
Ορισμένες σκέψεις του γνωστού κριτικού λογοτεχνίας με αφορμή την πρόσφατη «αποκαθήλωση» έργου τέχνης που απεικόνιζε την ελληνική σημαία από έκθεση στο γενικό προξενείο της Ελλάδας στη Νέα Υόρκη.
Γράφει ο Γιώργος Ν. Περαντωνάκης
Καταρχάς, να διευκρινίσω ότι δεν θεωρώ το έθνος εξαντλημένη έννοια, αφού ακόμα και σήμερα, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και των διεθνικών αντιλήψεων, αυτό ακόμα διαδραματίζει σημαντικό ρόλο, μακριά από εθνικιστικές κορώνες και αλλόδοξα μίση. Επομένως, και τα σύμβολά του αξίζουν τον σεβασμό του καθενός. Ωστόσο, η σημαία –όπως και τα άλλα εθνικά εμβλήματα– συμβολίζει περήφανα μια Ιδέα, αλλά συνάμα δεν είναι φετίχ, δεν έχει μαγική δύναμη, δεν είναι ιερό το χρώμα ή οι εννέα γραμμές της. Αντί για γαλανόλευκη με την αναφορά στη θάλασσα, θα μπορούσε περιπτωσιακά –σε μία εικαστική σύνθεση– να είναι πράσινη για την οικολογία, ροζ για τις γυναικοκτονίες ή ό,τι άλλο, προκειμένου να δείξει ότι το έθνος είναι μια ευρύχωρη έννοια, δυναμική, αεικίνητη, που ενέχει το παρελθόν αλλά και το παρόν ή το μέλλον.
H «σκανδαλώδης» ροζ ελληνική σημαία, έργο της Γεωργίας Λαλέ, το οποίο φτιάχτηκε από σεντόνια γυναικών οι οποίες έχουν βιώσει ενδοοικογενειακή βία, δεν είναι βλάσφημη, αφού δεν προσβάλλει, δεν αποκαθηλώνει και δεν υποβαθμίζει το έθνος και την ελληνική ταυτότητα.
Από την άλλη, η τέχνη έχει γνωρίσει στο πέρασμα της ιστορίας πολλές μορφές εργαλειοποίησης ή επιθέσεις, που κυμαίνονται από την περιθωριοποίησή της μέχρι την απηνή λογοκρισία. Ακριβώς επειδή είναι ελεύθερη κι ενίοτε αντισυμβατική, θεωρήθηκε κατά καιρούς απειλή για την τρέχουσα ηθική, τη θρησκεία, την εξουσία, την επικρατούσα ιδεολογία, το έθνος, τα σημαίνοντα πρόσωπα της κοινωνίας κ.λπ. Από το περίφημο Index Librorum Prohibitorum των Καθολικών μέχρι τα σταλινικά καλούπια ορθοφροσύνης κι από τον Μακαρθισμό στην Αμερική μέχρι την επιτροπή λογοκρισίας κάθε ολοκληρωτικού καθεστώτος που… σέβεται τον εαυτό του, οι περιορισμοί στην τέχνη δείχνουν ότι πολλοί επιχειρούν να επιβάλουν μία δογματική, αναμφισβήτητη, μονολιθική αντίληψη περί του σωστού, με αποτέλεσμα οι παρεκκλίνουσες απόψεις να απ-αξιώνονται, να στοχοποιούνται ή να εξοβελίζονται ως επικίνδυνες.
Η «σκανδαλώδης» ροζ ελληνική σημαία
Ας δούμε τώρα πώς συντιούνται η τέχνη με τα ιερά και όσια κάθε ανθρώπου. Πρώτα απ’ όλα, η «σκανδαλώδης» ροζ ελληνική σημαία, έργο της Γεωργίας Λαλέ, το οποίο φτιάχτηκε από σεντόνια γυναικών οι οποίες έχουν βιώσει ενδοοικογενειακή βία, δεν είναι βλάσφημη, αφού δεν προσβάλλει, δεν αποκαθηλώνει και δεν υποβαθμίζει το έθνος και την ελληνική ταυτότητα. Μάλλον την επεκτείνει, σκεπάζοντας με το συμβολικό πανί της όχι μόνο τη γενναιότητα των προγόνων αλλά και τα αθώα θύματα του παρόντος.
Μιλώντας με διαφωνούντες, είδα ότι ενοχλούνταν από το συγκεκριμένο εικαστικό έργο επειδή παραλλάσσει και παραμορφώνει, κατά τη γνώμη τους, το πρότυπο που αναδεικνύει η ελληνική σημαία. Κι αναρωτιέμαι ποια μονοσήμαντη εκδοχή του Ελληνισμού εκπροσωπεί η σημαία μας, ώστε κάθε άλλη ερμηνεία να θεωρείται διαστρέβλωση. Η γαλανόλευκη σύνθεση δεν συμβολίζει ούτε μόνο το ηρωικό (πολεμικό) ιδεώδες που κυριαρχούσε όταν αυτή επικράτησε ούτε μόνο τα αθάνατα διαχρονικά ιδανικά που έρχονται από την αρχαιότητα αναλλοίωτα έως σήμερα, αλλά μια ευρύτερη αλήθεια που περιλαμβάνει ιστορικά και πολιτισμικά προϊόντα, όπως η ελευθερία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, η ιστορία μας, ο ανθρωπισμός κ.λπ., στοιχεία για τα οποία ως έθνος θέλουμε να είμαστε περήφανοι.
H ροζ σημαία ως έργο τέχνης δεν προσβάλλει τη γαλανόλευκη. Ωστόσο, ακόμα κι αν τα πράγματα δεν ήταν έτσι, καμία ιδεολογία, καμία ιδέα και κανένα σύμβολο δεν θρυμματίζεται ή αποσκορακίζεται από την τέχνη.
Επομένως, η ροζ σημαία ως έργο τέχνης δεν προσβάλλει τη γαλανόλευκη. Ωστόσο, ακόμα κι αν τα πράγματα δεν ήταν έτσι, καμία ιδεολογία, καμία ιδέα και κανένα σύμβολο δεν θρυμματίζεται ή αποσκορακίζεται από την τέχνη. Ακόμα κι αν η τελευταία θέτει εν αμφιβόλω την ισχύ κάθε τέτοιου λόγου, η ελευθερία της είναι πεδίο σκέψης, που επιτρέπει την κριτική, τη σκέψη και εντέλει την επιβεβαίωση ή την αλλαγή όσων ο καθένας πιστεύει. Ακριβώς επειδή από τον Διαφωτισμό και μετά καμία μοναδική αλήθεια δεν μπορεί να τίθεται στο απυρόβλητο, η τέχνη έχει αποδείξει ότι οι πολλαπλές αλήθειες και ο πλουραλισμός των οπτικών γωνιών πλαταίνει τον στοχασμό κι ωθεί στο να μιλήσουμε για το έθνος, τη θρησκεία, την ιδεολογία κ.λπ. κατ’ επιλογή, με συνείδηση και με ζήλο, όχι επειδή έτσι τα κληρονομήσαμε, αλλά επειδή τα περάσαμε από τη βάσανο της κριτικής και τα αποδεχτήκαμε ίδια ή παραλλαγμένα. Ή τα απορρίψαμε, βεβαίως.
Ο William Marx στο έργο του «Το μίσος για τη λογοτεχνία» (εκδ. Πόλις) εξηγεί πως η τέχνη ανέκαθεν δεχόταν τις επιβουλές της θρησκείας κι έπειτα της επιστήμης, ενώ και η ηθική βρέθηκε συχνά απέναντί της. Προσπερνά ωστόσο την εξουσία ως διώκτη της τέχνης, κάτι που επιχειρεί να αναδείξει ο Κώστας Αρκουδέας στους «Επικίνδυνους συγγραφείς» (εκδ. Καστανιώτη). Εκεί φαίνεται πως σε παγκόσμιο επίπεδο έργα που θεωρήθηκαν ηθικά παράτολμα, πολιτικά ακραία, κοινωνικά επιζήμια κ.λπ. υπέστησαν διώξεις ή προκάλεσαν κοινωνικό σάλο. Και τέλος να μην ξεχάσουμε το βιβλίο «Λεξικό λογοκρισίας στην Ελλάδα. Καχεκτική δημοκρατία, δικτατορία, μεταπολίτευση» (εκδ. Καστανιώτη), σε επιμέλεια του Δημήτρη Χριστόπουλου, Kαθηγητή στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας, και της Πηνελόπης Πετσίνη, Διδάκτορος των τεχνών και των ανθρωπιστικών επιστημών. Εκεί καταγράφονται περιπτώσεις «μικρής» ή «μεγάλης» λογοκρισίας, επίσημης ή ανεπίσημης, που δείχνουν ότι η τέχνη συχνά ενοχλεί.
H όποια δίωξη λειτουργεί συχνά σαν λάδι στη φωτιά, αφού έργα που δεν θα έκαναν θόρυβο και δεν θα επενεργούσαν δραστικά στην κοινωνία, αποκτούν άλλες διαστάσεις και τελικά εκρήγνυνται ακριβώς χάρη στις πιέσεις που γνώρισαν.
Κι εδώ ανακύπτουν δύο παράδοξα. Από τη μία, όσοι φοβούνται τη δύναμη της τέχνης και γι’ αυτό προσπαθούν να τη φιμώσουν δεν την εκτιμούν κατά βάθος. Η εξουσία, η ηθική, η θρησκεία, η επιστήμη, όλοι αυτοί οι λόγοι, παρόλο που σκέφτονται χρησιμοθηρικά και εκλαμβάνουν τα καλλιτεχνικά έργα ως πολυτέλεια (εκτός αν υπηρετούν τη δική τους προπαγάνδα), συνάμα προσπαθούν να τα θέσουν στο περιθώριο, σαν αυτά να είναι άκρως επιδραστικά και να αποτελούν δυνάμει ή ενεργεία απειλή. Από την άλλη, η όποια δίωξη λειτουργεί συχνά σαν λάδι στη φωτιά, αφού έργα που δεν θα έκαναν θόρυβο και δεν θα επενεργούσαν δραστικά στην κοινωνία, αποκτούν άλλες διαστάσεις και τελικά εκρήγνυνται ακριβώς χάρη στις πιέσεις που γνώρισαν. Το ίδιο συνέβη με τη ροζ σημαία της Γεωργίας Λαλέ, που ίσως δεν θα τη γνώριζε κανείς εδώ στην Ελλάδα, αν η ίδια η εξουσία δεν φρόντιζε –διά της λογοκρισίας– να την αναδείξει.
*Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ είναι διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας, κριτικός βιβλίου και συγγραφέας. Τελευταίο του βιβλίο, το μυθιστόρημα «Πυθαγόρας» (εκδ. Καστανιώτη).