Συνέντευξη με τον Γιάννη Καλπούζο, με αφορμή το τελευταίο του μυθιστόρημα «ἐρᾶν - Βυζαντινά αμαρτήματα» (εκδ. Ψυχογιός).
Της Στεφανίας Τζακώστα
«Η εικόνα μας, ως εξωτερική μορφή και ως γενικότερη άποψη για τον εαυτό μας, εμπλέκεται σε όλες τις εκφάνσεις που πραγματεύεται το “ἐρᾶν”», υποστηρίζει ο Γιάννης Καλπούζος στη συζήτηση που κάναμε για το νέο του βιβλίο, η ιστορία του οποίου διαδραματίζεται στην εποχή του Βυζαντίου. «Ηθελα να μιλήσω για το Βυζάντιο, το μυθώδες, ερωτικό, θρήσκο και θρησκόληπτο, αμφιλεγόμενο, αμαρτωλό και άγνωστο στους πολλούς» μας λέει.
Το νέο σας βιβλίο διαδραματίζεται στο Βυζάντιο. Οι ήρωές σας, με φόντο την Εικονομαχία, κινούνται ανάμεσα στην Κωνσταντινούπολη, την Αθήνα και τη Θράκη. Τι σας έκανε να επιλέξετε αυτή την εποχή αλλά και τις συγκεκριμένες περιοχές;
Η εποχή προσφερόταν για να αναπτύξω το ζήτημα της εικόνας μας, το οποίο βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της θεματολογίας και της μυθοπλασίας. Η εικόνα μας ως προς την εξωτερική μας εμφάνιση αλλά και ως προς την άποψη που έχουμε γενικότερα για τον εαυτό μας. Επίσης, ήθελα να μιλήσω για το Βυζάντιο, το μυθώδες, ερωτικό, θρήσκο και θρησκόληπτο, αμφιλεγόμενο, αμαρτωλό και άγνωστο στους πολλούς. Κι αυτό σε συνάρτηση με το ενδιαφέρον μου για τον ελληνισμό και τη συνέχειά του. Όσον αφορά την Κωνσταντινούπολη ήταν η πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας και δεν μπορούσε να λείψει, όλα συνέβαιναν εκεί. Η Αθήνα ως σύμβολο της αρχαίας δόξας αλλά και για τη στάση που κράτησε ο Ελλαδικός χώρος στο ζήτημα της Εικονομαχίας είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον να την εντάξω. Η Θράκη ενδεικνυόταν για τη μετακίνηση πληθυσμών προς τη Μικρά Ασία και το αντίστροφο, για τους Σλάβους και τους Βούλγαρους οι οποίοι έπαιξαν σημαντικό ρόλο επί Βυζαντίου και μέχρι τις ημέρες μας, το ελληνικό της στοιχείο και για την εγκατάσταση εκεί των Παυλικιανών που με τη μετεξέλιξή τους στους Βογόμιλους καθόρισαν εν πολλοίς τη θρησκευτική ταυτότητα της Δύσης.
Για τη Λυγινή η ανταπόδοση των συναισθημάτων από την άλλη καρδιά είναι μέγας πόθος και ζητούμενο. Είναι απολύτως δεμένη με το γήινο, με τη ζωή, με τον έρωτα. Λαχταρά να εισπράξει το μερτικό των γλυκασμών που της αναλογεί στη μικρή διάρκεια της ζωή μας.
Από την πρώτη σελίδα οι περιγραφές σας μας βάζουν στην εποχή, με τον Υάκινθο και την Λυγινή, παιδιά σχεδόν, να ξεκινούν τον κοινό τους ταξίδι στη ζωή με τις χειρότερες προοπτικές. Κοινή αφετηρία το μοναστήρι και ο διωγμός τους αλλά με διαφορετικές βλέψεις και πάθη. «Η ελπίδα θέλει δύο καρδιές για να βγάλει φτερά»; Είναι αυτή η φράση κάτι σαν χρησμός για τους ήρωες;
Για τη Λυγινή η ανταπόδοση των συναισθημάτων από την άλλη καρδιά είναι μέγας πόθος και ζητούμενο. Είναι απολύτως δεμένη με το γήινο, με τη ζωή, με τον έρωτα. Λαχταρά να εισπράξει το μερτικό των γλυκασμών που της αναλογεί στη μικρή διάρκεια της ζωή μας. Ωστόσο μετατρέπεται σε δισεπίλυτο χρησμό κατά την οδύσσειά της. Απεναντίας ο Υάκινθος αμφιταλαντεύεται ή μάλλον δεν περιπλέκεται στα δίχτυα του εν λόγω χρησμού επί μακρόν. Προσηλώνεται στο δικό του ιδεώδες, όπου η καρδιά υφίσταται μόνο για να εκδηλώνει την αφοσίωση και την αγάπη προς τον Θεό. Κι όταν αναγκάζεται να δείξει το γήινο πρόσωπό του, δεν εμφανίζεται προκειμένου να εισπράξει από μια άλλη καρδιά, αλλά μόνο για να προσφέρει απλόχερα τη δική του. Έρχεται με καρδιά καθαγιασμένη.
Παλεύουν με την υπακοή, τον φόβο, τη βία, τον φανατισμό, την πίστη, τον έρωτα, τα πάθη. Πολλές φορές όμως νοιώθουμε πως μπερδεύονται τα πιστεύω της Λυγινής με τις πράξεις της, για την πίστη και την απιστία, την ηθική, τον έρωτα και την λογική. Χαρακτηριστικός είναι ο διάλογος της Γοργονίας με τη Λυγινή για την ηδονή. Από πού εμπνευστήκατε γι’ αυτούς τους διαλόγους; Αποτυπώνουν προβληματισμούς εκείνης της εποχής ή γενικότερους, πανανθρώπινους, προβληματισμούς;
Αυτά τα ζητήματα απασχολούσαν τον άνθρωπο από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερα και ασφαλώς και εμένα. Κάπου στο κείμενο ο πατρίκιος Φωκάς αναφέρει: «Δεν υφίστανται καλοί και κακοί άνθρωποι. Όλοι είμαστε φτιαγμένοι δισυπόστατα, μείγμα αμαρτίας και αγιοσύνης», κάτι το οποίο εν πολλοίς ασπάζομαι ως άποψη. Κατά συνέπεια, και με δεδομένο ότι η όποια αλήθεια μας υπόκειται σε μεταβολές ανάλογα με τις συνθήκες και την ένταση των καταστάσεων που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε, μοιραία θα αμφιταλαντευτούμε, θα μπερδευτούμε, θα πελαγώσουμε, θα περιπέσουμε σε λάθη και ατοπήματα. Το ζητούμενο είναι μέσα από τα πάθη και παθήματά μας να οδηγηθούμε στην αναζήτηση και στην αναψηλάφηση της ζωής μας και τη ζωής των άλλων. Να οδηγηθούμε στην περίσκεψη και στον στοχασμό.
«Δεν υφίστανται καλοί και κακοί άνθρωποι. Όλοι είμαστε φτιαγμένοι δισυπόστατα, μείγμα αμαρτίας και αγιοσύνης»
Πώς εμπλέκονται οι προσωπικές σας γνώσεις και απόψεις για τη ζωή μέσα σε αυτές τις «μάχες» και γενικότερα στη συγγραφή; Οι ιδέες προϋπάρχουν ή έρχονται μαζί με τους χαρακτήρες;
Μιλώ στα βιβλία μου για όσα με απασχολούν. Ωστόσο όχι με προδιαγεγραμμένο σχέδιο στο ακέραιο. Προϋπάρχει το αρχικό και κεντρικό θέμα, όμως ως αντικείμενο μελέτης και ζύμωσης με όσα θα προκύψουν στην πορεία. Στη συνέχεια αναπτύσσονται κι άλλα ζητήματα και σε όλα οι ήρωες ενεργούν τρόπον τινά αυτόβουλα, δεν είναι οι μαριονέτες μου που τους καθοδηγώ. Ξανοίγεται μπροστά μου ένα πεδίο μάχης ιδεών, αντικρουόμενων, διαφορετικών, συγγενικών ή σε πλήρη αντίθεση με τη δική μου κοσμοθεωρία. Κάθε ήρωας και ένας άλλος νους, κόσμος και χαρακτήρας. Μέσα από μάχες, αντιπαλότητες, συγκρούσεις και ώσμωση προχωρά το κείμενο και το ξεδίπλωμα των απόψεων όλων, μέσα στις οποίες εμφιλοχωρούν και οι δικές μου ωστόσο όχι πάντα από έναν ήρωα κι όχι με σαφή τρόπο. Περιπλέκονται στα λόγια πολλών, αλλοιώνονται εν μέρει, φαίνεται και να αποκαθηλώνονται ενίοτε. Βεβαίως οι γνώσεις είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από τις απόψεις. Οι γνώσεις έρχονται να συνδράμουν στο κτίσιμο των χαρακτήρων των ηρώων και των απόψεών τους.
Το ταξίδι τους στη ζωή και η παραστατική αφήγησή σας μας μαθαίνουν την ιστορία της εποχής και ανακαλύπτουμε πώς οι άνθρωποι κατασκεύαζαν τους λίθινους δρόμους, τα σπίτια, τα αγγεία, τα κοσμήματα, πώς έβαφαν τα υφάσματα, γιατί σκάλιζαν τις κρήνες. Όλα αυτά είναι γνώσεις που λάβατε από την έρευνα που κάνατε για την εποχή; Από πού αντλήσατε το υλικό σας για το ιστορικό πλαίσιο; Βάλτε μας λίγο στο συγγραφικό σας εργαστήρι, για το συγκεκριμένο βιβλίο…
Ερευνώντας για το Βυζάντιο, αναθυμήθηκα όσα έζησα σαν παιδί στο χωριό μου και οι εμπειρίες μου με βοήθησαν. Κι όλα σύναξα ως πληροφορίες έπρεπε να γίνουν κτήμα μου, να λειτουργώ σαν να ζούσα τότε, ειδάλλως θα έπεφτα σε ατοπήματα. Ακολούθησε ο πόλεμος της γραφής με τις πάμπολλες ολονύχτιες μάχες.
Μέχρι να ξεκινήσει η συγγραφή προηγήθηκε κοπιώδης έρευνα ώστε να αντλήσω όλα τα στοιχεία που θα μου επέτρεπαν να αναπλάσω μια εποχή που δεν υπάρχει πια. Τα στοιχεία είναι δυσεύρετα, γι’ αυτό και ονομάζονται σκοτεινοί οι αιώνες του Βυζαντίου από τα μισά του 7ου έως τα μισά του 9ου. Ακόμη και για τους καθαυτό ιστορικούς οι Βίοι των Αγίων αποτελούν πηγή άντλησης πληροφοριών, όπως αποτέλεσαν και για εμένα. Σύγχρονος ιστορικός υπήρξε μόνο ο Θεοφάνης ο Ομολογητής και λίγο μεταγενέστερος ο Πατριάρχης Νικηφόρος. Βεβαίως η καθημερινή ζωή ελάχιστα άλλαζε με το πέρασμα του χρόνου, οπότε μπορούσα να ανατρέξω και σε προγενέστερες ή μεταγενέστερες εποχές, ωστόσο απαιτείτο μεγάλη προσοχή. Ως προς αυτό θα σας αναφέρω μόνο ένα παράδειγμα. Η μικρογράμματη γραφή εμφανίζεται δειλά στο τελευταίο τέταρτο του 8ου αιώνα. Μέχρι τότε αλλά και αρκετά μετέπειτα έγραφαν με μεγαλογράμματη γραφή, με κεφαλαία. Όσον αφορά την ύπαιθρο, οι αλλαγές ήταν ανεπαίσθητες μέχρι και τις ημέρες μας. Ερευνώντας για το Βυζάντιο, αναθυμήθηκα όσα έζησα σαν παιδί στο χωριό μου και οι εμπειρίες μου με βοήθησαν. Κι όλα σύναξα ως πληροφορίες έπρεπε να γίνουν κτήμα μου, να λειτουργώ σαν να ζούσα τότε, ειδάλλως θα έπεφτα σε ατοπήματα. Ακολούθησε ο πόλεμος της γραφής με τις πάμπολλες ολονύχτιες μάχες. Πέρα από τη λειτουργική ένταξη των διαφόρων πληροφοριών στη μυθοπλασία, έπρεπε διαρκώς να προβαίνω σε πλειάδα συνδυαστικών σκέψεων∙ Συνάδει ετούτη ή η άλλη συμπεριφορά ή ενέργεια κάθε ήρωα με την εποχή; Χρησιμοποιούσαν πληθυντικό ευγενείας; Έλεγαν την τάδε προσφώνηση; Πώς διάβαζαν μια επιστολή, από μέσα τους ή φωναχτά; Ποια ήταν η πρόσληψη του κόσμου για εκείνους; Πώς σκέφτονταν;…. Παράλληλα διεξαγόταν ο γενικότερος πόλεμος της γραφής με τις πάμπολλες μάχες του οι οποίες απαιτούσαν να ζω επί μήνες σαν σε παράπλευρη πραγματικότητα.
Κάνετε χρήση μιας πλούσιας γλώσσας και ντοπιολαλιάς. Πώς καταφέρατε να «βουτήξετε» σε αυτήν τη γλώσσα; Μοιάζει να αισθάνεστε πιο άνετα στη γλώσσα αυτών των ανθρώπων απ’ ό,τι στη σύγχρονη νεοελληνική. Λες και είναι, τρόπον τινά, η πραγματική μητρική σας γλώσσα. Υπάρχει αλήθεια σε αυτήν την αίσθηση;
Έχουμε να κάνουμε με λογοτεχνική γλώσσα, η οποία κατά κάποιον τρόπο «εξαπατά» ή παραπλανά τον αναγνώστη. Φαντάζει να είναι ντοπιολαλιά, όμως δεν είναι. Μπολιάζεται με την απαραίτητη δοσολογία ντοπιολαλιάς ώστε να επιτυγχάνει τον στόχο της. Αυτά οι νεότεροι γραφιάδες τα έχουμε μάθει από τον Τσέχωφ. Δεν εκφέρει επακριβώς ο ήρωάς σου τον προφορικό λόγο του χωριάτη, αλλά έτσι ώστε να δείχνει σαν χωριάτης. Πέρα από αυτά, η βάση έχει να κάνει με τη ρωμαίικη γλώσσα, την οποία αφενός μελέτησα πάρα πολύ, αφετέρου είχα την τύχη να γεννηθώ σε ένα μικρό και απομονωμένο χωριό όπου οι άνθρωποι τη μιλούσαν καθημερινά. Ο συνδυασμός αυτών των δύο είχε σαν αποτέλεσμα να γίνει κτήμα του και να τη χρησιμοποιώ με άνεση.
«Μέσα απ’ τον έρωτα ο άνθρωπος αγγίζει τη μέθη της ζωής και την αγιοσύνη», λέτε σε κάποιο σημείο. Κατά κάποιο τρόπο, όπως μαρτυρά κι ο τίτλος του, το Εράν είναι ένα βιβλίο για τον έρωτα. Γιατί χρειάστηκε να πάτε στη συγκεκριμένη εποχή για να αναπτύξετε το θέμα σας; Συγγραφικό ένστικτο ή γνώση;
Ο έρωτας στο «ἐρᾶν-Βυζαντινά αμαρτήματα» έχει τουλάχιστον τρεις εκφάνσεις. Ο έρωτας για το άλλο πρόσωπο, ο έρωτας για το χρέος ή την πατρίδα και ο έρωτας για την πίστη, τον Χριστό. Όπως ανέφερα και στην αρχή, η εποχή προσφερόταν για το θέμα που βρίσκεται στο προσκήνιο της θεματολογίας, την εικόνα μας. Κι η εικόνα μας, ως εξωτερική μορφή και ως γενικότερη άποψη για τον εαυτό μας, εμπλέκεται σε όλες τις εκφάνσεις που πραγματεύεται το «ἐρᾶν».
Ο συγγραφέας είναι ένας υπέρτατος ηθοποιός που ερμηνεύει τους ρόλους εσωτερικά, ενώ εμφανίζονται μέσα από τυπωμένες λέξεις και φράσεις.
Έχετε πει πως οι χαρακτήρες των βιβλίων σας κυριαρχούν στη ζωή σας, πως τους υποδύεστε για να τους κατανοήσετε. Πώς προσεγγίζετε τις γυναίκες ηρωίδες; Και μια σχετική ερώτηση: Ποιον αισθάνεστε ότι είναι ο πιο κοντινός σε εσάς ήρωας σε αυτό το μυθιστόρημα;
Η φιλία μου με πολλές γυναίκες μου πρόσφερε βασικές πληροφορίες, όπως και οι μελέτες μου. Από εκεί και πέρα, αυτή είναι η τέχνη του συγγραφέα. Να εισέρχεται στην ψυχή και στο σώμα των ηρώων του. Όπως υποδύομαι τον ρόλο ενός δολοφόνου, υποδύομαι και τον ρόλο μιας γυναίκας. Ο συγγραφέας είναι ένας υπέρτατος ηθοποιός που ερμηνεύει τους ρόλους εσωτερικά, ενώ εμφανίζονται μέσα από τυπωμένες λέξεις και φράσεις. Όσο για τον ήρωα που θεωρώ πιο κοντά μου είναι ο δούλος Κιτίν. Παρότι διαφωνούμε σε πολλά, κινούμαστε προς τον ίδιο στόχο, την πνευματική καλλιέργεια.
Έχετε κάποιο συγγραφικό πρότυπο; Υπάρχει ένας συγγραφέας για τον οποίο θα λέγατε ότι υπήρξε ο δάσκαλός σας;
Δάσκαλοί μου υπήρξαν οι παραμυθάδες του χωριού μου, η δική μου άσκηση και μαθητεία και η περιπετειώδης μα όχι και τόσο γοητευτική ζωή μου έως τα είκοσι πέντε μου χρόνια. Επίσης εν γένει τα βιβλία, χωρίς συγκεκριμένο πρότυπο συγγραφέα.
*Η ΣΤΕΦΑΝΙΑ ΤΖΑΚΩΣΤΑ είναι δημοσιογράφος.
Ἐρᾶν
Βυζαντινά αμαρτήματα
Γιάννης Καλπούζος
Ψυχογιός 2020
Σελ. 608, τιμή εκδότη €19,90