
Συνέντευξη με τον συνταγματολόγο Παναγιώτη Δουδωνή με αφορμή το βιβλίο του «Το πολίτευμα της συνύπαρξης – Για την αντιπροσωπευτική μας δημοκρατία» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός.
Του Κ.Β. Κατσουλάρη
Είναι ένα από τα πιο χρήσιμα βιβλία που κυκλοφόρησαν τη χρονιά που τέλειωσε. Γραμμένο με απλή και καθαρή γλώσσα και έξυπνη διάταξη της ύλης, μας μαθαίνει «δυο τρία πράγματα» που πρέπει να ξέρουμε για τη δημοκρατία, και ειδικότερα για την ευγενέστερη και πιο αποτελεσματική μορφή της, την Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία μας, εξηγώντας με στέρεα επιχειρήματα γιατί αυτή αποτελεί, κόντρα σε εσφαλμένες εντυπώσεις, το κατεξοχήν «πολίτευμα της συνύπαρξης».
Πολλοί βλέπουν στην άμεση δημοκρατία ένα πολιτικό ιδανικό που όμως στην πράξη είναι δύσκολο να εφαρμοστεί. Σε αντίθεση με αυτήν την πεποίθηση, εσείς αναδεικνύετε μια παράδοση σκέψης που ανυψώνει την αντιπροσωπευτική δημοκρατία στο ιδανικό πολίτευμα. Θέλετε να μας πείτε επιγραμματικά τους λόγους αυτής της προτίμησης;
Ξέρετε, υπάρχει μια σημαντική παρανόηση στα θέματα της δημοκρατίας. Οι περισσότεροι θεωρούν πως σε κάποιο σημείο, λόγω του μεγέθους των κρατών, η άμεση δημοκρατία δεν ήταν πια εφικτή και έτσι οι πολιτικές κοινωνίες στράφηκαν προς την αντιπροσωπευτική. Αυτό δεν ισχύει. Η άμεση δημοκρατία δεν είναι ούτε προτιμότερη της αντιπροσωπευτικής ούτε πια μη εφικτή, με δεδομένη την πρόοδο των τεχνολογικών μέσων. Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία, προτιμήθηκε εξ αρχής στα τέλη του 18ου αιώνα ως μέθοδος πολιτειακής οργάνωσης, λόγω των σημαντικών πλεονεκτημάτων που διαθέτει. Ανάμεσα σε αυτά θα ξεχώριζα τη συγκέντρωση και μη διάχυση της ευθύνης στο λαό, το αντικαταστάσιμο των αντιπροσώπων και την εκ μέρους τους «αποπροσωποποίηση» των αξιώσεων. Πάνω από όλα όμως, η αντιπροσωπευτική δημοκρατία είναι προτιμητέα γιατί είναι «το πολίτευμα της συνύπαρξης», στο πλαίσιο του οποίου οι πολιτικοί αντίπαλοι είναι υποχρεωμένοι να συμβιώνουν και να αναγνωρίζουν ο ένας τον άλλον.
Ένα από τα προτερήματα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας λέτε ότι είναι το γεγονός ότι δεν διχάζει τον λαό όπως θα γινόταν στο πλαίσιο μιας άμεσης δημοκρατίας, όπου τυχόν λανθασμένες αποφάσεις κηλιδώνουν όσους τις ψήφισαν. Πώς εξηγείτε τον εντονότατο διχασμό που παρατηρείται εσχάτως σε πολλές δυτικές κοινωνίες της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας (βλ. ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Ελλάδα για αρκετά χρόνια);
Σε δύο από τα τρία παραδείγματα που αναφέρατε, τη χώρα μας και το Ηνωμένο Βασίλειο ο κάθετος διαχωρισμός της κοινωνίας έλαβε χώρα με την προκήρυξη και διεξαγωγή δημοψηφισμάτων, ενός θεσμού «άμεσης δημοκρατίας». Τα δημοψηφίσματα έχουν την τάση να διαιρούν κάθετα τον λαό γύρω από ένα ερώτημα (ή ψευδοερώτημα) το οποίο του θέτει η κυβερνητική πλειοψηφία, η οποία απεκδύεται μια ευθύνη που της αναλογεί για να την ενδυθεί ο λαός.
Τα δημοψηφίσματα έχουν την τάση να διαιρούν κάθετα τον λαό γύρω από ένα ερώτημα (ή ψευδοερώτημα) το οποίο του θέτει η κυβερνητική πλειοψηφία, η οποία απεκδύεται μια ευθύνη που της αναλογεί για να την ενδυθεί ο λαός.
Όσον αφορά στις Ηνωμένες Πολιτείες, την πρώτη και σημαντικότατη αυτή αντιπροσωπευτική δημοκρατία, τα φαινόμενα έντονης διαίρεσης της κοινωνίας που παρατηρήθηκαν επί Προεδρίας Trump πρέπει να αναδειχθούν από τους θεωρητικούς των δημοκρατικών θεσμών ως η κατ’ εξοχήν περίπτωση άρνησης της συνύπαρξης αλλά και του ηθικού status των πολιτικών αντιπάλων, που χαρακτηρίζονταν ως διεφθαρμένοι, αποξενωμένοι από το λαό ή ακόμα και μη Αμερικανοί. Με άλλα λόγια, πρέπει να μιλήσουμε για τις βάσεις της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας για να καταλάβουμε πόσο επικίνδυνο είναι για τις δημοκρατίες μας αυτό που συνέβη στις ΗΠΑ πριν μόλις λίγα χρόνια.
Πώς μπορεί να αμυνθεί η αντιπροσωπευτική δημοκρατία από τον αυταρχισμό κυβερνώντων που εκλέγονται μεν δημοκρατικά, αλλά στη συνέχεια μεταλλάσσουν τη δημοκρατία σε απολυταρχισμό, προς όφελός τους; (βλ. Πούτιν, Ερντογάν, Όρμπαν κ.ά.).
Υπάρχει ένας κοινός τρόπος δράσης για αυτούς τους αυταρχικούς ηγέτες. Ακόμα και αν κάποιοι εκλέγονται δημοκρατικά και με μια ατζέντα δικαιωμάτων (θα εκπλαγεί κανείς αν δει τι έλεγε ο Ερντογάν στην αρχή), στη συνέχεια ασκώντας εν πολλοίς αυτό που έχει ονομαστεί «εθνολαϊκισμός» ταυτίζουν το συμφέρον κράτους και λαού με τις δικές τους προσωπικές επιδιώξεις, ζητώντας να «εξαφανίσουν» όποιον βρίσκεται απέναντί τους πολιτικά. Η άμυνα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας έγκειται στην ανάδειξη του κεντρικού χαρακτήρα του δικαιώματος να διαφωνούμε και άρα να συνυπάρχουμε. Αυτό σημαίνει ότι κάθε είδους διώξεις από αυτά τα καθεστώτα, ακόμα και ανθρώπων με τους οποίους μπορεί να έχουμε διαμετρικά αντίθετες κοσμοθεωρίες, πρέπει να αναδεικνύεται ως μια ευθεία επίθεση εναντίον της ίδιας της δημοκρατίας παντού στον κόσμο. Πώς λέγεται αυτό; Δημοκρατική επαγρύπνηση.
Πώς μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι θα εκλέγονται οι άριστοι και όχι εκείνοι που, για παράδειγμα, έχουν τη στήριξη ισχυρών, κι άρα δυνατότητες μεγάλης προβολής από τα ΜΜΕ κ.λπ. Υπάρχουν μέτρα που μπορούν να πάρουν οι Δημοκρατίες προς την επιθυμητή κατεύθυνση;
Στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία ο λαός είναι ο τελικός κριτής αυτών που τον αντιπροσωπεύουν. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει κάποια αόριστη ή αντικειμενική έννοια αριστείας αλλά αντίθετα ένα κριτήριο αριστείας το οποίο χρησιμοποιεί κατά την κρίση του το εκλογικό σώμα. Αν το εκλογικό σώμα εκλέξει κάποιον, αυτό σημαίνει ότι τον διαλέγει ανάμεσα σε πολλούς (αυτή είναι εξάλλου και η αρχαία έννοια του ρήματος) ως τον καλύτερο να τον αντιπροσωπεύσει στο Κοινοβούλιο. Τα κριτήρια με βάση τα οποία διαμορφώνει αυτή την άποψη το εκλογικό σώμα δε μπορούν να μεταβληθούν με μια έξωθεν παρέμβαση άλλη πλην των διασφαλίσεων που παρέχει η ίδια η ελευθερία του λόγου ως στοιχείο της δημοκρατίας. Εξάλλου σήμερα, με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν αυξηθεί εντυπωσιακά οι δυνατότητες να λειτουργεί κάποιος ως πομπός πολιτικής άποψης.
Τι θα έπρεπε να πράξουμε για να ενισχυθεί η «αίσθηση του συνανήκειν» σε μια κοινωνία; Στο βιβλίο σας, για παράδειγμα, δεν κάνετε πουθενά λόγο για τις ανισότητες. Πολλοί υποστηρίζουν ότι οι ολοένα εντεινόμενες ανισότητες αποτελούν βόμβα στα θεμέλια της δημοκρατίας και βασική αιτία δυσπιστίας πολλών πολιτών για την αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Τι πιστεύετε;
Πράγματι, οι ανισότητες είναι ένα μεγάλο πρόβλημα των κοινωνιών μας. Θα έλεγα ότι αυτό που είναι επίσης μεγάλο πρόβλημα είναι η έλλειψη ευκαιριών. Αλλά τα ζητήματα αυτά δεν ανάγονται άμεσα στη λειτουργία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας ως πολιτεύματος, αλλά έχουν να κάνουν με κοινωνικές, οικονομικές αλλά και εκπαιδευτικές δομές. Αν δούμε βέβαια χρονικά την ιστορία των ανθρωπίνων κοινωνιών, ουδέποτε υπήρξε μεγαλύτερη άμβλυνση των ανισοτήτων, όπως στην περίοδο από τον 19ο αιώνα ως σήμερα, που, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, επικρατεί των αντιπάλων της η αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Αλλά αν στον παρόντα ή στον μέλλοντα χρόνο εξετάζαμε την αλλαγή της πολιτειακής μορφής με σκοπό την άμβλυνση των ανισοτήτων, μάλλον οι προσπάθειές μας θα έπεφταν στο κενό.
Όσον αφορά στο «σηνανήκειν» στο οποίο αναφέρεστε, σκέφτομαι πόσο όμορφο θα ήταν αυτή η αίσθηση του συνανήκειν να ξεκινούσε στο πολιτικό επίπεδο από τη σκέψη πως όσο διαμετρικά αντίθετο και να είναι αυτό που λέει κανείς, αν δεν παραβιάζει κάποιες από τις θεμελιακές θέσεις ανεκτικότητας και δικαιωμάτων πάνω στις οποίες έχει χτιστεί η κοινωνία μας, είμαστε πρόθυμοι και νιώθουμε χρέος να ακούσουμε την άποψή του αλλά και να τον συμπεριλάβουμε στην πολιτική κοινωνία μας;
Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία είναι το πολίτευμα της συνύπαρξης, όπως λέτε, όταν οι πολιτικοί αντίπαλοι σέβονται τη διαφορετική άποψη. Παρακολουθώντας τους πολιτικούς αρχηγούς να συζητούν στη Βουλή, έχει κανείς την αίσθηση ότι βρισκόμαστε μακριά από αυτό το ιδανικό. Μήπως στη χώρα μας υπάρχει μια εμπεδωμένη κουλτούρα άρνησης του αντιπάλου;
Και μόνη ακόμα η έννοια της συνύπαρξης εντός του Κοινοβουλίου, με το «τελετουργικό», όπως το χαρακτήρισε ένας Άγγλος θεωρητικός, της αντιπαράθεσης κυβέρνησης και αντιπολίτευσης να κυριαρχεί, βεβαιώνει πως δε βρισκόμαστε σε ένα δρόμο εκτροπής. Όσο υπάρχει το «debate» μεταξύ των υπερασπιστών και επικριτών μιας πολιτικής θα υπάρχει και η δημοκρατία. Η πολιτική σύγκρουση όμως, πρέπει να σκοπεύει μεν στο πολιτικό αποτέλεσμα αλλά οφείλει να έχει ως βάση της την υποχρέωση συνύπαρξης. Και αυτό είναι μια προϋπόθεση της δημοκρατίας που ίσως φάνταζε στο παρελθόν αυτονόητη, αλλά σήμερα οφείλουμε να την υπενθυμίζουμε σε κάθε ευκαιρία.