Η Βίκυ Τσελεπίδου συγκέντρωσε είκοσι πέντε διηγήματα στην πρώτη της συλλογή με τίτλο «Ελενίτ», (εκδ. Νεφέλη). Ιστορίες γι' ανθρώπους ιδιαίτερους, για συμπεριφορές παράδοξες, για πράξεις απρόβλεπτες. Ιστορίες που μιλούν για το παράδοξο αλλά και το καθημερινό, για τα δύσκολα λόγια αλλά και τη σιωπή των ανθρώπων. Η Βίκυ Τσελεπίδου τα τελευταία χρόνια ζει και εργάζεται στην Ξάνθη και από εκεί δίνει πνοή στις ιστορίες της.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Τι απαντάτε σε όσους θα πουν: ακόμη ένας συγγραφέας; Τι το καινούργιο φέρνει;
Δε θα ΄λεγα ότι ο συγγραφέας έρχεται για να κομίσει το νέο, για να κομίσει οτιδήποτε... Ο συγγραφέας εκφράζει την αγωνία του, προσπαθεί να ισορροπήσει τις υπαρξιακές εμμονές του. Αυτό πρωτίστως είναι μια ανάγκη δική του, δεν ενέχει κάποιου άλλου τύπου σκοπιμότητα. Από την άλλη, κάθε βιβλίο είναι από μόνο του ένας κόσμος, μια ακόμη ματιά στον κόσμο, η αίσθηση του κόσμου από έναν ακόμη άνθρωπο, κι αυτό, γοητευτικό ή αποκρουστικό, όσο κι αν «έχουν όλα ειπωθεί», είναι πάντα ενδιαφέρον, κάποιες φορές πολύτιμο. Το βιβλίο γίνεται μοίρασμα και τόπος συνάντησης του αναγνώστη με τον συγγραφέα, θεμελιώνοντας μια «νέα σχέση» μεταξύ δύο ανθρώπων, γόνιμη οπωσδήποτε στον βαθμό που ο καθένας τους αναζητώντας τα υπόγεια νήματα που τους συνδέουν, απαντά στην ίδια του την ύπαρξη.
Με ποια λόγια θα συστήνατε το βιβλίο σας σε κάποιον που δεν γνωρίζει τίποτε για σας;
Το Ελενίτ είναι μια συλλογή είκοσι πέντε διηγημάτων των οποίων οι ήρωες ζουν κι αναπνέουν κάτω από στέγες κατασκευασμένες από το υλικό αυτό. Τα τελευταία χρόνια, το ελενίτ θεωρείται πλέον ως ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες καρκινογένεσης και η χρήση του έχει πλήρως απαγορευτεί στην Ελλάδα και σε πολλές άλλες χώρες. Αυτή η στέγη, λοιπόν, που μας προστατεύει από τις έξωθεν απειλές, αυτή η ίδια συμβαίνει και να μας μολύνει, να μας οδηγεί κατευθείαν στον θάνατο. Το βιβλίο αναφέρεται άλλοτε άμεσα κι άλλοτε υπαινικτικά στις αρρωστημένες σχέσεις μεταξύ των μελών μιας οικογένειας, μιας παρέας, μιας κοινωνίας, σχέσεις που εκ πρώτης όψεως φαίνονται φυσιολογικές, ήρωες που εκ πρώτης όψεως φαίνονται καθημερινοί, μεταλλάσσονται σε τέρατα, στη μάσκα τους αναγνωρίζουμε το πρόσωπο του φίλου, του γονιού, του παιδιού, του συντρόφου, του εαυτού μας. Σε πόλεις και χωριά, κάτω από αυτές τις στέγες, οι άνθρωποι ήσυχα κατακρεουργούν ο ένας τον άλλον, σκαλίζοντας ο καθένας τις δικές του πληγές.
Το βιβλίο γίνεται μοίρασμα και τόπος συνάντησης του αναγνώστη με τον συγγραφέα, θεμελιώνοντας μια «νέα σχέση» μεταξύ δύο ανθρώπων, γόνιμη οπωσδήποτε στον βαθμό που ο καθένας τους αναζητώντας τα υπόγεια νήματα που τους συνδέουν, απαντά στην ίδια του την ύπαρξη.
Πείτε μας δυο λόγια για το νεότευκτο «συγγραφικό σας εργαστήρι».
Οι λέξεις είναι το υλικό. Οι λέξεις είναι εικόνα, είναι ήχος. Είναι όμως κι άγγιγμα, είναι γεύση, είναι μυρωδιά, μια φευγαλέα αίσθηση, με τις λέξεις δεν εξηγούνται επακριβώς οι λέξεις. Τα μαθήματα τεχνικής και μεθοδολογίας, οι συμβουλές του καλύτερου συμβουλάτορα, δεν σ’ το μαθαίνουν αυτό. Αυτό το αφουγκράζεσαι μόνος με τις αισθήσεις σου, πρόκειται για ένα καθαρά προσωπικό βίωμα. Τις λέξεις τις γεύεσαι στον ουρανίσκο σου, τις καταπίνεις, τις φέρνεις πολλές γύρες στο στομάχι σου, ασκείς βία πάνω τους, τις ξεσκίζεις, σε ξεσκίζουν κι αυτές, δεν είναι εύκολο να τιθασεύσεις μια λέξη. Δεν λέω ότι εγώ έτσι κατά κανόνα λειτουργώ, είναι πολύ δύσκολα πράγματα αυτά, θέλουν κότσια που σου τα δίνει ο χρόνος κι η τριβή με το γράψιμο.
Ο δρόμος προς την έκδοση για τους νέους συγγραφείς συνήθως δεν είναι σπαρμένος με ροδοπέταλα. Ποια είναι η δική σας ιστορία;
Κι όμως, καμιά φορά συμβαίνει! Είχα την χαρά να βαδίσω σε έναν τέτοιο δρόμο. Έστειλα την συλλογή ηλεκτρονικά στην Νεφέλη χωρίς να έχω κάνει από πριν κάποια επαφή μαζί τους ή με οποιονδήποτε άλλον εκδοτικό οίκο. Ο εκδότης Περικλής Δουβίτσας μου απάντησε την επόμενη μέρα θετικά και με έβαλε στο εκδοτικό του πρόγραμμα. Του χρωστώ την ευγνωμοσύνη μου.
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΑΓΟΡΑΣΤΟΣ είναι δημοσιογράφος.