Η Ισμήνη Ζαγοραίου στη συλλογή διηγημάτων της «Εξ απροόπτου έρωτες» (εκδ. Βακχικόν) αντλεί τα θέματα και τους χαρακτήρες της τόσο από τη σύγχρονη όσο και από την παλαιότερη εποχή. Ο έρωτας εκφράζεται σε αναπάντεχες εκδοχές του. Στο περιθώριο του κοινωνικά αποδεκτού, είτε στη μεγάλη πόλη είτε στην ελληνική επαρχία, με τις προκαταλήψεις, τους φόβους και τις αξίες που κυριαρχούν, καθορίζεται, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, η μοίρα των ηρώων στις δεκατέσσερις ιστορίες της.
Επιμέλεια: Λεωνίδας Καλούσης
Με ποια λόγια θα συστήνατε το βιβλίο σας σε κάποιον που δεν γνωρίζει τίποτε για σας;
Θα έμενα στην κεντρική ιδέα του έργου μου, αν και στα διηγήματα είναι αρκετά δύσκολο να διαμορφωθεί ένα ενιαίο κουκούλι γύρω από σύντομες ιστορίες, που επιπλέον εξελίσσοναι σε διαφορετικές εποχές. Ωστόσο, θα υπογράμμιζα τα ηθογραφικά στοιχεία που περιβάλλουν τους ήρωές μου, που αν και διαφορετικοί άνθρωποι έχουν κοινή μοίρα στο τέλος, είτε αυτό είναι το φυσικό τέλος του θανάτου ή το «μεταφορικό» ενός έρωτα. Θα τόνιζα, δε, ότι δεν αφορά το βιβλίο μου καθόλου το ρομάντζο ή ηερωτική ιστορία δύο ανθρώπων έτσι όπως τη φανταζόμαστε. Ουσιαστικά θέτω τον άνθρωπο μπροστά στο αδιέξοδο μιας θέσης την οποία ο ίδιος δεν διάλεξε, ενός ρόλου που οι άλλοι τον έβαλαν να παίξει, μιας προσπάθειας ενάντια και στον ίδιο του τον εαυτό ακόμα. Οι ήρωές μου είναι άλλοτε συνηθισμένοι άνθρωποι κι άλλοτε άνθρωποι που οι περισσότεροι απο μας δεν θα ήθελαν στον περίγυρό τους. Μ' αυτήν την έννοια, θα έλεγα στον αναγνώστη να πλησιάσει το μη αποδεκτό, με τη μεγαλοπρέπεια της ανθρωπιάς. Γιατί κάποιοι ήρωές μου δεν ταιριάζουν με την επικρατούσα αντίληψη περί ορθού δρόμου, και το αντίτιμο το πληρώνουν σε αυτούς που λέμε «καθώς πρέπει, κόσμο».
Τι απαντάτε σε όσους θα πουν: ακόμη ένας συγγραφέας; Τι το καινούργιο φέρνει;
Ένας ακόμη συγγραφέας! Πιστέψτε με, δε νομίζω κάποιος ορμώμενος απο τη φυσική, θα έλεγα, ανάγκη της συγγραφής, της γραπτής δηλαδή επικοινωνίας με τους άλλους, να έχει στο μυαλό του αυτή τη φράση. Ο αριθμός των ανθρώπων που γράφουν, που θέλουν ίσως να λέγονται και συγγραφείς, είναι όντως μεγάλος. Τόσο μεγάλος, που πρακτικά είναι αδύνατο να απορροφηθεί από το κοινό. Όμως ο καθένας κουβαλάει ένα φορτίο που αφορά κάποιους αποδέκτες, μια μερίδα ανθρώπων, ή έστω έτσι θέλει να γίνει: ένας κουβαλητής σκέψεων, μεταφορέας συναισθημάτων. Αν θα τολμούσα να μιλήσω για τον εαυτό μου, δεν ξεκίνησα να γράφω με το σκεπτικό ούτε του ανταγωνισμού ούτε του καινοτόμου σε αυτά που θέλω να επικοινωνήσω. Πιστεύω ότι δεν γράφω απλώς για να ψυχαγωγήσω και να γεμίσω τον χρόνο κάποιου σε μια παραλία, δεν είναι η γραφή μου προς τέρψιν του χαμένου χρόνου και της ράθυμης ανάγνωσης. Το κλείσιμο του βιβλίου, το τέλος ενος διηγήματος είναι ίσως η αρχή μιας αναθεώρησης στις επικρατούσες αντιλήψεις και ένα μικρό παράθυρο στη διάθεση του αναγνώστη ώστε να μεταφράσει και να εξελίξει τις δικές μου σκέψεις σε δικά του συμπεράσματα. Μασημένη τροφή δεν δίνουμε σε κανένα, ούτε υποχρεωτικά επιβάλλουμε την άποψή μας. Αν λοιπόν κάτι προσπαθώ είναι η διάδραση με τον αναγνώστη και αυτό είναι ίσως ένα στοιχείο διαφοροποίησής μου από πονήματα που έχουν ένα ξεκάθαρο και «άκαμπτο» περιεχόμενο.
Πείτε μας δυο λόγια για το νεότευκτο «συγγραφικό σας εργαστήρι».
Δεν έχω ποτέ χρησιμοποιήσει μέθοδο γραφής ούτε έχω κάνει μαθήματα δημιουργικής γραφής ούτε και ποτέ ζήτησα κάποιον να αξιολογήσει τα γραπτά μου, όχι φυσικά γιατί θεωρώ πως κατέχω την απόλυτη γνώση της λογοτεχνίας αλλά γιατί το να γράφω ήταν κάτι τόσο εσωτερικό και τόσο δυνατό για μένα που οι λέξεις έρχονταν μόνες τους μαζί με την πλοκή, χωρίς και η ίδια να ξέρω πώς θα τελείωνε ένα έργο μου. Γεννιόταν γράφοντας, τελείωνε γράφοντας, με τα «δάχτυλα» να προηγούνται της σκέψης, κάτι που φυσικά δεν είναι δυνατόν αλλά ο ρυθμός της γραφής έτρεχε πριν προλάβω να σκεφτώ τη συνέχεια. Δεν διάλεξα τις λέξεις, μάλλον εκείνες με διάλεξαν για να αποτυπωθούν στο χαρτί, και ελπίζω να μην τις απογοητεύσω.
Δεν έχω ποτέ χρησιμοποιήσει μέθοδο γραφής, ούτε έχω κάνει μαθήματα δημιουργικής γραφής, ούτε και ποτέ ζήτησα κάποιον να αξιολογήσει τα γραπτά μου, όχι φυσικά γιατί θεωρώ πως κατέχω την απόλυτη γνώση της λογοτεχνίας αλλά γιατί το να γράφω, ήταν κάτι τόσο εσωτερικό και τόσο δυνατό, που οι λέξεις έρχονταν μόνες τους μαζί με την πλοκή, χωρίς και η ίδια να ξέρω το πώς θα τελείωνε ένα έργο μου.
Έχουν επηρεάσει άλλες τέχνες –κινηματογράφος, εικαστικά, κόμικς, μουσική κ.ά.– τη συγγραφική σας δουλειά; Αν ναι, με ποιους τρόπους;
Φυσικά και μας επηρεάζουν οι άλλες μορφές τέχνης, κυρίως με τις εικόνες που δημιουργούν συναισθήματα και κατ' επέκταση επιθυμία αποτύπωσής τους σε λέξεις. Προσωπικά λατρεύω τη φωτογραφία, κυρίως τα ασπρόμαυρα λευκώματα αρχών του αιώνα, όπου με εμπνέουν κυρίως να τους δώσω μια δική μου λεζάντα, ανεξάρτητα από την πρόθεση του φωτογράφου. Να τους δώσω μια άλλη οπτική, κάτι που ίσως δε φαίνεται με την πρώτη ανάγνωση. Η μουσική επίσης είναι μεγάλη πηγή έμπνευσης ή αν θέλετε συνεργός στη δική μας έμπνευση την ώρα που γράφουμε. Συχνά τη χρησιμοποιώ ως υπόκρουση και γίνεται μαγικό χαλί τελικά που σε ταξιδεύει στο χωροχρόνο. Το ίδιο μπορώ να πω και για τους πίνακες ζωγραφικής, τα πρόσωπα που καταφέρνουν να ζωντανέψουν εποχές ολόκληρες μέσα σου, με το βλέμμα τους ή και με μια χειρονομία τους ακόμα. Ατέλειωτος ο καμβάς των τεχνών που αλληλεπιδρούν, κυρίως έμμεσα αλλά και εξ αφορμής στη συγγραφή...
Ο δρόμος προς την έκδοση για τους νέους συγγραφείς συνήθως δεν είναι σπαρμένος με ροδοπέταλα. Ποια είναι η δική σας ιστορία;
Είναι λογικό στην εποχή την οικονομικά δύσκολη που ζούμε, αλλά και την εποχή της ευκολίας και της πτώσης της αισθητικής και της ποιότητας, οι νέοι συγγραφείς να πέφτουν συχνά σε τοίχους, κυρίως απο μεγάλους εκδοτικούς οίκους που δεν είναι πρόθυμοι να ποντάρουν σε άγνωστα ονόματα. Ο δρόμος δεν είναι σπαρμένος με ροδοπέταλα και κανείς δεν περιμένει ν' ανοίξουν όλες οι πόρτες ούτε να γίνει αποδεκτός από τη μια μέρα στην άλλη.
Προσωπικά αισθάνομαι τυχερή που σε σύντομο χρονικό διάστημα το βιβλίο μου εγκρίθηκε απο τρεις εκδοτικούς οίκους και επέλεξα το Βακχικόν, έναν εκδοτικό οίκο που ταιριάζει στο στυλ μου, καθώς έχει πολλά στοιχεία που τον κάνουν να ξεχωρίζει. Μέσα στα δέκα χρόνια παρουσίας του έχει μια αξιόλογη δυναμική και μια έντιμη συνεργασία με τον συγγραφέα. Νωρίτερα, βέβαια, είχα τη χαρά να πάρω μέρος σε τρεις ανθολογίες διηγημάτων απο τις εκδόσεις ΚΥΜΑ. Το πρώτο μου όμως προσωπικό βιβλίο είναι το Εξ απροόπτου Ερωτες απο το Βακχικόν.
* Ο ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΑΛΟΥΣΗΣ είναι δημοσιογράφος.
Εξ απροόπτου έρωτες
Ισμήνη Ζαγοραίου
Βακχικόν 2019
Σελ. 98, τιμή εκδότη €10,60