Παράλληλη ανάγνωση δύο κειμένων, του Μπόρχες και του Κάφκα.
Του Κυριάκου Χαλκόπουλου
Αν κανείς ήθελε να παρουσιάσει τις διαφορές ανάμεσα στους λαβυρίνθους που περιγράφονται από τον Μπόρχες και τον Κάφκα, θα μπορούσε να συγκρίνει τον λαβύρινθο στη «Βιβλιοθήκη της Βαβέλ», και εκείνον στο διήγημα «Η Κατασκευή». Στο πρώτο, έργο του Μπόρχες, από τη συλλογή Μυθοπλασίες, διαβάζουμε για μια αχανή βιβλιοθήκη, ενώ στο δεύτερο, ένα μεγάλο διήγημα του Κάφκα, παρατηρούμε μια σύνθετη υπόγεια κατασκευή.
Δαιδαλώδεις χώροι, με επαναλαμβανόμενα χαρακτηριστικά (εξάγωνα δωμάτια στον Μπόρχες, διάδρομοι και αίθουσες στον Κάφκα), τόποι που συνορεύουν με άγνωστα, ανεξερεύνητα πεδία, και στους οποίους οι δύο αφηγητές χάνονται, απελπίζονται, μοχθούν, παραιτούνται, ονειρεύονται.
Οι ομοιότητες δεν είναι λίγες – δαιδαλώδεις χώροι, με επαναλαμβανόμενα χαρακτηριστικά (εξάγωνα δωμάτια στον Μπόρχες, διάδρομοι και αίθουσες στον Κάφκα), τόποι που συνορεύουν με άγνωστα, ανεξερεύνητα πεδία, και στους οποίους οι δύο αφηγητές χάνονται, απελπίζονται, μοχθούν, παραιτούνται, ονειρεύονται. Όμως οι διαφορές είναι πολύ περισσότερες: Στο διήγημα του Μπόρχες, από την πρώτη πρόταση ήδη μας αποσαφηνίζεται πως η «βιβλιοθήκη» είναι το ίδιο το «σύμπαν». Στο διήγημα του Κάφκα δεν παρέχεται αντίστοιχη ερμηνεία από τον αφηγητή. Η διαφορά αυτή, μάλιστα, έχει και άμεσα επακόλουθα, καθώς το «σύμπαν» είναι εξ ορισμού ένα σύνολο στο οποίο ανήκουν και οι υπόλοιποι άνθρωποι, ενώ η υπόγεια κατασκευή παραπέμπει σε μια εργασία προσωπική, σε μια δημιουργία που κρατά τους άλλους έξω. Αυτή η διαφορά είναι ιδιαίτερης σημασίας, διότι είναι άλλο να έχει κανείς χαθεί μέσα στον κόσμο και ανάμεσα σε ανθρώπους, και άλλο να έχει αποτραβηχτεί σε κάποιον δικό του χώρο – διότι στη δεύτερη περίπτωση η αγωνία οφείλεται σε προσωπική επιλογή, ενώ στην πρώτη είναι αναπόδραστη.
Από την πρώτη διαφορά απορρέουν και άλλες: όπως η συμπερίληψη γνώσεων και θεωρήσεων προηγούμενων μελετητών της βιβλιοθήκης (στο διήγημα του Κάφκα δεν νοείται προηγούμενος, ή και επόμενος, μελετητής της κατασκευής), η σύγκριση του περιπλανώμενου αφηγητή με συναδέλφους του, σε άλλα τμήματα της βιβλιοθήκης (στο διήγημα του Κάφκα όποιος πλησιάσει αναγνωρίζεται ως εχθρός και απειλή, όχι απλώς ως ένας ενοχλητικός ή παραπλανημένος γείτονας), η αποδελτίωση ενός ιστορικού των αντιλήψεων για τη βιβλιοθήκη (διαβάζουμε παραπομπές, καλυμμένες ελάχιστα και φανερά από πρόθεση είναι έτσι, θυμίζουν το σατυρικό έργο του Σουίφτ, ή του Λουκιανού, διότι σε μια σάτιρα είναι σκόπιμο ο αναγνώστης να αντιληφθεί εύκολα το νόημα των αλληγοριών) αντιπαραβάλλεται με την απέχθεια του αφηγητή στο διήγημα του Κάφκα, για τους ανέστιους που πιθανότατα περιτριγυρίζουν την είσοδο της κατασκευής του και οι οποίοι, ενώ ακόμα την αγνοούν, μπορεί κάποτε να την ανακαλύψουν και να την καταστρέψουν. Η βιβλιοθήκη, στο διήγημα του Μπόρχες, δεν καταστρέφεται, αφού είναι το σύνολο των πραγμάτων. Η κατασκευή είναι μια προσωπική εργασία, που απαιτεί διαρκή εγρήγορση, και αναπόφευκτα θα χαθεί με το τέλος της ζωής του δημιουργού της...
Η Κατασκευή είναι πολύ μεγάλη, και αποτελεί έργο που εντυπωσιάζει, ξεχωρίζει για την περιπλοκότητά της, αλλά δεν παύει να είναι ένα καταφύγιο, μια προσωπική εργασία, σαν ένα απρόσιτο δωμάτιο στα έγκατα ενός κτιρίου, και όχι το σύμπαν, όχι ένα αντικείμενο που ανήκει και στους άλλους ανθρώπους.
Χαρακτηριστική είναι η χρήση μαθηματικών εννοιών στο διήγημα του Μπόρχες. Πέραν από τις προαναφερθείσες παραπομπές σε άλλους συγγραφείς (βλέπουμε, για παράδειγμα, μια φράση από τον Ερμή Τρισμέγιστο, για έναν κύκλο που το κέντρο του είναι παντού και η περιφέρειά του δεν υπάρχει – μια φράση που συνδέεται με την ελεατική φιλοσοφία που ο Μπόρχες αναφέρει σε διάφορα έργα του), η χρήση αριθμών και μαθηματικών εννοιών (όρια, άπειρο, πιθανότητες) είναι αρκετά έντονη. Στη βιβλιοθήκη υπάρχει ένας τεράστιος αριθμός βιβλίων, αλλά είναι όλα τους ίδια όσον αφορά τον αριθμό των τυπογραφικών στοιχείων (έχουν ίσο αριθμό σελίδων, αριθμό προτάσεων σε κάθε σελίδα, αριθμό γραμμάτων και άλλων στοιχείων σε κάθε πρόταση). Αυτή η ομοιομορφία σημαίνει πως κάποια στιγμή θα παρουσιαστούν όλα τα βιβλία που μπορούν να υπάρξουν, διότι το σύνολο των διαφορετικών βιβλίων προκύπτει από μια μαθηματική πράξη (φαίνεται πως το σύνολο τους είναι 25^1312000, 25 τυπογραφικά στοιχεία, γράμματα και σημεία στίξης, υψωμένα σε μια δύναμη που είναι το γινόμενο του αριθμού των στοιχείων που περιέχει κάθε βιβλίο). Σύμφωνα με αυτό, πεπερασμένος θα είναι και ο αριθμός των αιθουσών στη βιβλιοθήκη, αφού η κάθε αίθουσα χωράει 3.200 βιβλία.
Ο Μπόρχες σημειώνει πως υπάρχει η περίπτωση να επαναλαμβάνονται οι ίδιες αίθουσες, μετά από εκείνον τον γιγαντιαίο αριθμό, και έτσι η βιβλιοθήκη να είναι άπειρη, και ίσως ακόμα και να έχει περιοδικότητα στην επανεμφάνισή της. Στον αντίποδα, η κατασκευή στο διήγημα του Κάφκα δεν είναι άπειρη, αλλά περιβάλλεται από κάτι που μπορεί να είναι άπειρο. Η Κατασκευή είναι πολύ μεγάλη, και αποτελεί έργο που εντυπωσιάζει, ξεχωρίζει για την περιπλοκότητά της, αλλά δεν παύει να είναι ένα καταφύγιο, μια προσωπική εργασία, σαν ένα απρόσιτο δωμάτιο στα έγκατα ενός κτιρίου, και όχι το σύμπαν, όχι ένα αντικείμενο που ανήκει και στους άλλους ανθρώπους. Η κατασκευή θα αφανιστεί όταν πεθάνει ο δημιουργός της, η βιβλιοθήκη θα συνεχίσει να υφίσταται – τουλάχιστον όσο υπάρχει κάποιος που μπορεί να περιπλανιέται εκεί. Αλλά υπό την έννοια αυτή η κατασκευή είναι κάτι το ενεργητικό, ο μόχθος του αφηγητή της συνδυάζεται με την υπερηφάνεια του εκείνες τις στιγμές που δεν νιώθει απειλημένος, γεμίζει με χαρά και συγκίνηση για όσα πέτυχε, ενώ στην κοινόχρηστη βιβλιοθήκη ο αφηγητής του έργου του Μπόρχες μοιάζει να έχει παραιτηθεί, να ψιθυρίζει σε μια γωνιά, να σκαλίζει άτεχνα τις σημειώσεις του στο κάλυμμα ενός βιβλίου.
* Ο ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΛΚΟΠΟΥΛΟΣ είναι μεταφραστής και συγγραφέας.