Ο Niall Ferguson επιχειρεί μια εξήγηση του πώς πεθαίνουν οι οικονομίες στο βιβλίο του Ο Μεγάλος Εκφυλισμός.
Της Σώτης Τριανταφύλλου
Ήδη από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο γίνεται συχνά λόγος για την παρακμή της Δύσης, χωρίς ωστόσο να διαφαίνεται η ακμή ενός άλλου, μη δυτικού πολιτισμού. Το κύριο επιχείρημα του Niall Ferguson είναι ότι, ενώ τα τελευταία πεντακόσια χρόνια η Δύση έχει το προβάδισμα σε σχέση με άλλες περιοχές του κόσμου –οικονομική δύναμη, υψηλό βιοτικό επίπεδο, πολιτισμό– οι δυτικές κοινωνίες χαρακτηρίζονται σήμερα από επιβράδυνση και ηττοπάθεια· από εξασθένιση και αλλοίωση των θεσμών. Πράγματι, οι αναπτυσσόμενες χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία –κυρίως εξαιτίας του μεγέθους τους– πασχίζουν να γεφυρώσουν το χάσμα: η οικονομική τους ανάπτυξη, μολονότι αλλοπρόσαλλη, είναι εντυπωσιακή· αντιθέτως, η Δύση βρίσκεται σε στασιμότητα. Πολλοί υποστηρίζουν ότι πρόκειται για αναμενόμενο παράπλευρο φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης (οι μεγάλες εταιρείες εκμεταλλεύονται το φθηνότερο εργατικό δυναμικό στις αναπτυσσόμενες χώρες με αποτέλεσμα τη σχετική αποβιομηχανοποίηση του ανεπτυγμένου κόσμου)[1], ενώ άλλοι αποδίδουν την υποχώρηση στη δημογραφική, πολιτιστική και θεσμική γήρανση.
Διάβρωση της δημοκρατίας
Η παρακμή της Δύσης οφείλεται σε κακοδιαχείριση, σε στρέβλωση των αξιών και των μεθόδων άσκησης της πολιτικής
O Niall Ferguson υποστηρίζει ότι η πρόοδος της Δύσης οφείλεται σε τέσσερις παράγοντες που συνυφαίνονται και αλληλεπιδρούν: στη δημοκρατία, στο καπιταλιστικό σύστημα (την ελεύθερη αγορά, τον ανταγωνισμό), στο κράτος δικαίου και στην κοινωνία των πολιτών. Και διαπιστώνει διάβρωση της δημοκρατίας την οποία όμως δεν αποδίδει σε διάρρηξη του κοινωνικού συμβολαίου μεταξύ ατόμου και του κράτους όπως ισχυρίζεται η διεθνής αριστερά· θεωρεί δεδομένο, και δικαίως, ότι το κοινωνικό συμβόλαιο έχει ενισχυθεί: για παράδειγμα, πριν από σαράντα χρόνια οι μαύροι στις ΗΠΑ και οι ομοφυλόφιλοι σε ολόκληρη τη Δύση ήσαν θύματα διακρίσεων· για να μην αναφέρουμε τη χρόνια κατάσταση των γυναικών η οποία έχει αναμφισβήτητα βελτιωθεί. Η παρακμή της Δύσης οφείλεται λοιπόν σε κακοδιαχείριση, σε στρέβλωση των αξιών και των μεθόδων άσκησης της πολιτικής. Τα προβλήματα των κοινωνικών δικαιωμάτων έχουν λίγο-πολύ επιλυθεί αλλά έχουν προκύψει προβλήματα διαφορετικού τύπου, όπως τα αστρονομικά ποσά του δημόσιου χρέους με τα οποία επιβαρύνθηκαν πολλές δυτικές κυβερνήσεις τα τελευταία πενήντα χρόνια υπονομεύοντας την ανάπτυξη και το επίπεδο ζωής των μελλοντικών γενεών. Με λίγα λόγια, λέει ο Νiall Ferguson, έχουμε ζήσει και γλεντήσει σε βάρος των απογόνων μας· τους έχουμε ήδη κληροδοτήσει γερό φέσι.
Όσον αφορά τον καπιταλισμό, έχει γίνει δυσκίνητος και δυσλειτουργικός εξαιτίας των περίπλοκων νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων που καταπνίγουν τις επιχειρήσεις, συρρικνώνουν τα κέρδη και, εν κατακλείδι, αποθαρρύνουν την επιχειρηματικότητα. Παραλλήλως, οι τράπεζες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα παραβιάζουν τους νόμους (όπως απεδείχθη και από το κραχ του 2008) αλλά ουδείς τα εγκαλεί για την ανεύθυνη συμπεριφορά τους. Ο καπιταλισμός έχει εξελιχθεί σε γηραλέα γραφειοκρατία. Και το λεγόμενο κράτος δικαίου, αν και συσσωρεύει νόμους και διατάξεις –ή ακριβώς εξαιτίας αυτού– εμποδίζει την καινοτομία και την πρόοδο. Το κράτος δικαίου, λέει ο Niall Ferguson, έχει καταντήσει βασίλειο των δικηγόρων όπου οι κανόνες δεν επιτρέπουν στους πολίτες να προσαρμοστούν στις μεταβαλλόμενες συνθήκες και στο άγνωστο μέλλον. Η δε κοινωνία των πολιτών (η περιβόητη και ολισθαίνουσα civil society) μεταλλάχθηκε σε κοινωνία τηλεθεατών και χρηστών Ίντερνετ –κοινωνία «ανάγωγων» (uncivil society)– οι οποίοι περιμένουν από τις κυβερνήσεις να τους αναλάβουν χωρίς καθόλου κόπο από την πλευρά τους. Παραλλήλως, εντείνεται η αντικοινωνική συμπεριφορά: η ενίσχυση των άκρων, η πολιτική παραβατικότητα, η μαλθακότητα, οι παράλογες απαιτήσεις των πολιτών από το κράτος («εξασφάλιση», μονιμότητα).
Θηριώδη κράτη με παθολογική γραφειοκρατία
Η λειτουργία δίκαιων και σταθερών θεσμών που δεν αναγκάζουν τους φτωχούς να ζουν έξω από τον νόμο εγγυάται την ευημερία
Ο εκφυλισμός της Δύσης σε θηριώδη κράτη με παθολογική γραφειοκρατία και λαβυρινθώδες νομικό σύστημα συνοδεύεται από το διευρυνόμενο χάσμα των οικονομικών ανισοτήτων τόσο στο εσωτερικό των κοινωνιών όσο και μεταξύ Βορρά-Νότου. Παρ’ όλ’ αυτά, ο Ferguson διαφωνεί με τον Jared Diamond που αποδίδει την αποτυχία των χωρών σε γεωγραφικούς παράγοντες[2]· και δεν αποδέχεται ούτε τη θεωρία του προτεσταντικού Bορρά έναντι του Καθολικού και ορθόδοξου Νότου. Χρησιμοποιώντας ως παραδείγματα τις δύο Κορέες και τη διχοτομημένη πόλη Νογκάλες στα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού, αναλύει το συναρπαστικό ερώτημα: τι κάνει τις κοινωνίες να ευημερούν, τι τις κάνει να εξαθλιώνονται;[3] Η απάντηση είναι, περίπου, ότι η λειτουργία δίκαιων, σταθερών και αυστηρών θεσμών που δεν αναγκάζουν τους φτωχούς να ζουν έξω από τον νόμο εγγυάται τη μέγιστη δυνατή ευταξία και ευημερία. Έτσι, το βόρειο τμήμα της Νογκάλες που ανήκει στις ΗΠΑ ευημερεί, ενώ το νότιο που ανήκει στο Μεξικό αποτελεί κέντρο διακίνησης ναρκωτικών με υψηλή εγκληματικότητα και χαμηλό βιοτικό επίπεδο[4].
«Θέλουμε σύνταγμα, εκλεγμένο πρόεδρο, τέσσερα χρόνια μη ανανεώσιμη θητεία.
Θέλουμε θεσμούς». (σύνθημα σε τοίχο της Βεγγάζης)
|
Ο Niall Ferguson είναι μια περίπτωση στοχαστή που προβάλλει ριζοσπαστικές, μη αριστερές ιδέες οι οποίες παραμένουν μειοψηφικές παρότι η αριστερά εμφανίζεται οπισθοδρομική – μέρος του κατεστημένου, φορέας μιας νοοτροπίας don’t rock the boat· συχνά μάλιστα υιοθετεί ανισόρροπες, ανεδαφικές ή λωλές θέσεις. Στο περιθώριο αυτής της κυρίαρχης ιδεολογίας και πολιτικής στάσης –παθητικότητα, υπερσυναισθηματισμός, συνωμοσιολογία, λατρεία του θύματος, κρατισμός– έχουν αναδυθεί μεταρρυθμιστικές, αντικομμουνιστικές φωνές που εμπνέονται από τον Διαφωτισμό και εργάζονται σε ορθολογικό και κοσμικό πλαίσιο. Έτσι, το βιβλίο Ο μεγάλος εκφυλισμός δεν εμφορείται ούτε από τη χρησμοειδή απαισιοδοξία του Όσβαλντ Σπένγκλερ[5], ούτε βεβαίως από το αντιδυτικό φιλο-τριτοκοσμικό πνεύμα της σύγχρονης αριστεράς: μολονότι ο Niall Ferguson «ανησυχεί» –την ανησυχία αυτή αναλύει και στο βιβλίο του Πολιτισμός[6]– αποφεύγει την καταστροφολογία και την ηθικολογία. Πράγμα που δεν τον εμποδίζει να προειδοποιεί ότι η αναγέννηση της Δύσης θα επιτευχθεί μόνο μέσω των δικών της αξιών οι οποίες ευνόησαν τον φιλελεύθερο καπιταλισμό και όχι τον κρατικό καπιταλισμό που πρεσβεύει, λόγου χάρη, η Κίνα. Υπό αυτή την έννοια, ο Niall Ferguson είναι «συντηρητικός»: προτείνει την επιστροφή στην ελεύθερη, αμερικανικού τύπου πρωτοβουλία· στην καινοτομία που θα προέρχεται από τους πολίτες, όχι από τις κυβερνήσεις. Σίγουρα η πυρόσβεση μπορεί να ανατεθεί στο «κράτος»· όμως οι παρόμοιες λειτουργίες είναι λιγοστές: ο Niall Ferguson πιστεύει ότι η λύση στο πρόβλημα της Δύσης –δηλαδή η διάσωση των θεσμών– θα επιτευχθεί αν αναζωπυρωθεί το αμερικανικό πνεύμα της επιχειρηματικότητας και αν αυξηθεί το ποσοστό συμμετοχής των πολιτών στην κοινωνία.
Τέλος, αναφέρoντας ένα σύνθημα που του επεσήμανε ο Mark Malloch-Brown[7] σ’ έναν τοίχο στο κέντρο της Βεγγάζης –«Θέλουμε σύνταγμα, εκλεγμένο πρόεδρο, τέσσερα χρόνια μη ανανεώσιμη θητεία. Θέλουμε θεσμούς»– καταλήγει ότι στη Δύση θεσμούς έχουμε· μυαλό δεν έχουμε. Το αντισυστημικό μένος, η έλλειψη εμπιστοσύνης στους θεσμούς δεν οφείλονται μόνο στη διαφθορά αλλά σε μια νοοτροπία «πονάει κεφάλι, κόβει κεφάλι»· στη γενικευμένη πολιτική μας οκνηρία.