
Το σεξ μας έκανε ανθρώπους
Συνέντευξη με τον Κώστα Κατσουλάρη
Ο Δημοσθένης Κούρτοβικ είναι γνωστός στους περισσότερους για το πεζογραφικό του έργο και τις ρηξικέλευθες κριτικές του στον Τύπο. Να όμως που με την πρόσφατη επανέκδοση ενός παλαιότερου βιβλίου του για την ανθρώπινη σεξουαλικότητα δίνεται η ευκαιρία στους αναγνώστες να γνωρίσουν μια άλλη πλευρά του, αυτή του ανθρωπολόγου και μελετητή.
Η «Εξέλιξη της ανθρώπινης σεξουαλικότητας» (εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα) είναι μια καλά οργανωμένη μελέτη που λαμβάνει υπόψη της πλήθος βιολογικών και πολιτισμικών δεδομένων, αντλώντας πληροφορίες από τις πιο πρόσφατες ανακαλύψεις για τη συμπεριφορά των άμεσων προγόνων μας.
Στη μελέτη σας για την ανθρώπινη σεξουαλικότητα φτάνετε μέχρι την επικράτηση του HomoErectus, του άμεσου προγόνου μας, που έζησε μέχρι πριν από ένα με δύο εκατομμύρια χρόνια. Ισχυρίζεστε ότι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ανθρώπινης σεξουαλικότητας έχουν ελάχιστα διαφοροποιηθεί έκτοτε;
Ναι. Φυσικά, το σεξ δεν απολιθώνεται. Δεν μπορούμε π.χ. να ξέρουμε αν οι αρσενικοί πρόγονοί μας σε εκείνο το μακρινό παρελθόν είχαν τόσο μεγάλο πέος όσο οι σημερινοί άνδρες ή αν οι θηλυκοί είχαν τόσο ανεπτυγμένους μαστούς και γλουτούς όσο οι σημερινές γυναίκες, και αν είχαν σεξουαλικά ενδιαφέροντα πέρα από τη φάση της ωορρηξίας, φαινόμενα δηλαδή χαρακτηριστικά για την ανθρώπινη σεξουαλικότητα. Όλες οι νεότερες ανακαλύψεις δείχνουν όμως ότι οι αρχάνθρωποι ήταν πιο «σύγχρονοι» από όσο πιστεύαμε άλλοτε και δεν είναι μάλιστα απίθανο να διέθεταν ήδη έναρθρο λόγο. Επομένως, είναι λογικό να υποθέσουμε ότι και η σεξουαλική ζωή τους έμοιαζε περισσότερο με τη δική μας παρά με των πιθηκοειδών προγόνων τους.
Απλοποιώντας ίσως υπερβολικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο άνθρωπος έγινε άνθρωπος εξαιτίας της πολύμορφης σεξουαλικότητάς του;
Η σεξουαλικότητα δεν ήταν ο μόνος παράγοντας που έκανε τον άνθρωπο αυτό που είναι. Έπαιξε όμως πολύ μεγάλο ρόλο στη δημιουργία στενότερων και μονιμότερων δεσμών ανάμεσα στα αρσενικά και στα θηλυκά μέλη μιας κοινότητας, συνακόλουθα στη δημιουργία συνεκτικών κοινωνιών. Και αυτό κυρίως για τον λόγο ότι η ερωτική επιθυμία έπαψε να είναι περιορισμένη στη σύντομη φάση της αναπαραγωγής και επεκτάθηκε σε όλη τη ζωή των δύο φύλων. Η σεξουαλικότητα αποσυνδέθηκε εν μέρει από την καθαρά αναπαραγωγική λειτουργία της, άρχισε να επηρεάζει και άλλες δραστηριότητες του ανθρώπου, κοινωνικές, οικονομικές, αργότερα πνευματικές και καλλιτεχνικές. Έγινε αναπόσπαστο και σημαντικό κομμάτι του ανθρώπινου ψυχισμού.
Η «κατά πρόσωπο συνουσία», η πιο συνήθης ερωτική στάση μεταξύ ανθρώπων, μας διαφοροποιεί από όλα τα άλλα πρωτεύοντα θηλαστικά, τα οποία αρκούνται σε πιο τυπικά «ζωώδεις» στάσεις. Πώς ερμηνεύεται αυτή η διαφορά;
Κατ’ αρχάς, η διαφορά δεν είναι απόλυτη. Στον πυγμαίο χιμπαντζή ή μπονόμπο, ένα είδος που μοιάζει με τον άνθρωπο ακόμη περισσότερο από όσο ο κοινός χιμπαντζής, η συνουσία γίνεται κατά πρόσωπο τουλάχιστον στο 30 % των περιπτώσεων. Αλλά είναι γεγονός ότι στον άνθρωπο η κατά πρόσωπο συνουσία, η λεγόμενη ιεραποστολική στάση, είναι η στάνταρ. Οι σεξολόγοι και πολλοί εραστές, κυρίως γυναίκες, ξέρουν ότι από καθαρά τεχνική άποψη η στάση αυτή δεν είναι η πιο κατάλληλη για το μέγιστο της ηδονής. Αλλά η σεξουαλική απόλαυση δεν είναι μόνο ζήτημα τεχνικής, είναι και ζήτημα ψυχολογίας, είναι προπαντός ζήτημα ψυχολογίας. Η κατά πρόσωπο συνουσία συνεπάγεται μεγαλύτερη οικειότητα ανάμεσα στους δύο ερωτικούς συντρόφους, παράγει περισσότερα συναισθήματα. Το πρόσωπο είναι ο καθρέφτης της προσωπικότητας, το λέει και η ίδια η λέξη. Και η προσωπικότητα του άλλου επηρεάζει τη διάθεσή μας απέναντί του. Στα ζώα δεν συμβαίνει αυτό, ούτε τους είναι απαραίτητο.
Ούτε λίγο ούτε πολύ, φαίνεται να ισχυρίζεστε ότι η ανθρώπινη κοινωνία κατέστη δυνατή χάρη στη γενικότερη συμπεριφορά και στις ανάγκες του θηλυκού, ενώ τα αρσενικά εμφανίζονται σχεδόν ως παρίες. Θέλετε να μας το εξηγήσετε αυτό;
Σε όλα τα θηλαστικά που ζουν σε κοινωνίες, ο πυρήνας της κοινωνικής δομής είναι τα θηλυκά με τα μικρά τους. Ό,τι ονομάζουμε επικοινωνία είναι εντατικότερο και πιο πολύπλοκο σε αυτό το τμήμα της ομάδας. Τα αρσενικά δεν είναι ακριβώς παρίες, έχουν όμως φυγόκεντρες τάσεις, μετακινούνται περισσότερο, αλλάζουν συχνότερα κοινότητα και είναι σε γενικές γραμμές λιγότερο επικοινωνιακά από τα θηλυκά. Αυτό μπορούμε να το δούμε και στις σύγχρονες ανθρώπινες κοινωνίες και είναι ένα συνηθισμένο παράπονο των γυναικών. Μόνο που στον σύγχρονο άνθρωπο η διαφορά αυτή έχει αμβλυνθεί σε μεγάλο βαθμό, αλλιώς δεν θα μπορούσαν, πολύ απλά, να υπάρξουν ανθρώπινες κοινωνίες. Λοιπόν, η σεξουαλικότητα έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη μετατόπιση του αρσενικού πιο κοντά τον πυρήνα της ομάδας, στην αναστροφή των φυγόκεντρων τάσεων σε κεντρομόλες, στην εντονότερη συναισθηματική πρόσδεση των ανδρών στις γυναίκες, οι οποίες είναι -όπως είπα- ο σταθερός πυρήνας, η «μαγιά» της κοινωνικής οργάνωσης. Με μια έννοια, η ανθρώπινη σεξουαλικότητα σημαίνει ότι το αρσενικό στο είδος μας έγινε κάπως θηλυκότερο.
Πώς συνάδει η παραπάνω διαπίστωση με την κατά κράτος επικράτηση του αρσενικού στο κοινωνικό πεδίο στη συνέχεια;
Εικάζω ότι η πατριαρχία, γιατί αυτήν εννοείτε, ήταν μια βαρυσήμαντη επανάσταση, ή μάλλον πραξικόπημα, που σχετίζεται με την ανακάλυψη του ρόλου του άνδρα στην αναπαραγωγή. Οι αρχέγονες φυλές αγνοούσαν τον ρόλο του σπέρματος, και γενικά της συνουσίας, στην παραγωγή απογόνων. Η τεκνοποιία θεωρούνταν μια μαγική ικανότητα της γυναίκας, μια ανώτερη, σχεδόν θεϊκή δύναμή της. Όταν ο άνδρας κατάλαβε ότι συμμετείχε εξίσου σε αυτό το «θαύμα», θέλησε να διασφαλίσει ότι τα παιδιά που γεννούσε η γυναίκα του ή οι γυναίκες του ήταν δικά του. Γιατί μόνον η γυναίκα είναι σε θέση να ξέρει ότι τα παιδιά που κάνει είναι δικά της παιδιά, ο άνδρας δεν μπορεί να έχει αυτή τη φυσική βεβαιότητα, ή τουλάχιστον δεν μπορούσε πριν από την εφεύρεση του τεστ DNA. Για να αντισταθμίσει, λοιπόν, όσο ήταν δυνατόν αυτό το μειονέκτημα, επινόησε και επέβαλε στη γυναίκα περιορισμούς, που σύντομα κατοχυρώθηκαν θεσμικά. Επιβολή σημαίνει, φυσικά, βία. Και στη βία οι άνδρες τα καταφέρνουν καλύτερα από τις γυναίκες…
Μια αρκετά διαδεδομένη πεποίθηση σχετικά με την «ανθρώπινη φύση» θέλει το αρσενικό να είναι «φύσει» περισσότερο πολυγαμικό απ’ ό,τι το θηλυκό. Επιβεβαιώνει η μελέτη σας μια τέτοια εικασία;
Όχι. Και τα δύο φύλα στον άνθρωπο είναι από τη φύση τους πολυγαμικά. Με τη διαφορά ότι η γυναίκα τείνει να επενδύει περισσότερα σε έναν σεξουαλικό δεσμό, είναι δηλαδή εκλεκτικότερη και δίνει περισσότερη έμφαση στο συναίσθημα, γιατί γι’ αυτήν διακυβεύονται περισσότερα απ’ ό,τι για τον άνδρα. Τα 700 ωάρια που παράγει μια γυναίκα σε ολόκληρη τη ζωή της είναι πολυτιμότερα από τα δισεκατομμύρια σπερματοζωάρια που παράγει ο άνδρας. Οι εννιά μήνες μιας πιθανής εγκυμοσύνης και η φροντίδα για το παιδί που θα γεννηθεί συνεπάγονται μεγαλύτερη δαπάνη ενέργειας, μεγαλύτερη ανάγκη για ασφάλεια. Θα μου πείτε, τα αντισυλληπτικά, τα προφυλακτικά κ.λπ. Αλλά οι διάφορες μέθοδοι αντισύλληψης έχουν πολύ, πολύ μικρή ιστορία για να αλλάξουν συμπεριφορές που διαμορφώθηκαν στο πέρασμα εκατομμυρίων χρόνων.
Σε συνέχεια της προηγούμενης ερώτησης: «Η σεξουαλική ζήλια είναι ένας παράγοντας που εμποδίζει την κοινωνική συνεργασία», γράφετε σε κάποιο σημείο. Πολλές γυναίκες ίσως άκουγαν καχύποπτα αυτή την άποψη από τα χείλη ενός άνδρα.
Αυτό που εννοώ είναι η σεξουαλική ζήλια μεταξύ των ανδρών, ο ανταγωνισμός τους για την κατάκτηση γυναικών. Είναι μια προαιώνια τάση που μπορεί, αν αφεθεί ανεξέλεγκτη, να έχει καταστροφικά αποτελέσματα για μια κοινότητα, να τη διαλύσει, και υπάρχουν ιστορικά παραδείγματα που το αποδεικνύουν. Σε κανονικές συνθήκες, δηλαδή κανονικές για τις ανθρώπινες κοινωνίες, η τάση αυτή ελέγχεται -αν και όχι απόλυτα- χάρη στον πολιτισμό.
Φαίνεται επίσης να ισχυρίζεστε ότι η πορνεία είναι περισσότερο συμβατή με τη γυναικεία σεξουαλικότητα. Άποψη που φαντάζομαι ότι δεν θα ενθουσιάζει τις φεμινίστριες…
Η πορνεία είναι κοινωνικό φαινόμενο, έχει να κάνει με την κοινωνική θέση και την οικονομική κατάσταση της γυναίκας ή του άνδρα που γίνεται πόρνη. Συνήθως οι γυναίκες είναι πιο εκτεθειμένες σε κοινωνικές και οικονομικές διακρίσεις, γι’ αυτό καταλήγουν συχνότερα στην πορνεία. Υπάρχουν όμως και τρεις άλλοι λόγοι που κάνουν την πορνεία πολύ πιο διαδεδομένη στις γυναίκες απ’ ό,τι στους άνδρες. Ο πρώτος είναι ζήτημα φυσιολογίας: η γυναίκα μπορεί, τεχνικά, να κάνει σεξ χωρίς να είναι σεξουαλικά διεγερμένη, ο άνδρας όχι. Ο δεύτερος λόγος σχετίζεται με τις διαφορές στη σεξουαλική ψυχολογία των δύο φύλων: η γυναίκα τείνει, όπως είπα, να συνδέει το σεξ με το συναίσθημα περισσότερο από όσο ο άνδρας, γι’ αυτό λιγότερες γυναίκες είναι διατεθειμένες να καταφύγουν σε αρσενικές πόρνες απ’ ό,τι άνδρες σε γυναίκες πόρνες. Ο τρίτος και, κατά τη γνώμη μου, σημαντικότερος λόγος είναι ότι για τη γυναίκα, ακριβώς επειδή είναι πιο εκλεπτυσμένο ον, το σεξ δεν υπάρχει από μόνο του, ως αυτοσκοπός. Συνδέεται με άλλα ενδιαφέροντα και συμφέροντά της, κοινωνικά, οικονομικά, συναισθηματικά κ.λπ. Η γυναίκα βλέπει το σεξ ως ένα από τα πολλά στοιχεία στο συνεχές δούναι και λαβείν των ανθρωπίνων σχέσεων. Μπορεί να προσφέρει σεξ για να πάρει άλλου είδους ανταλλάγματα, π.χ. συναισθηματική ασφάλεια. Στην ακραία περίπτωση που είναι η πορνεία, η συναλλαγή είναι ξεκάθαρη και ωμή: προσφέρω σεξ, παίρνω ως αντάλλαγμα χρήματα. Όσο για τις φεμινίστριες, υπάρχουν φεμινίστριες που υποστηρίζουν ότι η πορνεία μπορεί να είναι μια μορφή απελευθέρωσης της γυναίκας από τους περιορισμούς που της επιβάλλουν οι ανδροκρατικές κοινωνίες, με την προϋπόθεση ότι η γυναίκα επιλέγει ελεύθερα αυτό το επάγγελμα και το ασκεί μόνο για λογαριασμό της. Εγώ πάντως δεν συμμερίζομαι αυτή την άποψη.
Ακούμε συχνά να λέγεται ότι υπάρχει η ανάγκη ο άνθρωπος να στηριχθεί περισσότερο στις λεγόμενες θηλυκές αξίες: τρυφερότητα, κατανόηση, κοινωνικότητα, λιγότερη επιθετικότητα, άμβλυνση των διαφορών. Υπάρχουν «θηλυκές» και «αρσενικές» αξίες που να προκύπτουν από τη μελέτη της εξέλιξης της σεξουαλικότητας;
Ναι. Πολύ γενικά θα έλεγα ότι η γυναίκα είναι περισσότερο αποδεκτική, ο άνδρας περισσότερο επεμβατικός. Τόσο η αποδεκτικότητα όσο και η επεμβατικότητα έχουν θετικές και αρνητικές πλευρές. Η πρώτη μπορεί να σημαίνει κατανόηση, διάθεση συνεννόησης και συνεργασίας, ήπια διευθέτηση των διαφορών, αλλά και παθητικότητα, προσαρμογή και επιβίωση με κάθε τίμημα. Η δεύτερη, πάλι, μπορεί να σημαίνει θέληση για ριζική αλλαγή, υπέρβαση, αλλά και αυταρχισμό, ισχυρογνωμοσύνη, βία. Σήμερα ζούμε σε μια εποχή που η κουλτούρα δίνει μεγαλύτερη έμφαση στην πρώτη τάση, τη «θηλυκή».
Πώς έχει αντιμετωπίσει το κοινό μέχρι σήμερα το βιβλίο σας; Υπάρχει κάποια αντίδραση που επαναλαμβάνεται συχνότερα;
Το βιβλίο αυτό έχει γίνει σημείο αναφοράς για αρκετές μελέτες που γράφτηκαν έκτοτε στην Ελλάδα, τόσο αυστηρά επιστημονικές όσο και πιο εκλαϊκευμένες. Διδάσκεται και στα πανεπιστήμια. Όσο για το ευρύ κοινό, μάλλον το αγνοεί. Βιβλία με τέτοιο θέμα γίνονται μπεστ σέλερ μόνον αν υπογράφονται από Αμερικανό ή Άγγλο συγγραφέα. Οι Αγγλοσάξονες είναι πιο εφετζήδες, ξέρουν να πουλάνε καλύτερα την πραμάτεια τους, έχουν άλλο πρεστίζ, είναι γενικά πιο σέξι…
«Το φαινόμενο Coolidge»*
Πήρε το όνομά του από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Jonh Calvin Coolidge (1872-1933). ο οποίος στη διάρκεια της προεδρικής του θητείας επισκέφτηκε κάποτε μαζί με τη γυναίκα του μια κρατική φάρμα. Οι υπεύθυνοι της φάρμας, αφού υποδέχθηκαν τους δύο υψηλούς επισκέπτες, τους πήραν χωριστά για να τους ξεναγήσουν στο συγκρότημα. Η κυρία Coolidge, αφού πέρασε από τα κοτέτσια, σταμάτησε και ρώτησε τον ξεναγό της πόσες φορές τη μέρα ζευγαρώνει ο κάθε κόκορας: «Δεκάδες φορές» ήρθε η απάντηση. Τότε η κυρία Coolidge είπε: «Πέστε το, σας παρακαλώ, στον Πρόεδρο!». Όταν πέρασε ο Πρόεδρος από τα κοτέτσια και του είπαν για τον κόκορα, ρώτησε: «Κάθε φορά με την ίδια κότα;», «Όχι, κύριε Πρόεδρε, κάθε φορά με άλλη». Τότε ο Πρόεδρος κούνησε αργά το κεφάλι του και είπε: «Πέστε το στην κυρία Coolidge».
*Έτσι ονομάστηκε το σύνηθες φαινόμενο σε αρκετούς αρσενικούς πιθήκους να αυξάνεται η ερωτική τους διάθεση στη συνάντησή τους με περισσότερα θηλυκά.