Προδημοσίευση από τη νουβέλα του Δημήτρη Ελευθεράκη, Η δύσκολη τέχνη, που κυκλοφορεί τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Αντίποδες.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Η μνησικακία είναι μια δύσκολη τέχνη. Μαζεύω τα fragmenta, ναι τα θραύσματα λόγων που άκουσα, εικόνων που είδα, χωρίς απώτερη σκοπιμότητα, ναι χωρίς ιδιαίτερο τέλος, σαν τον συλλέκτη γραμματοσήμων, αλλά ασήμαντων γραμματοσήμων, σαν τον συλλέκτη νομισμάτων μειωμένης αξίας, σαν τον συλλέκτη νεκρών πεταλούδων, ναι βαλσαμωμένων πεταλούδων, είπα. Σαν τον ερασιτέχνη αρχαιολόγο, ναι τον αρχαιοκάπηλο, είπα. Είμαστε ένα έθνος, ναι ένα κράτος αρχαιοκάπηλων, είπα. Αρχαιοκαπήλων, είπα. Η ύψιστη αρχαιοκαπηλία, είπα, ναι η υψίδομη αρχαιοκαπηλία, είπα, είναι που είμαστε ένα έθνος αρχαιοκαπήλων, είπα. Έχουμε ένα αρχαιοκάπηλο βλέμμα, είπα, όλα τα παρατηρούμε υπό το πρίσμα της αρχαιοκαπηλίας μας, είπα. Τα θραύσματα, ναι τα λείψανα, τα ερείπια, είπα, είναι η θέα του αρχαιοκάπηλου βλέμματος, η αγαλλίαση του αρχαιοκάπηλου βλέμματος, η αμοιβή του αρχαιοκάπηλου βλέμματος. Η αρχαιοκαπηλία μας είναι ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, ναι ένα ευεργέτημα υπέρ της ανθρωπότητας. Η αρχαιοκαπηλία είναι μια δύσκολη τέχνη. Να καπηλεύεσαι τις αρχαιότητες, ναι να καπηλεύεσαι την αρχαιότητα, να αρχαιοκαπηλεύεσαι την αρχαιότητα είναι μια δύσκολη τέχνη. Τα αγάλματα είναι τυφλά. Τι ήθελε να πετύχει ο αρχαίος γλύπτης με το λευκό, με το άδειο, το τυφλό, ναι το μαρμάρινο βλέμμα τους, ιδού η απορία. Πρέπει να είσαι τυφλός για να κοιτάξεις το λευκό βλέμμα των αγαλμάτων, πρέπει να είσαι τυφλός για να μην πετρώσεις κοιτάζοντας το βλέμμα της Μέδουσας. Έχουμε μια κεφαλή Μέδουσας να κρέμεται μονίμως, ναι αιωνίως πάνω από το κεφάλι μας. Θα έπρεπε να αντικαταστήσουμε όλα τα κιονόκρανα με κεφαλές Μέδουσας, είπα. Στην πραγματικότητα την κεφαλή της Μέδουσας την κουβαλάς μέσα σου όπου κι αν βρίσκεσαι. Στην πραγματικότητα χαρακτηρίζεσαι, ναι προδίδεσαι από την κεφαλή της Μέδουσας που κουβαλάς μέσα σου. Θέλω να δραπετεύσω από εδώ, θέλω να φύγω, ναι θέλω να χαθώ από την Ελλάδα. Θέλω να χαθώ από τους Θεόφιλους Χάνσεν, τους Λουδοβίκους Λάνγκε και τους Ερνέστους Τσίλλερ, ναι τους Λέοντες φον Κλέντσε. Θέλω να μπω μέσα στο γκριζόμαυρο γκράφιτι, ναι το γκριζόασπρο γκράφιτι, θέλω να βυθιστώ μες στο γκράφιτι, θέλω να βγω από την άλλη πλευρά του γκράφιτι, στο μεταξουργείο στην πίσω πλευρά του γκράφιτι, είπα. Ύστερα άρχισα να μιλώ για το γενεαλογικό μου δέντρο. Μιλώντας αντιλήφθηκα πως φθάναν οι ρίζες μου πίσω μέχρι τους ασήμαντους γεωργούς που καλλιεργούσαν ένα κομμάτι γης που τους δόθηκε για ένα κομμάτι ψωμί. Που είδαν την άνοδο και την πτώση των αυτοκρατόρων και το μόνο που επιθυμούσαν ήταν ένα βλέμμα στα χρυσά διαδήματα και τις διαμαντένιες πόρπες. Ίσως η καταγωγή μου να είχε να κάνει με κάποιον μελαγχολικό βάρβαρο σκλάβο, που έφθασε από μια άγνωστη χώρα στην πρωτεύουσα της ακμάζουσας αυτοκρατορίας, όπου οι κυρίες της αυλής τον περιεργάζονταν με ειλικρινή περιέργεια σαν να έβλεπαν ένα σπάνιο είδος. Οι ρίζες μου φθάναν, φαντασιακά, μέχρι το απώτερο παρελθόν που μπορούσα να σκεφτώ, εννοώ να υποθέσω πως θα μπορούσε να έχει κάποιες αμυδρές συνέπειες στην τωρινή μου ύπαρξη. Δεν μπορούσα να καταλάβω ποιο ήταν εκείνο που με έσπρωχνε τώρα να κάθομαι στο παγκάκι ανάμεσα στο Μουσείο και την Πολυτεχνική Σχολή, ναι στο βρωμισμένο δρομάκι ανάμεσα στο Μουσείο και την Πολυτεχνική σχολή, και να λέω αυτές τις αγενείς φλυαρίες, ναι τις φλύαρες ύβρεις, λες κι επρόκειτο να με ακούσει κανείς, λες κι επρόκειτο να έλθει κανείς, ναι να με πάρει κανείς στα σοβαρά. Ποιο ήταν εκείνο που με έσπρωχνε, εξάλλου τέτοια πράγματα λέγονται, η ουσία της αρχιτεκτονικής πρέπει να μένει αναλλοίωτη, τέτοια πράγματα λέγονται, τέχνη είναι η Δευτέρα Παρουσία του Μιχαήλ Άγγελου στην Καπέλα Σιξτίνα, τέτοια πράγματα λέγονται. Τότε υπέθεσα, ναι υποψιάστηκα, πως έπλεα σε μια θάλασσα εγωισμού, ναι εγωκεντρισμού και φιλαυτίας, ναι αυτοθαυμασμού. Τότε κατάλαβα, ναι βεβαιώθηκα, ότι ήμουν μια μετριότητα, ευφημισμός, ένας κοινός, ναι ένας κοινότοπος άνθρωπος, ναι ένας άνθρωπος που ρέπει προς την κοινοτοπία όπως κολλά ένα κουνούπι στο μέλι. Ναρκισσισμός και κοινοτοπία, ναι αυτό μου συμβαίνει, είπα. Μνησικακία, ναρκισσισμός και κοινοτοπία, είπα. Αγένεια, μνησικακία, ναρκισσισμός και κοινοτοπία, είπα. Αυτοοικτιρμός, είπα.
[...]