
Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα του Κωνσταντίνου Γιατρά «Ηθική και Ανήθικοι», το οποιο κυκλοφορεί τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Νίκας.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Stamora Moravita
Επέλεξα να κάνω την ίδια διαδρομή που έκανα φοιτητής για να φτάσω στην Τιμισοάρα. Ήθελα να ξαναζήσω το ίδιο έργο, το ίδιο συναίσθημα μια 20ετία αργότερα. Είχα υπολογίσει ότι ως φοιτητής έκανα πέντε φορές τον χρόνο aller-retour, το Αθήνα-Τιμισοάρα/Τιμισοάρα-Αθήνα επί επτά χρόνια, σύνολο εβδομήντα φορές. Η απόσταση καταγεγραμμένη στο μυαλό μου, πόρτα με πόρτα, ήταν 1.352 χλμ. Ούτε λίγο ούτε πολύ τότε εκατό χιλιάδες χιλιόμετρα, με ένα μικρό Citroen Visa των 600 κυβικών, που οδηγούσα ακατάπαυστα επί δεκαπέντε έως είκοσι πέντε ώρες για να φθάσω στον προορισμό μου. Αναφέρω αυτήν τη διαφορά των δέκα ωρών, γιατί κανείς δεν ήξερε πόσο θα σε κρατούσαν στα ρουμανικά σύνορα. Μπορεί να έφτανες μέσα στον χειμώνα με χιόνια και κρύο και να περίμενες στα σύνορα της Μοράβιτσα έξι με οκτώ ώρες για να σου κάνουν τον έλεγχο να περάσεις. Δεν ήταν λίγες οι φορές που μου είχαν ξεβιδώσει πόρτες ή άλλα μέρη του αυτοκινήτου, ψάχνοντας δεν ξέρω κι εγώ για τι πράγμα. Ήταν περισσότερο το σπάσιμο των νεύρων, μέρος του παιχνιδιού μέχρι να τους «λαδώσεις» με κάποια χρήματα προκειμένου να συντομευτούν οι διαδικασίες. Ως αρχή είχα πάντοτε να μη χρηματίζω, πράγμα που πλήρωσα βέβαια πολύ ακριβά με τις ατέλειωτες ταλαιπωρίες που πέρασα αργότερα. Στην εμφάνιση της πινακίδας «Granita Moravita - Σύνορα Μοράβιτσα» μια ανατριχίλα με κατέλαβε. Μονομιάς πέρασαν από το μυαλό μου οι χιλιάδες εικόνες των παλιών καιρών. Με είχαν διώξει κάποτε ανεπιστρεπτί από τη Ρουμανία και ακόμα θυμάμαι την τελευταία φορά που περνούσα αυτά τα σύνορα με μόνο έναν χαρτοφύλακα και μέσα το πτυχίο μου. Είχα πιστέψει κι εγώ ότι δεν θα ξαναπατούσα το πόδι μου πίσω σε αυτό το μέρος…
Ως αρχή είχα πάντοτε να μη χρηματίζω, πράγμα που πλήρωσα βέβαια πολύ ακριβά με τις ατέλειωτες ταλαιπωρίες που πέρασα αργότερα. Στην εμφάνιση της πινακίδας «Granita Moravita - Σύνορα Μοράβιτσα» μια ανατριχίλα με κατέλαβε. Μονομιάς πέρασαν από το μυαλό μου οι χιλιάδες εικόνες των παλιών καιρών.
Μόλις αντίκρισα τον τελωνειακό, με έπιασε κρύος ιδρώτας. Με κατέλαβε ένα μυστήριο συναίσθημα ενοχής ή και ενδεχομένως φόβου μπορώ να πω, καθώς του έδινα το διαβατήριο.
«Vorbiti romaneste? – Μιλάτε ρουμάνικα;» με ρώτησε.
Είχα μάθει άπταιστα ρουμάνικα και παρά τα είκοσι χρόνια που είχαν περάσει, δεν τα είχα ξεχάσει καθόλου.
«Da – ναι» απάντησα.
«Ce doriti in Romania? – Τι θέλετε στη Ρουμανία;»
Για μια στιγμή σκέφτηκα μήπως η απαγόρευση του παλιού καιρού ίσχυε ακόμη και ταράχτηκα.
«Είμαι γιατρός και πάω να μιλήσω σε ένα συνέδριο».
Ο τελωνειακός μού μιλούσε από το φυλάκιο από ένα παραθυράκι ελέγχου, που δεν είχε αλλάξει σε τίποτα από τα χρόνια του Τσαουσέσκου. Ήταν τόσο μικρό που αυτός μπορούσε να σε δει, ενώ εσύ με δυσκολία έβλεπες το πρόσωπό του.
«Mergeti la capat cu masina pentru control – Βάλτε το αυτοκίνητο στην άκρη για έλεγχο».
Δεν άλλαξε τίποτα, σκέφτηκα. Είχα ένα τσαντάκι με ελάχιστα ρούχα κι όμως ο τελωνειακός χρειάστηκε να ξανασηκώσει τα καθίσματα, να ψάξει κάτω από τη ρεζέρβα για να μου δώσει το «οκ». Μια ανακούφιση πήρα μόλις μου επέστρεψε το διαβατήριο. Ήταν ένα συναίσθημα περίεργο κάθε φορά που περνούσα αυτά τα σύνορα. Εξήντα χιλιόμετρα πιο μακριά ήταν η Τιμισοάρα. Είχα σχεδόν φτάσει…
Λίγα λόγια για το βιβλίο
Έχοντας πάρει μια γεύση από τα ρουμανικά ήθη ως φοιτητής, ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, γυναικολόγος πλέον της εξωσωματικής, επιστρέφει στην ίδια χώρα μετά την πτώση του καθεστώτος Τσαουσέσκου. Καταξιωμένος στον τομέα του, θα αποτολμήσει τη δημιουργία ενός νοσοκομείου στη μετακομμουνιστική Ρουμανία. Σιγά σιγά, όμως, θα ανακαλύψει πως η γραφειοκρατία και η ωμή διαφθορά, η μαφία, έχουν απλώσει τις ρίζες τους για τα καλά στους κόλπους της ρουμανικής κοινωνίας. Το έργο του θα αποδειχθεί προοδευτικά δυσκολότερο, καθώς οι απειλές και οι εκβιασμοί θα εκφραστούν όλο και πιο έντονα, ενώ τα εμπόδια θα πολλαπλασιαστούν.
Ένα βιβλίο βασισμένο σε αληθινή ιστορία που αναδεικνύει την πίστη στις αξίες και τον αγώνα κάθε ανθρώπου να διατηρήσει πεισματικά την ταυτότητά του απέναντι σε ένα διαβρωμένο σύστημα.
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα
Ο Κωνσταντίνος Γιατράς γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε και πήρε πτυχίο Ιατρικής στη Ρουμανία. Ειδικεύτηκε επί εφτά χρόνια στο Παρίσι στη γυναικολογία. Κατόπιν μετακόμισε στη Νέα Υόρκη, όπου έγινε επίκουρος καθηγητής στον τομέα της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής – εξωσωματικής. Είναι μέλος του γαλλικού τμήματος La Chaîne de l' Espoir και των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, πραγματοποιώντας πολλαπλές αποστολές στον Τρίτο Κόσμο. Έχει εκδώσει το λεύκωμα Πρόσωπα του κόσμου από 60 τέτοιες αποστολές. Από το 1998 ζει στην Αθήνα, όπου διατηρεί γυναικολογικό ιατρείο.