Ο Αριστείδης Τσαλδάρης με αφορμή την πρώτη του ποιητική συλλογή «Υστερόγραφο» (εκδ. Περισπωμένη).
Επιμέλεια: Λεωνίδας Καλούσης
Τι απαντάτε σε όσους θα πουν: ακόμη ένας ποιητής; Τι το καινούργιο φέρνει;
Ακόμη ένας δικηγόρος, ακόμη ένας ιατρός ή ασφαλιστής; Όποιος προσπαθεί να εκφραστεί με έναν προσωπικό τρόπο ζωής ή τέχνης, με την ελευθερία και με την πληρότητα που αρμόζει, αυτός έχει να δώσει. Κι αν αυτή η τοποθέτηση είναι αντικειμενικά δεκτή, στον ποιητή, η διακριτή διαφορά είναι η προσέγγιση της διάθεσης δημιουργίας. Η προσωπική απελευθέρωση, μια ενσυνείδητη διεργασία του όποιου γράφοντα, γεννάει ασυνείδητα ερεθίσματα στον όποιον αναγνώστη. Ακόμα και ο ένας στίχος ως κατοπτρισμός της ψυχής, έχει τη δύναμη να αντικατοπτρίσει απέναντι μια χορδή. Ο ποιητής, κι ας είναι μια ακόμα αριθμητική μονάδα, διεγείρει (άρα φέρνει) ένα απροσδιόριστο «καινούργιο» που είναι πολύ προσωπικό στο καθεναν και δεν είναι μετρήσιμο.
Με ποιους στίχους από τη Συλλογή σας θα την συστήνατε σε κάποιον που δεν γνωρίζει τίποτε γι’ αυτήν;
(Υστερόγραφο) στην αριθμητική
Δεν ξέρω πόσα μπορώ να σου προσθέσω.
Ξέρω όμως να αφαιρέσω
ό,τι πάνω σου πολλαπλασιάζεται
όταν το βλέμμα σου
διαιρείται μέσα στο δικό μου.
Πώς κατανοείτε τον περίφημο στίχο του Γιώργου Σεφέρη «Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας»;
Τα δικά μας λόγια είναι οι γόνιμες παρακαταθήκες μια συνεχούς και αδιάλειπτης επικοινωνίας με τα λόγια των περασμένων. Των περασμένων οι εικονισμοί δημιουργημάτων, εμβολιάζουν τα δικά μας δημιουργήματα. Οι ψυχικές διεργασίες ή αντιδράσεις των περασμένων, όπως της φοβίας, της έλξης, της αμφισβήτησης, της λαγνείας, του ερωτισμού, σωματοποιούνται από τους επόμενους. Αντικειμενοποιουνται, πριν τελικά υποκειμενοποιηθουν και δημιουργήσουν λόγια με συναφή αλλά προσωπικό λεξιλόγιο.
Βέβαια, σε έναν διπλωμάτη, σπουδαγμένο στη Γαλλία, «αυτοδίδακτο» στην αγγλική λογοτεχνία, λάτρη της μουσικής, μανιακό της φωτογραφίας, τα λόγια των περασμένων επενεργούν ακόμη πιο ενισχυτικά.
Οι ψυχικές διεργασίες ή αντιδράσεις των περασμένων, όπως της φοβίας, της έλξης, της αμφισβήτησης, της λαγνείας, του ερωτισμού, σωματοποιούνται από τους επόμενους. Αντικειμενοποιουνται, πριν τελικά υποκειμενοποιηθουν και δημιουργήσουν λόγια με συναφή αλλά προσωπικό λεξιλόγιο.
Ελληνική ποίηση, μεταφρασμένη ποίηση. Ποιο είναι το δικό σας «αναγνωστικό ισοζύγιο»;
Στις γλώσσες που γνωρίζω διαβάζω την ποίηση στο πρωτότυπο. Από διαστροφή, σε επιφανή έργα (T.S. Eliot, “The Waste Land”), κι ας γνωρίζω τη γλώσσα, θα συγκρίνω μεταφραστικές δεινότητες. Στις γλώσσες που δεν γνωρίζω θα ψάξω τον μεταφραστή που νομοτελειακά αισθάνομαι ότι ταυτίζεται με το έργο του ποιητή. Όπως ο W. Milosz σε πολλά παραδείγματα Πολωνών ποιητριών. Προτιμώ –βρισκω πιο τίμια αλλά και δύσκολη– τη κυριολεκτική μετάφραση ενός ποιητικού κειμένου. Η «κυρτότητα» από την άλλη σε μια μετάφραση, θα μεταγράψει ίσως πιο γλαφυρά την εικόνα ή το συναίσθημα, όμως το κείμενο πάντα θα «υποφέρει» στην αναπαραγωγή του ανεπαίσθητου που είναι και το ζητούμενο. Ο Σεφέρης δεν είχε γράψει: «η τέλεια μετάφραση είναι ένα άλλο έργο»; Πάντως σέβομαι τη μεταφρασμένη ποίηση και την πραγματεύομαι ερασιτεχνικά αφού «δεν μου αρκεί ο εαυτός μου».
Έχουν επηρεάσει άλλες τέχνες –εικαστικά, μουσική, κινηματογράφος κ.ά.– το ποιητικό σας έργο;
Η αφύπνιση μιας ιδέας (μου) μπορεί να παραχθεί από τον παλμό μιας μουσικής και της ατμόσφαιρας που θα αναπαραχθεί. Όμως η γραφή μου επηρεάζεται από τη γραφή. Ο λιτός λόγος της Dickinson, ο οξύς της Carson, o συμπυκνωμένος της Swir, ο περιεκτικός της Szymborska, ο πονεμένος της Sexton ή και ο ουσιαστικός και διεμβολιστικος ενός Πατρίκιου ή ενός Βλαβιανού, με συγκινούν και διεγείρουν το νοητικό σε ανύποπτο χρόνο. Συχνά οι καλλιτεχνικές εντυπώσεις μένουν καιρό αχρησιμοποίητες, παράγουν άλλες σκέψεις, μεταπλάσσονται και κάποια στιγμή αποκρυσταλλώνονται.
Απαντώντας στο ερώτημα, η επιρροή μου λοιπόν είναι μάλλον μονοδιάστατη. Με σώζουν οι ελάχιστες γνώσεις της τέχνης της Ζωής γνωρίζοντας πια πως «σταλαγματιά σταλαγματιά φθείρεται η πέτρα» (“Constant dropping wears away a stone” - James Joyce).
* Ο ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΑΛΟΥΣΗΣ είναι δημοσιογράφος.