγει σε τέτοιου είδους τεχνικές αλλά ούτε και σε αγιοποιήσεις μορφών της λογοτεχνίας), αλλά από το γεγονός ότι ο Μπλέικ επηρεαζόταν βαθιά και ποικιλότροπα από διάφορες περιοχές του Λονδίνου· οι μοναχικές βόλτες του ποιητή από μικρή ηλικία τού προσέφεραν μια πανίσχυρη αίσθηση του χώρου. Ο Άκροϊντ τονίζει συχνά πως ο Μπλέικ δεν ήταν μονάχα ο ποιητής της αιωνιότητας αλλά και ο ποιητής του Λονδίνου των τελών του 18ου αιώνα.
Στο βιβλίο δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα στην οικογένεια του Άγγλου ποιητή, αφού οι γονείς του, ριζοσπάστες σχισματικοί, ενδιαφέρονταν για τη γενικότερη κουλτούρα, ενώ οι φιλελεύθερες απόψεις τους ώθησαν τον Μπλέικ να ανακαλύψει τη δημιουργική του ταυτότητα μέσα από τη χαρακτική και την ποίηση. Ο Τζέιμς Μπλέικ, πατέρας του Ουίλλιαμ, αποτελούσε χαρακτηριστική περίπτωση μικροέμπορου της εποχής, που μέσω της δουλειάς του, χωρίς να το γνωρίζει, προσέφερε την απαραίτητη έμπνευση στον γιο του (αργαλειοί, ενδύματα και λεπτομέρειες ύφανσης εμφανίζονται στην ποίηση και στη χαρακτική του Μπλέικ). Η μητέρα του, μια ενθαρρυντική φιγούρα στη ζωή του ποιητή, συνήθιζε να κρεμάει στους τοίχους τα πρώτα στιχάκια του γιου της. Στο βιβλίο γίνεται αναφορά πως μεγάλο τμήμα της παιδείας του ποιητή προήλθε από το «μοναχικό και ακατάπαυστο διάβασμα»: ο Μπλέικ λάτρευε τα έργα του Όσσιαν, του Τόμας Τσάττερτον και του Τζον Μίλτον.
Στην ηλικία των είκοσι, ο Μπλέικ γνωρίζει την Κάθριν Μπούτσερ, την οποία θα παντρευτεί· μαζί θα ζήσουν ως τον θάνατό του – ένας γάμος, που κόντρα στα προγνωστικά της εποχής, δεν έγινε από σκοπιμότητα αλλά από έρωτα. Στα χρόνια της κοινής τους πορείας, η Κάθριν θα γινόταν ο άνθρωπος που δεν θα τον αμφισβητούσε ποτέ, θα τον προστάτευε και θα τον ανακούφιζε. Παιδιά δεν απέκτησαν ποτέ – ο Άκροϊντ πολύ σωστά επισημαίνει πως «ίσως από μια έννοια τα αληθινά παιδιά ήταν οι ίδιοι».
Bασικό δίπολο ο ανθρώπινος ενάντια στον πνευματικό κόσμο: ο πρώτος είναι γεμάτος θλίψη και πόλεμο, ο δεύτερος γεμάτος ενέργεια και δύναμη. Οι δίδυμοι πόλοι εμφανίζονται διαρκώς στο έργο του Μπλέικ: ευλογία-τιμωρία, ουρανός-κόλαση, αγάπη-μίσος, Ανάσταση-Πτώση· οι αντίθετες έννοιες ήταν αυτές που προσέδιδαν μία πρωτόγνωρη κίνηση στην τέχνη του.
Ο Μπλέικ δούλευε παράλληλα την ποίηση και τη χαρακτική, με τη μία να εμψυχώνει και να συμπληρώνει την άλλη. Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που ο ποιητής καθιέρωσε στις δύο τέχνες του δίπολα και ζεύγη: «τα ζωγραφιστά αντικείμενά του είναι συχνά τοποθετημένα σε συμμετρία μεταξύ τους, όπως η επική του ποίηση είναι βαθιά εμποτισμένη με παραλληλισμό και αντίθεση». Ένα τέτοιο βασικό δίπολο στην τέχνη του Μπλέικ είναι ο ανθρώπινος ενάντια στον πνευματικό κόσμο: ο πρώτος είναι γεμάτος θλίψη και πόλεμο, ο δεύτερος γεμάτος ενέργεια και δύναμη. Οι δίδυμοι πόλοι εμφανίζονται διαρκώς στο έργο του Μπλέικ: ευλογία-τιμωρία, ουρανός-κόλαση, αγάπη-μίσος, Ανάσταση-Πτώση· οι αντίθετες έννοιες ήταν αυτές που προσέδιδαν μία πρωτόγνωρη κίνηση στην τέχνη του.
Ο Άκροϊντ κρατάει χώρο στη βιογραφία του για να μιλήσει για τις νεωτερικότητες του Μπλέικ, έναν αιώνα πριν από τον Φρόυντ: ο ποιητής αντιλαμβανόταν ότι ο πόλεμος ήταν μια μορφή απωθημένης σεξουαλικότητας· ότι η φαλλοκεντρική σεξουαλικότητα μπορεί να συνδέεται με την αναστολή και τη θρησκευτική ενοχή. Πολύ σωστά επισημαίνει ο συγγραφέας πως, βάσει των παραπάνω, δεν πρέπει να μας προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι δεν αναγνωριζόταν στην εποχή του· «φτωχός Ουίλ», αυτή ήταν η συνηθέστερη προσφώνηση.
Αυτό που περισσότερο από όλα γοητεύει στο βιβλίο είναι πως ο Ουίλλιαμ Μπλέικ, από την παιδική ηλικία μέχρι τα γεράματά του, έβλεπε οράματα: πόλεις που φλέγονταν, αγγέλους πάνω σε δέντρα, γενειοφόρους προφήτες· οι εικονογραφημένες σελίδες της Βίβλου που ξεφύλλιζε όσο ήταν παιδί, έμοιαζαν ανεπαρκείς μπροστά στη φαντασία του. Όπως επισημαίνει ο Άκροϊντ, «το μικρό παιδί έβλεπε οράματα ακόμα και όταν περπατούσε ανάμεσα σε χαντάκια και στα πλινθοποιεία της υπαίθρου γύρω από το Λονδίνο». Οι Λονδρέζοι και οι περιηγητές έβλεπαν μια πόλη ζοφερή και ρυπαρή, ο Μπλέικ όμως έβλεπε μια άλλη πόλη, γεμάτη αγγέλους και προφήτες· έβλεπε μια πόλη βιβλική, όπως εύστοχα τονίζει ο βιογράφος. Όλη αυτή η παραισθησιακή πραγματικότητα του Μπλέικ στηριζόταν σε δύο πολύ έντονα γνωρίσματα του ποιητή: αφενός σε μια πολύ ισχυρή οπτική αίσθηση, αφετέρου στις σθεναρές δημιουργικές ικανότητές του. Αυτή η «ειδητική παραίσθηση», ή έστω η δεύτερη όραση, δεν τον εγκατέλειψε ποτέ· ίσως μάλιστα την κληροδότησε και στη γυναίκα του, η οποία ήταν πεπεισμένη πως μετά τον θάνατό του την επισκεπτόταν και κουβέντιαζαν.
Ένα βιβλίο τόσο καλοδουλεμένο, που μέσα από τις σελίδες του ζωντανεύει όχι μόνο το πρόσωπο του μεγάλου Άγγλου ποιητή αλλά και μια κοινωνία που βρίσκεται σε πνευματικό και κοινωνικό αναβρασμό.
Σε τελική ανάλυση, η βιογραφία Ουίλλιαμ Μπλέικ είναι ένα βιβλίο τόσο καλοδουλεμένο, που μέσα από τις σελίδες του ζωντανεύει όχι μόνο το πρόσωπο του μεγάλου Άγγλου ποιητή αλλά και μια κοινωνία που βρίσκεται σε πνευματικό και κοινωνικό αναβρασμό. Το ύφος του είναι γλαφυρό και καλοδουλεμένο· η λεπτομερειακή περιγραφή φωτίζει πτυχές του Μπλέικ που δεν είχαν καταφέρει να διαλευκάνουν οι προηγούμενοι βιογράφοι του ποιητή. Η γλώσσα του βιβλίου είναι εκφραστική και χρωματισμένη με χιουμοριστικές πινελιές.
Τι ήταν τελικά ο Μπλέικ; Θα λέγαμε πως ήταν ένας οραματιστής που είχε αντιπαρατεθεί στον κόσμο του πατέρα του· ένας αρνητής της εποχής που αποποιούνταν κάθε αυθεντία, πολιτική ή καλλιτεχνική· ένας επαναστάτης που είχε σχετιστεί με τον πολιτικό ριζοσπαστισμό και που στην ποίησή του ήταν εναντίον των πολιτισμικών θεμελίων του όψιμου 18ου αιώνα· συνάμα όμως ήταν κι ένας άνθρωπος που έζησε τη ζωή του μέσα στον φόβο και την ανασφάλεια. Οι αχτίδες της τέχνης του δεν μπορούσαν να φωτίσουν τα πρόσωπα της εποχής του, γι’ αυτό και αισθανόταν ταπεινωμένος και παραμελημένος από τους συνανθρώπους του. Εν κατακλείδι, ο Μπλέικ είναι μια φιγούρα που δεν έρχεται από το παρελθόν αλλά από το μακρινό μέλλον, από τον χωροχρόνο εκείνον που μοιάζουν να προέρχονται όλες οι εμβληματικές μορφές της λογοτεχνίας.
Ο ΚΩΣΤΑΣ ΔΡΟΥΓΑΛΑΣ είναι εκπαιδευτικός και βιβλιοκριτικός.