Σειρά σημειώσεων και προβληματισμού πάνω σε επίκαιρα θέματα φιλοσοφικού διαλόγου στις μέρες του κατ' οίκον περιορισμού, συνδεδεμένες με κλασικές ή και νεότερες βιβλιογραφικές αναφορές, για την πληρέστερη θεώρηση κάθε ζητήματος.
Του Άλκη Γούναρη
Τι έκαναν οι φιλόσοφοι στην καραντίνα; Μπορεί να μη βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή του πυρός για την καταπολέμηση της πανδημίας, όμως προσέφεραν θεραπεία με αντίδοτα ιδεών, καθώς η κρίση συνέβαλε στον ανορθολογισμό και ανέδειξε παλαιότερα και νέα προβλήματα θέτοντας σε δοκιμασία το ηθικό, πολιτικό και οικονομικό μας σύστημα. Σε αυτήν τη σειρά σημειώσεων, κατέγραψα ορισμένα επίκαιρα σημεία που αποτέλεσαν αντικείμενο φιλοσοφικού διαλόγου στις μέρες του κατ’ οίκον περιορισμού, συνδέοντάς τα με κλασικές ή και νεότερες βιβλιογραφικές αναφορές βάσης, αν θέλει κάποιος να αποκτήσει μια πληρέστερη θεωρητική αντίληψη κάθε θέματος.
Keywords
κοινοτισμός / ευζωία / κοινωνικό αγαθό
Ακούσαμε πολλές φορές τον Αμερικανό πρόεδρο, κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης των δημοσιογράφων από τον Λευκό Οίκο, να προσδίδει εθνικά χαρακτηριστικά στον ιό, αποκαλώντας τον «κινέζικο» ιό. Ο Ζαν Λυκ Νανσύ διερωτάται γιατί να μην του δώσουμε πολιτικά χαρακτηριστικά, αποκαλώντας τον τελικά «κομμουνοϊό». Στο ομότιτλο άρθρο του που δημοσίευσε στη Liberation[i], ο Γάλλος φιλόσοφος υποστηρίζει με χιούμορ ότι κάτι τέτοιο θα ήταν δικαιολογημένο για δυο λόγους: Πρώτον ο ιός όντως προέρχεται από την κομμουνιστική Κίνα, η οποία χάρη στην πολιτική ετοιμότητά της και στον πειθαρχημένο λαό της, αντιμετώπισε πολύ πιο αποτελεσματικά την κρίση από τις χώρες της Δύσης, και δεύτερον, η πανδημία αυτή συνέβαλε τελικά, στο να είμαστε όλοι μαζί, ακόμα και όντας σε καραντίνα, και να αποκτήσουμε ξανά τη χαμένη μας «κοινωνία», δηλαδή την ιδιότητά μας να συμμετέχουμε στα κοινά, να επικοινωνούμε, να λαμβάνουμε μια κοινή ανθρώπινη στάση απέναντι στα προβλήματα.
Θέλουμε να είμαστε αυτοί που προσδιορίζονται μέσα από την κατανάλωση των υλικών αγαθών, ή θέλουμε να αποτελούμε μια «μοναδική δυνατότητα πραγμάτωσης» ως αναπόσπαστο μέρος μιας κοινότητας, επαναπροσδιορίζοντας και δίνοντας νέο νόημα στις έννοιες της ατομικής και συλλογικής ιδιοκτησίας;
Ο Νανσύ, με μια ιδιότυπη υπαρξιακή και φαινομενολογική προσέγγιση της κοινότητας [1], αναζητά μια σύγχρονη έκφραση του δημόσιου βίου κατά την οποία το «εμείς» δεν θα δημιουργείται ως μια ταυτότητα «αποκλεισμού» του άλλου. Η σημερινή κρίση, υποστηρίζει, μπορεί να μας βάλει μπροστά στο δίλημμα να σκεφτούμε ξανά ποιοι θέλουμε να είμαστε. Θέλουμε να είμαστε αυτοί που προσδιορίζονται μέσα από την κατανάλωση των υλικών αγαθών, ή θέλουμε να αποτελούμε μια «μοναδική δυνατότητα πραγμάτωσης» ως αναπόσπαστο μέρος μιας κοινότητας, επαναπροσδιορίζοντας και δίνοντας νέο νόημα στις έννοιες της ατομικής και συλλογικής ιδιοκτησίας;
Η συζήτηση για την κοινοτική διάσταση της ανθρώπινης φύσης, ωστόσο, μας οδηγεί αναπόφευκτα πίσω στον Αριστοτέλη. Περιγράφοντας τα χαρακτηριστικά κάθε πολιτεύματος και αναζητώντας τους λόγους για τους οποίους οι άνθρωποι ενώνονται σε κοινότητες και οργανώνουν κράτη, ο Αριστοτέλης εντοπίζει τις διαφορετικές περί δικαίου θεωρήσεις εκείνων που επιλέγουν κάθε πολιτικό σύστημα. Για παράδειγμα, όσοι υποστηρίζουν τις ολιγαρχίες, που εξυπηρετούν τα συμφέροντα των οικονομικά ισχυρών, θεωρούν δίκαιο να υπάρχει ανισότητα, αφού οι πλούσιοι είναι εκείνοι που προσφέρουν περισσότερα στην πολιτική ένωση. Αντίθετα, εκείνοι που υποστηρίζουν τις δημοκρατίες των φτωχών, όπως λέει, θεωρούν δίκαιο να υπάρχει ισότητα, αφού απαιτείται συμμετοχή όλων στην επίλυση των προβλημάτων επιβίωσης.
Ωστόσο, το οικονομικό συμφέρον ή η αντιμετώπιση των προβλημάτων επιβίωσης, δεν αποτελούν σύμφωνα με τον Αριστοτέλη την «ουσία» της Πολιτείας. Όπως διευκρινίζει (Πολιτικά: 1280α), η συνένωση των ανθρώπων σε κράτος δεν συμβαίνει ούτε για τις εμπορικές συναλλαγές και το αμοιβαίο οικονομικό συμφέρον (την χρήσιν την προς αλλήλους), ούτε για να μπορούν οι αδύναμοι πολίτες από κοινού να αντιμετωπίσουν καταστάσεις έκτακτης ανάγκης όπως είναι οι πόλεμοι, οι λοιμοί και οι φυσικές καταστροφές. Στο σκεπτικό του Αριστοτέλη [2], ο σκοπός της Πολιτείας είναι φύσει ανώτερος από μια «απλή κοινότητα συμφερόντων». Η κοινωνική συμβίωση αποσκοπεί σε ένα ορισμένο τέλος, σε έναν ανώτερο σκοπό που δεν είναι άλλος από το «ευ ζην».
Ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι κάθε άνθρωπος πραγματώνεται μόνο εντός της πόλεως, και πως η πόλη αποτελεί τον τόπο και το μέσο όπου η προσωπική ευδαιμονία και το κοινό όφελος συνυπάρχουν αλληλένδετα και δεν μπορεί να εννοηθεί το ένα χωρίς το άλλο. Η ένωση των ανθρώπων σε κοινότητα αποτελεί μια έλλογη, συνειδητή, «κατά προαίρεσιν», επιλογή και στοχεύει στην ανάπτυξη των ανθρώπινων ικανοτήτων και αρετών, ώστε οι πολίτες να είναι σε θέση να συμμετέχουν στα κοινά, να διαμορφώνουν πολιτική κρίση, να διαβουλεύονται για το κοινό αγαθό και να ενδιαφέρονται για το μέλλον της κοινότητας ως όλου.
Ο δημοφιλής καθηγητής του Harvard τονίζει πως ο σκοπός της Αριστοτελικής πολιτείας είναι ανώτερος από τη μεγιστοποίηση της ωφέλειας των πολιτών (όπως επιδιώκει ο ωφελιμισμός), ή την καθιέρωση δίκαιων κανόνων (όπως επιδιώκει η δεοντοκρατία και η θεωρία δικαιοσύνης του Ρωλς), καθώς και οι δύο αυτές κατευθύνσεις αποσκοπούν στην προώθηση των ατομικών συμφερόντων.
Μια σύγχρονη ανάγνωση της πολιτικής σκέψης του Αριστοτέλη πραγματοποιεί ο Μάικλ Σαντέλ [3], ο οποίος θεωρεί ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για δικαιοσύνη χωρίς να λαμβάνουμε υπόψιν μας την έννοια του αγαθού, αλλά και τους φυσικούς σκοπούς και τις προδιαθέσεις του ανθρώπου ως κοινωνικής οντότητας. Ο δημοφιλής καθηγητής του Harvard τονίζει πως ο σκοπός της Αριστοτελικής πολιτείας είναι ανώτερος από τη μεγιστοποίηση της ωφέλειας των πολιτών (όπως επιδιώκει ο ωφελιμισμός), ή την καθιέρωση δίκαιων κανόνων (όπως επιδιώκει η δεοντοκρατία και η θεωρία δικαιοσύνης του Ρωλς), καθώς και οι δύο αυτές κατευθύνσεις αποσκοπούν στην προώθηση των ατομικών συμφερόντων.
Ο Σαντέλ, ξεμπλέκοντας τον Αριστοτέλη από τα δίχτυα του Χέγκελ –στον οποίο λίγο πολύ αποδίδεται η υιοθέτηση ενός πολιτικού νατουραλισμού που ευνόησε τα ολοκληρωτικά καθεστώτα του 20ου αιώνα–, ξαναβάζει την κοινότητα σε πρώτο πλάνο (έναντι του ατόμου), καθώς θεωρεί ότι έτσι εκφράζεται καλύτερα η βαθύτερη ανθρώπινη φύση και ανοίγει ο δρόμος για την εκδίπλωση και την άνθιση των ανθρώπινων ικανοτήτων σε όλο τους το εύρος. Παράλληλα, μας καλεί να ξεμπερδέψουμε στο μυαλό μας τις έννοιες της «οικονομίας της αγοράς» και της «κοινωνίας της αγοράς»[ii]. Κάθε φορά που μετράμε την καθημερινή μας ζωή με οικονομικούς όρους και αξίες της «αγοράς», είναι σαν να υποστηρίζουμε ότι τα πάντα είναι προς πώληση και τα πάντα μπορούν να αγοραστούν. Με αυτόν τον τρόπο όμως χάνεται το πραγματικό νόημα της κοινωνίας.
Η αριστοτελική έννοια της κοινωνίας ή της κοινότητας, όπως είδαμε παραπάνω, στοχεύει σε υψηλότερες αξίες από συναλλαγές και συμφωνίες. Όταν οι κανόνες της αγοράς εκτείνονται πέρα από τα υλικά-καταναλωτικά αγαθά, στα κοινωνικά αγαθά, ο χαρακτήρας και το νόημα των κοινωνικών αγαθών (όπως είναι για παράδειγμα η υγεία) αλλοιώνεται, παύει να είναι ο ίδιος και η κοινωνία χάνει στην πραγματικότητα το υψηλότερο νόημά της. Το γεγονός ότι υπάρχουν οικονομικές ανισότητες, το γεγονός ότι υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί, δεν σημαίνει ούτε ότι πρέπει τα πάντα να αποτιμώνται σε οικονομικές αξίες, αλλά και ούτε ότι πρέπει να επιδιώκουμε έναν οικονομικό εξισωτισμό. Η δίκαιη πολιτεία, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, δεν χρειάζεται ισότητα. Αυτό που χρειάζεται, όπως χαρακτηριστικά τονίζει ο Σαντέλ, είναι να μπορούν οι πολίτες να μοιράζονται μια κοινή ζωή, ακόμα και αν προέρχονται από διαφορετικά κοινωνικά στρώματα ή έχουν διαφορετικές οικονομικές δυνατότητες. Και κοινή ζωή σημαίνει να έχουν όλοι την ίδια ακριβώς πρόσβαση στα κοινωνικά αγαθά, όπως για παράδειγμα στην υγεία, στην παιδεία, στον δημόσιο λόγο, στον δημόσιο βίο.
Ο κοινοτισμός του Σαντέλ, ως μια ευκαιρία ανάδειξης της αξίας των κοινών και της επανάκτησης της εμπιστοσύνης στο είδος πολιτικής και κοινωνικής ζωής που δεν θα αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση μεγάλων οικονομικών, αλλά ούτε μικρών συντεχνιακών και πελατειακών συμφερόντων, μπορεί να προσφέρει γόνιμο πεδίο σε μια μετά την πανδημία νηφάλια αξιολόγηση και αναζήτηση νέων προοπτικών. Τέτοιες «ανοιχτής» δομής κοινοτιστικές αντιλήψεις, που δεν στοχεύουν στον εμπλουτισμό μιας επιχειρηματολογίας ολοκληρωτικού εξισωτισμού –πολλώ δε μάλλον σε μια ουτοπική αναζήτηση ενός νέου κομμουνιστικού ιδεώδους–, συνεισφέρουν γόνιμα στον δημόσιο διάλογο τόσο για τη διατήρηση της αρετής ως κριτήριο δικαιοσύνης, όσο και για την προτεραιότητα της αξίας των κοινωνικών έναντι των καταναλωτικών αγαθών.
και ερευνητής στο ΕΚΠΑ - https://alkisgounaris.gr/.
ΓΙΑ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ
ΕΠΙ ΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ
[1] | [2] | [3] |
Η αλήθεια της δημοκρατίας Jean-Luc Nancy Μτφρ. Βίκυ Ιακώβου Πλέθρον |
Η πολιτική σκέψη του Αριστοτέλη Wolfgang Kullmann Μτφρ. Αντώνης Ρεγκάκος ΜΙΕΤ |
Δικαιοσύνη Τι είναι το σωστό; Michael Sandel Μτφρ. Αλέξανδρος Κιουπκιολής Πόλις |