Ο Βασίλης Κιμούλης μας συστήθηκε πρόσφατα και ως πεζογράφος με ένα υβριδικό, αταξινόμητο και γοητευτικό βιβλίο με τίτλο «Γκανιάν – υπάρχει ο λόγ(γ)ος της πόλης πέρα από τα πατώματα και τα ταβάνια», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λογότυπο.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Με ποια λόγια θα συστήνατε το βιβλίο σας σε κάποιον που δεν γνωρίζει τίποτε για σας;
Ένα υβρίδιο μυθοπλασίας, ποιητικών, βιογραφικών και δοκιμιακών κειμένων, σε δεκαεννιά συν ένα λοξά κεφάλαια-«πορτρέτα» προσωπικοτήτων (ποιητές, πεζογράφοι, θεατρικοί συγγραφείς, ζωγράφοι, τραγουδοποιοί, χορογράφοι, κινηματογραφιστές, ταξιδευτές-συγγραφείς, ροκ σταρ, αυτοκράτορες-φιλόσοφοι, κ.ά.), κυρίως ξένων (εκτός από τη Μαργαρίτα Καραπάνου και τη Στέλλα Χασκίλ), κυρίως νεκρών (εκτός απ’ τον Χαρούκι Μουρακάμι) και σε μεγάλο ποσοστό αυτοχείρων, σε μία ιδιαίτερη τυπογραφικά έκδοση με είκοσι συλλεκτικές καρτ-ποστάλ.
Τι απαντάτε σε όσους θα πουν: ακόμη ένας συγγραφέας; Τι το καινούργιο φέρνει;
Δεν ξέρω τι να πω, είμαι πολύ «μέσα» σ’ αυτά τα γραπτά. Πάντως, μαθαίνω ότι το ίδιο το Γκανιάν, αν και από τη φύση του αντιηρωικό, το παίζει βάιραλ στις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων!
Πείτε μας δυο λόγια για το νεότευκτο «συγγραφικό σας εργαστήρι».
Τα γκανιάν αυτά κείμενα γεννήθηκαν ως πρό(σ)κληση από τον εκδότη της φρι πρες εφημερίδας «Η Πόλη Ζει», Χρύσανθο Ξάνθη, που μου ζήτησε να του γράψω «κάτι γκανιάν» για τον συγγραφέα τού Θα φτύσω στους τάφους σας, Μπορίς Βιάν, μία αρχετυπική γκανιάν-φιγούρα που και οι δύο αγαπάμε, για να εξελιχτούν σε μηνιαία χρονογραφήματα από τον Ιούνιο του 2020 έως και τον Δεκέμβριο του 2022.
Άρα μία βασική συνθήκη του «εργαστηρίου» ήταν ότι η συγγραφή απαιτούσε πειθαρχία λόγω προθεσμίας. Απ’ την άλλη, υπέγραφα τα κείμενα με ψευδώνυμο (Γκανιάν), επομένως γράφτηκαν με ελευθερία. Ακόμη, αφού δεν υπήρχε η προσμονή βιβλίου στον ορίζοντα, γράφονταν για την απόλαυση του παιχνιδιού και μόνο.
Η δομή τους είναι λίγο-πολύ συγκεκριμένη, καθώς συνυφαίνονται κομμάτια αμιγώς μυθοπλαστικά –στα οποία ο γκανιάν-αφηγητής συνομιλεί με γκανιάν-δημιουργούς στο παρόν ή στο παρελθόν και σε διάφορες τοποθεσίες, από την Αμοργό, το Ξυλόκαστρο, το Παρίσι και τη Ζαχλωρού έως το auditorium του Γαλλικού Ινστιτούτου στην Αθήνα, το ίδιο το σπίτι του Γκανιάν στη Γαργαρέτα ή την αριστερή όχθη της Κόλασης– με στιγμιότυπα απ’ τη ζωή και το έργο των γκανιάν-προσωπικοτήτων, τσιτάτα κι αποσπάσματα από άρθρα και συνεντεύξεις τους ή πρωτότυπες μεταφράσεις γραπτών τους.
Κομμάτια αμιγώς μυθοπλαστικά –στα οποία ο γκανιάν-αφηγητής συνομιλεί με γκανιάν-δημιουργούς στο παρόν ή στο παρελθόν και σε διάφορες τοποθεσίες, με στιγμιότυπα απ’ τη ζωή και το έργο των γκανιάν-προσωπικοτήτων, τσιτάτα κι αποσπάσματα από άρθρα και συνεντεύξεις τους ή πρωτότυπες μεταφράσεις γραπτών τους.
Αυτοσχεδιασμός υπάρχει στη σύνθεση όλων των παραπάνω, και πιο χτυπητά, στην ακροστιχίδα στο τέλος κάθε «πορτρέτου», η οποία πρέπει να σχηματίζει τη λέξη Γκανιάν.
Θα μου άρεσε να διαβάσω ένα βιβλίο με τις περιπέτειες κάποιου που χάθηκε στον κόσμο των λέξεων, γραμμένο με τον τρόπο του Τζόζεφ Κόνραντ.
Στο βιβλίο σας έχετε συμπεριλάβει 20 προσωπικότητες-γκανιάν. Πώς έγινε αυτή η επιλογή; Αν σας ζητούσα να αφαιρέσετε ένα πρόσωπο και να βάλετε στη θέση του ένα άλλο, ποια θα ήταν αυτά;
Οι γκανιάν-προσωπικότητες του βιβλίου είναι όσοι μου ήρθαν πρώτα στο μυαλό μέσα από μία ευρύτερη παρέα «φίλων» με τους οποίους ο συγγραφέας σχετίζεται από παλιά, τον συγκινούν ποικιλοτρόπως και τον συντροφεύουν φανταστικά αλλά πιο πραγματικά από πολλές πραγματικές πραγματικότητες.
Μερικές φορές η επιλογή υπαγορευόταν από την ανάγκη, πχ, η εφημερίδα έκλεινε άμεσα ύλη, και «πορτρέτα» όπως της Σάρα Κέιν ή του Τζιμ Μόρισον ήταν ήδη μισοέτοιμα, αφού έτσι κι αλλιώς μετέφραζα γραπτά τους για το κέφι μου˙ άλλοτε η επιλογή επηρεαζόταν απ’ την επικαιρότητα, είτε τη δημόσια, όπως στην περίπτωση του Σαρλ Μποντλέρ, για τον οποίο είχα κάνει την έρευνα που ήθελα, αλλά το έναυσμα για τη συγγραφή δόθηκε από μία έκθεση που γινόταν στο Παρίσι με αφορμή τη συμπλήρωση των διακοσίων χρόνων από τη γέννησή του, είτε την ιδιωτική επικαιρότητα, π.χ. ένα ερωτικό μαράζι, που ένωσε τον γκανιάν-αφηγητή με τον Πιέρ Πάολο Παζολίνι, να συζητούν πάνω από μία καράφα με γκράπα απ’ το Φρίουλι για την πολιτική φύση των σεξουαλικών προβλημάτων.
Αν έπρεπε να αφαιρέσω κάτι, θα έκοβα το ποιητικό κεφάλαιο για το ίδιο το Γκανιάν ως έννοια («Ωδή γκανιάν»), αλλά δεν ξέρω ποιος θα προλάβαινε να πάρει τη θέση του, π.χ., η Λωρήν Μπακόλ, ο Ιωάννης Συκουτρής, η Σεχραζάντ, ο Motorcycle Boy ή ο Ρέιμοντ Κάρβερ; αφού η λίστα αναμονής είναι κυριολεκτικά τεράστια.
Ο δρόμος προς την έκδοση για τους νέους συγγραφείς συνήθως δεν είναι σπαρμένος με ροδοπέταλα. Ποια είναι η δική σας ιστορία;
Όλα κύλησαν υποδειγματικά-γκανιάν, γιατί όταν καταλάβαμε με τον εκδότη του φρι πρες ότι η πρώτη φάση του γκανιάν-χρονογραφήματος είχε κάνει τον κύκλο της, εκείνος εμπνεύστηκε να κάνουμε ένα γκανιάν-βιβλίο μ’ αυτά τα αφηνιασμένα αφηγήματα, αφού τα κείμενα, αν κι ακατάτακτα λογοτεχνικά, είχαν αυθύπαρκτο ύφος και απ’ ό,τι αποδείχτηκε, κατά βάθος «βιβλίο» έφτιαχναν εξαρχής. Ύστερα τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους.
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΑΓΟΡΑΣΤΟΣ είναι δημοσιογράφος.