Προδημοσίευση του επίμετρου του Γιώργου-Ίκαρου Μπαμπασάκη, από το μυθιστόρημα του Τζον Απντάικ [John Updike] «Ο λαγός έχει λεφτά» (μτφρ. Πάνος Τομαράς), το οποίο θα κυκλοφορήσει στις 12 Ιουλίου από τις εκδόσεις Οξύ.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Η Μεγάλη Αμερικανική βόλτα τελειώνει
Ο Πρόεδρος Κάρτερ αποκάλυψε ότι προσωπικά τάσσεται υπέρ του μποϊκοτάζ των Ολυμπιακών αγώνων του 1980 στη Μόσχα. Οι αντιδράσεις των αθλητών είναι ανάμεικτες. Η πρωθυπουργός της Ινδίας, Ίντιρα Γκάντι, αναθεώρησε τις χθεσινές εμφανείς φιλοσοβιετικές της δηλώσεις της στο ζήτημα του Αφγανιστάν. Όσον αφορά την πολύκροτη προεκλογική περίοδο, ο βουλευτής του Ιλινόι Φίλιπ Κρέιν χαρακτήρισε ως «ανόητη» την πρόταση του γερουσιαστή Έντουαρντ Κένεντι να γίνουν μετατροπές στο υπό κατασκευή πυρηνικό εργοστάσιο στο Σίμπρουκ του Νιού Χάμσαϊρ, έτσι ώστε να λειτουργήσει με γαιάνθρακα. Στην Ιαπωνία ο Πολ ΜακΚάρτνεϊ, το πρώην «Σκαθάρι», φυλακίστηκε με την κατηγορία κατοχής μαριχουάνας βάρους διακοσίων γραμμαρίων. Στην Ελβετία επιστήμονες κατόρθωσαν να παρασκευάσουν με τη βοήθεια βακτηρίων την ανθρώπινη πρωτεΐνη ιντερφερόνη, μια ουσία που δρα ενάντια στους ιούς. Η τεχνητή κατασκευή της είναι ανάλογης σημασίας με την ανακάλυψη της πενικιλίνης και ενδέχεται να εγκαινιάσει μια νέα εποχή ευημερίας για την ανθρωπότητα.
Ανακαλύπτει εκατοντάδες αναμνήσεις, μερικές είναι ολοζώντανες σαν φωτογραφία και ακατανόητες, λες και το μυαλό του τις συγκράτησε για δικούς του λόγους, ενώ άλλες είναι απλώς γεγονότα, πράγματα που ξέρει ότι είναι αλήθεια, αλλά δεν διαθέτει στιγμιότυπα απ’ αυτά. Η ζωή μας σβήνει σιγά-σιγά πίσω μας πριν πεθάνουμε.
Το Μεγάλο Γλέντι των Σίξτις έχει τελειώσει, η μέθη έχει δώσει τη σκυτάλη σ᾽ ένα ελεεινό χανγκόβερ, οι Κακοί έχουν αναδιπλωθεί κι αρχίζουν να τιμωρούν τους Καλούς για την απερίσκεπτη αποκοτιά τους να επαναστατούνε καθημερινώς και σε όλα τα πεδία για κάμποσα χρόνια, κι έχουμε φτάσει στο τέλος της δεκαετίας του 1970 που ο Guy Debord καυτηρίασε μετά βδελυγμίας ως απεχθή.
Το Μεγάλο Γλέντι των Σίξτις έχει τελειώσει, η μέθη έχει δώσει τη σκυτάλη σ᾽ ένα ελεεινό χανγκόβερ, οι Κακοί έχουν αναδιπλωθεί κι αρχίζουν να τιμωρούν τους Καλούς για την απερίσκεπτη αποκοτιά τους να επαναστατούνε καθημερινώς και σε όλα τα πεδία για κάμποσα χρόνια...
Η Αιώνια Νιότη έχει γεμίσει ρυτίδες και πατσές, η κόπωση είναι η μάνα του κυνισμού, η κακεντρέχεια εγκαθίσταται στο καθιστικό μιας επισφαλούς ευμάρειας, και ο Λαγός Χάρι Άνγκστρομ γίνεται μεσήλικας και ζει σ᾽ ένα ψυχολογικό «σπιρτόκουτο» με την Τζάνις (τη σύζυγό του) και την Μπέσι (την πεθερά του), παραμένοντας ένα κι ενενήντα στο ύψος αλλά βαρυγκομώντας μες στα εκατό κιλά που έχει φτάσει να είναι.
Ο Λαγός εργάζεται στη μάντρα αυτοκινήτων του τεθνεώτος πεθερού του, παρέα με τον αντεραστή του, αλλά αιώνιο frenemy, φίλεχθρο ή/και εχθροφίλο, ας πούμε, τον Τσάρλι Σταύρος, που πριν από δέκα χρόνια σχετιζόταν ερωτικά με την Τζάνις, η οποία τώρα βρίσκει καταφυγή στο τζιν, στο καμπάρι, στη λέσχη γκολφ και τένις Ιπτάμενος Αετός, παρέα με ομοιοπαθείς μεσήλικες, τίγκα στην αλληλοφαγωμάρα –άσφαιρη, πάντως· μια αλληλοφαγωμάρα σε κατάσταση αφλογιστίας–, υπό τους ήχους των Bee Gees και της Donna Summer.
Το Μεγάλο Γλέντι των Σίξτις έχει τελειώσει, ο πραγματισμός κατατροπώνει το Όνειρο, παρήλθεν ο καιρός της αυτοκινητάδας, της μετωπικής κόντρας, των επιβλητικών αμαξιών – Κάντιλακ, Ντοτζ, Στουντμπέικερ, Σεβρολέτ ίσον, πια, «μαούνες», πουλάνε μόνο τα γιαπωνέζικα, τα Τογιότα είναι in, και η σαγήνη του πόκερ έχει δώσει τη θέση της στην πεζότητα του πινάκλ, μες στην επέλαση της «επερχόμενης μεσηλικίωσης».
Στην πόλη Μπρούερ της Διαμαντένιας Κομητείας, ο προ εικοσιπενταετίας ήρωας του μπάσκετ δεν διαβάζει Κέρουακ και Γκίνσμπεργκ, ούτε καν το Time, αλλά την Αναφορά του Καταναλωτή, μανιωδώς μάλιστα, ακόμα κι όταν επιδίδεται σε κουρασμένες ερωτικές περιπτύξεις με τη γυναίκα του. Στην Αμερική του Κάρτερ δεν χωράνε οι πειραματισμοί, οι ανταρσίες και οι φούγκες της Beat Generation, ενώ το ερωτικό όργιο έχει εξημερωθεί σε ανταλλαγές συζύγων, και οι ξενερουά τηλεοπτικές σειρές θριαμβεύουν.
Μολονότι το αλκοόλ, κυρίως το τζιν, «διευρύνει τον εσωτερικό του χώρο», ο εγκλωβισμός του Λαγού, και όλων, μα όλων, των χαρακτήρων στο μυθιστόρημα, είναι αδυσώπητος. Η νεύρωση είναι πανταχού παρούσα, η διαφυγή την έχει πατήσει άσχημα, δεν μπορείς παρά να κινείσαι σε φαύλους κύκλους, με μόνη εκτόνωση το να καγχάζεις, να μεμψιμοιρείς, και να αντλείς κάποια (μίζερη, πάντως) ικανοποίηση από το ότι βλέπεις τον κόσμο να φθείρεται, από το ότι αντιλαμβάνεσαι πως η ζωή είναι θνητή, και από το ότι καταφέρνεις να μασουλήσεις κάσιους μπροστά στην καινούργια σου τηλεοπτική συσκευή. Κατά τα άλλα, ψευτοκριτική και γκρίνια, ιδίως κατά της πιτσιρικαρίας: «Άβουλη γενιά, χωρίς καθόλου σθένος, χωρίς ισχυρή λογική για να μπορεί να ξεχωρίσει ένα πραγματικό γεγονός από έναν μπαμπούλα. Σατανισμός, φούντα, ναρκωτικά, χορτοφαγία. Αξιολύπητοι. Τους δίνεις τα πάντα στο πιάτο και νομίζουν ότι η ζωή είναι μια μεγάλη τηλεόραση γεμάτη φαντάσματα». Και: «Ο κόσμος οδεύει προς το τέλος του, αλλά δεν σταματούν να σκάνε μύτη νέοι άνθρωποι που δεν το έχουν πάρει πρέφα επειδή είναι ηλίθιοι, λες και το πανηγύρι άρχισε μόλις τώρα».
Μπορείς να πεις ότι εδώ δεν έχουμε να κάνουμε μονάχα με την μέση ηλικία του Λαγού, αλλά με τη μέση ηλικία μιας νοοτροπίας, μιας κοσμοαντίληψης, μιας Weltanschauung – πρόκειται για το στάδιο του κορεσμένου πνεύματος που όμως δεν είχε προλάβει να υπάρξει ακόρεστο, του κουρασμένου ρελαντί των ιδεών που δεν υπήρξαν ποτέ ταχύπλοες, δημιουργικές, ονειροφόρες, εμπρηστικές. Το τζόγκινγκ είναι η εκδίκηση μιας αστικής τάξης που τρόμαξε απ᾽ το σπριντ των ιδεών, ενώ ολόγυρα επιβάλλεται ένας φαιδρός, αλλά πάντα επικίνδυνος για την ψυχική ρώμη, συναισθηματικός αναλφαβητισμός: οι άνθρωποι πλέον όχι μόνο δεν ξέρουν να εκφράσουν έλλογα τα συναισθήματά τους αλλά δεν καταφέρνουν και να τα χαρτογραφήσουν νοερώς· είναι αθύρματα των εκάστοτε περιστάσεων, ανήμποροι να παρέμβουν στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Ιδού τι τρέχει με τον Λαγό που άλλοτε έτρεχε και τώρα κανει τζόγκινγ: «Όλο και πιο συχνά στη μέση ηλικία ο κόσμος έρχεται κατά πάνω του σαν ένα σύνολο από εικόνες σε μια οθόνη, που κάτι πάει στραβά μ’ αυτές, όπως με τις εικόνες που κλωθογυρίζουν στο μυαλό μας πριν μας πάρει ο ύπνος, που βγάζουν νόημα μόνο αν τις κοιτάξουμε προσεκτικά, οπότε και ξυπνάμε σοκαρισμένοι».
Το Μεγάλο Γλέντι των Σίξτις έχει τελειώσει, δεν υπάρχουν πια μεγάλοι ερωτικοί αλλά μονάχα (ψευτο)lovers εγγυημένοι από το κράτος, εκ του ασφαλούς κορτάκηδες, playboys ενός πλαστικού δηθενισμού. Ουδείς ερωτεύεται, παρά μονάχα βολεύεται σε μια σχέση που τρίζει από παντού και ήδη από την αρχή. Η ψυχική ανεπάρκεια και η διανοητική ανασφάλεια, όσο κι αν ξορκίζονται με καλαμπούρια της συμφοράς και με παχύσαρκες επιδόσεις στο γκολφ, έχουν στρατοπεδεύσει για τα καλά προ των πυλών της αμερικανικής κοινωνίας. «Και στον εσωτερικό του κόσμο ο Λαγός ελίσσεται ανάμεσα από περισσότερα κενά σε σχέση με παλιότερα, πολλά σημεία με καμένα φαιά κύτταρα εκεί όπου κάποτε υπήρχαν πόθος, έντονη ονειροπόληση και τρομακτικοί φόβοι».
Η ψυχική ανεπάρκεια και η διανοητική ανασφάλεια, όσο κι αν ξορκίζονται με καλαμπούρια της συμφοράς και με παχύσαρκες επιδόσεις στο γκολφ, έχουν στρατοπεδεύσει για τα καλά προ των πυλών της αμερικανικής κοινωνίας.
Ο Λαγός είναι 46, η Τζάνις 43, ο Νέλσον (ο γιος τους) 22 – έχουν εμπλακεί και οι τρεις σε μιαν «ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα συγκρατημένης δυσαρέσκειας», όπως οι πάντες στη Διαμαντένια Κομητεία. Ζουν, θαρρείς, από κεκτημένη ταχύτητα, σε ένα φόντο μουδιάσματος και δυσφορίας.
Η αναλαμπή κάποιας ενδεχόμενης αποκατάστασης θα εμφανιστεί στη ζωή του Λαγού με τη μορφή μιας κοπέλας που ίσως είναι η θυγατέρα του, καρπός ενός εφήμερου έρωτα του Χάρι Άνγκστρομ με τη Ρουθ Λέναρντ. Μες στην πλήξη και τη δυσανεξία, ο τέως μπασκεμπολίστας ερωτοτροπεί με την ιδέα ότι η νεαρή γαλανομάτα (που κάποια στιγμή θα γνωρίσει ο Νέλσον) είναι αίμα του. Αλλά και αυτή η ερωτοτροπία είναι κουρασμένη, σημασιολογικά κενή, συναισθηματικά αφυδατωμένη. Δεν θα πατσίσει την οδύνη (επίσης κουρασμένη πια, παρωχημένη) για το χαμό της όντως κόρης του, της Μπέκι. Ομοίως, δεν θα προκαλέσει την όποια χαρά ο γάμος του Νέλσον με την Πρου, ή η γέννηση της εγγονής του Λαγού. «Το ήρεμο βλέμμα του κοριτσιού που ήρθε στη μάντρα σήμερα στοιχειώνει το αυξανόμενο σκοτάδι, ένα μυστήριο εμφανίστηκε σ’ αυτό το σημείο της μουδιασμένης ζωής του, τώρα που ο χάρος τού παίρνει τα μέτρα, παράλληλα με τα χτυπήματα του αόρατου σφυριού από τη γειτονιά. Κάθε μέρα φοβάται όλο και λιγότερο τον θάνατο. Εντοπίζει ένα σκαθάρι στο φύλλο μιας φασολιάς και με ένα τίναγμα του δαχτύλου του –μεγάλα δάχτυλα, με μεγάλα νύχια και πετσάκι– εκτοξεύει μακριά το γυαλιστερό έντομο. Ψόφα!»
Το Μεγάλο Γλέντι των Σίξτις έχει τελειώσει, κανένας δεν θυμάται πια το αγέρωχο βλέμμα του Ουόλτ Ουίτμαν, τους παιάνες της εξέγερσης, τα σπινταριστά άσματα της ανυπακοής, την ψυχεδελική διεύρυνση της συνείδησης.
Η Μεγάλη Αμερικανική Βόλτα τελειώνει εδώ και σχεδόν μισό αιώνα, αλλά εμείς, οι αθεράπευτα αισιόδοξοι δεν θα σταματήσουμε να λέμε ότι πάντα και παντού υπάρχουν σκιρτήματα δημιουργικότητας, ερωτικής πανδαισίας, ποιητικής έγερσης.
Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Κυψέλη, Ιούνιος 2024
Λίγα λόγια για το βιβλίο
Παράξενα συμβάντα όπως η πετρελαϊκή κρίση αναγγέλλουν την έλευση της «άνετης» δεκαετίας του ’80, αλλά ο «Λαγός» Χάρι Άνγκστρομ, μακριά πλέον από τις περιπέτειες της νεότητάς του, μοιάζει να απολαμβάνει ήδη τα υποτιθέμενα προνόμια της νέας εποχής: εξασφαλισμένη δουλειά και εισόδημα, καινούργιο σπίτι, ωραίο αυτοκίνητο, γκολφ στη λέσχη και μια απατηλή αίσθηση ελέγχου. Το μοναδικό πρόβλημα είναι πως ο Λαγός δεν έχει καμία διάθεση να παραιτηθεί από τα απρόοπτα της ζωής στα σαράντα έξι του… Το «Ο Λαγός έχει λεφτά» αποτελεί το τρίτο βιβλίο της τετραλογίας με πρωταγωνιστή τον «Λαγό» Άνγκστρομ που θεωρείται κορυφαίο συγγραφικό επίτευγμα του Απντάικ.
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα
O Τζον Απντάικ (Ρίντινγκ, Πενσιλβάνια 1932 - Ντάνβερς, Μασαχουσέτη 2009) θεωρείται εξέχουσα μορφή των αμερικανικών γραμμάτων. Κατά τη διάρκεια της ζωής του, εξέδωσε είκοσι δύο μυθιστορήματα, πάνω από δέκα συλλογές διηγημάτων και οκτώ ποιητικές συλλογές, διατηρώντας παράλληλα επί δεκαετίες τη συνεργασία του με δημοφιλή και έγκυρα έντυπα. Σπουδαιότερη παρακαταθήκη του λογίζεται η τετραλογία που παρακολουθεί τον χαρακτήρα του «Λαγού» Άνγκστρομ σε διάφορα στάδια της ζωής του, από το 1961 και το «Λαγέ Τρέξε» έως το 1990 και το «Ο Λαγός Αναπαύεται». Το βιβλίο «Ο Λαγός έχει λεφτά» τιμήθηκε με το Βραβείο Πούλιτζερ 1982.