Μια σειρά από άρθρα για την κατάσταση της ποιητικής τέχνης σήμερα, για τα χρόνια προβλήματα και τις μελλοντικές της προκλήσεις.
Του Κώστα Κουτσουρέλη
Προβλήματα θεματολογικά, μέρος πρώτο
Στην εισαγωγή του στα Σκαλαθύρματα του Ροΐδη, ο Άλκης Αγγέλου σημειώνει για την ελληνική ποίηση του 19ου αιώνα: «το γενικό ευρωπαϊκό κλίμα της εποχής, όσο και η ιδιαιτερότητα της νέας ελληνικής κοινωνίας έχουν συντελέσει να δοθεί εντυπωσιακό προβάδισμα στην ποίηση […] η κυκλοφοριακή επιτυχία των ποιητικών κειμένων αποτελεί την πιο αντικειμενική μαρτυρία». Και παραθέτοντας κάποια νούμερα της πενταετίας 1870-1875, τα αποκαλεί «εντελώς εντυπωσιακά».
Τα όσα γνωρίζουμε για την Ευρώπη και την Αμερική του 19ου αιώνα πείθουν όμως ότι δεν έχουμε εδώ να κάνουμε με μια "ελληνική ιδιαιτερότητα". Και διεθνώς, αυτό είναι πράγματι το "γενικό κλίμα". Η ποίηση, λόγια και δημώδης, βρίσκεται στο απόγειο της λαοφιλίας της. Οι ποιητές είναι οι σταρ της εποχής. Τα ποιητικά έργα όπως αυτά του Μπάυρον και του Τέννυσον, του Ουγκώ και του Λαμαρτίνου, του Χάινε και του Σίλλερ, του Πούσκιν και του Λονγκφέλλω ανήκουν στα δημοφιλέστερα, συχνά και στα επικερδέστερα, βιβλία της εποχής τους. Η φράση "ποιητικό μπεστσέλλερ" δεν αποτελεί ακόμη σχήμα οξύμωρο.
Όμως τι είδους ποίηση ήταν η ποίηση του 19ου αιώνα; Γιατί σε αντίθεση με τη σημερινή γνώριζε τέτοια αποδοχή και είχε τόση ζήτηση;
Όμως τι είδους ποίηση ήταν η ποίηση του 19ου αιώνα; Γιατί σε αντίθεση με τη σημερινή γνώριζε τέτοια αποδοχή και είχε τόση ζήτηση; Mε δυο λέξεις, ήταν μια ποίηση του ευρέος φάσματος. Θεματικά και ειδολογικά, οι ποιητές του 19ού αιώνα καλύπτουν τις ανάγκες ενός ευρύτατου, θα έλεγε κανείς καθολικού ακροατηρίου, απευθύνονται δυνάμει στους πάντες. Έτσι καλλιεργούν πρώτα απ’ όλα τη δημόσια ποίηση, είναι εθνικοί και κοινωνικοί ποιητές, και ως τέτοιοι στέκουν στην πρωτοπορία της διαπάλης των ιδεών της εποχής τους. Ενίοτε μάλιστα είναι οι διαμορφωτές των εθνικών τους γλωσσών, εκείνοι που βάζουν τα θεμέλια της παιδείας των εθνών που διεκδικούν ή αποκτούν την ανεξαρτησία τους.
Την ίδια στιγμή καλλιεργούν σε βαθμό πρωτόγνωρο ώς τότε την πιο δημώδη φόρμα που έχει γνωρίσει η παγκόσμια λογοτεχνία, το τραγούδι. Τα τραγούδια των συνθετών του γερμανικού ρομαντισμού που βασίστηκαν σε ποιήματα του Γκαίτε, του Μαίρικε, του Άιχεντορφ και τόσων άλλων μετριούνται με τις χιλιάδες. Αλλά και έξω από την ποίηση την εξαρχής προοριζόμενη για μελοποίηση, τα ποιήματα που βασίζονται στη φόρμα του τραγουδιού ή αξιοποιούν κάποιες ιδιότητές της ανήκουν στα πιο αγαπημένα αναγνώσματα του κοινού. "Το τραγούδι του πειρατή", του Χοσέ ντε Εσπροσένδα και το "Κοράκι" του Πόε, ενδεχομένως τα πιο δημοφιλή ποιήματα της ισπανικής και της αγγλικής γλώσσας αντίστοιχα, είναι χαρακτηριστικά γεννήματα του 19ου αιώνα και της αγάπης του προς το τραγούδι.
Το αφηγηματικό ποίημα, είτε ως μπαλάντα είτε ως εκτενές επικής πνοής ποίημα, ανθεί επίσης. Κόλεριτζ, Ουώλτερ Σκότ, Ουώρτζουορθ, Κίπλινγκ, Όσκαρ Ουάιλντ, για να μείνουμε στην αγγλόφωνη παράδοση, είναι μόνο μερικά από τα σπουδαία ονόματα που το καλλιεργούν. Η έκδοση της Μπαλάντας της φυλακής του Ρέντινγκ στα 1898 θα κάνει έξι ανατυπώσεις μέσα σε ενάμιση χρόνο και θα αποφέρει στον ποιητή της ένα εισόδημα ώς το τέλος της ζωής του. Αλλά και εδώ σε μας τα πιο χαρακτηριστικά και τα πιο δημοφιλή ποιήματα του 19ου αιώνα είναι ποιήματα αφηγηματικά – από τον Λάμπρο του Σολωμού ώς τον Όρκο του Μαρκορά, και από τον Φωτεινό του Βαλαωρίτη ώς τις καθαρόγλωσσες συνθέσεις του Αχιλλέα Παράσχου και του Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή.
Όλο τον 19ο αιώνα ανθεί επίσης η σάτιρα, πολιτική κατά κύριο λόγο αλλά όχι μόνο. Ποιητές όπως ο Λόρδος Μπάυρον και ο Χάινριχ Χάινε χρωστούν στα σατιρικά τους ποιήματα την πανευρωπαϊκή περιωπή του έργου τους. Η δημοτικότητα της σατιρικής ποίησης είναι τέτοια ώστε σ’ όλες σχεδόν τις χώρες βρίσκει κανείς ποιητές που ειδικεύονται σ’ αυτήν, όπως ο Έντουαρντ Ληρ με τα χαρακτηριστικά του λίμερικ, ή και βιοπορίζονται χάρη σ’ εκείνη, όπως εδώ σ’ εμάς ο Γεώργιος Σουρής.
Αγαπημένο είδος της ποίησης του 19ού αιώνα είναι το περιστασιακό ποίημα, το ποίημα δηλαδή που πιάνεται από ένα επικαιρικό γεγονός, ιδιωτικό ή δημόσιο, για να του δώσει καθολικές διαστάσεις.
Αγαπημένο είδος της ποίησης του 19ού αιώνα είναι το περιστασιακό ποίημα, το ποίημα δηλαδή που πιάνεται από ένα επικαιρικό γεγονός, ιδιωτικό ή δημόσιο, για να του δώσει καθολικές διαστάσεις. Η «Πέμπτη Μαΐου» του Αλεσσάντρο Μαντσόνι, ποίημα γραμμένο για τον θάνατο του Ναπολέοντα, είναι ίσως το σημαντικότερο, πανευρωπαϊκά, παράδειγμα τέτοιου ποιήματος. Όμως και οι απλές στιχηρές φιλοφρονήσεις, μεταξύ ποιητών αλλά και μη ποιητών, οι απαγγελίες στις ιδιωτικές συνευρέσεις, οι εύθυμοι έμμετροι διάλογοι, τα ποιήματα τα αφιερωμένα σε θανάτους, γεννήσεις, παντοειδείς επετείους, οι διαγωνισμοί, τοπικοί ή εθνικοί, ανήκουν στην καθημερινότητα. Η ποίηση δεν είναι μια τέχνη ξεκομμένη από το κοινωνικό γίγνεσθαι, αποτελεί κομμάτι της καθημερινής ζωής.
Τέλος, τον 19ο αιώνα ανθεί η ποίηση για παιδιά και για νέους. Μια ποίηση διδακτική αλλά και χιουμοριστική συγχρόνως που θα γνωρίσει τις κορυφώσεις της στον Ρώσο Ιβάν Κρίλωφ, συνεχιστή της μυθογραφικής παράδοσης του Αισώπου και του Λα Φονταίν, και τον Γερμανό Βίλχελμ Μπους, πρόδρομο των σημερινών κόμιξ. Η σημασία της παιδικής και νεανικής ποίησης είναι πολύ μεγάλη, διότι αποτελεί το εφαλτήριο των αναγνωστών προς την ποίηση των ενηλίκων, είναι ο φυσικός της προθάλαμος. Εξού και η προσοχή που της αφιέρωσαν σημαντικοί ποιητές της εποχής όπως οι ρομαντικοί Άχιμ φον Άρμιν και Κλέμενς Μπρεντάνο.
Αφήγηση, σάτιρα, τραγούδι, πολιτική και κοινωνική, παιδική και νεανική, περιστασιακή ποίηση: παρά τη δημοτικότητά τους καθ’ όλο το 19ο αιώνα, τα ποιητικά αυτά είδη και θέματα σταδιακά ατονούν κατά τη διάρκεια του 20ού, για να εγκαταλειφθούν ουσιαστικά από τη δεκαετία του 1970, όταν η ποίηση πλέον στρέφει την πλάτη της ολοκληρωτικά προς το ευρύ κοινό και γίνεται ολοένα πιο εσωστρεφής και αυτοαναφορική. Πράγματι, κανένα σχεδόν από αυτά δεν καλλιεργείται σήμερα συστηματικά. Η πολιτική και δημόσια ποίηση που θα ακμάσει στα χέρια αρκετών από τους κλασσικούς ποιητές του 20ού αιώνα όπως ο Νερούδα και ο Γέητς, ο Σικελιανός και ο Ρίτσος, και θα γνωρίσει τις τελευταίες της αναλαμπές στην ποίηση της διαμαρτυρίας και της αμφισβήτησης της δεκαετίας του 1960, παρακμάζει εφεξής καθώς απορροφάται από την ποίηση της λεγόμενης Νέας Υποκειμενικότητας ή του Ιδιωτικού Οράματος. Ακόμη και τα πολιτικόθεμα ποιήματα της τελευταίας εσοδείας είναι ως προς τη γλώσσα τους ιδιωτικά: απευθύνονται ουσιαστικά στη στενή συντεχνία όχι στο ευρύ ακροατήριο, εξού και δεν βρίσκουν τον δρόμο τους προς αυτό.
Με το τραγούδι η σύγχρονη ποίηση παίρνει διαζύγιο κυρίως για λόγους τεχνοτροπικούς. Στην πρώτη περίοδο του μοντερνισμού, αρκετοί ήταν οι σπουδαίοι ποιητές που καλλιέργησαν συστηματικά το είδος, με κορυφαίους ανάμεσά τους τον Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα και τον Μπέρτολτ Μπρεχτ. Καθώς όμως οι νεώτεροι ποιητές αποξενώνονται βαθμηδόν από την παραδοσιακή προσωδία, το μέτρο και τη ρίμα, χάνουν την επαφή με το είδος. Ενίοτε μάλιστα αποδοκιμάζουν την ίδια την ιδέα της μελοποίησης. Η έκρηξη του τραγουδιού της δεκαετίας του 1960, που κι αυτή βασίζεται στιχουργικά στο έργο ποιητών της πρώτης περιόδου του μοντερνισμού, όπως του Ελύτη και κυρίως του Γκάτσου, θα μείνει έτσι χωρίς συνέχεια. Οι εξαιρετικές περιπτώσεις του Μάνου Ελευθερίου, του Μιχάλη Γκανά και μερικών ακόμη σήμερα επιβεβαιώνουν τον κανόνα που θέλει την ποίηση και στη μορφή και στο πνεύμα της πολύ μακριά από το κλίμα και τις ανάγκες της τραγουδοποιίας.
Kαι η ποιητική σάτιρα στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις εκφραστικές δυνατότητες της παραδοσιακής προσωδίας: ρίμες, μέτρα, παρηχήσεις, η ίδια η ηχητική ύλη της γλώσσας επιτείνουν την κωμικότητα του λόγου, συχνά είναι εκείνες που την παράγουν εξαρχής.
Για παρόμοιους λόγους οι νεώτεροι ποιητές απομακρύνονται από τη σατιρική ποίηση. Γιατί και η ποιητική σάτιρα ως γνωστόν στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις εκφραστικές δυνατότητες της παραδοσιακής προσωδίας: ρίμες, μέτρα, παρηχήσεις, η ίδια η ηχητική ύλη της γλώσσας επιτείνουν την κωμικότητα του λόγου, συχνά είναι εκείνες που την παράγουν εξαρχής. Η παρατήρηση του Γ.Π. Σαββίδη το 1982 ότι η ποίησή μας «γίνεται όλο και πιο άθυμη και πάντως αγέλαστη» αντικατοπτρίζει συνεπώς τη γενική πτώση της προσωδιακής παιδείας και των τεχνικών δεξιοτήτων των ποιητών. Οι λίγοι σημαντικοί ποιητές του Μεταπολέμου που επιδόθηκαν στη σατιρική ποίηση, όπως ο Μανόλης Αναγνωστάκης, ο Αλέξανδρος Σχινάς και ο Νίκος Φωκάς, βασίστηκαν και εκείνοι στη γνώση του παραδοσιακού στίχου. Ωστόσο, μέσα στην συγκαιρινή τους ατμόσφαιρα της ποιητικής σοβαροφάνειας, που απαξιώνει τον σατιρικό και κωμικό λόγο, είναι χαρακτηριστικό ότι κι εκείνοι ακόμη εκδοτικά υποτίμησαν αυτή τους τη δημιουργική πλευρά, μισοκρύβοντάς την πίσω από ένα ψευδώνυμο ή αφήνοντας την αθησαύριστη στα βιβλία που εξέδωσαν.
Παρόμοια μπορούν να ειπωθούν και για τα υπόλοιπα είδη που αναφέραμε εδώ. Η αφηγηματική ποίηση είναι στις μέρες μας ό,τι πιο σπάνιο. Ίσως ο τελευταίος επιφανής ποιητής του 20ού αιώνα που την καλλιέργησε συστηματικά ήταν ο Αμερικανός Ρόμπερτ Φροστ, διόλου τυχαίο ο δημοφιλέστερος ποιητής του καιρού του. Ποιήματα περιστασιακά γράφονται όλο και πιο σπάνια, και ακόμη σπανιότερα κρίνονται άξια να περιληφθούν σε μια έντυπη συλλογή. Ακόμη και μεταξύ τους οι ποιητές έχουν σταματήσει να τα ανταλλάσσουν, όπως έκαναν παλαιότερα. Και όσο για την παιδική ποίηση ο Γιάννης Σ. Παπαδάτος, πρόεδρος της κριτικής επιτροπής για τα Βραβεία του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου διαπίστωνε πρόσφατα ότι «σχεδόν δεν εκδίδεται». Κι όμως, ένα από τα δημοφιλέστερα βιβλία του 20ού αιώνα, και πάντως το δημοφιλέστερο του δημιουργού του, είναι ακριβώς τέτοιο: το Old Possum's Book of Practical Cats, του Τ.Σ. Έλιοτ.
Φυσικά, όλα τα παραπάνω αφορούν το mainstream, τον κύριο όγκο της σημερινής ποίησης. Δεν λαμβάνουν υπ' όψιν τους σημαντικές εξαιρέσεις, περιπτώσεις επιφανών ποιητών όπως η Μάγια Αγγέλου που ανανέωσε την πολιτική ποίηση στις ΗΠΑ ή ο Ρόμπερτ Γκέρνχαρτ που έκανε το ίδιο με την σατιρική ποίηση στη Γερμανία, και άλλους ακόμη. Η δημοτικότητα των ποιητών αυτών υποδηλώνει πάντως κάτι σημαντικό: ότι το διαζύγιο της ποίησης με το κοινό δεν είναι αποτέλεσμα μιας νομοτέλειας ή του Zeitgeist, αλλά των επιλογών και των επιδόσεων της ίδιας της ποιητικής συντεχνίας.
Η αναφορά μας στα θεματολογικά-ειδολογικά προβλήματα της σημερινής ποίησης θα ολοκληρωθεί στο επόμενο σημείωμα.
[διαβάστε όλα τα άρθρα του φακέλου «Η ποίηση σήμερα» κάνοντας κλικ ΕΔΩ]
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗΣ είναι ποιητής και μεταφραστής.