Για το βιβλίο του Αλέξανδρου Αδαμόπουλου «Τα όχι του ΝΑΙ» (εκδ. Οδός Πανός).
Της Τζένης Κουφοπούλου
Τα σημαντικά βιβλία είναι κάμποι ολόφωτοι, που αφήνουν το βλέμμα να πλανηθεί αβίαστα, να γαληνέψει σαρώνοντας κάθε βραγιά των λέξεων, κάθε καρπό της σκέψης, που φυτρώνει. «Τα όχι τού ΝΑΙ» (εκδ. Οδός Πανός) του Αλέξανδρου Αδαμόπουλου είναι ένα οδοιπορικό σ' ένα τεντωμένο σχοινί· από ψυχή σε ψυχή: Ανάμεσα σε τραυματισμένες υπάρξεις –γνωστές συγγραφείς και οι δύο· η Μαργαρίτα Λυμπεράκη και η Μαργαρίτα Καραπάνου– που έφτιαξαν έναν ιστό, παράφορο, επικίνδυνο· μιας ανεκπλήρωτης σχέσης, μάνας κόρης, μιας σχέσης που καθόρισε, κυρίως, την ζωή της κόρης.
Ένα βιβλίο με απόλυτα άμεσο κι απλό τρόπο έκφρασης· πραγματική φέτα ζωής, που διαβάζεται απνευστί και ενδιαφέρει ακόμα και τον πιο ανυποψίαστο αναγνώστη, γιατί είναι εντελώς αληθινό και μπορεί να λειτουργήσει αυτοτελώς, χωρίς καμιά αναφορά σε τίποτα. Σκιαγραφεί με ζωντανό και οικείο τρόπο, τους χαρακτήρες, τις συμπεριφορές, τις ανθρώπινες σχέσεις, αλλά το ίδιο απλόχερα και φυσικά, δίνει και πολλά μυστικά απ' τη συγγραφική κουζίνα τριών συγγραφέων, που καθόλου εύκολα δεν θα τα βρίσκαμε αλλού.
Ο Αλέξανδρος Αδαμόπουλος κρατάει, στην πραγματικότητα αλλά και στο κείμενο, στην εξέλιξη της ιστορίας του, μ' έναν αξιοθαύμαστο, σχεδόν ταχυδακτυλουργικό τρόπο, λεπτές ισορροπίες, σαν άλλος ψυχίατρος –μάλλον όχι· σαν φίλος.
Ο Αλέξανδρος Αδαμόπουλος κρατάει, στην πραγματικότητα αλλά και στο κείμενο, στην εξέλιξη της ιστορίας του, μ' έναν αξιοθαύμαστο, σχεδόν ταχυδακτυλουργικό τρόπο, λεπτές ισορροπίες, σαν άλλος ψυχίατρος –μάλλον όχι· σαν φίλος, σαν ερευνητής– ενός κόσμου που πάσχει, ή έχει αποφασίσει να πάσχει, για να εκπληρώσει ό,τι έμεινε ανεκπλήρωτο, από ένα πρόσωπο τόσο καθοριστικό, όπως ο ήλιος: Απ' τη μάνα. «Ο γιος μου μένει γιος μου μέχρις όταν βρει τη γυναίκα του. Η κόρη μου μένει κόρη μου για πάντα» έλεγε η μητέρα στο μυθιστόρημα Γιοι και εραστές του Ντ. Χ. Λώρενς. Έτσι, λοιπόν, και η Μαργαρίτα Καραπάνου έμεινε για πάντα κόρη της Μαργαρίτας Λυμπεράκη, ακόμα και μετά τον θάνατο της τελευταίας, χωρίς όμως ποτέ της να μεγαλώσει και να ολοκληρωθεί η ίδια.
Σαν αληθινός φίλος, χωρίς βέβαια κανένα προσωπικό όφελος, δεν έβγαλε στη φόρα κάποια μυστικά που του εμπιστεύτηκαν, και μην έχοντας κατά νου να φωτίσει κανένα παρασκήνιο συγγραφής ή να ωραιοποιήσει, μα ούτε και να λογοκρίνει τη σχέση μάνας-κόρης ή τη λογοτεχνική δεινότητα της Καραπάνου, κατέγραφε ημερολογιακά τη ζωή του, με τις καταστάσεις που βίωνε μαζί με τη δυστυχισμένη φίλη του, που δεν εύρισκε ποτέ της, σε τίποτε, εσωτερική γαλήνη. Εκείνη την εποχή η Καραπάνου μετέφραζε στα γαλλικά δύο έργα του Αδαμόπουλου, τα Δώδεκα και ένα ψέματα και Η Άννα, ενώ ταυτόχρονα έγραφε ένα μυθιστόρημα στο οποίο τον είχε κάνει κεντρικό ήρωά της: Τον ψυχίατρο Ice. Και τελικά του το αφιέρωσε με τον πιο ξεκάθαρα φωναχτό τρόπο: «Στον Ice Αλέξανδρο Αδαμόπουλο».
Ωστόσο, ο μη ψυχίατρος Αλέξανδρος Αδαμόπουλος, αφουγκράζεται τη φωνή της, τον ψίθυρο της Καραπάνου και κάνει λεπτότατες παρατηρήσεις γι' αυτήν που «σαν πεινασμένο μωρό, είχε μάθει να λειτουργεί με την άρνηση μόνο και μετά θριαμβευτικά να αρρωσταίνει».
Μια μακρόχρονη φιλία, που έχω την εντύπωση πως στάθηκε καλύτερα από κάθε ιατρική πράξη και κάθε μεθυστική βοήθεια των διαφόρων χαπιών, που καταναλώθηκαν σε μεγάλες ποσότητες, από τη Μαργαρίτα. Ο Αδαμόπουλος κράτησε αυτή τη φιλία στη θεραπευτική της συνιστώσα.
Είναι φανερό πως είν' ένα κείμενο γραμμένο μέσα από μια βιωμένη φιλία, με βαθιές ρίζες και ειλικρίνεια, κι απ' τις δυο μεριές. Μια μακρόχρονη φιλία, που έχω την εντύπωση πως στάθηκε καλύτερα από κάθε ιατρική πράξη και κάθε μεθυστική βοήθεια των διαφόρων χαπιών, που καταναλώθηκαν σε μεγάλες ποσότητες, από τη Μαργαρίτα. Ο Αδαμόπουλος κράτησε αυτή τη φιλία στη θεραπευτική της συνιστώσα. Συγκράτησε άπειρες στιγμές τη Μαργαρίτα, να μην παρερμηνεύσει το γνήσιο ενδιαφέρον του, γιατί θαρρώ μέσα της –ας είχε τρικυμία– ήθελε πολύ να πιαστεί, να κρατηθεί από έναν έρωτα, χωρίς να ξέρει ότι τούτος θα ήταν και πάλι η προβολή της μητρικής αγάπης. Και ο Αδαμόπουλος δεν άφησε να συμβεί κάτι τέτοιο. Στάθηκαν τα συναισθήματα στο ύψος τους. Αλλά πήγαν και σε βάθος· όπου χρειαζόταν. Για να φτάσουν οι αλήθειες ακόμα και μέσα στα ραγίσματα της ψυχής της, και να τη λυτρώνουν, ίσως, από τους εφιάλτες της. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η ίδια η Καραπάνου τού γράφει: «είσαι ο μόνος άνθρωπος στον κόσμο που δεν με κακοποίησε σεξουαλικά ή με άλλο τρόπο».
Το μικρό αυτό χρονικό της άρνησης, «Τα όχι του ΝΑΙ», θεμελιωμένο σε μικρές, πικρές, χιουμοριστικές αλλά και σημαντικές στιγμές, γραμμένο τόσο άμεσα, με τόση ακρίβεια και τόσο σπαραχτικά αληθινά, ψυχογραφεί αλλά και διαφοροποιεί τη Μαργαρίτα Καραπάνου, από την εσχάτως διαμορφωμένη αντίληψη για τη θέση της, μετά από τόσους ψυχιάτρους και ψυχαναλύσεις· αληθινές ή όχι. «Η εξυπνάδα σου αντί να σε σώσει σε προδίδει, μόνο και μόνο επειδή δεν πας μέχρι τον πάτο!», της λέει, επιμένοντας πάντα στην αυτογνωσία, στο γνώθι σαυτόν.
Σε κάποιαν άλλη συνομιλία τους πάλι, θέλοντας να την ταρακουνήσει, να δει τη σημασία του «ένδον σκάπτε» τής λέει· εκτιθέμενος ο ίδιος και συμπάσχοντας: «Ξέρεις τι έχω περάσει εγώ δυο χρόνια και βάλε, άυπνος; Καταταρταρώθηκα στα έγκατα, στον πάτο της ύπαρξης μου...» Και αλλού: «Γραπώθηκα απ' την ανάσα μου... Δέχτηκα τον ήχο της ψυχής μου».
Γραφή και βίωμα, του συγγραφέα, και συμπαράσταση και σύμπλευση, με την αγωνία και την ιδιαίτερη ψυχική κατάσταση της Καραπάνου, αλλά και της Λυμπεράκη, καθώς οι δυο γυναίκες είχαν μια καταστροφική σχέση, είναι τα στοιχεία του βιβλίου που ξεχωρίσαμε. Ένα κείμενο που ενδιαφέρει κάθε ευαίσθητο αναγνώστη· γιατί –το ξαναλέω– μπορεί να λειτουργήσει και ανεξάρτητα απ' το ποιος είναι τι, και πώς λέγεται. Ο Αλέξανδρος Αδαμόπουλος σκιαγράφησε με συνέπεια τους χαρακτήρες, τις σχέσεις, τις φοβερές εντάσεις-εξάρσεις ανθρώπων, συναισθημάτων, στιγμών με την οξύτατη, διαυγή και έντιμη γραφίδα του, μέχρι το τέλος... Ένα τέλος που δεν το περίμενε κανένας:
«Ένα απόγευμα τέλη Νοέμβρη του 2008, με πήρε πάλι, από την κλινική. Φωνή δροσερή, μυαλό ξυράφι... Θυμόταν απ' έξω και τα δυο μου τηλέφωνα, δεν τραύλιζε διόλου.
Της είπα θα πάω να τη δω, να της πάω το νέο μου βιβλίο.
– Και τσιγάρα, μου λέει, πεθαίνω για ένα τσιγάρο!
– Θα σου φέρω δυο κούτες, της λέω.
– Αχ, Αλέξανδρε, you made my day! Υπέροχο, γουστάρω...φιλιά...»
Ο Αλέξανδρος δεν πρόλαβε να της φτιάξει τη μέρα... Ο καπνός του τσιγάρου τους έμεινε μετέωρος· μαζί με πολλά ερωτηματικά.
* Η ΤΖΕΝΗ ΚΟΥΦΟΠΟΥΛΟΥ είναι
→ Στην κεντρική εικόνα η Μ. Λυμπεράκη και η Μ. Καραπάνου, τον Ιούλιο του 1999, στο σπίτι τους στην Αθήνα. Φωτογραφία © Αλέξανδρος Αδαμόπουλος.
Τα όχι τού ΝΑΙ
Μικρό χρονικό μιας άρνησης
Αλέξανδρος Αδαμόπουλος
Οδός Πανός 2019
Σελ. 148, τιμή εκδότη €12,00