Μια κουβέντα γνωριμίας με τον Σπύρο Ανέμη ο οποίος με το μυθιστόρημά του «Το ραφείο» (εκδ. Libron) έκανε πρόσφατα την εμφάνισή του και στον χώρο της πεζογραφίας.
Επιμέλεια: Λεωνίδας Καλούσης
Με ποια λόγια θα συστήνατε το βιβλίο σας σε κάποιον που δεν γνωρίζει τίποτε για σας;
Ήτανε νύχτα, όταν πέρασα από το εγκαταλειμμένο ραφείο της γιαγιάς μου. Η οποία είχε φύγει από τη ζωή. Επιστρέφοντας στο σπίτι, έγραψα ένα ποίημα που γεννήθηκε από την αγάπη μου και τη θύμησή μου για εκείνη. Ολοκληρώνοντας το ποίημα, το οποίο ήταν μεγάλο, σχετικά, σε έκταση, ένοιωσα την επιθυμία να συνεχίσω από εκεί που είχα σταματήσει – τη συνέχεια τού ποιήματος σε άλλη μορφή γραφής. Κάπως έτσι άρχισε να γράφεται Το ραφείο: η σκοτεινή ιστορία μιας οικογένειας.
Τι απαντάτε σε όσους θα πουν: ακόμη ένας συγγραφέας; Τι το καινούργιο φέρνει;
Ένας συγγραφέας ξεδιπλώνει, με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο, τις εμπειρίες του, καθώς αυτές έχουν περάσει από τα φίλτρα της φαντασίας του. Έτσι, κάθε έργο πλαισιώνεται από μια μοναδικότητα, που πιστεύω πως ο εκάστοτε αναγνώστης θα μπορέσει να αντιληφθεί, να αισθανθεί και να την κρίνει, σύμφωνα με τους δικούς του εσωτερικούς μηχανισμούς.
Πείτε μας δυο λόγια για το νεότευκτο «συγγραφικό σας εργαστήρι».
Προφανώς και με ρωτάτε γι’ αυτό το εργαστήρι που δεν αντίκρισα ποτέ με τα μάτια. Μόνο μια υποψία έντονη με κατατρέχει πως, συχνά το ακούω από τα βάθη της ψυχής μου να υψώνεται, με ήχους άγνωστους, που τους νιώθω να θέλουν να προσκολληθούν με κάτι γνώριμο. Με καταστάσεις ψυχικές και φυσικές ενίοτε, που έχω ξεχασμένες για καιρό, σε κάποιο άλλο εργαστήρι, πιο παλιό, που η δουλειά του είναι να κρύβεται. Να εμφανίζεται μονάχα όταν το έχω μεγάλη ανάγκη, για να με σώσει από αυτό που τώρα ορθώνεται. Το καινούριο. Το αόρατο.
Οι εικαστικές τέχνες με εκφράζουν και με εμπνέουν, καθώς η θέαση ενός πίνακα, έχει τη δυνατότητα να ξυπνά μέσα μου, διάφορα συναισθήματα.
Το αισθάνομαι γύρω μου, σαν αόρατα τείχη δίχως διαφυγή – λεία, σαν από γυαλί. Ξέρω κάθε φορά πως, μόνο αν δημιουργηθεί σε αυτό το μυστηριώδες μέρος, το εξωπραγματικό –ένα τραγούδι, ένα ποίημα, ένα μυθιστόρημα, μια ιστορία–, τότε μόνο θα φανερωθεί εκείνη η μυστική έξοδος, που όταν καταφέρω να εντοπίσω, θα βρω κάποιο είδος εξιλέωσης. Θα είμαι και πάλι ελεύθερος για να πορευτώ προς το επόμενο εργαστήρι, όταν... και άμα... εκείνο με επιλέξει για τεχνίτη του.
Έχουν επηρεάσει άλλες τέχνες –κινηματογράφος, εικαστικά, κόμικς, μουσική κ.ά.– τη συγγραφική σας δουλειά; Αν ναι, με ποιους τρόπους;
Η ενασχόλησή μου με τη μουσική και τη στιχουργική, μου έδωσαν το βήμα ώστε να αρχίσω να γράφω ποίηση και πεζά κείμενα. Είμαι λάτρης του κινηματογράφου και του θεάτρου. Καθώς όσο περνά ο χρόνος διαπιστώνω πως αυτές οι μορφές τέχνης λειτουργούν μέσα μου με έναν ιδιαίτερα δημιουργικό τρόπο. Διαβάζω, από νεαρή ηλικία, αρχαία τραγωδία, όπως και άλλα θεατρικά έργα, Ελλήνων και ξένων συγγραφέων. Οι εικαστικές τέχνες με εκφράζουν και με εμπνέουν, καθώς η θέαση ενός πίνακα, έχει τη δυνατότητα να ξυπνά μέσα μου, διάφορα συναισθήματα. Η αγάπη μου και ενασχόλησή μου με τη φύση, πιστεύω ότι μου έδωσε το έναυσμα να αναζητώ την ελευθερία παντού, ακόμα και στη συγγραφή μου.
Ο δρόμος προς την έκδοση για τους νέους συγγραφείς συνήθως δεν είναι σπαρμένος με ροδοπέταλα. Ποια είναι η δική σας ιστορία;
Θαρρώ πως ο δρόμος προς την έκδοση του βιβλίου μου ήταν λιθόστρωτος. Τυγχάνει όμως να λατρεύω την πέτρα. Είτε όταν τη χτίζω –και κυριολεκτώ–, είτε όταν την τοποθετώ στο έδαφος. Έχει την ιδιότητα να σκληραγωγεί τα χέρια, τα πόδια, ολάκερο το κορμί και κατά συνέπεια την ψυχή μου. Έτσι, στον δρόμο για την συγγραφή και έπειτα για την έκδοση, όσα αγκάθια κι όσα σύρματα και αν βρέθηκαν εκεί για να με εμποδίσουν, είχα τα εφόδια, που μου πρόσφερε η πέτρα –που μοιάζει τόσο βαριά και κακοτράχαλη–, να τα αντιμετωπίσω. Να τα αφήσω πίσω και να βρεθώ εκεί όπου αγκαλιάζουν και εκτιμούν την αγάπη και την προσπάθεια για τη συγγραφή. Για αυτόν το λόγο και είμαι ευτυχής και ευγνώμων, που το πρώτο μου μυθιστόρημα βρήκε σκέπη στον συγκεκριμένο εκδοτικό οίκο.
INFO
Ο Σπύρος Ανέμης γεννήθηκε το 1982 στα Λουτρά Αιδηψού. Από την ηλικία των δεκατεσσάρων ετών ασχολείται με την τραγουδοποιία και τη συγγραφή, ενώ στα σχολικά του χρόνια λαμβάνει το Β’ βραβείο στον Πανευβοϊκό διαγωνισμό ποίησης. Σπούδασε στην Αθήνα τοπογράφος μηχανικός και έχει φοιτήσει μουσική στο ωδείο Φίλιππος Νάκας. Ο πρώτος του δίσκος, «Για όσους φουμάρουν ουρανό» παρουσιάζεται το 2008 και ακολουθεί ο δεύτερος, «Όλα γράφονται εδώ, στα σκοτεινά» (2013). Το ραφείο είναι το πρώτο του μυθιστόρημα.