«Έχουμε εκδηλώσεις ρατσισμού και νεοφασισμού στην Ελλάδα»
Η Ρέα Γαλανάκη, με αφορμή το νέο της βιβλίο, μιλάει στον Κώστα Κατσουλάρη για τη στάση μας απέναντι στον Άλλον και, βέβαια, για τη συγγραφή.
Το τελευταίο βιβλίο της Ρέας Γαλανάκη Φωτιές του Ιούδα, στάχτες του Οιδίποδα, εμπνευσμένο από μια πρωτότυπη φιλολογική μελέτη, λειτουργεί συμφιλιωτικά ανάμεσα στον μύθο, στην Ιστορία και στην επικαιρότητα. Τοποθετημένο σε τρία διαφορετικά χρονικά και αφηγηματικά επίπεδα, καταφέρνει να μιλήσει για τον ρατσισμό και την ξενοφοβία, χωρίς να καταφύγει σε ηθικοπλαστικές παραινέσεις και στερεότυπα.
Σε μια εποχή που γίνεται πολλή κουβέντα για τον «ξένο», τον «άλλον», την αποδοχή του «διαφορετικού», κάνετε ένα βήμα πίσω, προς τον μύθο, και επιχειρείτε να πιάσετε το θέμα από τη ρίζα του. Πόσο συνειδητή ήταν μια τέτοια απόφαση;
Ήταν εντελώς συνειδητή. Θα έλεγα ότι είναι ο δικός μου τρόπος στη λογοτεχνία. Μου αρέσει να συνδυάζω διαφορετικές εποχές και να δίνω έτσι μια διαχρονικότητα στο θέμα που θέλω να αναπτύξω. Και, βέβαια, ήταν εντυπωσιακό αυτό το εύρημα, ότι ο Ιούδας ταυτίζεται με τον Οιδίποδα, ότι δηλαδή έζησε, πριν ακολουθήσει τον Χριστό, μια ζωή παρόμοια με αυτή του Οιδίποδα, κι αυτό δείχνει τη διαχρονικότητα του φόβου για τον ξένο, τον Εβραίο κ.λπ. Ο μύθος αυτός είναι μέρος ενός μεγάλου ποιήματος της αναγεννησιακής Κρήτης, αλλά αυτή η ιδέα φαίνεται ότι είναι κάπως παλαιότερη στην Ευρώπη.
Για τα ίδια πράγματα οι γυναίκες κατηγορούνται περισσότερο από τους άντρες
Σε εσάς πότε έφτασε αυτό το υλικό;
Πολύ πρόσφατα. Το ποίημα αυτό γράφτηκε στον Χάνδακα (το σημερινό Ηράκλειο) τέλη του 15ου με αρχές του 16ου αιώνα, πλην όμως στα ελληνικά βγήκε μόλις το 2004 από το Ινστιτούτο της Βενετίας, κι έτσι κι εγώ πολύ πρόσφατα το είδα.
Πώς δουλεύετε; Πρώτα βρήκατε το αρχειακό υλικό, στην προκειμένη περίπτωση τις σχετικές φιλολογικές μελέτες σχετικά με την ώσμωση στις δημώδεις αφηγήσεις της μορφής του Ιούδα κι εκείνης του Οιδίποδα, κι έπειτα σας ήρθε η ιδέα για τη συγγραφή;
Ακούστε, έχω την αίσθηση πως στην Ελλάδα, εν μέσω δημοκρατίας -κι ίσως είναι λογικό- αναπτύσσεται ένα είδος νεοφασισμού, κι ήθελα πάρα πολύ να το δω αυτό το θέμα, μαζί με τον ρατσισμό. Προφανώς, το θέμα των μεταναστών είναι αυτό που έχει οδηγήσει την κοινωνία σε θέσεις που κυμαίνονται από ξενοφοβικές μέχρι ρατσιστικές, και μέσα σ’ αυτά είναι και ο αντισημιτισμός, ο οποίος επίσης έχει πολύ μεγάλη άνοδο τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, κι ήθελα να θίξω ζητήματα γύρω από αυτά, με τον δικό μου τρόπο βέβαια, τον τρόπο της λογοτεχνίας.
Το βιβλίο σας χωρίζεται σε τρία αφηγηματικά επίπεδα: το μυθικό (Ιούδας, Οιδίποδας), το ιστορικό (παππούς και γιαγιά της Μάρθας, αντάρτες στην Κρήτη) και το συγχρονικό (η σημερινή Κρήτη). Ποια στιγμή έχετε σαφή εικόνα της δομής του βιβλίου;
Η αλήθεια είναι ότι κάνω αρκετά προσχέδια, προσπαθώ να ορίσω τους χαρακτήρες, αλλά κάποια στιγμή έρχονται όλα από μόνα τους. Όσο δουλεύεις με το υλικό σου, η δομή αναδεικνύεται. Ήθελα να συνδυάσω το σύγχρονο επίπεδο, στο ορεινό χωριό της Κρήτης, με το μυθικό. Προέκυψε όμως η έμμεση αφήγηση της εποχής της Κατοχής, από τους χαρακτήρες του βιβλίου. Ταυτόχρονα, είναι τρεις ερωτικές ιστορίες. Της Κιμπουρέας, της μάνας του Ιούδα, της Μάρθας με έναν χωρικό και, βέβαια, της γιαγιάς της με τον εξάδελφό της, όπως μαθαίνει η Μάρθα ευρισκόμενη στο χωριό της.
Η ηρωίδα ανήκει σε δύο αδύναμες ομάδες: είναι Εβραία και γυναίκα… Ώρες ώρες, διαβάζοντας το βιβλίο σας, αναρωτιέμαι για ποια από τις δύο ιδιότητές της «πληρώνει» ακριβότερο τίμημα…
Ναι, γιατί για τα ίδια πράγματα οι γυναίκες κατηγορούνται περισσότερο από τους άντρες. Εδώ, για παράδειγμα, η γυναίκα κατηγορείται για την ερωτική της σχέση με τον άντρα του χωριού. Είναι αλήθεια ότι και στην περίπτωση της Μάρθας, όσο και της γιαγιάς της Μάρθας, όλος αυτός ο συνδυασμός θίχθηκε μέσα από τη γυναικεία υπόστασή τους.
Μερικές από τις πιο ωραίες σελίδες του βιβλίου είναι με ξεχωριστά γράμματα, στα οποία η ηρωίδα «μιλάει» με την ψυχή της νεκρής μάνας της… Τι είναι η μάνα για εσάς σε αυτή την περίπτωση;
Για μια κοπέλα όπως η Μάρθα η μητέρα τής είναι σε μεγάλο βαθμό άγνωστη, γιατί οι παλαιότερες γυναίκες δεν μιλούσαν εύκολα, δεν ανοίγονταν στις θυγατέρες τους, και κάπου η Μάρθα, όταν πεθαίνει η μάνα της, αισθάνεται πως δεν έχει συζητήσει μαζί της όσο θα ήθελε. Γι’ αυτό αρχίζει μαζί της κι αυτή τη συνομιλία, με τα όσα μαθαίνει στο χωριό για εκείνη, κι έτσι ξεκινάει μια προσπάθεια να ανακαλύψει τη μάνα της ξανά και να συμφιλιωθεί με την οικογενειακή της ιστορία. Είναι μια συζήτηση με τα φαντάσματα. Νομίζω ότι με τους ανθρώπους που αγαπάμε η συζήτηση μαζί τους συνεχίζεται συχνά και μετά τον θάνατο.
Μια ανάγνωση από την ανάποδη, μια «αντρική» ανάγνωση, βλέπει μερικά θαυμάσια πορτρέτα γυναικών, ενώ από την άλλη πλευρά οι άντρες είναι πιο σχηματικοί. Μήπως τελικά είναι πιο εύκολο να καταλάβουμε τον αλλόθρησκο ή τον αλλόφυλο απ’ ό,τι το άλλο φύλο;
Ήθελα να αφηγηθώ την ιστορία μέσα από τις γυναίκες. Η πρόθεσή μου ήταν να φωτίσω την ιστορία μέσα από εκεί. Οι άντρες, ίσως, είναι λίγο πιο σχηματικοί, αλλά θα έλεγα ότι κι αυτοί κινούνται σε μια κλίμακα αποχρώσεων του καλού και του κακού. Και ο δάσκαλος έχει μια πλευρά ευεργέτη για το χωριό, και ο Πέτρος, ο βοσκός, δεν ταυτίζεται με τον κυρίαρχο χαρακτήρα αυτής της κοινωνίας. Από την άλλη, είναι κι αυτός μέσα στην παράδοση. Έχει κι ο ίδιος όπλο, βέβαια με μια διαφορετική αντίληψη για το πώς πρέπει να χρησιμοποιεί κανείς το όπλο που κατέχει. Επέλεξα λοιπόν να διηγηθώ την ιστορία μου μέσα από την οπτική των γυναικών, γιατί μου άρεσε αυτό, αλλά όχι γιατί οι άντρες είναι λιγότερο πολύπλοκοι. Άλλωστε, το ουσιαστικό για τη λογοτεχνία και κυρίως για τη ζωή είναι η συνάντηση του αρσενικού με το θηλυκό, η ανταλλαγή ανάμεσά τους.
Στη συνείδηση πολλών τα έθιμα είναι αυτόχρημα κάτι καλό, έκφραση της σοφίας του λαού. Εσείς παρουσιάζετε ένα έθιμο –το κάψιμο του Ιούδα– ως μια αρνητική, κατ’ αρχάς, συνθήκη. Τελικά, ο λαός δεν είναι πάντοτε «σοφός»;
Βέβαια. Τι θα πει άλλωστε λαός και τι θα πει «σοφός»; Μερικά πράγματα έρχονται από αρχαϊκότερες εποχές και μένουνε. Το θέμα είναι να δει κανείς γιατί υπάρχει ένα έθιμο, σε τι αποσκοπεί. Το συγκεκριμένο έθιμο, της καύσης του Ιούδα, είναι ξενοφοβικό, έχει σύμφωνα με τη γνώμη των ειδικών κάποια σχέση με το κάψιμο των μαγισσών, πολύ συχνά στα έθιμα υπάρχει η εξαγνιστική φωτιά. Το ζήτημα είναι ότι σήμερα τα έθιμο αυτό εκφράζει τη σημερινή ξενοφοβία, έντονο αντισημιτισμό, η ταύτιση του Ιούδα με τους Εβραίους έχει ήδη γίνει από τον Χρυσόστομο, κι έτσι στρέφεται εναντίον ενός λαού. Σήμερα βέβαια τον αντισημιτισμό στην Ελλάδα τον έχει ενισχύσει η ταύτιση των Εβραίων με την πολιτική του κράτους του Ισραήλ. Σήμερα αυτή η πολιτική, με την οποία δεν συμφωνώ καθόλου, ωθεί και πάλι στην ταύτιση μιας συγκεκριμένης πολιτικής με ένα έθνος.
ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΤΣΟΥΛΑΡΗΣ
ΕΧΕΙ ΓΡΑΨΕΙ
Φωτιές του Ιούδα, στάχτες του Οιδίποδα
Καστανιώτης 2009
Ο βίος του Ισμαήλ Φερίκ πασά
Καστανιώτης 2008
Θα υπογράφω Λουί
Καστανιώτης 2007
Ένα σύγχρονο μυθιστόρημα για τον αιώνιο ρομαντισμό του έρωτα και της επανάστασης, βασισμένο στη ζωή του Aνδρέα Pηγόπουλου. Ένα ρέκβιεμ εστιασμένο στις τελευταίες μέρες ενός ανθρώπου ο οποίος γεννήθηκε και αυτοκτόνησε στη θάλασσα, με τη μορφή γραμμάτων προς τη γυναίκα που υπήρξε η κρυφή του ερωμένη. Ένα βιβλίο όπου η αφανής γυναίκα θα έχει την τελευταία λέξη για τη ζωή του άντρα που αγάπησε.
[BIO]
TOΠΟΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ: Ηράκλειο.
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΝΗΣΗΣ: 1946.
ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: «Κείμενα Μακρυγιάννη» (επιμέλεια, 1974)
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Έχει γράψει περισσότερα από 20 μυθιστορήματα, ποιητικές συλλογές και δοκίμια.