Η σχέση της όπερας με το αρχαίο δράμα και τη μυθολογία εντοπίζεται εν τη γενέσει της. Με αφορμή τη «Μήδεια» του Κερουμπίνι, που ανεβαίνει στην Εθνική Λυρική Σκηνή στο πλαίσιο των εκδηλώσεων «Έτος Μαρία Κάλλας», σταχυολογούμε κάποιες χαρακτηριστικές όπερες βασισμένες σ' αυτή τη σχέση και αναδυκνύουμε τη βαθιά σχέση της Μαρίας Κάλλας με τον ρόλο της Μήδειας.
Γράφει η Έλενα Χουζούρη
Οι παραστάσεις της όπερας «Μήδεια» του Κερουμπίνι από τις 25 Απριλίου έως τις 9 Μαΐου, στην Εθνική Λυρική Σκηνή, επαναφέρουν τη συζήτηση για την αμφίδρομη σχέση ανάμεσα στα έργα που τοποθετούνται στην αρχαία κλασική λογοτεχνία και την όπερα. Επιπροσθέτως, η παράσταση της «Μήδειας» εντάσσεται στο «Έτος Μαρία Κάλλας», καθώς φέτος συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη γέννηση της απόλυτης ντίβας του μελοδράματος όλων των εποχών.
Πολλοί ισχυρίζονται ότι η πρωταρχική ρίζα της όπερας ανιχνεύεται στην αρχαία ελληνική τραγωδία με τον χορό και τα στάσιμα. Άλλοι ότι οι βιβλικοί Ψαλμοί του Σολομώντα ήταν η αρχαιότερη όπερα. Από όπου και αν κατάγεται η όπερα, το σίγουρο είναι ότι οι αρχαιοελληνικοί μύθοι, οι ήρωες των αρχαίων ελληνικών τραγωδιών καθώς και εκείνοι των ομηρικών επών την κατακλύζουν ήδη από τις πρωταρχικές εμφανίσεις της με τις μορφικές δομές που λίγο ως πολύ φτάνουν έως σήμερα.
Θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε ότι η συνάντηση της όπερας με το αρχαιοελληνικό δράμα και τους αρχαιοελληνικούς μύθους συμπίπτει με την Αναγέννηση και την φαντασιακή ανασύσταση της αρχαίας Ελλάδας και του αρχαιοελληνικού ιδεώδους, όπως εκφράζεται μέσα από τη φιλοσοφία, τις τέχνες, τα γράμματα και… την όπερα. Σύμφωνα με την Marianne McDonald, η Φλωρεντινή Καμεράτα ήταν εκείνη που στο τέλος του 16ου αιώνα θέλησε να επαναφέρει το αρχαιοελληνικό δράμα, με την πλούσια μυθολογία του, σε εκτεταμένες μουσικές διασκευές, όπως εκείνη του Αντρέα Γκαμπριέλι με τον «Οιδίποδα Τύραννο». Ωστόσο, και έως να φτάσουμε σ’ αυτόν που θεωρείται ο «πατέρας της όπερας», τον Κλαούντιο Μοντεβέρντι και τον «Ορφέα» του, μεσολάβησαν κάποιες λιγότερο επιτυχημένες προσπάθειες, όπως αυτές των Πέρι και Κόρσι με τη «Δάφνη» και των Πέρι και Καντσίνι με την «Ευρυδίκη».
«Ορφέας», «Δάφνη», «Ο Άδωνις και η Αφροδίτη» με τον ποιητικό, ιδεαλιστικό τους ερωτισμό, τις γαμήλιες προσδοκίες και την αφοσίωση, εξακολουθούν να γοητεύουν τις πρώτες όπερες αλλά σύντομα εμφανίζονται και οι ήρωες των επών, οι οποίοι διεκδικούν τη θέση τους στη σκηνή του μελοδράματος, με πρώτο και καλύτερο τον πιο μυθιστορηματικό, τον Οδυσσέα...
Η αυλαία όμως που ανεβαίνει με εξαιρετική επιτυχία και σύμφωνα με τις αισθητικές και μορφικές αντιλήψεις της εποχής [1600] με την όπερα του Μοντεβέρντι – ακούγεται ευχάριστα έως και σήμερα, προπαντός αν εκτελείται με όργανα εποχής–, συνεχίζει να παραμένει ανεβασμένη καθώς οι αρχαιοελληνικοί μύθοι εισβάλλουν, ολοένα και συχνότερα στην όπερα. «Ορφέας», «Δάφνη», «Ο Άδωνις και η Αφροδίτη» με τον ποιητικό, ιδεαλιστικό τους ερωτισμό, τις γαμήλιες προσδοκίες και την αφοσίωση, εξακολουθούν να γοητεύουν τις πρώτες όπερες αλλά σύντομα εμφανίζονται και οι ήρωες των επών, οι οποίοι διεκδικούν τη θέση τους στη σκηνή του μελοδράματος, με πρώτο και καλύτερο τον πιο μυθιστορηματικό, τον Οδυσσέα, τον οποίο ο Όφενμπαχ τον θέλει να κατεβαίνει στην κόλαση, στην όπερα «Ο Οδυσσέας στην κόλαση».
Δεν απουσιάζει βέβαια και η ωραία Ελένη, όπως στην ομότιτλη όπερα και πάλι του Όφενμπαχ, ενώ οι ηρωίδες της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας θα δίνουν το στίγμα τους κατά τη διάρκεια όλων των επερχόμενων αιώνων ύπαρξης του μελοδράματος. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι κυριαρχούν συγκριτικά με τους άρρενες συμπρωταγωνιστές τους. Η Άλκηστη, η Ηλέκτρα, η Αντιγόνη, και πάνω απ' όλες, η Μήδεια, προσφέρουν στους συνθέτες και τους λιμπρετίστες μια ευρεία γκάμα συναισθημάτων και τραγικών κορυφώσεων. Από κοντά έρχεται η Αριάδνη –στη Νάξο βέβαια κατά τη γνωστή ιστορία του Θησέα– αλλά και η Σαπφώ καθώς και η εταίρα Θαΐς.
Μια ιδιαίτερη στιγμή της όπερας που εμπνέεται από την αρχαιοελληνική τραγωδία είναι η σύνθεση «Οιδίπους βασιλιάς» του Στραβίνσκι, όπου η μουσική κυριαρχεί έναντι του λιμπρέτου του οποίου οι στίχοι έχουν περισσότερο τελετουργική σημασία.
Από τους άνδρες εκείνοι που κυριολεκτικά… κλέβουν την παράσταση είναι, εκτός του προαναφερθέντος Οδυσσέα, ο Ορφέας και ο Ορέστης. Για τον τελευταίο έχουν γραφτεί δεκαέξι όπερες, με πρώτη εκείνη του Κάρλο Φραντσέσκο Πολαρόλο, το 1697 και τελευταία, του Σερ Χάρρισον Μπερτουάλ, το 1981. Μια ιδιαίτερη στιγμή της όπερας που εμπνέεται από την αρχαιοελληνική τραγωδία είναι η σύνθεση «Οιδίπους βασιλιάς» του Στραβίνσκι, όπου η μουσική κυριαρχεί έναντι του λιμπρέτου του οποίου οι στίχοι έχουν περισσότερο τελετουργική σημασία. Ο Στραβίνσκι προσπάθησε να παντρέψει την αρχαία ελληνική τραγωδία με την τελετουργία και την παραμυθία του χριστιανισμού. Ενδιαφέρουσα είναι η επισήμανση της Marianne McDonald ότι «ο Μοντεβέρντι και ο Μότσαρτ υιοθέτησαν τη δομή της ελληνικής τραγωδίας διαιρώντας τα λιμπρέτα τους σε άριες [μελωδίες], ή μέρη και ρετσιτατίβα [αφηγηματικά μέρη]. Ο μύθος εξελίσσεται στα ρετσιτατίβα, ενώ μαθαίνουμε από τους πρωταγωνιστές στις άριές τους, πώς νοιώθουν γι’ αυτές τις εξελίξεις».
Η Μήδεια, η πιο διάσημη φιγούρα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας
Η Μήδεια είναι, μακράν, η πιο διάσημη φιγούρα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας και των αρχαιοελληνικών μύθων. Είναι η εκδικητική γυναίκα που αποφασίζει να σκοτώσει την ερωμένη του άνδρα της και στη συνέχεια τα παιδιά της. Είναι το φόβητρο όσων ερωτοτροπούν, μαινάδα που το πάθος και το μίσος της δεν γνωρίζουν όρια. Σύμφωνα με τα δεδομένα της εποχής μας, μια γυναίκα που διεκδικεί τα δικαιώματά της, έστω και με απόλυτα βίαιους τρόπους. Μια σκοτεινή αλλά εξίσου ελκυστική ύπαρξη. Πώς να μην περάσει στη λογοτεχνία, στο θέατρο, στην όπερα; Ευριπίδης, Απολλώνιος ο Ρόδιος, Σενέκας, Οβίδιος και πολλοί άλλοι, κονταροχτυπήθηκαν μαζί της και της προσέδωσαν ένα διαχρονικό, μέσα στην σκοτεινότητά του, φως. Η όπερα ήρθε, όπως ήταν φυσικό, τελευταία αλλά την τίμησε όσο κανένα άλλο είδος, με περίπου εξηνταπέντε [!] έργα. Ανάμεσα σε αυτά συγκαταλέγεται η, ελάχιστα γνωστή, «Μήδεια» του Μίκη Θεοδωράκη που ο Έλληνας συνθέτης έγραψε το 1991.
O Λουίτζι Κερουμπίνι [Φλωρεντία 1760 – Παρίσι 1842] θεωρείται συνθέτης του κλασικισμού, ωστόσο, επειδή έζησε στα χρόνια της μετάβασης από τον κλασικισμό στον ρομαντισμό τα έργα του, όπως η «Μήδεια», παρουσιάζουν πρωτο-ρομαντικά στοιχεία. Η σύνθεση της «Μήδειας», σε λιμπρέτο Φρανσουά Οφμάν, πραγματώνεται στην περίοδο της Γαλλικής Επανάστασης και μάλιστα του λεγόμενου «Διευθυντηρίου», ανάμεσα στα 1793 και 1799. Έτσι η, κατά Οφμάν και Κερουμπίνι, «Μήδεια» φέρει και μια γεύση «επαναστατικότητας» απέναντι στην απόλυτη αρσενική κυριαρχία. Επιπροσθέτως, δεν παρουσιάζεται σαν μελόδραμα, με στοιχεία δολοπλοκίας από την πλευρά της Μήδειας, αλλά σαν μια τραγωδία όπου η ηρωίδα είναι μια γυναίκα που έχει αδικηθεί και πληγωθεί και διεκδικεί το να αντιμετωπίζεται ως ισότιμη προσωπικότητα και όχι ως μέρος της περιουσίας ενός άνδρα. Ο Οφμάν, στο λιμπρέτο του, βασίζεται στην «Μήδεια» του Ευριπίδη καθώς και στο ομότιτλο θεατρικό έργο του Πιερ Κορνέιγ. Η όπερα κάνει πρεμιέρα στις 17 Μαρτίου 1797, στο Παρίσι, στο θέατρο Φεντώ, με την Γαλλίδα υψίφωνο Ζυλί-Ανζελίκ στον πρωταγωνιστικό ρόλο, η οποία λόγω της μεγάλης δυσκολίας του ρόλου, στο τέλος της παράστασης, κατέπεσε εξαντλημένη! Παρ’ όλα αυτά ο ρόλος της, κατά Κερουμπίνι, «Μήδειας», ερμηνεύτηκε από σπουδαίες φωνές κατά τη διάρκεια των αιώνων που μεσολάβησαν από την πρεμιέρα της έως... τη Μαρία Κάλλας.
Η «Μήδεια» της Μαρίας Κάλλας
«Φονικό» έχει χαρακτηρίσει τον ρόλο της Μήδειας η Μαρία Κάλλας, παρ’ όλα αυτά τον έμαθε μέσα σε... οκτώ ημέρες από τη στιγμή που της τον ανέθεσαν στο πλαίσιο του 16ου Μουσικού Φλωρεντινού Μαΐου, το 1953. Είναι τριάντα χρόνων και ήδη έχει αρχίσει να κατακτά τη διεθνή σκηνή του μελοδράματος. Η πρεμιέρα θα δοθεί στη Φλωρεντία στις 7 Μαΐου 1953 και θα προκαλέσει ενθουσιαστικά σχόλια και κριτικές. Καλλιτεχνικός διευθυντής σε εκείνη την πρώτη παρουσίαση της όπερας ήταν ο Βιττόριο Γκούι και σκηνοθέτης ο Αντρέ Μπερζάκ. Η επιτυχία της Κάλλας είναι τόση ώστε από την πρώτη παρουσίαση της «Μήδειας» στη Φλωρεντία έως την τελευταία στην Σκάλα του Μιλάνου, το 1962, μεσολαβούν περίπου δέκα χρόνια, με ενδιάμεσες παρουσιάσεις σε λυρικά θέατρα ανά τον κόσμο.
Συνολικά η Κάλλας θα ερμηνεύσει την Μήδεια, τριάντα μία φορές. Διασώζονται μάλιστα και κάποια ανεκδοτολογικά περιστατικά από όλη αυτήν την εξαιρετική διαδρομή Κάλλας και Μήδειας, όπως: Στην πρώτη της εμφάνιση στη Σκάλα του Μιλάνου, αμέσως μετά τη Φλωρεντία, το κοινό θα τη χειροκροτεί επί δέκα λεπτά για την ερμηνεία της στην άρια, «Dei tuoi figli». Αντίθετα, τον Δεκέμβριο του 1961, και πάλι στην Σκάλα του Μιλάνου, όταν η φωνή της ντίβας πλέον, είχε αρχίσει να παρουσιάζει τα πρώτα σημάδια εξασθένισης, το κοινό του υπερώου –πάντα σκληρό και ανελέητο– για την ερμηνεία της στην ίδια άρια άρχισε να σφυρίζει επικριτικά. Τότε η Κάλλας στέκεται, στρέφεται, απευθύνεται προς τους θεατές του υπερώου και τραγουδάει την άρια: «Ho datto tutto a te» [«Τα έχω δώσει όλα σε σένα»].
Στην πρώτη της εμφάνιση στη Σκάλα του Μιλάνου, αμέσως μετά τη Φλωρεντία, το κοινό θα τη χειροκροτεί επί δέκα λεπτά για την ερμηνεία της στην άρια, «Dei tuoi figli».
Μια ακόμη όχι και τόσο γνωστή λεπτομέρεια αυτής της σπουδαίας περιοδείας ανά τον κόσμο, της Κάλλας με τη «Μήδεια» του Κερουμπίνι, είναι ότι στην παρουσίαση της όπερας στο Ντάλας, σκηνοθέτης είναι ο Αλέξης Μινωτής και τα σκηνικά υπέγραφε ο Γιάννης Τσαρούχης. Η «Μήδεια» όμως θα έρθει και στα πάτρια εδάφη της αρχαιοελληνικής καταγωγής της, την Ελλάδα και μάλιστα στο θέατρο της Επιδαύρου, με δύο παραστάσεις, στις 6 και 13 Αυγούστου 1961. Είχε προηγηθεί ακριβώς έναν χρόνο νωρίτερα η πρώτη της εμφάνιση στην Επίδαυρο, με τη «Νόρμα» του Μπελίνι, την απόλυτη επιτυχία της. Τις παραστάσεις της «Μήδειας», τις οποίες υπογράφουν επίσης οι Μινωτής-Τσαρούχης, θα παρακολουθήσουν 17.000 θεατές, ενώ ο χώρος του θεάτρου της Επιδαύρου θα περικυκλωθεί από 2.500 αυτοκίνητα, όλων των ειδών και των κυβικών! «ΑΠΕΘΕΩΘΗ Η ΚΑΛΛΑΣ» γράφει στο πρωτοσέλιδο της η «Καθημερινή», για να σχολιάσει ο Γ. Βώκος της «Ελευθερίας»: «Η φωνητική της απόδοσις υπήρξε έξοχη και η υποκριτική της τέχνη θαυμασία».
Δικαίως λοιπόν η Εθνική Λυρική Σκηνή ανοίγει το έτος «Μαρία Κάλλας» με τη «Μήδεια» του Λουίτζι Κερουμπίνι. Προκλητικό θέμα, προκλητικός ρόλος, προκλητική παράσταση… Ο αρχαιοελληνικός μύθος της Μήδειας αποκτά στην εποχή μας απρόσμενα επίκαιρες διαστάσεις και η ευριπίδεια ηρωίδα μπορεί να προσεγγιστεί από πολλές οπτικές. Άρα το βάρος πέφτει κυρίως στην σοπράνο που θα ερμηνεύσει τον… φονικό ρόλο όπως τον είχε χαρακτηρίσει η Κάλλας. Με δεδομένο μάλιστα την αξεπέραστη έως σήμερα ερμηνεία της Κάλλας, μπορεί κανείς να φανταστεί μπροστά σε ποιες προκλήσεις βρίσκεται μια υψίφωνος που θα αναλάβει τον πολυσηζητημένο ρόλο.
Είναι άραγε τυχαίο ότι η περίφημη Μετροπόλιταν Όπερα της Νέας Υόρκης –που είναι και συμπαραγωγός της ΕΛΣ– μόλις τον περασμένο Σεπτέμβριο ανέβασε για πρώτη φορά στα χρονικά της, την Μήδεια, σε σκηνοθεσία του David Mc Vicar; Μάλλον το φάντασμα της Κάλλας «ουκ εά αυτούς καθεύδειν» [δεν τους αφήνει να κοιμηθούν].
Θα το διαπιστώσουμε αυτό στην παράσταση που θα παρακολουθήσουμε στην κεντρική σκηνή της ΕΛΣ, την οποία σκηνοθετεί ο Ντέιβιντ ΜακΒίκαρ και της οποίας, εκτός από την Μετροπόλιταν της Νέας Υόρκης, συμπαραγωγοί είναι η Όπερα του Καναδά και η Λυρική Όπερα του Σικάγου. Στον επίμαχο ρόλο η ναπολιτάνα υψίφωνος Άννα Πιρότσι, από τα σύγχρονα αστέρια του μελοδράματος, οποία θα ερμηνεύσει για πρώτη φορά τη Μήδεια. Στους άλλους ρόλους, ο Γιάννης Γιαννίσης-Κρέων, ο Τζόρτζιο Μπερούτσι-Ιάσων, η Βασιλική Καραγιάννη-Γλαύκη, η Νεφέλη Κωτσέλη-Νέρις. Η μουσική διεύθυνση είναι του Φιλίπ Ωγκέν, τα σκηνικά του ΜακΒίκαρ και τα κοστούμια της Ντούυ Λύτι. Η πρεμιέρα είναι στις 25 Απριλίου και η παράσταση θα επαναληφθεί στις 27 και 30 Απριλίου, καθώς και στις 2, 4 και 9 Μαΐου.
* Η ΕΛΕΝΑ ΧΟΥΖΟΥΡΗ είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος. Τελευταίο της μυθιστόρημα, «Στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού. Μια παλιά ιστορία» (εκδ. Πατάκη).