Το βιβλιαράκι του Max Exelman «Sechzig Lehren aus den Stozismus» που μεταφράζω αυτές τις μέρες μού θύμισε τον «Επίκτητο» του Τζέισον Ξενάκη που είχα διαβάσει πριν από τριάντα χρόνια. Το μεταφρασμένο βιβλίο –μια φτηνή έκδοση του 1983– έχει εξαντληθεί αλλά το ξαναβρήκα σ’ ένα παλαιοβιβλιοπωλείο. Τόσο ο Επίκτητος, όσο και ο Τζέισον Ξενάκης μού φαίνονται σταθερά μοντέρνοι μολονότι ο σύγχρονος άνθρωπος δεν μπορεί να ξεπατικώνει τη φιλοσοφία: όλες οι φιλοσοφικές ερμηνείες του κόσμου και οι μορφές συμπεριφοράς που απορρέουν από αυτές υποβάλλονται σε διαρκείς αναπροσαρμογές – αυτό που έχει σημασία δεν είναι «τι είπε» ο μεγάλος φιλόσοφος αλλά το πώς η σκέψη του μπορεί μάς κάνει σοφότερους και ευτυχέστερους.
Της Σώτης Τριανταφύλλου
Όταν ήμουν πολύ νέα με είχε εντυπωσιάσει η σύγκριση που επιχείρησε ο Τζέισον Ξενάκης μεταξύ χίππις και κυνικών – τότε βρισκόμουν πολύ κοντά στον χιππισμό: από ενδυματολογική και γενικότερα «σημειολογική» άποψη. Η πραγματικότητα απεδείχθη σκέτη απογοήτευση: μετά από ένα ταξίδι στο Νεπάλ μαζί μ’ έναν συρφετό από χίππις, αποφάσισα ότι ο χιππισμός δεν μου ταίριαζε καθόλου. Αλλά ο Ξενάκης δεν μιλούσε για τους χίππις του Κατμαντού που μου είχαν φανεί κοινωνικά αποβράσματα: μιλούσε για το πώς οι χίππις, ως κινηματίες, έμοιαζαν με μια σύγχρονη εκδοχή των Κυνικών, δηλαδή με τους φιλοσόφους που αρνούνταν το χρήμα, τις καριέρες, την κατανάλωση, τον πουριτανισμό, τον ρατσιμό, τον εθνικισμό, τον σεξισμό. Μέσα από το βιβλίο «Χίππις και κυνικοί» γνώρισα λοιπόν τον Τζέισον Ξενάκη που, στη συνέχεια, με εισήγαγε στη φιλοσοφία του Επίκτητου και γενικότερα των Στωικών.
Οποιαδήποτε φιλοσοφία, οποιοδήποτε σύστημα λογικής οδηγεί σε εξετασμένη ζωή βελτιώνει τον εαυτό μας και τα πράγματα. Αλλά οι Στωικοί –μολονότι χρειάζονται οδηγίες χρήσεως ώστε να μην εκληφθούν ως μορφή χριστιανισμού– μού φαίνονται αληθινοί δάσκαλοι. Κανείς τους δεν διαθέτει την ιδιοφυία του Πλάτωνα, ούτε επηρέασαν τον δυτικό πολιτισμό όσο εκείνος – και παρ’ όλ’ αυτά, είναι πιο χρήσιμοι από ποτέ.
"Κατ' αρετήν ζην"
Όπως είναι φυσικό, δεν είναι όλοι οι Στωικοί ίδιοι, αλλά, είτε το θέλουν είτε όχι, διατηρούν μεταξύ τους πολλές συγγένειες. Σύμφωνα με τους Στωικούς, η ανθρώπινη φύση είναι μέρος της παγκόσμιας φύσης η οποία καθοδηγείται και κυβερνάται από τον συμπαντικό νόμο της Λογικής. Ο άνθρωπος, ως έλλογο ον, συγγενεύει τόσο με τα ζώα που στερούνται Λογικής, όσο και με τους Θεούς (εξυπακούεται ότι η έννοια της θεότητας δεν είναι ανθρωπομορφική)· και, εκτός από τα ένστικτα, διαθέτει έμφυτη ηθική αίσθηση, διακρίνει δηλαδή –εκ φύσεως– το Καλό από το Κακό: όπως είναι γνωστό, την αντίληψη αυτή ανέπτυξαν αργότερα μεγάλοι φιλοσόφοι όπως ο Χιουμ και ο Καντ. Κύριο ζητούμενο του βίου είναι συνεπώς το να ζούμε σύμφωνα με τη φύση μας, η οποία για τον άνθρωπο, μέσω της λογικότητάς του (ratio), ωθεί προς την Αρετή – άρα, το «κατά Φύσιν ζην» σημαίνει «κατ' Αρετήν ζην». Η Αρετή είναι το μοναδικό αγαθό από το οποίο εξαρτάται η ευημερία: τίποτα δεν μπορεί να βελτιώσει τη ζωή μας αν δεν βελτιώνει εμάς τους ίδιους. Όλα τα υπόλοιπα πράγματα, ευχάριστα ή δυσάρεστα, στερούνται αξίας, είναι «αδιάφορα».
Οι Στωικοί πιστεύουν ότι το καθήκον του ανθρώπου είναι να τοποθετήσει τον εαυτό του σε αρμονία με το Σύμπαν, το οποίο, ως λογικό και αγαθό, τού μεταφέρει τις ιδιότητές του. Με το να βλάπτει κανείς τους άλλους για το υποτιθέμενο ατομικό του συμφέρον, υπονομεύει στην πραγματικότητα την ίδια του την φύση. Ο Στωικισμός δεν αρνείται τον κόσμο των θνητών πραγμάτων, ούτε όμως εξαρτάται από αυτόν, απλώς υποστηρίζει έναν ατάραχο τρόπο ζωής μέσα στην κοινωνία, την πολιτική και την οικογένεια.
Σύμφωνα με τους Στωικούς, η αγάπη και η προσφορά για την πατρίδα είναι το πρώτο βήμα της αγάπης και της προσφοράς για τη μεγάλη πατρίδα όλων μας, την «κοσμόπολι» της ανθρωπότητας και του Σύμπαντος που διέπεται από αιώνιους και αμετάβλητους φυσικούς νόμους. Την τάξη του Κόσμου επιβλέπουν οι Θεοί οι οποίοι αποτελούν πληθύνσεις μιας αρχικής πολυώνυμης θείας οντότητας, «ζώου λογικού, τελείου και νοερού», που εισδύει παντού και παίρνει τα χαρακτηριστικά του κάθε στοιχείου με το οποίο έρχεται σε επαφή. Νόμος όλων των πραγμάτων είναι η Ειμαρμένη, μια φυσική και, ταυτοχρόνως, θεϊκή οργανωτική δύναμη του Κόσμου, που αποτελεί τον Λόγο και την νομοτέλεια του Παντός. Σε αντίθεση προς τους Επικούρειους, οι Στωικοί παραδέχονται την προσευχή και τη λατρευτική πράξη, μόνον όμως όταν το περιεχόμενό τους βρίσκεται σε συμφωνία με τη Μοίρα (όπως γράφει ο Σενέκας στο «Naturales Quaestiones»). Η προσευχή δεν μπορεί να αλλάξει τα γεγονότα, μπορεί όμως να προσφέρει στον άνθρωπο πνευματική διαύγεια (όπως γράφει ο Μάρκος Αυρήλιος), ενώ ως καλύτερη μορφή λατρείας των Θεών ορίζεται η κατανόηση και μίμηση της αγαθότητάς τους. Το ζήτημα απαιτεί ανάλυση: σημειώνω απλώς εδώ ότι η προσευχή των Στωικών μοιάζει περισσότερο με τον διαλογισμό παρά με το «Πάτερ ημών».
Καλβινιστές της αρχαιότητας
Οι Στωικοί θεωρούνται απο πολλούς μελετητές «οι καλβινιστές της αρχαιότητας», οι προάγγελοι του μοντερνισμού και οι επινοητές των σύγχρονων ηθικοπολιτικών ιδεών. Το όνομά τους συνδέεται με ριζοσπαστικές ιδέες όπως, για παράδειγμα, με τη Διακήρυξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ωστόσο, θα ήταν λάθος να τους ταυτίσουμε με τους κοινωνικούς αγώνες, όπως θα ήταν λάθος να τους ταυτίσουμε με την πρωτοχριστιανική παθητικότητα και μοιρολατρία – η έννοια του θείου, της Ειμαρμένης, της ελεύθερης βούλησης στο πλαίσιο της μοίρας μπορούν να ερμηνευτούν διαφορετικά στον Στωικισμό απ’ ό,τι στον χριστιανισμό.
Όσο για τον Επίκτητο, τη φιλοσοφία του οποίου παρουσιάζει με απλό τρόπο ο Τζέισον Ξενάκης, ήταν, ας πούμε, ο Σωκράτης των ελληνιστικών χρόνων και μοιραζόταν μ’ εκείνον τις βασικές αξίες και τον τρόπο ζωής. Η φιλοσοφία του δεν είναι ηδονιστική προτείνει όμως συγκεκριμένες αρχές για την επίτευξη της αταραξίας: αυτογνωσία, επιείκεια, δράση, ολιγάρκεια, χαρά της ζωής, προσωπική ευθύνη, ορθολογισμό. Και κυρίως ανάληψη ευθυνών στην κοινωνία και στον κόσμο. Όλα αυτά μας αφορούν, όπως προανέφερα, περισσότερο από ποτέ.
Οι άνθρωποι ρίχνουν το φταίξιμο για τα δεινά τους στους άλλους και στη μοίρα. Αλλά, όπως έγραφε ο Πλάτων, «αιτία ελομένου Θεός αναίτιος»: ο Θεός δεν έχει ευθύνη για τις πράξεις εκείνων που έχουν ελευθερία επιλογής. Δεν είμαστε έρμαια της τύχης, ούτε θύματα των συνανθρώπων μας. Είμαστε όντα που παίρνουν αποφάσεις: είμαστε υπεύθυνοι για όσα κάνουμε και για όσα δεν κάνουμε. Όταν αποποιούμαστε την ευθύνη, υποτασσόμαστε στις επιθυμίες των άλλων και στην κρατική εξουσία.
Ανάληψη ευθύνης
Το στοίχημα του ανθρώπου είναι να καθορίζει την κάθε στιγμή τον ρόλο της τύχης καθώς και το δικό του μερίδιο στις καταστάσεις. Όπως έγραφε ο Έλληνας γνωμικογράφος Δημήτριος Καμπούρογλου, «όλοι βρίζουν τη θάλασσα ενώ πταίει ο άνεμος»: η συμπεριφορά αυτή, που δείχνει την απουσία ορθής κρίσης, συνοδεύεται συχνά από υπερβολικά παράπονα για την αδικία του κόσμου. Ωστόσο, πρέπει να θυμόμαστε ότι κανείς δεν θα έρθει να μας σώσει, ότι η σωτηρία μας βρίσκεται στα χέρια μας. Έγραφε η Αμερικανίδα συγγραφέας Έρικα Τζονγκ: «Παίρνεις τη ζωή σου στα χέρια σου και τότε συμβαίνει κάτι φοβερό: Δεν έχεις πια κανέναν να κατηγορήσεις.»
Στην πολιτική επικρατούν ιδέες ότι όλα στον κόσμο είναι λάθος κι ότι πρέπει να γκρεμιστούν. Όμως, έτσι εξαφανίζεται κάθε σταθερή αίσθηση ευθύνης και οι άνθρωποι εκλαμβάνονται ως θύματα των νομοτελειών. Σύμφωνα με τους Στωικούς, δεν είμαστε προϊόντα των περιστάσεων αλλά προϊόντα των δικών μας αποφάσεων. Οι άνθρωποι που θεωρούν τον εαυτό τους αποτυχημένο κατηγορούν τις αντικειμενικές συνθήκες και τους άλλους. Έτσι, σε ορισμένες κοινωνίες όπου οι θεσμοί είναι ασθενικοί, η τιμωρία που προβλέπεται από τους νόμους παραμερίζεται και αντικαθίσταται από μια ανούσια συλλογική ενοχή. Η «συλλογική» ενοχή είναι μια αυταπάτη: ο κάθε άνθρωπος είναι ένοχος για ό,τι έκανε και για ό,τι δεν έκανε ως άτομο, ως πολίτης, καθώς και σε όλους τους άλλους ρόλους που έπαιξε στη ζωή του.