Πέντε λεπτά με έναν συγγραφέα. Σήμερα, ο Γιώργος Πολυμενάκος με αφορμή το μυθιστόρημα «Σημείο εξόδου ένα» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Απόπειρα.
Επιμέλεια: Book Press
Πώς ξεκινήσατε να γράφετε τούτο το δεύτερο βιβλίο σας; Θυμάστε το αρχικό ερέθισμα;
Θυμάμαι πολύ καλά το πρώτο ερέθισμα. Στη διάρκεια της πρώτης καραντίνας (Απρίλιος 2020) κοιτούσα από τη βεράντα του σπιτιού μου, ψηλά στο Πέραμα, το τοπίο με τις γερανογέφυρες της Cosco και το αλωμένο από τις εγκαταστάσεις βιολογικού καθαρισμού νησάκι της Ψυττάλειας. Τότε μου ήρθε η ιδέα ενός τόπου αποκλεισμένου, στον οποίο υπάρχει έλλειψη των στοιχειωδέστερων αγαθών και του πολυτιμότερου από αυτά τα αγαθά: της ελευθερίας.
Ανάμεσα στην πραγματικότητα και την επινόηση, πού γέρνει η πλάστιγγα;
Γέρνει σαφέστατα προς την επινόηση διότι οδηγώ στα άκρα μια πραγματικότητα, ψήγματα της οποίας όμως ήδη βιώνουμε.
Τι ρόλο παίζει ο τόπος στην εξέλιξη της πλοκής; Υπάρχει συγκεκριμένη αναφορά ή πρόκειται για ένα φανταστικό τοπίο;
Ο τόπος είναι ο μεγάλος πρωταγωνιστής του βιβλίου. Υπάρχει η παλιά ναυτική βάση (ο τωρινός Ναύσταθμος του Πολεμικού Ναυτικού) ερημωμένη μετά από μια θανατηφόρα πανδημία παγκόσμιας εμβέλειας, υπάρχουν οι γερανογέφυρες της Cosco (χρησιμεύουν στους ελεύθερους σκοπευτές του απολυταρχικού καθεστώτος για να εκτελούν εν ψυχρώ όσους επιχειρούν να βρουν καταφύγιο στην αποκλεισμένη πόλη γιατί θεωρούνται εκ προοιμίου Μολυσμένοι) και φυσικά το Νησί - Καθαρτήριο (σημερινή Ψυττάλεια). Στο βιβλίο υπάρχουν ελάχιστες αναφορές σε τοπωνύμια της πραγματικής πόλης, τιμής ένεκεν (π.χ. Αρμός, Γερμανική Σκάλα) που μόνον όσοι ζουν ή εργάζονται στο Πέραμα θα μπορέσουν να κάνουν τον προφανή συσχετισμό.
Κάποιοι από τους χαρακτήρες του βιβλίου έρχονται αντιμέτωποι με το δίλημμα να επιλέξουν ανάμεσα στις προσωπικές τους ηθικές αρχές και τα πλεονεκτήματα που τους εξασφαλίζει η προνομιακή θέση που κατέχουν στην αμείλικτη ιεραρχία της Πόλης...
Στο βιβλίο σας περιγράφεται μια δυστοπία εν τη γενέσει της. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά της;
Δεδομένου ότι ο κόσμος γύρω από αυτή την πόλη έχει καταστραφεί, υπάρχει διαρκής έλλειψη όλων των απαραίτητων αγαθών, δεν υπάρχει ηλεκτρική ενέργεια, και η υγειονομική περίθαλψη είναι ανύπαρκτη. Εκείνο που πλεονάζει είναι ο αυταρχισμός και η αυτονομιμοποιημένη βία της τοπικής εξουσίας η οποία στηρίζει την ισχύ της σε κάποιες προνομιούχες (συγκριτικά με τον υπόλοιπο πληθυσμό) μειοψηφίες.
Ποιο θα λέγατε ότι είναι το βαθύτερο θέμα που σας απασχόλησε σε αυτό το μυθιστόρημα;
Είναι το εάν, και με ποιο κίνητρο, θα υπήρχε η περίπτωση αντίστασης σε ένα απόλυτα καταπιεστικό καθεστώς, όπου ακόμη και η υπόνοια εναντίωσης επισύρει την ποινή του θανάτου. Το να φανταστούμε ότι η αγάπη για την ελευθερία είναι επαρκές κίνητρο, θα ήταν μάλλον ανεδαφικό στις πλείστες των περιπτώσεων.
Για να γίνει ακόμη πιο δύσκολο, κάποιοι από τους χαρακτήρες του βιβλίου έρχονται αντιμέτωποι με το δίλημμα να επιλέξουν ανάμεσα στις προσωπικές τους ηθικές αρχές και τα πλεονεκτήματα που τους εξασφαλίζει η προνομιακή θέση που κατέχουν στην αμείλικτη ιεραρχία της Πόλης, όπου σύμφωνα με τα λεγόμενα ενός από αυτούς: «οι δολοφόνοι και οι νεκροθάφτες απολαμβάνουν ιδιαίτερα προνόμια και ανταμοιβές για την πολύτιμη κοινωνική τους προσφορά».
Υπήρξε κάποιο βιβλίο αναφοράς, πάνω στο οποίο στηριχτήκατε; Γενικεύοντας την ερώτηση, ποιους θεωρείται δασκάλους σας στην περιπέτεια της γραφής;
Δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι άμεσες ή έμμεσες αναφορές στον Όργουελ και τον Μακιαβέλλι. Για παράδειγμα, σε έναν μονόλογό του, ο Κυβερνήτης της πόλης λέει το εξής: «Καλά τα είπε ο Μακιαβέλλι, αλλά δεν τα είπε όλα. Ξέχασε να αναφέρει κάτι πολύ σημαντικό: Αν θέλεις να έχεις τον έλεγχο, τον πλήρη έλεγχο, πρέπει, πρώτα απ’ όλα, να ελέγχεις πως ονομάζονται οι άνθρωποι και τα πράγματα». Όπως έχει πολύ σωστά ειπωθεί, για να γράφεις πρέπει και να διαβάζεις. Κάποια από τα αγαπημένα μου διαβάσματα έχουν να κάνουν, σε τυχαία σειρά, με τον Φραντς Κάφκα, τον Άρη Αλεξάνδρου, τον Κόρμακ ΜακΚάρθυ, τον Ντίνο Μπουτζάτι και τον Γιάννη Ρίτσο.
Δυο λόγια για τον συγγραφέα
Ο Γιώργος Πολυμενάκος γεννήθηκε σε ένα μικρό σπίτι πλάι στον φάρο του Γυθείου. Μεγάλωσε στο Πέραμα απέναντι από τον φάρο της Ψυττάλειας. Κάθε βράδυ μετρούσε τις αναλαμπές του μέχρι την τελευταία στιγμή πριν κοιμηθεί. Σήμερα ζει στο Πέραμα. Πρώτο του βιβλίο, Ιστορίες από την άλλη όχθη (εκδ. Απόπειρα).