Σε συνέντευξή του στους Los Angeles Times, ο Βρετανός πεζογράφος Ian McEwan μίλησε για το πρόσφατο μυθιστόρημά του με τίτλο «Lessons» («Μαθήματα»). Τα «Μαθήματα» θα κυκλοφορήσουν προσεχώς στα ελληνικά από τις εκδόσεις Πατάκη, σε μετάφραση Κατερίνας Σχινά.
Επιμέλεια: Book Press
Το πρόσφατο μυθιστόρημα του Ίαν ΜακΓιούαν καλύπτει το διάστημα από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι την πανδημία του covid-19, περιγράφοντας σημαντικά περιστατικά του 20ου και του 21ου αιώνα, όπως την Κρίση του Σουέζ και το τραγικό ατύχημα στο Τσερνόμπιλ.
Ο ΜακΓιούαν μίλησε στους Los Angeles Times για τα αυτοβιογραφικά στοιχεία που περικλείονται στο μυθιστόρημά του:
Ανέκαθεν θαύμαζα, αλλά ήμουν και λίγο καχύποπτος με τους συγγραφείς που περιγράφουν συνεχώς τις εμπειρίες τους στα έργα τους. Πέρασα τη ζωή μου επινοώντας ιστορίες, αν και ορισμένα αυτοβιογραφικά στοιχεία πάντα τρυπώνουν στα βιβλία μου. Αυτή τη φορά, αποφάσισα να χρησιμοποιήσω ολόκληρη τη ζωή μου, να τη μεταποιήσω σε μυθοπλασία.
Ήξερα πως ήθελα να γράψω για τον χαμένο αδελφό μου. [Ο ΜακΓιούαν ανακάλυψε πως είχε έναν αδερφό, τον οποίο οι γονείς του έδωσαν για υιοθεσία προτού παντρευτούν.] Η ιστορία έχει να κάνει με το πώς μεγάλα ιστορικά γεγονότα -όπως ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος- καθορίζουν τις ζωές των απλών ανθρώπων. Ήθελα να γράψω για όσα συνέβησαν στη Διώρυγα του Σουέζ, γεγονότα που είχαν τεράστιο αντίκτυπο στη ζωή μου. Όταν ξέσπασε η Κρίση, βρισκόμουν σε ένα στρατόπεδο εκεί κοντά, όπως ο Ρόλαντ, ο πρωταγωνιστής μου. Ο πατέρας μου ήταν απασχολημένος, η μητέρα μου έλειπε, κι εγώ έκανα βόλτες με τους φίλους μου για δέκα ολόκληρες ημέρες. Καθώς έγραφα αυτές τις σκηνές, συνειδητοποίησα πως ένας από τους λόγους που επέλεξα να γίνω συγγραφέας ήταν επειδή ήθελα να συνεχίσω να ζω περιπέτειες όπως αυτή. Οι μέρες που πέρασα στο στρατόπεδο ήταν μέρες στον παράδεισο, ήμουν ελεύθερος.
Ωστόσο, πολλά από αυτά που γράφω είναι καθαρή μυθοπλασία. Οι τρεις σημαντικότερες γυναίκες στη ζωή του Ρόλαντ είναι επινοημένοι χαρακτήρες. Όμως, ήθελα τόσο πολύ να ζήσω όπως ο πρωταγωνιστής μου, που σε ορισμένες σκηνές σταμάτησα να κάνω αυτό που κάνω συνήθως, δηλαδή να προσχεδιάζω την εξέλιξη της πλοκής, κι άρχισα να γράφω αυτοσχεδιάζοντας. Ήταν μια πολύ ιδιαίτερη συγγραφική εμπειρία.
Ο ΜακΓιούαν μίλησε για την απαισιοδοξία με την οποία ο πρωταγωνιστής του (αλλά και ο ίδιος) ατενίζει το μέλλον:
Μετά από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου υπήρχε μια αισιοδοξία, μια αίσθηση πως όλα μπορούν να οδεύσουν προς το καλύτερο, πως ο ορθολογισμός μπορεί να εφαρμοστεί στην πράξη. Τα χάσαμε όλα αυτά. Η μετάβαση του Ρόλαντ από την αισιοδοξία στον φόβο έχει να κάνει με τη μετάβαση της ανθρωπότητας από την περίοδο της πτώσης του Τείχους στην περίοδο της εισβολής στο Καπιτώλιο, στην περίοδο του πολέμου στην Ουκρανία, στην περίοδο που λιώνουν οι πάγοι στη Γροιλανδία. Αυτό το διάστημα τριάντα ετών έχει να κάνει με την απαισιοδοξία που συσσωρεύει μέσα του ο Ρόλαντ.
Η οικογένειά μου με επισκέφτηκε χθες, και αφού τα εγγόνια μου πήγαν για ύπνο, συζητήσαμε για το πώς θα μπορούσε να εξελιχθεί η ζωή τους. Ακούγοντας τους γιους μου και τις νύφες μου, συνειδητοποίησα πως μοιράζονται πολλές από τις φοβίες μου. Αυτές τις φοβίες τις έδωσα στον Ρόλαντ. Ταυτόχρονα υπάρχει και μια ελπίδα, σε προσωπικό επίπεδο. Όμως η ένταση δεν φαίνεται να σταματά ποτέ.
Στις τελευταίες σελίδες του μυθιστορήματος, ο πρωταγωνιστής δηλώνει πως οι λογοτεχνικές ιστορίες δεν πρέπει να έχουν κάποιο ηθικό δίδαγμα (κάποιο μάθημα, «lesson»):
Στα μυθιστορήματα είναι προτιμότερο να μην παρουσιάζουμε κάποιο ηθικό δίδαγμα, αλλά να περιγράφουμε την ίδια την πραγματικότητα. Όταν ο Ρόλαντ λέει στον εαυτό του πως δεν έμαθε τίποτα σε ολόκληρη τη ζωή του, αυτό αντικατοπτρίζει τις δικές μου εμπειρίες κατά κάποιον τρόπο. Αν κάποιος μας πει: «Γράψτε μου όσα μάθατε στη ζωή σας», τότε μας ζητά είτε να γράψουμε τη φράση «Όσα μάθατε στη ζωή σας», είτε να καταφύγουμε σε κοινοτοπίες όπως «Η ευγένεια είναι καλή», και «Η αγάπη είναι πάνω από όλα», και «Να είσαι τολμηρός και να ρισκάρεις», ή «Να προσέχεις τι κάνεις». Δεν διάβασα ποτέ μου έστω ένα βιβλίο με συμβουλές που να με ωφέλησε.