Συνέντευξη με τον Philip Kerr με αφορμή το τελευταίο του βιβλίο «Ψεύτικο εννιάρι» (μτφρ. Γιώργος Μαραγκός, εκδ. Κέδρος), αλλά και για τον ήρωα των περισσότερων μυθιστορημάτων του, τον Μπέρνι Γκούντερ.
Του Διονύση Μαρίνου
Η ευτυχία είναι μια αλληγορία, η δυστυχία είναι μια ιστορία και ο Μπέρνι Γκούντερ είναι μια επιτυχία. Ναι, δεν το είπε έτσι ακριβώς ο Λέον Τολστόι, αλλά αν είχε γνωρίσει τον Φίλιπ Κερ, ποιος ξέρει, μπορεί και να το έλεγε. Ο σκληροτράχηλος, κυνικός, ετοιμόλογος και τρωτός όσο δεν παίρνει, ήρωας του Φίλιπ Κερ ξεκίνησε ως ένα κλασικό one hit wonder για να εξελιχθεί σε ήρωα του οποίου διψάς να διαβάσεις τις ιστορίες του. Το ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι ότι τη σειρά των βιβλίων του Κερ που αναφέρονται στις περιπέτειες του γερμανού επιθεωρητή δεν τις διαβάζουν μόνο οι κλασικοί ρέκτες της αστυνομικής λογοτεχνίας, αλλά και οι εκείνοι που δεν αποζητούν μια ιστορία με το «ποιος έκανε τι», ούτε ως άλλοι Πουαρώ αναζητούν το δολοφόνο από την πρώτη σελίδα.
Να είναι το γεγονός ότι ο Κερ επέλεξε να τοποθετήσει τον ήρωά του μέσα στο λάκκο των λεόντων των ναζί επί εποχής Β’ Παγκοσμίου Πολέμου; Διόλου απίθανο. Αρκεί να σκεφτεί κανείς πως ο Γκούντερ είναι ακραιφνής δημοκράτης, δεν θέλησε να συνεργαστεί ποτέ με τα φαιά τάγματα του Χίτλερ και φυσικά το πλήρωσε με κάποιες ενοχές, ψυχικά τραύματα και χαμένες αγάπες. Καμία από τις θυελλώδεις περιπέτειες του Γκούντερ δεν στηρίζεται σε ένα κεντρικό τέχνασμα ή σε μια ιδεοληπτική ερμηνεία ενός φόνου (ή πολλών φόνων). Είναι το ιστορικό περιβάλλον που θέλγει, το ύφος που δημιουργεί το δράμα, η πρόζα που κεντρίζει. Σε σημείο που ακόμη και αν έλειπε το αστυνομικό «ντύμα», τα μυθιστορήματα του Κερ να μπορούσαν να διαβαστούν άνετα ως μυθιστορήματα υψηλής κλάσης. Βέβαια, ο Κερ είναι συγγραφέας αστυνομικής λογοτεχνίας. Δεν επιθυμεί να αλλάξει την «ταυτότητά» του. Όμως, τούτο αποδεικνύει πως δεν είναι το είδος, αλλά ο τροπισμός που μετατρέπει ένα βιβλίο σε αριστούργημα. Και ο Κερ έχει τον τρόπο να μετατρέπει τα one hit wonders, σε κλασικά… wonders.
Κύριε Κερ, ξεκινήσατε να γράφετε την πρώτη περιπέτεια του Μπέρνι Γκούντερ όταν ήσασταν 33 ετών. Τώρα που έχετε φτάσει στα 61, μπορείτε να μου πείτε ποιος είναι πιο μεγάλος;
Έχουμε ακριβώς την ίδια ηλικία. Αυτό με βοηθάει αρκετά στο να συνειδητοποιώ από πρώτο χέρι τι μπορεί και τι δεν μπορεί να κάνει. Εννοώ, τόσο σωματικά όσο και συναισθηματικά.
Δεν έχει κάνει λίγα πάντως. Είναι ένας άνθρωπος που συνέχεια κουβαλάει μέσα του μια «μοιραία» στιγμή.
Νομίζω πως όσο μεγαλώνει ο Μπέρνι γίνεται πιο ενδιαφέρον χαρακτήρας. Μπορεί να μην έχει πλέον πολλές ερωτικές επιτυχίες και να έχει βάλει λίγα κιλά, αλλά έχει ωριμάσει.
Νομίζω πως όσο μεγαλώνει ο Μπέρνι γίνεται πιο ενδιαφέρον χαρακτήρας. Μπορεί να μην έχει πλέον πολλές ερωτικές επιτυχίες και να έχει βάλει λίγα κιλά, αλλά έχει ωριμάσει. Θέλω να πιστεύω πως το ίδιο έχει συμβεί και σ’ εμένα. Τα πρώτα βιβλία των συγγραφέων είναι συνήθως ακατέργαστα. Όσο περνάει ο καιρός αντιλαμβάνεσαι πράγματα που σε κάνουν καλύτερο.
Γιατί έχει τέτοια επιτυχία ο Μπέρνι; Τι τον κάνει τόσο ξεχωριστό;
Ειλικρινά, δεν ξέρω. Εγώ είμαι ένας απλός συγγραφέας. Μάλλον οι αναγνώστες είναι αυτοί που πρέπει να απαντήσουν στην ερώτηση. Πάντως, θέλω να πιστεύω πως αυτό που κάνει τον Μπέρνι τόσο τραβηχτικό είναι ότι παραμένει ανθρώπινος και έχει μέσα του καλά εμπεδωμένο το αίσθημα της δικαιοσύνης. Αυτά είναι στοιχεία που σίγουρα τραβούν τον αναγνώστη. Φυσικά, δεν πρέπει να ξεχνάμε και το χιούμορ του.
Έχετε αισθανθεί όλα αυτά τα χρόνια να σας έχει αλλάξει ο Μπέρνι; Να έγινε κάποια στιγμή ο «δημιουργός» σας;
Θέλω να είμαι ειλικρινής: αν υπήρχε περίπτωση ποτέ να γνωριστούμε με τον Μπέρνι θα με μισούσε. Του έχω καταστρέψει τη ζωή τόσες φορές. Πάντως, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όλα αυτά τα χρόνια εμείς οι δύο πάμε μαζί, έχουμε ενωθεί. Είμαι κάπως σαν τον Φρανκενστάιν. Εγώ δημιούργησα αυτό το πλάσμα που λέγεται Μπέρντι Γκούντερ. Για να το κάνω αυτό χρησιμοποίησα πολλά ετερόκλιτα στοιχεία, πολλά μπερδεμένα συναισθήματα. Η δημοφιλία του με έχει πείσει πως κάτι μου έχει δώσει κι αυτός.
Τι είναι αυτό;
Το πώς να γράφω ιστορίες. Τι πρέπει να κάνω για να είναι μια ιστορία επιτυχημένη.
Θέλω να επιμείνω στην ιδιαιτερότητα του Μπέρνι. Τον έχετε τοποθετήσει στην περίοδο του ναζισμού και τον προχωράτε μέσα στο χρόνο. Τώρα, τον έχετε βάλει να ζει στη Ριβιέρα. Άρα, υπάρχουν πολλά στοιχεία που τον περιβάλλουν.
Πιστέψτε με δουλεύω πολύ σκληρά για να έχουν τα βιβλία τον απαραίτητο ρεαλισμό, να έχουν ιστορικές αναφορές, αλλά και να παραμένουν διασκεδαστικά. Ξέρετε, υπάρχουν πολλοί συγγραφείς που δεν δίνουν μεγάλη προσοχή σε αυτό το τελευταίο. Κι όμως, είναι πολύ σημαντικό.
Είμαι πολύ μετριόφρων για να πω εγώ ότι ο Μπέρνι είναι ένας ξεχωριστός χαρακτήρας. Ελπίζω, τουλάχιστον, να είναι ο τρόπος που γράφω η αιτία που φαίνεται τόσο ξεχωριστός. Φυσικά, μετράει το «όλο πακέτο». Πιστέψτε με, δουλεύω πολύ σκληρά για να έχουν τα βιβλία τον απαραίτητο ρεαλισμό, να έχουν ιστορικές αναφορές, αλλά και να παραμένουν διασκεδαστικά. Ξέρετε, υπάρχουν πολλοί συγγραφείς που δεν δίνουν μεγάλη προσοχή σε αυτό το τελευταίο. Κι όμως, είναι πολύ σημαντικό.
Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε πολλούς συγγραφείς, κυρίως Ευρωπαίους, να αναζητούν υλικό από την εποχή του Χίτλερ. Έχει να κάνει με την άνοδο των νεοναζί;
Όχι, δεν νομίζω πως είναι αυτή η αιτία. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος μας επέτρεπε να βλέπουμε ευκρινώς το ποιος ανήκε στην κατηγορία των καλών και ποιος στην άλλη των κακών. Οι Ναζί ήταν τρομακτικοί. Ήταν εύκολο να διαπιστώσεις πως ήταν οι κακοί της υπόθεσης. Αυτό βοηθάει τους ανθρώπους να ξεχωρίζουν μέσα τους τις έννοιες «καλό/κακό». Έκτοτε, όλες οι πολεμικές συρράξεις είναι αμφιλεγόμενες. Ποιος μπορεί να είναι σίγουρος για το τι συνέβη πραγματικά στον Πόλεμο του Κόλπου; Επιπλέον, ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος καταλαμβάνει ολοένα και πιο σημαντική θέση στην κουλτούρα μας. Είναι όπως ο Τρωικός Πόλεμος. Φυσικά, οι Γερμανοί θα ήθελαν να βάλουν ένα τέλος σε αυτή την περίοδο και να προχωρήσουν. Δυστυχώς γι’ αυτούς, ο υπόλοιπος κόσμος δεν συμφωνεί.
Μετά το μυθιστόρημα «Η άλλη πλευρά της σιωπής», θα υπάρξει συνέχεια ή θα σταματήσετε να γράφετε για τον Μπέρνι;
Επί του παρόντος όχι – δεν σκοπεύω να σταματήσω. Τουλάχιστον όσο μπορώ να γράφω ενδιαφέρουσες ιστορίες γι’ αυτόν θα συνεχίσω να τον έχω ως κεντρικό ήρωα.
Σας έχει περάσει ποτέ από το μυαλό ότι μπορεί και να έχετε γράψει πολλά βιβλία γι’ αυτόν;
Πάντα. Κάθε λογικός συγγραφέας οφείλει να θέτει τέτοιου είδους ερωτήματα στον εαυτό του.
Μέχρι τώρα όλες οι ερωτήσεις μου κινούνται γύρω από τον Μπέρνι. Κι όμως, έχετε γράψει κι άλλα βιβλία. Τι γίνεται, άραγε, με αυτά; Μένουν στη σκιά του Μπέρνι;
Κατά μια έννοια, ναι. Δεν με πειράζει. Προσωπικά είμαι χαρούμενος που έχω γράψει κι άλλα βιβλία. Αυτό μου θυμίζει πως είμαι πολλά χρόνια στο συγγραφικό παιχνίδι και μάλιστα εξακολουθώ να πληρώνομαι γι’ αυτά τα βιβλία.
Μόλις πρόσφατα κυκλοφόρησε στην Ελλάδα το νέο σας βιβλίο, «Ψεύτικο εννιάρι» (εκδ. Κέδρος) όπου εισάγεται σιγά σιγά έναν νέο ήρωα, τον Σκοτ Μάνσον. Άρα, θέλει κι αυτός το χώρο του.
Τώρα που το επισημαίνετε, νομίζω ότι γράφω πάρα πολύ. Είμαι το ζωντανό παράδειγμα αυτού που συμβαίνει όταν το γράψιμο γίνεται μια ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή. Αν, πάντως, υπάρχει κάτι μέσα μου που φωνάζει αυτός είναι ο εαυτός μου – ό,τι έχει απομείνει από αυτό το πρόσωπο. Αυτός είναι που μου λέει να κάνω ένα διάλειμμα και να μην πιέζω τα πράγματα. Δυστυχώς δεν τα καταφέρνω.
Στην Ελλάδα, υπάρχει το εξής φαινόμενο: αν και έχουν πέσει αρκετά οι πωλήσεις λόγω της κρίσης, τα αστυνομικά μυθιστορήματα εξακολουθούν να ανθούν κυκλοφοριακά.
Σε ό,τι έχει να κάνει με τα αστυνομικά θα έλεγα πως οι αναγνώστες θέλουν να διαβάσουν μια ιστορία που θα εξελίσσεται σωστά και θα έχει ένα τέλος που θα βγάζει νόημα. Πολλά από τα σύγχρονα μυθιστορήματα ξεχνούν αυτές τις παραμέτρους.
Οι Έλληνες είστε ένας λαός με λογοτεχνική κουλτούρα. Ωστόσο, όπως όλοι μας θέλουμε να διαβάζουμε ωραίες ιστορίες. Εσείς ειδικά οι Έλληνες είστε αυτοί που φέρατε την έννοια της αφήγησης στον κόσμο με τον Όμηρο. Σε ό,τι έχει να κάνει με τα αστυνομικά, θα έλεγα πως οι αναγνώστες θέλουν να διαβάσουν μια ιστορία που να εξελίσσεται σωστά και να έχει ένα τέλος που θα βγάζει νόημα. Πολλά από τα σύγχρονα μυθιστορήματα ξεχνούν αυτές τις παραμέτρους. Πολλοί συγγραφείς τείνουν να πιστεύουν πως το καλό γράψιμο φτάνει για να κάνει τους αναγνώστες χαρούμενους. Κι όμως, δεν φτάνει.
Είστε ένας μεθοδικός συγγραφέας; Κάνετε έρευνα πριν γράψετε;
Ναι, πάντα κάνω έρευνα πριν ξεκινήσω μια ιστορία. Το συνδυάζω και με ταξίδια που πάντα μου άρεσαν. Θέλω να έχω δει τον τόπο που πρόκειται να βάλω στο βιβλίο. Θέλω να έχω προσωπική αίσθηση του χώρου και των όσων καταγράφουν τα μάτια μου. Γι’ αυτόν το λόγο έχω επισκεφθεί τόσες πολλές φορές το Βερολίνο, σε σημείο που πλέον το ξέρω καλύτερα και από πολλούς Γερμανούς.
Θα γράφατε ένα μυθιστόρημα για την εποχή του Brexit;
Έχω βαρεθεί τόσο πολύ με το Brexit. Θα έπρεπε να είχαμε φύγει, αλλά τώρα που όντως φεύγουμε δεν βλέπω κανένα μέλλον για την Ευρώπη.
Είστε τόσο απογοητευμένος;
Μα, πρέπει επιτέλους να ειπωθεί πως έχει αποτύχει πολλαπλώς. Δείτε την ανεργία στους νέους, ειδικά στις χώρες του Νότου: φτάνει στο 50%. Δεν μου κάνει εντύπωση που οι Καταλανοί προσπάθησαν να ανεξαρτητοποιηθούν. Βλέπεις στην τηλεόραση νέους ανθρώπους που ζητούν αυτόν τον χωρισμό.
Είναι δύσκολο να μιλήσεις για τον πολιτισμό, αλλά όταν βλέπει κανείς τον Παρθενώνα τότε καταλαβαίνει. Προσωπικά όταν το κάνω δεν χρειάζομαι τις λέξεις. Το ίδιο το μνημείο μιλάει από μόνο του και νομίζω πως κανένα άλλο στον κόσμο δεν μπορεί να το κάνει με τέτοια ένταση και δύναμη.
Γιατί πιστεύετε το ζητούν τόσο έντονα;
Διότι δεν έχουν τίποτα να χάσουν. Κατά τη γνώμη μου η Ελλάδα δεν έχει τίποτα να κερδίσει αν μείνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το όλο σχέδιο είναι μια γερμανική φαντασίωση και προέκυψε από τη στιγμή που ενώθηκε ξανά η Γερμανία. Ήθελαν ξανά να αισθανθούν πόσο καλοί Γερμανοί είναι ξανά και για να το κάνουν αυτό έπρεπε να βάλουν τη ψυχή τους μέσα σε ένα ευρωπαϊκό ιδεώδες. Η Ιστορία της είναι η πολιτική δύναμη κάθε χώρας, όμως, για τη Γερμανία είναι κάτι περισσότερο από αυτό. Είναι μια περιοχή την οποία δεν θέλουν να επισκεφθούν. Αυτό κάνει τη Γερμανία τόσο ιδιαίτερη και θα έλεγα σε μόνιμη αναστάτωση. Η Ιστορία είναι πάντοτε σημαντική και όταν προσπαθείς να διαχωρίσεις ένα κράτος από το παρελθόν του, τότε καταστρέφεις κάτι ουσιαστικό από την ύπαρξή του.
Είμαι σίγουρος πως γνωρίζετε ότι τα βιβλία σας στην Ελλάδα πωλούνται μια χαρά. Είστε κάτι σαν σταρ στα μέρη μας. Τι λέτε γι’ αυτό;
Δεν σας κρύβω πως την αγαπάω την Ελλάδα. Την αγαπάω τόσο πολύ που δύσκολα μπορώ να σας το εκφράσω με λέξεις. Η εντύπωση που έχω για τον παράδεισο είναι το μπαρ του ξενοδοχείου Μ. Βρετάνια στην Αθήνα. Το εννοώ. Τι περισσότερο μπορείς να ζητήσεις από ένα ποτήρι καλό κρασί και τη θέα σε τόσο σημαντικά μνημεία; Ο Παρθενώνας αντιπροσωπεύει κάτι πολύ σημαντικό για τον πολιτισμό μας. Είναι δύσκολο να μιλήσεις για τον πολιτισμό, αλλά όταν βλέπει κανείς τον Παρθενώνα τότε καταλαβαίνει. Προσωπικά όταν το κάνω δεν χρειάζομαι τις λέξεις. Το ίδιο το μνημείο μιλάει από μόνο του και νομίζω πως κανένα άλλο στον κόσμο δεν μπορεί να το κάνει με τέτοια ένταση και δύναμη.
* Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Τελευταίο βιβλίο του, η ποιητική συλλογή «Ποτέ πια εμείς» (εκδ. Μελάνι).