Οι Αλαίν Ζοφρουά (1928-2015), Τέντ Τζόουνς (1928-2003), Τζόυς Μανσούρ (1928-1986) και Νάνος Βαλαωρίτης (γεν. 1921) σε μία από τις συνήθεις συγκεντρώσεις τους σε ένα καφέ στο Παρίσι τη δεκαετία του ΄60.
Του Μεγακλή Ρογκάκου
Μια φωτογραφία που απαθανατίζει μαζί μια παρέα ποιητών –τον αφροαμερικανό Τεντ Τζόουνς (1928-2003), την αγγλίδα Τζόυς Μανσούρ (1928-1986), τον ελληνοελβετό Νάνο Βαλαωρίτη (γ. 1921) και τον γάλλο Αλαίν Ζοφρουά (1928-2015), αντικατοπτρισμένος στον καθρέφτη– σε ένα καφενείο κοντά στο Μπομπούρ, έδωσε το έναυσμα για μια πραγματεία περί διανοητικής ξενιτιάς. Ήταν μία από τις πολλές συναντήσεις τους σε εκθέσεις, μετά από τις οποίες πήγαιναν σε καφέ για να τις συζητήσουν. Είναι από τη δεκαετία του 1960, όταν ο Βαλαωρίτης είχε επιστρέψει από το Παρίσι στην Αθήνα, αλλά επισκεπτόταν το Παρίσι για να συναντήσει τους φίλους του ανελλιπώς κάθε καλοκαίρι.
Το έργο του Νάνου Το Ξενοδοχείο του Βραδυάσματος (L’Hôtel de la nuit qui tombe, 1956-1958) παίχτηκε τέσσερις συνεχόμενες ημέρες το 1959 στο Θέατρο του Αμερικανικού Κέντρου (Centre américain), στη Μπουλβάρ Ρασπάιγ, στο κέντρο του Παρισιού. Όλα τα πρωτοποριακά θεατρικά έργα και χάπενινγκς του Μαρκ’Ό (Marc’O) ξεκίνησαν από αυτό. Σκηνοθέτης και ηθοποιοί αυτοσχεδίαζαν επηρεασμένοι από το Ζωντανό Θέατρο (διαδραστικό). Η δομή του έργου μπορούσε να αλλάξει και το έργο να προκύψει τελείως διαφορετικό. Αυτό ερχόταν σε αντίθεση με το Θέατρο του Παραλόγου, όπου η δράση ήταν προκαθορισμένη. Μάλιστα, ο Μαρκ’Ό είχε εξασκήσει στο ζωντανό θέατρο τόσο καλά τους ηθοποιούς του –Πιέρ Κλεμαντί και Μωρίς Ντυροζιέ– που σύντομα μετά εμφανίσθηκαν σε διάφορες ταινίες των Μπουνιουέλ και Μπερτολούτσι.
Η αντίφαση δείχνει το πώς μπορεί η γλώσσα να δημιουργήσει κόσμους και να τους ανατρέψει. Μέχρι τότε είχαμε μiα στατική αντίληψη τη γλώσσας. Η γλώσσα είναι κινούμενη άμμος.
Ένας συγγραφέας της εκτίμησης του Μπρετόν, που διαπίστωσε μια τεχνική διαλόγου στο έργο του Νάνου που δεν είχε το δικό του δημιούργημα, έσκισε τα γραπτά του και κρεμάστηκε... Το Ξενοδοχείο του Βραδυάσματος ήταν έργο αμφιλεγόμενο και ρηξικέλευθο που άλλαξε τη Γαλλική πρωτοπορία. Από εκείνη την ώρα ο σκηνοθέτης έκανε τις δικές του αλλαγές με αυθόρμητο διάλογο. Το ένα πρόσωπο του διαλόγου αντέκρουε συνέχεια την άποψη του άλλου. Τα πρόσωπα αναιρούσαν αμοιβαία το ένα το άλλο. Αυτό γινόταν για πρώτη φορά στη Γαλλία, διότι τέτοιοι διάλογοι δεν είχαν έως τότε παρουσιασθεί. Ήταν βασισμένοι στο Μανιφέστο του Σουρεαλισμού (1924) του Μπρετόν που έδινε συνταγή για τον διάλογο, όπου ο ένας καταρρίπτει τον άλλο. Με τον διάλογο τα πρόσωπα ροκάνιζαν τον κόσμο και στο τέλος ερχόταν ως αποτέλεσμα το τέλος του κόσμου. Ένα συμπαντικό γεγονός, το έργο κατέληγε με τον διάλογο να ακυρώνει και να διαλύει το σύμπαν. Ο διάλογος είχε μεταφυσική έννοια, ότι μπορείς να φτιάξεις ένα σύμπαν αλλά και να το καταστρέψεις. Το εφάρμοσε ο Αλαίν Ρομπ-Γκριγιέ στο Αισθηματικό Μυθιστόρημα (Un roman sentimental, 2007). Αυτή η αμφισβήτηση στόχευε να αποδείξει τη δύναμη τη γλώσσας, ότι έχει την οντολογική δύναμη να δημιουργήσει κόσμους. Τα μεγαλύτερα μυθιστορήματά του –Η Ζήλια (La Jalousie, 1957) και Μέσα στον Λαβύρινθο (Dans le labyrinthe, 1959)– στηρίζονται στην πρωταρχική σημασία της γλώσσας. Περιλαμβάνουν κομμάτια που αυτοαναιρούνται. Το κείμενο αρχίζει με κάτι που αμέσως μετά αντιφάσκεται. Η αντίφαση δείχνει το πώς μπορεί η γλώσσα να δημιουργήσει κόσμους και να τους ανατρέψει. Μέχρι τότε είχαμε μiα στατική αντίληψη τη γλώσσας. Η γλώσσα είναι κινούμενη άμμος. Πρόκειται για μiα οντοποίηση της γλώσσας, που ο ΜακΧέιλ περιγράφει ως μεταμοντερνισμό (ΜακΧέιλ 1992:55). Είναι αυτή η γλώσσα που ενδιαφέρει και τον Νάνο.
Η συνταγή του Μπρετόν για ψυχωτικούς διαλόγους σκοπό έχει να αναγάγει τη γλώσσα ως αυτοδύναμη. Η γλώσσα δεν είναι απλώς φορέας αλλά το κύριο στοιχείο. Παραμερίζοντας τον ποιητικό λυρισμό της η γλώσσα παράγει τη νέα τέχνη που χρειάζεται σήμερα. Στα στρογγυλά τραπέζια του 1960 (επί του παρόντος μεταφράζεται από τα γαλλικά στα ελληνικά από την Βασιλική Ράπτη) φαίνεται η πλευρά παιγνίου και στους διαλόγους και στο θέμα. Αφορά σε μια παρέα από έλληνες σε ένα καφενείο που τεμπελιάζουν και χασομερούν. Όταν κάνει την εμφάνισή του ένας άνδρας σκαρφίζονται να του κάνουν πλάκα και του λέγουν ότι είναι σπουδαίος κατακτητής γυναικών, και του υπόσχονται να το αποδείξουν. Ξαφνικά εμφανίζεται μια ωραία κοπέλα σαν από μηχανής θεά και τον πείθουν ότι είναι ερωτευμένη μαζί του. Και έτσι ξεδιπλώνεται ένα ολόκληρο παιχνίδι ανάμεσα σε αυτόν, την κοπέλα και την παρέα των νεαρών. Το παιχνίδι αναπάντεχα θα στραφεί εις βάρος των πλακατζήδων. Η τύχη τούς εκδικείται με ανατροπή – πέφτουν οι ίδιοι στην παγίδα που θέλησαν να στήσουν.
Ο Νάνος ανακάλυψε τη συγγένεια σκέψης με τον Ρώσο θεωρητικό Μιχαήλ Μπαχτίν, που υποστήριζε ότι η σκέψη δημιουργείται με τον διάλογο, και τα κατεξοχήν διαλογικά έργα είναι του Ντοστογιέφσκι.
Σε εύθετο χρόνο, ο Νάνος ανακάλυψε τη συγγένεια σκέψης με τον Ρώσο θεωρητικό Μιχαήλ Μπαχτίν, που υποστήριζε ότι η σκέψη δημιουργείται με τον διάλογο, και τα κατεξοχήν διαλογικά έργα είναι του Ντοστογιέφσκι. Αυτό συμβαίνει και σε όλα τα έργα του Νάνου. Το Απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη (1982) είναι διαλογικό έργο με γλωσσικές αντιπαραθέσεις, διαφορετικές γλώσσες και διαλέκτους, από καθαρεύουσα έως ακραία δημοτική. Όλα κάνουν αντιθέσεις εκεί. Είναι ένα μυθιστόρημα για τη γλώσσα. Στον Θησαυρό του Ξέρξη (1984) η αμφισβήτηση γίνεται σε μεγάλες ενότητες. Γίνεται αντιπαράθεση και ανατροπή με αντιφατικούς ρόλους. Ο Νάνος έπαιζε πάντα με αυτό το στοιχείο της αντιπαράθεσης. Στο πρώτο μέρος ο ήρως είναι θύμα μία σκύλας, στο δεύτερο εκείνη γίνεται θύμα ενός αδυσώπητου βασανιστή. Έχουν τα ίδια ονόματα σε άλλο μέρος με άλλη πλοκή.
Σημειωτέον ότι αν και ο Νάνος έχει αναλύσει τα έργα του στην κριτική του εργογραφία, στην Ελλάδα παραμένουν, εν πολλοίς, άγνωστα.
(Κείμενο που βασίστηκε σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Νάνο Βαλαωρίτη, Λονδίνο, 11 Δεκεμβρίου 2016).
* Ο Μεγακλής Ρογκάκος είναι Ιστορικός Τέχνης & Επιμελητής Εκθέσεων.
Βιβλιογραφία
• ΜακΧέιλ, Μπράιαν. Δομώντας τον Μεταμοντερνισμό. Νέα Υόρκη και Λονδίνο: Ρούτλετζ, 1992