
Του Ευθύμιου Σακκά
Μια μέρα σαν σήμερα έφυγε από την ζωή ο συνθέτης Ρίχαρντ Στράους. Ο πατέρας του ήταν μουσικός και συγκεκριμένα έπαιζε επαγγελματικά κόρνο για στην Όπερα του Παλατιού του Μονάχου. Όπως ήταν φυσικό ο Ρίχαρντ μυήθηκε από νωρίς στα μυστικά τής σύνθεσης λαμβάνοντας μαθήματα πιάνου κυρίως και ολοκλήρωσε το πρώτο του έργο σε ηλικία μόλις έξι ετών.
Επτά χρόνια αργότερα θα έρθει για πρώτη φορά σε επαφή με την μουσική τού Βάγκνερ, γεγονός που αρχικά φάνηκε να τον συγκλονίζει, αλλά έπειτα από πιέσεις τού πατέρα του να εγκαταλείψει της νεωτεριστικές ιδέες και να προσηλωθεί σε κλασικές φόρμες, αποκόπτει τις γέφυρες επιρροών από τον γερμανό ομότεχνό του. Είναι γεγονός ότι ο Στράους παραδέχθηκε αργότερα πως επρόκειτο για σοβαρό λάθος που ενέδωσε στη θέληση τού πατρός του.
Μέχρι την ενηλικίωσή του οι συνθέσεις του ήταν σαφώς επηρεασμένες από τον Σούμαν κυρίως, αλλά η φιλία του με τον βιολονίστα Αλεξάντερ Ρίτερ τον έστρεψε και πάλι προς την μελέτη τού Βάγκνερ, καθώς και των φιλοσοφικών κειμένων του Σοπενχάουερ. Στρέφεται ουσιαστικά προς την τονικότητα και το 1888 παρουσιάζει τον «Δον Ζουάν» που έμελλε να συγκλονίσει τους μουσικούς κύκλους της εποχής. Μέσα σε είκοσι λεπτά ο Στράους αναδεικνύει το ένδοξο παρελθόν της κλασικής μουσικής γεφυρωμένο με ριζοσπαστικό τρόπο σ’ ένα ποίημα που αναφέρεται στους έρωτες του Δον Ζουάν και κορυφώνεται με μια δραματικότητα πρωτόγνωρη.
Θα ακολουθήσει ο «Θάνατος και η εξαΰλωση» με τα έγχορδα να αποδίδουνε με ακρίβεια τις ψυχικές διακυμάνσεις του ήρωα που αναθυμάται το παρελθόν του ενώ πνέει τα λοίσθια, και η συνέχεια ήρθε με το «Τάδε έφη Ζαρατούστρα» εμπνευσμένο από το φιλοσοφικό έργο τού Νίτσε. Εξίσου σημαντικές ήταν και οι όπερες του ανάμεσα στις οποίες συμπεριλαμβάνονται η «Σαλώμη» και η «Ηλέκτρα».
Μαύρη σελίδα ασφαλώς στο βιογραφικό του στάθηκε η συνεργασία του με το ναζιστικό καθεστώς. Ο Χίτλερ υπήρξε ένθερμος θαυμαστής τού έργου του και το 1933 ανέλαβε την θέση διευθυντή στο Κρατικό Ινστιτούτο Μουσικής του Γ’ Ράϊχ. Έμεινε στην θέση αυτή για τρία χρόνια και τελικά απομακρύνθηκε αφού αντίθετα με τις απόψεις των Ναζί υποστήριζε την σπουδαιότητα της μουσικής του Μάλερ και του Ντεμπυσύ, ενώ η οριστική ρήξη ήρθε όταν συνεργάστηκε με τον εβραϊκής καταγωγής συγγραφέα Στέφαν Τσβάϊχ.
Με την πτώση τού φασισμού πολλοί ομότεχνοί του χλευάσανε την στάση του και δεν λείψανε οι προσπάθειες για να τον περάσουνε από δίκη. Για τους λόγους αυτούς κατέφυγε στην Αγγλία, όπου και συνέθεσε τα τελευταία του έργα. Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι το 1926 ο Στράους είχε επισκεφθεί την Ελλάδα διευθύνοντας τέσσερις συναυλίες στην Αθήνα και παρουσιάζοντας άλλα δύο έργα του στην Νάξο. Εκείνη την εποχή η δικτατορία τού Πάγκαλου πρότεινε στον Γερμανό συνθέτη να αναλάβει μαζί με τον φίλο του αρχιτέκτονα Μίκαελ Ροζενάουερ να σχεδιάσουνε το Μέγαρο Μουσικής. Το πόνημα δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ αλλά μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια ο Στράους είχε επισκεφθεί τον Άγγελο και την Εύα Σικελιανού στους Δελφούς και την συνάντηση αυτή πραγματεύεται το δοκίμιο τού Θάνου Κωνσταντινίδη «Ο Ρίχαρντ Στράους στο δελφικό σπίτι των Σικελιανών» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα και συνοδεύεται από πλούσιο φωτογραφικό υλικό.